αυτό το κρύο πάνω στα βλέφαρα
αυτή η ζέστη του καρπού σου
η Ανδρομέδα του καθρέφτη σου,
η Μέδουσα που παραμονεύει στη ντουλάπα σου.
Και συνεχίζεται ο θόρυβος από τις γκρίζες τηλεοράσεις
και φυσάει ο άνεμος, κρύε, άπονε βοριά
που φοβίζεις τα παιδάκια
που ξαπλώνουν ήσυχα στα κρεβάτια τους
κρατώντας οριζόντιο το ζεστό τους σώμα
τα αδύνατα πόδια τους,τις αδύναμες ψυχές τους.
Δύσκολο να συγχωρείς τις αμαρτίες σου,τα λάθη σου.
Και όταν τα σούρουπα ψιθυρίζουν μυστικά εσύ επίτηδες κρατάς το στόμα σου κλειστό.
Τις κερνάς καφέ, τσιγάρα, γέλια γάργαρα
παρακαλάς να μείνουν ακόμα λίγο
να σε συντροφεύσουν στα λίγα σου ρίγη
μα πετούν
σαν όνειρα που δεν έγιναν ποτέ,
σαν τους νεκρούς που κοιμούνται μες στο χώμα.