Monday, January 19, 2009

το πρόσωπό μου στον καθρέφτη

τις αλκυονίδες μέρες θα τις περάσω φορώντας μαύρα.
θα περιποιούμαι τους αρρώστους της ψυχής μου με αφεψήματα.
θα βλέπω τον πρόσωπό μου στον καθρέφτη και τα φύλλα των δέντρων θα μου μοιάζει.
θα με συνοδεύει ο Κουρτ Βάιλ στις βόλτες πάνω στο ξύλινο πάτωμα
θα μου βάφει τα μάτια η Κλεοπάτρα νικημένη στο Άκτιο.
Και όταν βουτάω
στα νερά του δρόμου
θα μαι η ντροπή
ολόγυμνη
που όλους σας σκιάζει
και στα αυτιά μου θα ακούγεται
το βουητό
του φόβου σας
όπως ο ήχος μέσα σε ένα κοχύλι
και η άρπα του Νέρωνα στη φλεγόμενη Ρώμη
θα βγάζει την πιο γλυκιά φωτιά.
όμορφα που είναι τα πρωινά που κρατάς τους καρπούς μου
σαν φίλντισι και στάχτη μαζί
κι εγώ όταν θα καίγομαι στους δρόμους
φωνάζοντας το όνομά σου
ακριβέ μου
θα κρατήσω φυλαχτό το γυαλί που σε σκότωσε.


Wednesday, January 07, 2009

στρατώνες


κάνει κρύο το βράδυ στους στρατώνες των πόλεων
ακόμα κι αν διασκεδάζουν όλοι με αλκοόλ και καπνό
κάπου φεύγει η χαρά χωρίς να φαίνεται ο ρόδινος καπνός της.
κι ας μυρίζει η χαρά πιπερόριζα και βατόμουρο
και σοκολάτες, κι ας περπατάει γελώντας
δεν γελούν πια τα παιδιά, δεν κρατούν μπαλόνια.
κι εγώ μέσα σε υπόγειους σιδηροδρόμους
διπλώνω και ξεδιπλώνω τα δάχτυλά μου για ζέστη
μυρίζω τον καρπό μου για θαλπωρή
αχ και να χε το αρωμα πατρίδα
και ακούω πως αρπάξαμε φωτιά, σαν τα ξερά τα φύλλα-
με ρωτούν για την ελένη, αχ ελένη
και η δικιά μου ελένη με μάτια κόκκινα με ψάχνει
και φωνάζει το όνομά μου ασταμάτητα τις νύχτες με το τριμμένο της φουστάνι
κι εγώ ματώνω ανήμπορη σε ένα πεζοδρόμιο
σαν φύλλο ξερό που δεν άρπαξε φωτιά, μα το παίρνει ο άνεμος και το πάει
εκείνος όπου θελει