Wednesday, February 28, 2007

αυτά τα χέρια..

αυτά τα χέρια ξεράθηκαν από τις δουλειές-είσαι πριγκίπισσα μου έλεγε ο ρεσεψιονίστ που με πρόσεχε καμιά φορά όταν δούλευαν οι δικοί μου,μου έλεγε για τον Ορφέα και την Ευρυδίκη και την μάγισσα Καλυψώ και την Ανδρομάχη-τι να κάνει άραγε,γέρασε κι εγώ δεν είμαι κορίτσι με σοσόνια που έπινε τον καφέ που περίσσευε απ'τα φλυτζάνια,με τα σκισμένα γόνατα και το χαμόγελο που δεν ήταν ούτε επίπλαστο ούτε βεβιασμένο.
Η μαμά μου με το παιδί αγκαλιά στα κύματα και το σκοτάδι πήχτρα.Κολυμπάω και δεν τους φτάνω. Απομακρύνονται. Ταπεινώνομαι σε τουαλέτες και δεν θέλω να κλάψω για να μην δουν την αδυναμία μου.
Και τώρα δεν μπορώ να κλάψω και ας το θέλω πολύ. να φύγει το κακό αίμα,να έρθει η αυγή, να στερέψω μέσα σε βδέλλες και να νικήσω. Και τη μοίρα την ίδια να νικήσω.
αυτά τα χέρια δεν είναι δικά σου-μαχαίρια που χουν το όνομά σου. Δικά μου είναι. Με τα αρχικά μου χαραγμένα στις παλάμες με μαχαίρι για πρωτόγονες θυσίες.Με σβησίματα από τσιγάρα που δεν πόνεσαν.
Και σε τι ωφέλησαν;Σε τίποτα. Σε απολύτως τίποτα.
Σπάω την κύστη μέσα μου και τρέχει το πύον. Στα πατώματα στους τοίχους-κοριτσάκι μου άσε με να σου χαιδέψω τα μαλλιά.
δώσε μου αυτή τη λάμπα θυέλλης που κρατάς.

Tuesday, February 27, 2007

Κουμπιά

Έμαθα να ράβω ξέρεις-ή μάλλον,μαθαίνω να ράβω. Φτιάχνω μια τσάντα από παλιά μου κεντήματα. Δεν ήξερες ούτε ότι κεντάω,το ήξερες;
Ούτε ότι έχω ένα λαβομάνο από πορσελάνη κάτω από την κονσόλα,πορσελάνινο,δώρο αποφοίτησης. Ούτε ότι πήγαινα στου Ζώναρς, παλιά.
Ξέρεις άλλα όμως. Πως καίει το σώμα μου όταν κάνει κρύο και πως μοιάζω το πρωί όταν ξυπνάω, πόσο εκστατική ήμουν εκείνο το βράδυ μέσα στα κύματα μετά από πολλά,πολλά τζιν που ανέμιζα το φουστάνι μου και φώναζα "σας νίκησα" και γελούσα,γελούσα.
Θυμάσαι τα δώρα που σου έκανα πριν φύγεις;Πράσινο σαπούνι,για να θυμάσαι τα φύλλα ελιάς της πατρίδας σου.Και μάρτσιπαν.
Τι λες,τα παρατάμε όλα να πάμε στο Μόναχο;Και από κει Κολωνία, Μάρμπουργκ, Νυρεμβέργη, Μάνχαιμ,Λειψία, Δρέσδη,να δούμε τα φαντάσματα του βομβαρδισμού.
Μα για σένα έκαναν πάντα όνειρα και δεν θες να τους απογοητεύσεις πάλι. Για μένα δεν έκαναν-σε άλλους κόσμους γεννηθήκαμε και για άλλους μας προορίζουν.
Λάθος-εσένα προορίζουν, εγώ...εγώ έχω το προνόμιο να μη με νοιάζει.
Σε άλλο κόσμο γεννηθήκαμε-και κάποια στιγμή οι κόσμοι ενώθηκαν.
Την ίδια χρονιά έπεσαν οι Πύργοι, όχι αστεία. Τόσο θύμωσε ο κόσμος. Εγώ πάλι,γελούσα, γιατί ήξερα.

Saturday, February 24, 2007

Όσοι..

Σε όσους νοσταλγούν τη γεύση της κρέμας Αραβοσίτου Γιώτης. Τα παιδικά κεντήματα μάρκας "Φρύνη". Σε όσους αγόραζαν κάθε Σεπτέμβρη τα σχολικά τους απ' τον Πάλλη.
Που διάβαζαν ξανά και ξανά Πηνελόπη Δέλτα. (Ένα από τα μεγαλύτερά σοκ μου μικρή, όταν έμαθα ότι αυτοκτόνησε). Τους γονείς τους που έπιναν καμπάρι-σόδα στις ονομαστικές εορτές.
Και ουίσκι Μπαλαντάινς για τους άντρες,τα σκυλάκια στο μπουκάλι του Μπλακ εντ Γουάιτ.
Τα τσιγάρα Μίλντε Σόρτε.Για όσες μάζευαν τα αυτοκόλλητα της Σάρα Κέυ και ήθελαν να ζουν τη ζωή της Σάρα Κέυ.
Η Χιονούλα και η Ροδούλα και οι πριγκίπισσες που ήταν κλεισμένες στο παλάτι και κάθε βράδυ γίνονταν κύκνοι, πήγαιναν στο χορό και το πρωί έβρισκαν μόνο τα λιωμένα τους παπούτσια.
Για τα παιδιά που μισούσαν τις πέτσες απ'το αρνί. Που προσπαθούσαν να ράψουν καινούρια ρούχα για τη Μπάρμπι, είχαν μόνο μία.
Τις μαμάδες που αγόραζαν το περιοδικό Burda και έπλεκαν τα σχέδια. Τα πουλόβερ που έπλεκαν οι γιαγιάδες και οι θείες και τσιμπούσαν. Τα κοτσιδάκια με ασορτί τσιμπιδάκια και τις αλογοουρές με τις σατέν κορδέλες,λευκές,ροζ.Τα λευκά παιδικά εσώρουχα και το φυλαχτό της γιαγιάς στο φανελάκι. Πορτοκαλάδα με ανθρακικό. Ζαχαρούχο γάλα-το μισούσα.
Κομπόστα ροδάκινο...Τρεις γυναίκες στην ομίχλη.
Μαμά, τι σκέφτεσαι τα βράδια που δεν μπορείς να κοιμηθείς;

Thursday, February 22, 2007

ξεχασμένα γραμματόσημα

Θα μπορούσα να γράψω πολλά σε αυτό το παιχνίδι.
Πως πιο πολύ από κάθε χωρισμό με πόνεσε ο χωρισμός από τις καλύτερες φίλες μου-το 2000.
Πως οι τώρα φίλες μου, η Α., η C., η Ε είναι στα μήκη και τα πλάτη της γης και δεν έχω πραγματικά φίλες εδώ, αλλά δεν θα τις άλλαζα με τίποτα, ακόμα κι αν ήταν ακόμα πιο μακριά.
Πως το πιο όμορφο συναίσθημα μετά από χρόνια το ένιωσα αγκαλιάζοντας τον γιο της Α, δυόμισυ μηνών, όταν τον αποχαιρετούσα, πριν μερικές βδομάδες, στις έξι το πρωί, ζεστό από το κρεβάτι και τον ύπνο,και δε χόρταινα τη μυρωδιά του.
Πως πάντα νόμιζα πως έχω παράξενο πρόσωπο, όχι άσχημο,όχι όμορφο, απλά παράξενο.
Πως μου αρέσει να φαντάζομαι πως είμαι λαική τραγουδίστρια, 'οπως παρουσίασε ο Κραουνάκης την Παπίου στο Μια γυναίκα Μόνη Τραγουδά, που τραγουδούσε και έβαφε τα νύχια της κόκκινα-αλλά μου αρέσει μόνο να το φαντάζομαι.
Πως βάφω κι εγώ τα νύχια μου κόκκινα από 18 χρονών μα το αγαπημένο μου βερνίκι ήταν ένα βαθύ μπλε με γκλίττερ, σαν το νυχτερινό ουρανό. Η εταιρεία δεν το ξαναέβγαλε.
Πως μέχρι τα 15 μου δεν έμενα σε σπίτι,αλλά σε ξενοδοχεία σε διάφορα μέρη. Πως ακουμπάω το μάγουλό μου στο τζάμι του τραίνου όταν ταξιδεύω.
Πως στα 12 μου άρχισε η πιο δυνατή σχέση, η ερωτική μου σχέση με το σινεμά. Τη στιγμή που σβήνουν τα φώτα.
Πως έμαθα να αντέχω-μέχρι να καταρρεύσω, για λίγο,άγρια, άσχημα.
Πως όταν με γνωρίζουν καλύτερα εκπλήσσονται να μάθουν πως ναι, μάλλον έχω πλάκα.
Πως αγαπώ ότι είναι αδύναμο,απροστάτευτο,αβοήθητο-το αγαπώ πολύ.
Μα είναι γραμματόσημα που δεν μπήκαν στο άλμπουμ της συλλογής. Και δεν ξέρω κανέναν να μαζεύει γραμματόσημα.

Tuesday, February 20, 2007

5 πράγματα που ξέρατε,δεν ξέρατε,και ενδεχομένως δεν σας νοιάζουν

Ευχαριστώ την Έpsilon και τον Marquee για την πρόσκληση!

1. Αντιπαθώ σφόδρα τα τραγούδια του νέου κύματος, εκτός από κανά δυο του Γιάννη Σπανού.Κατά τα άλλα,όταν τα ακούω νιώθω σαν να τρώω ζαχαρίνη με το κουτάλι της σούπας.

2. Έμαθα να διαβάζω 4 χρονών, από τις επιγραφές των καταστημάτων. Στα 5 διάβαζα κανονικά και έκανα απλές πράξεις αριθμητικής. Διάβαζα με τις ώρες βιβλία και όταν οι δικοί μου έσβηναν όλα τα φώτα για να κοιμηθώ διάβαζα κάτω από τις κουβέρτες κρυφά με το φωτάκι της νύχτας.Γι'αυτό έχω τόσο υψηλή μυωπία.

3. Πάντα ήθελα,να ζήσω έστω και για λίγο, σε μια μικρή πόλη στην Αλάσκα και να κάνω μπάνιο σε γκέυζερ στην Ισλανδία. Όταν μπαίνω σε νερό, θάλασσα,μπανιέρα, ποτάμι, έχει αμέσω ς πάνω μου ηρεμιστική επίδραση.

4.Δεν μπορώ να φορέσω ζιβάγκο ή κοσμήματα πολύ στενά στο λαιμό,νιώθω πως παθαίνω ασφυξία. Λένε πως όλα τα παιδιά που γεννήθηκαν πολύ δύσκολα το έχουν αυτό.

5.Επειδή ακριβώς γεννήθηκα πολύ δύσκολα, λόγω απροσεξίας ο γιατρός έσπασε το δεξί μου χέρι. Αυτό έδεσε μόνο του και κατά συνέπεια είναι πιο κοντό από το αριστερό και δεν τεντώνει τελείως. Ποτέ δεν με ενόχλησε σε τίποτα. Αντίθετα, είναι πιο δυνατό.

Προσκαλώ τη thel, την Αρετή, την sorry girl, τον Ζέρο και την Παπαρούνα.

Thursday, February 15, 2007

Αρχή και τέλος

Ήταν μπροστά μου και δεν το έβλεπα. " Εγκαταλείπω την ποίηση δεν θα πει προδοσία", "τώρα είτε ονειρεύεστε είτε όχι" κλπ. κλπ. Και το είδα καθαρά, σήμερα το πρωί, που πάλι ο ήλιος έλαμπε αρρωστιάρικα και η μέρα όσο πάει και μεγαλώνει.
Το μπλογκ αυτό θα σταματήσει, ίσως για λίγο, ίσως για πολύ. Ίσως και να μην ξαναρχίσει, είναι νωρίς ακόμα.
Δεν υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος, μα για μένα είναι. Απλά δεν το διασκεδάζω πια. Και για το λόγο αυτό το άρχισα. Είχα πει στον εαυτό μου πως όταν γίνει βραχνάς πρέπει να κοπεί, και θα μείνω πιστή στις αρχές μου. Είχε αρχίσει για χαλάρωση του μυαλού και δεν είναι πια.
Προτιμώ να ξαναγυρίσω στο ημερολόγιό μου με το σκληρό εξώφυλλο, να ξαναβρώ ερεθίσματα και λόγους, να μην είναι το γράψιμο βάσανο.
Νομίζω πως να πω οτιδήποτε άλλο θα είναι περιττό και πάντα ήμουν λακωνική.
Όσο καιρό ήμουν εδώ, το ευχαριστήθηκα, και αν το ευχαριστήθηκε και όποιος με διάβασε έστω και για μια φορά και δεν ένιωσε πως έχασε το χρόνο του, είναι για μένα η μεγαλύτερη ικανοποίηση.
Τι λέτε, πάμε τώρα μια βόλτα στο πάρκο;

Wednesday, February 14, 2007

Η φούστα της Αλίκης

και μου πήραν τη φούστα της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, μάλλινη λευκή με ροζ κορδέλα που θα με κρατούσε ζεστή, και τσέπες για τα άχρηστα κέρματά μου.
Και μου πήραν και το χαμόγελό μου. Όχι, δεν το πήραν. Εγώ άφησα να μου το πάρουν.
Και σήμερα ασφυκτιώ και βγαίνω έξω. Πινακίδες με ένδειξη, πενήντα τα εκατό έκπτωση.
Αναγούλες. Το κεφάλι ψηλά, περπατάω. Γκρίζα ατμόσφαιρα. Κρεμασμένος λύκος. Πέθανε στη μάχη. Οι λύκοι δεν είναι δειλοί και ας είναι φονιάδες.
Εφημερίδες. Αποφυλάκιση της Μπριγκίτε Μονχάουπτ. Κρουασάν βουτύρου ζεστά. Η ευτυχία έρχεται εκεί που δεν το περιμένεις- σε μια στάλα ζυμάρι.
Μώλωπες στα πλευρά μου. Καρναβάλι. Σιχαίνομαι το καρναβάλι. Κάπου είχα διαβάσει πως λεπροί κυκλοφορούν στο καρναβάλι στο Ρίο ανενόχλητοι και ήταν αρκετό.
Άνθρωποι κανονίζουν τριήμερα.Τρώω ήσυχα στο παγκάκι, ζητιάνοι λένε κοπλιμέντα.
Σιχαίνομαι την κολακεία. Το στόμα μου πικρό παρόλη τη ζάχαρη.
Είδα τις πρώτες μαργαρίτες.
Και παραθέτω ασυνάρτητες προτάσεις, άσχετες μεταξύ τους. Έχω στην καρδιά μου ένα σουγιά και τριάντα αργύρια. Έλα να σε πουλήσω κι εσένα.

Tuesday, February 13, 2007

Χρόνια

Λες και δεν πέρασαν τα χρόνια. Λες και δεν σκούρυναν τα μαλλιά μου ξαφνικά, δεν πέρασαν από πάνω μου τόσα και τόσα.
Λες και ήμουν ξανά διάφανη σαν έμβρυο. Λες πως τα είχαμε μπροστά μας όλα, ξανά.
Και πως δεν αντιμετωπίσαμε κακίες και μικρότητες. Πριν αποφασίσουμε τα βλάψουμε τον εαυτό μας,επειδή απλά μπορούσαμε, εγώ με πληγές και άδοξες γνωριμίες, εσύ με ουσίες, με ξενύχτια, με το επικίνδυνο μυαλό σου, κι εγώ να καταλήγω σε νοσοκομεία ξημερώματα κρατώντας το κεφάλι με τα χέρια μου, κοιτώντας τους ανθρώπους αλλά χωρίς να τους βλέπω.
Γύρω μου φλυαρούν διάφοροι, σε τηλεοράσεις και ραδιόφωνα, στις γειτονιές. Ένα μελίσσι χωρίς νόημα και χρησιμότητα. Και γύρω μού άνθρωποι.Μέτριοι συνήθως. Αδιάφοροι. Περιφέρονται και νομίζουν πως η γνώμη τους έχει βάρος. Πως είναι κάποιοι.
Βλέπω την μοναξιά τους. Σιγά μην τους λυπόμουν. Σιγά μην στενοχωρηθώ. Το άξιζαν.
Ούτε να σε βρίσουν μπροστά σου ικανοί. Σκουλήκια. Βάρος της γης.
Είδα στο ονειρό μου πως φιλούσα τη κοιλιά σου, εκεί, στον αφαλό. Απείραχτο δέρμα. Εκεί που θα άρχιζαν οι τρίχες της ήβης.
Και ήταν το σώμα σου ναός. Και καθάριο το βλέμμα σου.
Και ας μην ήσουν καν εκεί.

Sunday, February 11, 2007

Σάββατο βράδυ Κυριακή πρωί

Χτες το βράδυ, ένα Σάββατο σαν όλα τα Σάββατα, ένα ζευγάρι έκανε έρωτα κοντά στα ξημερώματα και αποκοιμήθηκε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, ένας νεαρός άντρας ήπιε πολύ, ζαλίστηκε και έκανε εμετό και είπε πράγματα που δεν θα έπρεπε να είχε πει, μια γυναίκα πήγε σπίτι της και ούτε καν απόρησε για τα φριχτά πράγματα που είχε κάνει το προηγούμενο βράδυ, μια νέα κοπέλα κρύωνε σε μια άλλη πόλη από την τόση μοναξιά της, ένα ηλικιωμένο ζευγάρι κοιμήθηκε με την τηλεόραση ανοιχτή, ένα κορίτσι ξενύχτησε διαβάζοντας, ένα άλλο δεν μπορούσε να κοιμηθεί παρά τα τόσα ηρεμιστικά που είχε πάρει, ένας πολύ όμορφος άντρας πλήρωσε μια πόρνη από περιέργεια και μόνο και δεν είχε κάν στύση, και άναψε τσιγάρο, αγόρασε τις κυριακάτικες εφημερίδες που για άλλη μια φορά δε θα διαβάσει, ένα κορίτσι έχασε την παρθενιά της και μίσησε το κάθε λεπτό και έσφιγγε τα δόντια, μια γυναίκα έκανε την προσευχή της όπως κάθε βράδυ, ένα κορίτσι δοκίμασε μόνη της μπροστά στον καθρέφτη της ένα φόρεμα από βελούδο σιφόν που φτερούγιζε όπως τα φτερά ενός αγγέλου, μια γυναίκα είχε μόνη της οργασμό την ώρα που κοιμόταν και το κράτησε μυστικό, μια ηλικιωμένη κυρία άκουσε όπως πάντα το Τρίτο Πρόγραμμα όπως κάθε βράδυ και σκέφτηκε όλους τους νεκρούς της, μια γυναίκα θήλασε το νεογέννητο μωρό της και σκέφτηκε πως είναι ευτυχισμένη, μια γυναίκα ήθελε απεγνωσμένα να δει τη θάλασσα, μια άλλη αυτοκτόνησε και ένας νέος πέθαινε από έρωτα,κι εγώ όλους τους είδα, όλους, καθισμένη πάνω σε ένα σύννεφο, Σάββατο βράδυ Κυριακή πρωί, Σάββατο βράδυ Κυριακή πρωί.

Friday, February 09, 2007

Μα εγώ την ξέφυγα τη λίστα
γιατί ήμουν Λόλα και αρτίστα

Η Μοσχολιού τραγουδά το "Χάθηκε το φεγγάρι" στο περβάζι του παραθύρου.
Ο Ζαμπέτας σχεδόν διασωληνωμένος τα τελευταία χρόνια της ζωής του με το μπουζούκι στο χέρι.
Η Γκάρμπο που θέλει απελπισμένα, να μείνει μόνη. Η Σφίγγα στο πρόσωπό της. Η Μέρυλιν νέα στον Ειρηνικό. Κρέμα σώματος κεράσι-αμύγδαλο.
Ο Χατζιδάκης με το Γκάτσο στου Ζώναρς.
Τα νεκροκρέβατα της οικογένειάς μου. Το ένα μετά το άλλο, άπειρα νεκροκρέβατα.
Ο πατέρας μου με σηκώνει για να μην πατήσω λασπωμένες λακούβες.
Ο Καζαντζίδης, ο Τένεση Ουίλιαμς, ο Γιουτζίν ο Νιλ.
Τα χαρακώματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ατέλειωτες ώρες περισυλλογής, λυγμοί καμιά φορά, κρυφά.
Ο Φελλίνι, ο Μπίλυ Γουάιλντερ. Ο Τζίμμυ Στιούαρτ στο Μια Υπέροχη Ζωή, αντίποδας το "Τι συνέβη στη Μπέιμπυ Τζέιν".
"Δε θα ξαναπεινάσω", η Σκάρλετ Ο ' Χαρα, καλλονή του Νότου.
Μια δυο άδοξοι έρωτες. Τα απογέυματα μπροστά από την κρατική τηλεόραση,δεκαετία του ογδόντα.
Γκύντερ Γκρας, νύχτωσε χωρίς φεγγάρι. Ο Λόρκα. "Όταν σε βλέπω γυμνή, μου θυμίζεις τη γη"
Ροδάκινα. Ο Ντάρελ. Ατέλειωτες μοναξιές. Ο Πίτερ Ουστίνοφ, το Άσμα Ασμάτων.
Κουράστηκα για να σε αποκτήσω.
Και όπως λέει και ο Χριστιανόπουλος, εγκαταλείπω την ποίηση δεν θα πει προδοσία.

Thursday, February 08, 2007

Πατάς το κόκκινο κουμπί..

και γίνεται η κάμαρα παράσταση θαμπή...
Ήταν ωραία η μετάδοση της συναυλίας από το Δεύτερο Πρόγραμμα από το Μέγαρο Μουσικής. Ο Γιώργος Μαρίνος βγήκε προς το τέλος, με τρακ, είχε να τραγουδήσει χρόνια...
Η Οδός Ονείρων επέστρεψε ξανά σε εκείνον.Μα από την πρώτη στιγμή του ανήκε, ολοκληρωτικά.
Η φωνή του έχει σπάσει. Και γέρασε, όπως γερνούν όλοι αυτοί οι σπουδαίοι άνθρωποι της τέχνης και δεν αναπληρώνονται. Μα ήταν πιο σπαρακτικό το "Έλα σε μένα" από την Πορνογραφία, και πιο γλυκειά η Οδός Ονείρων και πιο τρομακτικό το "Ηθοποιός σημαίνει Φως" γιατί δεν σημαίνει πια φως, πολύ απλά, και είναι χρόνια νεκρός και ο Χορν και ο Κουν και όλοι. Και χειροκροτούσε η πλατεία όρθια, και η Μαγική Πόλη δεν είναι πια μαγική αλλά λαβυρινθος και γεμάτη με αγενείς ταξιτζήδες και βρώμικους δρόμους και βλέμματα πρόστυχα και θορύβους και ας λένε τα λάιφσταιλ περιοδικά.
Και ακούγομαι τετριμμένη γιατί ξαναμιλάω για το Χατζιδάκη και ίσως είμαι βαρετή μα εγώ τη μουσική αυτή την αγαπώ και είναι κομμάτι των κυττάρων μου.
Και έστειλε ο Γιώργος Μαρίνος ένα φιλί στην πλατεία όταν κατέβαινε από τη σκηνή και ξαναχειροκροτούσαν, και εγώ έτσι θα ήθελα να αποχωρήσω, με ένα φιλί όταν σταματήσω και γεράσω.
Και φορούσε το όμορφό του το κοστούμι και εγώ στο κρεβάτι με ένα φλυτζάνι τσάι στο χέρι δάκρυσα και είπα "μα γιατί γμτ να είμαι τόσο ευαίσθητη " και όταν η παράσταση πήρε τέλος έκλεισα το ραδιόφωνο και ψιθύρισα " είμαι αητός χωρίς φτερά" μα έχω την επίγνωση πως μόνο εγώ έφταιξα και δεν κατηγορώ κανέναν. Μα κανέναν.

" Παίδες, πριν 15 χρόνια με μιαν άλλη μουσική, σας είχα πει πως θα ξαγρυπνώ έξω απ'τα σπίτια σας για να μαζεύω τα όνειρά σας. Τώρα κουράστηκα.
Εσείς είτε ονειρεύεστε, είτε όχι, μπορείτε και ζείτε χωρίς εμένα. Δεν ανήκω ούτε στη ζωή σας ούτε στα όνειρά σας. Ακόμα κουράστηκα να πλέκω μουσικές απ' την επιθυμία των σωμάτων σας.
Προτιμώ να φύγω μακριά σας για πάντα. Ίσως συναντηθώ με μερικούς σοφούς που δεν τους ένοιωσα όταν κι εγώ ήμουν νέος.
Γεια σας παίδες, γεια σας." (1977)

Το 1962, η Οδός Ονείρων η Οδός Ονείρων κλείνει με τα λόγια " Θα ξαγρυπνώ έξω απ'τα σπίτια σας για να μαζεύω τα όνειρά σας" ...

1

Wednesday, February 07, 2007

Νύχτες της Καμπίρια

-Τι παράξενο φως...Τελικά, είναι αλήθεια ότι υπάρχει δικαιοσύνη στον κόσμο.Υποφέρεις, περνάς ένα σωρό βάσανα, μα έρχετι η στιγμή που γίνεσαι ευτυχισμένος. Το χέρι σου είναι παγωμένο. Κρυώνεις;
-Όχι.
-Το μετάνιωσες;
-Όχι.
-Κοίτα τι ωραία που είναι. Κοίτα τι ψηλά που είναι. Ίλιγγος μου έρχεται. Να κάναμε μια βαρκάδα τώρα...Υπάρχουν βάρκες εκεί κάτω;
-Ξέρεις κολύμπι;
-Όχι βέβαια. Παραλίγο να πνιγώ μια φορά,αλλά με έσωσαν.Και να φανταστείς ότι με έσπρωξαν στο νερό. Μα τι έπαθες;Τι συμβαίνει; Γιατί με κοιτάς έτσι;Μη μου πεις πως θες να με σκοτώσεις. Μίλα μου.Πες κάτι. Πες μου.Για τα λεφτά; Για τα λεφτά έτσι; (Του δίνει την τσάντα της)
Σκότωσέ με. Δε θέλω να ζήσω άλλο. Πέταξέ με στο γκρεμό. Σκότωσέ με.Δε θέλω να ζήσω άλλο. Σκότωσέ με.
-Σταμάτα, ανόητη. Δε βλέπεις πως δε θέλω να σου κάνω κακό;
(Παίρνει την τσάντα και φεύγει)
Και η Τζουλιέτα Μασίνα μένει γονατισμένη στην άκρη του γκρεμού και κλαίει πικρά και φωνάζει " δε θέλω να ζήσω άλλο" και σπαράζει, και το παράξενο φως παίζει γύρω της, και φωνάζει "σκότωσέ με", γιατί οι εραστές μας αναλύονται, εξατμίζονται, χάνονται, και σαν τη Τζουλιέτα Μασίνα εμείς μένουμε εκεί, μαζί με τον πόνο μας.
Cut.

Tuesday, February 06, 2007

Χρυσόψαρα

Ονειρευόμουν ένα ζευγάρι παπούτσια με διάφανα τακούνια που μέσα θα κολυμπούσαν χρυσόψαρα- θα περπατούσα σκορπίζοντας λουλούδια και αρώματα και μαγγανείες σε στενά δρομάκια της Κάτω Ιταλίας και θα με κοιτούσαν οι άντρες στα καφενεία με λίγη θλίψη, ή λίγη ελπίδα.
Νόμιζα πως η ενήλικη ζωή μου θα ήταν σαν τις πολύχρωμες σαπουνόφουσκες που φυσούσα μανιωδώς μικρή, οκλαδόν στα πάτωμα και γελούσα, γελούσα. Και με αγαπούσαν όλοι, μεγάλοι και μικροί και φορούσα βαμβακερά φουστάνια, ξυπόλητη, και η μαμά μου ήταν ακόμα νέα και δεν χρειαζόμουν τίποτα σπουδαίο για να γελάσω, και γελούσα συνέχεια, και ήταν αρκετό ένα παγωτό σοκολάτα ή μια βουτιά στη θάλασσα και ένα πεταμένο μπουκάλι αντιηλιακού ή μια αχιβάδα, και όλα ήταν περίεργα και νέα και συναρπαστικά και κάθε μέρα μια περιπέτεια και όλοι οι άνθρωποι ήταν καλοί, φιλικοί και φυσούσαν τα μελτέμια και κόπαζαν το σούρουπο.
Και η ζωή μου είναι σαπουνόφουσκα, μα όχι πολύχρωμη. Άδεια. Και έχω γίνει άπληστη και κακιά, στριμμένη, και δε χαμογελάω πια, και αν χαμογελάω είναι μεταξύ δακρύων.
Και οι φίλοι μου είναι μακριά και δεν τους βλέπω, και μου λείπουν, και εκείνοι που είναι εδώ μπορεί να με αγαπούν, αλλά όχι έτσι, όχι. Και οι δικοί μου μεγαλώνουν και φοβάμαι. Και ο τρόμος με επισκέπτεται σαν μεγαλοπρεπής βαρώνος με τουίντ κοστούμια και καλούς τρόπους μα είναι τρομερά ψηλός και δεν βλέπω τα μάτια του γιατί στρέφει το βλέμμα του μακριά απ'το φως.
Βαρέθηκα να είμαι το υγρό όνειρό σου και η θεά σου. Δες μέσα από το παραπέτασμα καπνού.
Όχι, δες με. Δεν αντέχεις. Γιατί το αυγό του φιδιού είναι στα μάτια μου μέσα και επωάζεται σιγά σιγά για να με φάει. Και δεν είμαι πια η θεά σου. Ποτέ δεν ήμουν.

Sunday, February 04, 2007

Εγκατάλειψη του σώματος

Ήμουν γοργόνα και κολυμπούσα μέσα στα δωμάτια, μα ουρά δεν είχα, έβλεπα καθαρά την άσπρη σάρκα των ποδιών μου. Ασπρόμαυρες φωτογραφίες στους τοίχους, φυσσαλίδες,
Κίτρινο χρώμα και κεφάλια κριαριού.
Μου είπε, έλα να κάνουμε έρωτα όπως παλιά, κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον, να αναπνέουμε μαζί, και δεν μπορούσα. Δεν μπορούσα.
Ένιωθα ερωτική όσο ένα ψάρι χωρίς ζωή. Έξω απ'το νερό δεν υπάρχω. Και γυρνούσα απ'το ένα δωμάτιο απ'το άλλο χωρίς να έχω ουρά, μα αρρωστιάρικα λευκά πόδια και δεν άκουγα την ανάσα μου και το σπίτι πόρτες δεν είχε.
Κάποτε ξεχείλιζα από έρωτα. Δεν άντεχα χωρίς σάρκα, τα χείλη μου ξεραίνονταν χωρίς φιλιά, έπιανες το σώμα μου και έβγαινε η παλίρροια.
Μα τώρα άμπωτη.
Βυθίζομαι αργά στο νερό και τα μαλλιά μου γίνοντα φύκια. Και κρύβομαι στα βράχια πεινασμένη, μα δεν μπορώ να φάω.

Saturday, February 03, 2007

Στα σκαλοπάτια σου...

της μνήμης σου, αν με θυμάσαι ακόμα. Και αν θέλεις πια να με θυμάσαι.
Κουράστηκα να φοβάμαι, το ξέρεις; Κουράστηκα να φοβάμαι και να στάζει λίγο λίγο το δηλητήριο. Δε βγαίνουν όμως τα ξόρκια μου.
Η ψυχή μου έχει το χρώμα της χολέρας. Πάντα νόμιζα πως κάποια στιγμή θα γίνω ευτυχισμένη, αλλά ακόμα δεν έγινα. Νόμιζα πως κάποια στιγμή θα σταματούσα να απογοητεύω τους πάντες αλλά συνεχίζω να το κάνω.
Δεν ήμουν ποτέ κάτι το ξεχωριστό αλλά δεν με πείραζε. ¨Ησυχα ζούσα μέσα στον κόσμο, και κάποια στιγμή θα έφευγα όπως φεύγουμε όλοι και αυτό είναι όλο.
Και οι γνωστοί και οι ελάχιστοι φίλοι θα έλεγαν, ναι, αυτή ήταν η Τσέρυ, που αγαπούσε τα λαικά τραγούδια και τα μολύβια και το νερό και κρύωνε πολύ το χειμώνα. Και όταν αγαπούσε, αγαπούσε πολύ, και υπέφερε, αλλά όσο περνούσαν τα χρόνια αγαπούσε όλο και πιο δύσκολα και κρύωνε ακόμα πιο πολύ.
Πιο βολικό δεν είναι να μη με θυμάσαι; Το ξέρω. Πιο ήρεμα νιώθεις. Κοιμάσαι κι εσύ χωρίς να φοβάσαι τις κρίσεις μου, τις φωνές μου.
Και προσπάθησα, αλλά μπορεί και να μη μπορούσα περισσότερο. Μακάρι να έβγαιναν τα ξόρκια μου. Αλλά απόψε, τραυλίζω.

Friday, February 02, 2007

κι όμως τα βράδια..

ήρθε ο κρύος βοριάς και με καλημέρισε. Στις Κυκλάδες δεν μιλούν στα καφενεία σκυμμένοι πάνω από ένα φλυτζάνι. Κοκκινίζουν τα μάγουλα, πέφτουν τα φύλλα σαν δερβίσηδες.
Ποτέ δεν μου άρεσαν τα γεράνια. Ότι χρώμα και να είχαν. Αντιπαθητική μυρωδιά, ξινή.
Είναι νωρίς για ένα κονιάκ;
Σαπουνάδες στο μπάνιο από το πρωινό μου ντους. Θυμάμαι το καλοκαίρι και εκείνη τη μέρα που κάναμε μπάνιο στη συννεφιά και κρύωνες. Και εγώ σου έλεγα, λίγο ακόμα. Λίγο ακόμα.
Σήμερα δεν έχω όρεξη να βάλω τη μάσκα μου. Θα μείνω έτσι μέσα στους υδρατμούς, περιπλανώμενη. Θα χαιδεύω τη μνήμη σου. Θα ανάψω τα κεριά μου. Θα κοιτάξω το απέναντι σπίτι από το παράθυρο της κουζίνας. Μπορεί και να τους χαιρετήσω.
Κι όμως τα βράδια...