φύσα βοριά και πήγαινέ με στα νησιά,πήγαινέ με στα ποτάμια τα μανιασμένα πήγαινέ με στη Σκιάθο στη Σύμη στην Αμοργό στην Κύθνο στη Σύρα.
Πήγαινε με στο σπίτι του Κοσμοκαλόγερου να δω το μοναστικό του κρεβάτι.Ίσως ένα μαγκάλι πολύ κρασί και τα χέρια σταυρωμένα.Μια εικόνα της Παναγίας και μια καράφα νερό στο κομοδίνο.Να προσευχηθώ και να τραγουδήσω σιγανά στον τάφο, να φάω σε μια ταβέρνα με τους ψαράδες.
Πήγαινέ με στην Κύθνο στα βράχια της Παναγιάς της Κανάλας να δω τη Σέριφο.Τα τεράστια βράχια που έγιναν η ζωή μου.
Στη Σύρα στη Μεγάλη Χίμαιρα και στον Μάνο τον Ελευθερίου.Και στη Σύμη στα κουφετένια σπίτια.Πήγαινέ με στο Γλαύκο τον παλιό ναυτικό να μου δείξει να μπαλώνω δίχτυα να του φτιάξω φασκόμηλο.
Πήγαινέ με εκεί που δε θα μου πιουν το αίμα να φορέσω κι εγώ τα μαύρα να ξυπνάω χαράματα να ανάβω το τζάκι.
Χριστούγεννα στη λειτουργία να κοινωνήσω κρασί και ξεροβόρια.
Νυν απολύεις το δούλο σου δέσποτα.
Tuesday, November 28, 2006
Monday, November 27, 2006
Ζεσταίνομαι
στο δρόμο στο σπίτι στο πάτωμα.Στάζει ιδρώτας στην τσάντα στο αυτοκίνητο στα πλακάκια.
Η σάρκα πεινάει τάισέ με.Δες το πρόσωπό μου στο φως σαν πρόσοψη άψυχη.
Άφησέ με να λυποθυμήσω τάισέ με μαλλιά αγγέλου,λουίζα και βελγικά μπισκότα βουτύρου μπουκιά μπουκιά.Σήκωσέ με να πιω απ'την πηγή βοήθησέ με να γδυθώ μόνη μου δεν μπορώ θα πέσω.Μη βάζεις μουσική απόψε και ας μη μιλήσουμε.Πές μου για τις διακοπές στη Ρώμη που δε θα πάμε ποτέ."Και εδώ η Ωντρευ Χέπμπουρν αποκοιμήθηκε στον ώμο του Γκρέγκορυ Πεκ".Για τα φεττουτσίνε στου Αλφρέντο που δε θα φάμε.Για τη νυχτικιά στο έργο-"You know,I've heard that there are people who sleep with nothing on".Για τη νυχτικιά που ζητάει-μόνο εγώ θα μπορούσα να ζητήσω τέτοιες τρέλες σε τόσο περίεργες στιγμές στη ζωή,όχι στο σινεμά.Δείξε μου τις φλέβες σου και τους καρπούς σου είναι άφθαρτοι.
Θα μπορούσα να είμαι 6 χρονών.Είμαι η αιώνια νιότη κλείσε με σα σταγόνα με την κούκλα μου στο γυάλινο μπουκάλι.
Δεν έχω πια μονοπάτι δεν έχω πια μυρωδιά.Ζω στο κατάρτι τουπλοίου και φθείρομαι άσε με πάρε με κοντά σου.Γίνε ξύλο να γίνω νερό.
Θα μπορούσα να είμαι ακόμα 6 χρονών...
Η σάρκα πεινάει τάισέ με.Δες το πρόσωπό μου στο φως σαν πρόσοψη άψυχη.
Άφησέ με να λυποθυμήσω τάισέ με μαλλιά αγγέλου,λουίζα και βελγικά μπισκότα βουτύρου μπουκιά μπουκιά.Σήκωσέ με να πιω απ'την πηγή βοήθησέ με να γδυθώ μόνη μου δεν μπορώ θα πέσω.Μη βάζεις μουσική απόψε και ας μη μιλήσουμε.Πές μου για τις διακοπές στη Ρώμη που δε θα πάμε ποτέ."Και εδώ η Ωντρευ Χέπμπουρν αποκοιμήθηκε στον ώμο του Γκρέγκορυ Πεκ".Για τα φεττουτσίνε στου Αλφρέντο που δε θα φάμε.Για τη νυχτικιά στο έργο-"You know,I've heard that there are people who sleep with nothing on".Για τη νυχτικιά που ζητάει-μόνο εγώ θα μπορούσα να ζητήσω τέτοιες τρέλες σε τόσο περίεργες στιγμές στη ζωή,όχι στο σινεμά.Δείξε μου τις φλέβες σου και τους καρπούς σου είναι άφθαρτοι.
Θα μπορούσα να είμαι 6 χρονών.Είμαι η αιώνια νιότη κλείσε με σα σταγόνα με την κούκλα μου στο γυάλινο μπουκάλι.
Δεν έχω πια μονοπάτι δεν έχω πια μυρωδιά.Ζω στο κατάρτι τουπλοίου και φθείρομαι άσε με πάρε με κοντά σου.Γίνε ξύλο να γίνω νερό.
Θα μπορούσα να είμαι ακόμα 6 χρονών...
Saturday, November 25, 2006
Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα
Θέλω να κλάψω,έτσι νιώθω
όπως κλαίνε τα παιδιά στο τελευταίο το θρανίο
γιατί δεν είμαι ποιητής,ούτε άντρας,ούτε φύλλο,
μα σφυγμός πληγωμένος που τα πράγματα σκαλίζει απ'την άλλη τους μεριά.
Θέλω να κλάψω,τ' όνομά μου να φωνάξω
Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, στην όχθη τούτης της λίμνης
αυτό που είμαι να δηλώσω,άνθρωπος με αίμα
που αρνιέται τη χλεύη και τους υπαινιγμούς των λέξεων.
Εδώ,πλάι στο γυμνό νερό
την ελευθερία μου ζητώ,την ανθρώπινη αγάπη μου
όχι για το πέταγμα που ίσως μου δώσει,το φως ή τον καυτό ασβέστη
μα για τον ενεστώτα χρόνο μου που περιμένει στη σφαίρα της τρελής αύρας.
όπως κλαίνε τα παιδιά στο τελευταίο το θρανίο
γιατί δεν είμαι ποιητής,ούτε άντρας,ούτε φύλλο,
μα σφυγμός πληγωμένος που τα πράγματα σκαλίζει απ'την άλλη τους μεριά.
Θέλω να κλάψω,τ' όνομά μου να φωνάξω
Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, στην όχθη τούτης της λίμνης
αυτό που είμαι να δηλώσω,άνθρωπος με αίμα
που αρνιέται τη χλεύη και τους υπαινιγμούς των λέξεων.
Εδώ,πλάι στο γυμνό νερό
την ελευθερία μου ζητώ,την ανθρώπινη αγάπη μου
όχι για το πέταγμα που ίσως μου δώσει,το φως ή τον καυτό ασβέστη
μα για τον ενεστώτα χρόνο μου που περιμένει στη σφαίρα της τρελής αύρας.
Thursday, November 23, 2006
Έχω πυρετό και παραισθήσεις.Φτιάχνω κακάο για να παρηγορηθώ με τη σοκολάτα και δε νιώθω γεύσεις,βλέπω εικόνες στην τηλεόραση και δεν εστιάζω.
Θέλω νανούρισμα και χάδια.Ανάβω τσιγάρα,σβήνω τσιγάρα,μια φωτιά,δυο φωτιές,νυν απολύεις το δούλο σου δέσποτα.
Φαντάζομαι ένα δωμάτιο με ζεστό ξύλο και κόκκινα και άσπρα χαλιά.Και φως,πολύ φως.Και φλοκάτη στο πάτωμα.Να προσπαθώ να αγγίξω τα δάχτυλα των ποδιών μου και να μην τα καταφέρνω και να γελάω.
Μακάρι να ήταν παρηγοριά το αλκοόλ.Μακάρι να ήταν παρηγοριά η πολυκοσμία.
Σκέφτομαι προορισμούς και τους αναιρώ.Στοκχόλμη,Κοπεγχάγη.Θα κρυώνω.
Παρίσι.Ακριβό και δεν ξέρω γαλλικά-ούτε όρεξη να μάθω.Λονδίνο,πάει η ατμόσφαιρα της παμπ πια,δενμου αρέσει πια.Δεν αντέχω την υγρασία.Το Βερολίνο με πλακώνει με την ιστορία του.Άλλη πλευρά του Ατλαντικού;Αλάσκα;Ακούγεται ρομαντικό,αλλά όχι για μένα τη Μεσόγεια.Όλη σου τη ζωή προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου πως δεν είσαι κάτι γιατί είσαι ακριβώς αυτό και δεν το αντέχεις.
Νέα Υόρκη;Μπορεί.Καλιφόρνια φοβάμαι.Μέην.Δε θα ταν άσχημα.
Θα νοικιάσω μια γκαρσονιέρα στο απόκεντρο
κάπου,δεν έχει σημασία
θα χω λίγα πράγματα
θα αγοράσω ένα τεράστιο πάπλωμα με φτερά χήνας και θα χοροπηδάω πάνω στο κρεβάτι
θα μου στέλνουν απ'την Ελλάδα σύκα ξερά και Ίον αμυγδάλου
θα κατεβαίνω νωρίς να ψωνίσω γάλα και ψωμί στο φούρνο
θα πιάσω δουλειά σε ένα παιδικό βιβλιοπωλείο
τα Σάββατα θα καλώ φίλους για πρωινό με ριζογκοφρέτες
θα μάθω να φτιάχνω μαρμελάδες και λιόπαστα με καρύδι
δε θα ξέρεις που είμαι πια
θα πηγαίνω στη συναγωγή και στην ορθόδοξη εκκλησία
τα βράδια θα διαβάζω θεατρικούς μονολόγους
θα χαζέυω την αυγή στα περβάζια
τα καλοκαίρια θα πηγαίνω εκδρομή στη λίμνη και θα πονάω αλλά δε θα ναι το ίδιο
ζαλίζομαι-Imperial leather και ύπνος με ανοιχτά παράθυρα,δε θα με πειραζε να με δεις μέσα στην γυαλάδα του πυρετού και να μου διαβάσεις λίγο Χριστιανόπουλο,το πρωί να έχω δίπλα μου ένα καινούριο πακέτο χαρτομάντιλα και να δω το πρόσωπό μου στον καθρέφτη όπως είναι,και ας μην έχω πια γεύση.
Θέλω νανούρισμα και χάδια.Ανάβω τσιγάρα,σβήνω τσιγάρα,μια φωτιά,δυο φωτιές,νυν απολύεις το δούλο σου δέσποτα.
Φαντάζομαι ένα δωμάτιο με ζεστό ξύλο και κόκκινα και άσπρα χαλιά.Και φως,πολύ φως.Και φλοκάτη στο πάτωμα.Να προσπαθώ να αγγίξω τα δάχτυλα των ποδιών μου και να μην τα καταφέρνω και να γελάω.
Μακάρι να ήταν παρηγοριά το αλκοόλ.Μακάρι να ήταν παρηγοριά η πολυκοσμία.
Σκέφτομαι προορισμούς και τους αναιρώ.Στοκχόλμη,Κοπεγχάγη.Θα κρυώνω.
Παρίσι.Ακριβό και δεν ξέρω γαλλικά-ούτε όρεξη να μάθω.Λονδίνο,πάει η ατμόσφαιρα της παμπ πια,δενμου αρέσει πια.Δεν αντέχω την υγρασία.Το Βερολίνο με πλακώνει με την ιστορία του.Άλλη πλευρά του Ατλαντικού;Αλάσκα;Ακούγεται ρομαντικό,αλλά όχι για μένα τη Μεσόγεια.Όλη σου τη ζωή προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου πως δεν είσαι κάτι γιατί είσαι ακριβώς αυτό και δεν το αντέχεις.
Νέα Υόρκη;Μπορεί.Καλιφόρνια φοβάμαι.Μέην.Δε θα ταν άσχημα.
Θα νοικιάσω μια γκαρσονιέρα στο απόκεντρο
κάπου,δεν έχει σημασία
θα χω λίγα πράγματα
θα αγοράσω ένα τεράστιο πάπλωμα με φτερά χήνας και θα χοροπηδάω πάνω στο κρεβάτι
θα μου στέλνουν απ'την Ελλάδα σύκα ξερά και Ίον αμυγδάλου
θα κατεβαίνω νωρίς να ψωνίσω γάλα και ψωμί στο φούρνο
θα πιάσω δουλειά σε ένα παιδικό βιβλιοπωλείο
τα Σάββατα θα καλώ φίλους για πρωινό με ριζογκοφρέτες
θα μάθω να φτιάχνω μαρμελάδες και λιόπαστα με καρύδι
δε θα ξέρεις που είμαι πια
θα πηγαίνω στη συναγωγή και στην ορθόδοξη εκκλησία
τα βράδια θα διαβάζω θεατρικούς μονολόγους
θα χαζέυω την αυγή στα περβάζια
τα καλοκαίρια θα πηγαίνω εκδρομή στη λίμνη και θα πονάω αλλά δε θα ναι το ίδιο
ζαλίζομαι-Imperial leather και ύπνος με ανοιχτά παράθυρα,δε θα με πειραζε να με δεις μέσα στην γυαλάδα του πυρετού και να μου διαβάσεις λίγο Χριστιανόπουλο,το πρωί να έχω δίπλα μου ένα καινούριο πακέτο χαρτομάντιλα και να δω το πρόσωπό μου στον καθρέφτη όπως είναι,και ας μην έχω πια γεύση.
Wednesday, November 22, 2006
Θλίψη
Η θλίψη δεν συνηθίζεται να ακολουθείται από η λέξη "ομορφιά".Και όμως.
Όλο το πρωί με τις δουλειές ακούω το "Ματωμένο Γάμο" του Χατζιδάκη.Ναι,είναι λυπημένο και μιλάει για μια τραγωδία.¨Όμως,είναι τόσο όμορφο!Κάνει την καρδιά μου να σκιρτάει σαν το πουλάκι στη φωλιά.Φαντάζομαι την όμορφη νύφη να το σκάει μέσα στη νύχτα και να λάμπει από αγάπη και ας ξέρει.Φαντάζομαι το γαμπρό μέσα στην απόγνωση σαν τσακισμένο λαικό ήρωα.Και πάνω από όλα,φαντάζομαι τη μάνα.Και πάντα έχει την όψη της δικιάς μου μάνας.Που μέσα στα μαύρα της ρούχα έμοιαζε,και ακόμα μου φαίνεται σαν την πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου.Και ας μην ήταν ποτέ κοκέτα και ας μην έβαζε άρωμα και ας μην έμοιαζε με τις άλλες μανάδες.Τα φρύδια της ήταν γεφύρια και η κοιλιά της χωράφι και τα μάτια της αστέρια και καθρέφτες μαζί.Και γελούσε.Και γελάει.Και άστραφταν οι καθρέφτες όλου του κόσμου.Και σηκώνεται το πρωί και φτιάχνει καφέ και καλημερίζει το βουνό.και την αντιχαιρετάει.
Διαβάζω το Δίφωνο και βλέπω τον Κραουνάκη με τη Λίνα.Στις φωτογραφίες διαβάζουν μαζί στο κρεβάτι,κουβεντιάζουν στον κήπο.Ζηλεύω.
Ζηλεύω το δέσιμό τους.Που είναι παραπάνω από έρωτας και δεν σπάει και ας είναι εύθραυστος.Ζηλεύω που με ένα βλέμμα κατανοούν.Τα κοινά τους βιώματα.Που ο Σταμάτης πάει στο σπίτι της για να ξεκουραστεί λίγο και μετά συνεχίζει.
Ζηλεύω που διαβάζουν μαζί στο κρεβάτι ξυπόλητοι.
Αλλά μετά θυμάμαι κάτι που είπε σε μια συνέντευξη η Νικολακοπούλου και βάζω το καπέλο μου για έξω.
"Όταν βλέπω μια μητέρα να παίζει με το παιδί της ή έναν άντρα να καπνίζει το τσιγάρο του στη λιακάδα θυμάμαι ξανά τι είναι η πργματική ευτυχία.Και σκέφτομαι ότι αυτή την ευτυχία την αξίζω κι εγώ."
Αυλαία και πάμε λοιπόν.
Όλο το πρωί με τις δουλειές ακούω το "Ματωμένο Γάμο" του Χατζιδάκη.Ναι,είναι λυπημένο και μιλάει για μια τραγωδία.¨Όμως,είναι τόσο όμορφο!Κάνει την καρδιά μου να σκιρτάει σαν το πουλάκι στη φωλιά.Φαντάζομαι την όμορφη νύφη να το σκάει μέσα στη νύχτα και να λάμπει από αγάπη και ας ξέρει.Φαντάζομαι το γαμπρό μέσα στην απόγνωση σαν τσακισμένο λαικό ήρωα.Και πάνω από όλα,φαντάζομαι τη μάνα.Και πάντα έχει την όψη της δικιάς μου μάνας.Που μέσα στα μαύρα της ρούχα έμοιαζε,και ακόμα μου φαίνεται σαν την πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου.Και ας μην ήταν ποτέ κοκέτα και ας μην έβαζε άρωμα και ας μην έμοιαζε με τις άλλες μανάδες.Τα φρύδια της ήταν γεφύρια και η κοιλιά της χωράφι και τα μάτια της αστέρια και καθρέφτες μαζί.Και γελούσε.Και γελάει.Και άστραφταν οι καθρέφτες όλου του κόσμου.Και σηκώνεται το πρωί και φτιάχνει καφέ και καλημερίζει το βουνό.και την αντιχαιρετάει.
Διαβάζω το Δίφωνο και βλέπω τον Κραουνάκη με τη Λίνα.Στις φωτογραφίες διαβάζουν μαζί στο κρεβάτι,κουβεντιάζουν στον κήπο.Ζηλεύω.
Ζηλεύω το δέσιμό τους.Που είναι παραπάνω από έρωτας και δεν σπάει και ας είναι εύθραυστος.Ζηλεύω που με ένα βλέμμα κατανοούν.Τα κοινά τους βιώματα.Που ο Σταμάτης πάει στο σπίτι της για να ξεκουραστεί λίγο και μετά συνεχίζει.
Ζηλεύω που διαβάζουν μαζί στο κρεβάτι ξυπόλητοι.
Αλλά μετά θυμάμαι κάτι που είπε σε μια συνέντευξη η Νικολακοπούλου και βάζω το καπέλο μου για έξω.
"Όταν βλέπω μια μητέρα να παίζει με το παιδί της ή έναν άντρα να καπνίζει το τσιγάρο του στη λιακάδα θυμάμαι ξανά τι είναι η πργματική ευτυχία.Και σκέφτομαι ότι αυτή την ευτυχία την αξίζω κι εγώ."
Αυλαία και πάμε λοιπόν.
Monday, November 20, 2006
Μουσική...
και ονειρεύομαι."Σαράντα παλικάρια στην άκρη του γιαλού επαίξανε στα ζάρια για τη μικρή Ραλλού" με τον πρωινό καφέ.Συνεχίζω με Κάλλας και Ενρίκο Καρούζο καθώς ετοιμάζομαι.
Ο ήλιος βγήκε.Δεν έφυγε ακόμα η δροσιά του πρωινού,ανεμίζουν οι κουρτίνες.
Κουράστηκα να διαβάζω πολύ.Θέλω να πάρω βαθιές ανάσες.Έλα να με ζεστάνεις.
Να πάμε βόλτα με αυτοκίνητο και να ακούμε Τζόνυ Κας και να γελάμε υστερικά.Να σταματήσουμε σε ένα ξέφωτο και να στριφογυρίζω χαρούμενη.Να με φιλήσεις πάλι.
Χτες το βράδυ,"το τέλος μιας σχέσης" όσο ετοιμαζόμουν για ύπνο.Θυμάμαι την ταινία.
" This is a diary of hate".Το ξέρω το σώμα αυτό της Τζούλιαν Μουρ.Να πέφτουν οι τοίχοι ολόγυρα και εκείνοι στο μικρόκοσμό τους.Έβλεπα το τρέιλερ της ταινίας "Πεθαίνοντας στην Αθήνα" πρόσφατα,μια σκηνή όπου η νεαρή ενζενύ στο κρεβάτι σηκώνει το σεντόνι για να δει ο εραστής της το γυμνό της σώμα.Και αυτή την έκφραση την ξέρω.Αδημονία,αγωνία,χαρά και μια στάλα πόνος.Άκουγα τη μουσική από το "Τέλος μιας σχέσης" μέσα στα σκοτάδια του δωματίου ολομόναχη.Αγκάλιασα το μαξιλάρι μου και χώθηκα πιο βαθιά μέσα στα σκεπάσματα και ας μην έκανε κρύο.
Σηκώθηκα και έβαλα άλλο."Οι φίλοι μου σαλτάρουνε.."
Και τώρα είναι πρωί και τα μακριά νύχια της νύχτας συρρικνώθηκαν.
"Με την Ελλάδα καραβοκύρη" και θέλω κι εγώ να στρωθούν λουλούδια σε όλα τα πέλαγα.
Θα νοικιάσω το "Διακοπές στη Ρώμη" και θα φάω μηλόπιτα με μπόλικη κανέλα σε ένα καφέ.
Στο χαμόγελο της Ώντρευ θα ξαναβρώ και το δικό μου.
This is not a diary of hate.
Ο ήλιος βγήκε.Δεν έφυγε ακόμα η δροσιά του πρωινού,ανεμίζουν οι κουρτίνες.
Κουράστηκα να διαβάζω πολύ.Θέλω να πάρω βαθιές ανάσες.Έλα να με ζεστάνεις.
Να πάμε βόλτα με αυτοκίνητο και να ακούμε Τζόνυ Κας και να γελάμε υστερικά.Να σταματήσουμε σε ένα ξέφωτο και να στριφογυρίζω χαρούμενη.Να με φιλήσεις πάλι.
Χτες το βράδυ,"το τέλος μιας σχέσης" όσο ετοιμαζόμουν για ύπνο.Θυμάμαι την ταινία.
" This is a diary of hate".Το ξέρω το σώμα αυτό της Τζούλιαν Μουρ.Να πέφτουν οι τοίχοι ολόγυρα και εκείνοι στο μικρόκοσμό τους.Έβλεπα το τρέιλερ της ταινίας "Πεθαίνοντας στην Αθήνα" πρόσφατα,μια σκηνή όπου η νεαρή ενζενύ στο κρεβάτι σηκώνει το σεντόνι για να δει ο εραστής της το γυμνό της σώμα.Και αυτή την έκφραση την ξέρω.Αδημονία,αγωνία,χαρά και μια στάλα πόνος.Άκουγα τη μουσική από το "Τέλος μιας σχέσης" μέσα στα σκοτάδια του δωματίου ολομόναχη.Αγκάλιασα το μαξιλάρι μου και χώθηκα πιο βαθιά μέσα στα σκεπάσματα και ας μην έκανε κρύο.
Σηκώθηκα και έβαλα άλλο."Οι φίλοι μου σαλτάρουνε.."
Και τώρα είναι πρωί και τα μακριά νύχια της νύχτας συρρικνώθηκαν.
"Με την Ελλάδα καραβοκύρη" και θέλω κι εγώ να στρωθούν λουλούδια σε όλα τα πέλαγα.
Θα νοικιάσω το "Διακοπές στη Ρώμη" και θα φάω μηλόπιτα με μπόλικη κανέλα σε ένα καφέ.
Στο χαμόγελο της Ώντρευ θα ξαναβρώ και το δικό μου.
This is not a diary of hate.
Sunday, November 19, 2006
Ruby shimmer..
το κραγιόν που άνοιξε στην τσάντα μου το χτεσινό βράδυ και τα έκανε όλα χάλια.Όλα είναι πια κόκκινα.Καφές και κονιάκ στην πλατεία για το μνημόσυνο του γείτονα,κρυώνω,πίνω λίγο κονιάκ να ζεσταθώ,τετριμμένα λόγια,τι λες σε στιγμές τέτοιες,δυο μέρες τώρα κοιμήθηκα άθλια.
Θέατρα.Ματωμένος γάμος,Τριαντάφυλλο στο στήθος,Ντα.Θα τα καταφέρω να τα δω;
Γκάτσος στην τηλεόραση.Αφιέρωμα.Συζητάμε στο τραπέζι για τα ποιήματά του.Δεν είδα την εκπομπή,αλλά ο Γκάτσος είναι στο αίμα μου πια,από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ξέρω στίχους του.Διάβασα την Αμοργό στα 16 και ξαναγυρνάω συχνά.Δεν χρειάστηκε να γράψει άλλη συλλογή και ας τον κατηγόρησαν τόσο οι δυσκοίλιοι λόγιοι.Με οικονομία λόγου και αγάπη στους στίχους του χώρεσε τη φύση και τους προβληματισμούς του ανθρώπου,με λόγια απλά αλλά όχι απλοικά.Και τα κατάφερε.Και αγαπήθηκε από όλους.Και αυτό οι δυσκοίλιοι λόγιοι δεν του το συγχώρεσαν ποτέ.
400 τραγούδια.Σαν ταινίες μικρού μήκους ή πίνακας με τις πινελιές ακρίβειας του πιο ταλαντούχου ζωγράφου.Συγχωρέστε με αν γίνομαι ξεροκέφαλη.Τον αγαπώ πολύ.Και για αυτά και αυτούς που αγαπώ έχω πάθος.Και το πάθος με έχει λυτρώσει από τους δαίμονές μου.
Κυριακή με σώμα ταλαιπωρημένο.Με ψυχή ακόμα ζεστή.
Βρήκα ένα ξέφωτο στο δάσος των μπλογκς,έχτισα ένα σπιτάκι,έψησα μπισκότα και καφέ για τους διαβάτες για να ξαποστάσουν και το διακόσμησα με κρεμασμένα φορέματα στους τοίχους.Συνεχίστε το δρόμο σας.Δεν θα μετακομίσω,όχι σύντομα.
Θέατρα.Ματωμένος γάμος,Τριαντάφυλλο στο στήθος,Ντα.Θα τα καταφέρω να τα δω;
Γκάτσος στην τηλεόραση.Αφιέρωμα.Συζητάμε στο τραπέζι για τα ποιήματά του.Δεν είδα την εκπομπή,αλλά ο Γκάτσος είναι στο αίμα μου πια,από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ξέρω στίχους του.Διάβασα την Αμοργό στα 16 και ξαναγυρνάω συχνά.Δεν χρειάστηκε να γράψει άλλη συλλογή και ας τον κατηγόρησαν τόσο οι δυσκοίλιοι λόγιοι.Με οικονομία λόγου και αγάπη στους στίχους του χώρεσε τη φύση και τους προβληματισμούς του ανθρώπου,με λόγια απλά αλλά όχι απλοικά.Και τα κατάφερε.Και αγαπήθηκε από όλους.Και αυτό οι δυσκοίλιοι λόγιοι δεν του το συγχώρεσαν ποτέ.
400 τραγούδια.Σαν ταινίες μικρού μήκους ή πίνακας με τις πινελιές ακρίβειας του πιο ταλαντούχου ζωγράφου.Συγχωρέστε με αν γίνομαι ξεροκέφαλη.Τον αγαπώ πολύ.Και για αυτά και αυτούς που αγαπώ έχω πάθος.Και το πάθος με έχει λυτρώσει από τους δαίμονές μου.
Κυριακή με σώμα ταλαιπωρημένο.Με ψυχή ακόμα ζεστή.
Βρήκα ένα ξέφωτο στο δάσος των μπλογκς,έχτισα ένα σπιτάκι,έψησα μπισκότα και καφέ για τους διαβάτες για να ξαποστάσουν και το διακόσμησα με κρεμασμένα φορέματα στους τοίχους.Συνεχίστε το δρόμο σας.Δεν θα μετακομίσω,όχι σύντομα.
Saturday, November 18, 2006
Κρύα χέρια
σχεδόν κέρινα,αφυδατωμένη και σκονισμένη με απειλή από πάνω φωτεινή τον ήλιο,όλοι οι ήχοι ένα ανακάτωμα,αυτοκίνητα και τραγούδια και η μηχανή του καφέ και το τσακ του αναπτήρα.
Χλωμή σα να μαι μπροστά στους εκτελεστές με μάτια ανοιχτά να τους κοιτάω κατάματα -πώς ένιωσες άραγε Ελένη,κι εσύ Αλεξάνδρα;πως;-
διαβάζω ξανά και ξανά το σημερινό κείμενο του Ξανθούλη στην Ελευθεροτυπία,διαβάστε το αν θέλετε να δείτε ένα πραγματικό υπόδειγμα γραφής,με ήθος,σεβασμό στο λόγο,στο παρελθόν,στον τόπο και στην μόνη πατρίδα που υπάρχει,την πατρίδα της παιδικής ηλικίας,ακούω ξανά στίχους του Τριπολίτη,με τρυπάνε μολυβένιες σφαίρες,"να φοβάσαι τους Μπεντουίνους" είχε γράψει ο Τσίρκας και η σκέψη είναι τόσο επικίνδυνη,το πιο κοφτερό όπλο,κοίτα με,κοίτα με πως λάμπω στη σκηνή.
Χλωμή σα να μαι μπροστά στους εκτελεστές με μάτια ανοιχτά να τους κοιτάω κατάματα -πώς ένιωσες άραγε Ελένη,κι εσύ Αλεξάνδρα;πως;-
διαβάζω ξανά και ξανά το σημερινό κείμενο του Ξανθούλη στην Ελευθεροτυπία,διαβάστε το αν θέλετε να δείτε ένα πραγματικό υπόδειγμα γραφής,με ήθος,σεβασμό στο λόγο,στο παρελθόν,στον τόπο και στην μόνη πατρίδα που υπάρχει,την πατρίδα της παιδικής ηλικίας,ακούω ξανά στίχους του Τριπολίτη,με τρυπάνε μολυβένιες σφαίρες,"να φοβάσαι τους Μπεντουίνους" είχε γράψει ο Τσίρκας και η σκέψη είναι τόσο επικίνδυνη,το πιο κοφτερό όπλο,κοίτα με,κοίτα με πως λάμπω στη σκηνή.
Thursday, November 16, 2006
Tuesday, November 14, 2006
Cinderella,thou shall go to the ball!
Δεν μου άρεσε η Σταχτοπούτα.Μου άρεσε η Χιονάτη γιατί την έβρισκα πανέμορφη με τα κατάμαυρα μαλλιά,το κατακόκκινο στόμα και το δέρμα σαν ριζόχαρτο,λευκό,διάφανο.
Πιο πολύ μου άρεσε η Μικρή Γοργόνα που ζούσε στο βυθό,κολυμπούσε πάντα με χάρη προς την επιφάνεια και ήταν τόσο αξιαγάπητη και ζαβολιάρα και ο μπαμπάς της τη λάτρευε.Και μιλούσε και στα ψαράκια,και έκανε και του κεφαλιού της.
Και ο Γκαρής ο γαιδαράκος που είμαι εγώ σε καρτούν.Γκρινιάρα, και απαισιόδοξη αλλά πάντα στο τέλος χαρωπή-και ευτυχισμένη.
Πλένω τα πινέλα του μακιγιάζ και έχω πάλι τα παράθυρα ορθάνοιχτα.Βράζει το νερό για το τσάι που θα σερβίρω στα πορσελάνινα φλυτζάνια με κύβους μαύρης ζάχαρης.Το ακούω νκοχλάζει.Δεν έχω ξύλα για να ανάψω τζάκι και να κουρνιάσω φορώντας την παλιά φανελένια πυζάμα του μπαμπά μου.Έχουν κάτι τα φθαρμένα ρούχα με τη μυρωδιά των αγαπημένων...
Στην σόμπα πετρελαίου της γιαγιάς πάντα έβραζε η τσαγιέρα για να υγραίνει το χώρο και να μας φτιάχνει αφεψήματα-άλλη γεύση είχε το νερό του Παρνασσού,άλλος ο ύπνος κάτω από τα παπλώματα της προίκας της.Και έκαιγε και το καντίλι στη γωνία και φώτιζε το εικόνισμα,και δε φοβόσουν όσο και αν φυσούσε έξω και κατέβαζε παγωμένο αέρα.Ξυπνούσαμε νωρίς με τα κοκόρια,κακάο για τα παιδιά,καφές για τους μεγάλους,κακάο πάλι το βράδυ πριν τον ύπνο.Δεν έχω ξαναπιεί τόσο νόστιμο κακάο μετά-όσες βιενουά και σε όσα πολυτελή καφέ έχω δοκιμάσει στην Ευρώπη,και στην Αθήνα.
Στην αγγλική έκδοση του Vogue-90 χρόνια έκδοσης,χαζεύω ρούχα από εποχές και φαντάζομαι τη θέα,ξημερώματα και η Αθήνα να ξυπνάει,κι εγώ στη μπανιέρα ενός πολυτελούς ξενοδοχείου με ζεστό νερό να μουλιάζω το σώμα μου με τις αμαρτίες να φεύγουν όπως αδειάζει το νερό,και να εξιλεώνομαι γυμνή πίνοντας εσπρέσσο κοιτάζοντας από ψηλά με τους ατμούς ακόμα τριγύρω.
"Cinderella,thou shall go to the ball!" The fairy godmother
Πιο πολύ μου άρεσε η Μικρή Γοργόνα που ζούσε στο βυθό,κολυμπούσε πάντα με χάρη προς την επιφάνεια και ήταν τόσο αξιαγάπητη και ζαβολιάρα και ο μπαμπάς της τη λάτρευε.Και μιλούσε και στα ψαράκια,και έκανε και του κεφαλιού της.
Και ο Γκαρής ο γαιδαράκος που είμαι εγώ σε καρτούν.Γκρινιάρα, και απαισιόδοξη αλλά πάντα στο τέλος χαρωπή-και ευτυχισμένη.
Πλένω τα πινέλα του μακιγιάζ και έχω πάλι τα παράθυρα ορθάνοιχτα.Βράζει το νερό για το τσάι που θα σερβίρω στα πορσελάνινα φλυτζάνια με κύβους μαύρης ζάχαρης.Το ακούω νκοχλάζει.Δεν έχω ξύλα για να ανάψω τζάκι και να κουρνιάσω φορώντας την παλιά φανελένια πυζάμα του μπαμπά μου.Έχουν κάτι τα φθαρμένα ρούχα με τη μυρωδιά των αγαπημένων...
Στην σόμπα πετρελαίου της γιαγιάς πάντα έβραζε η τσαγιέρα για να υγραίνει το χώρο και να μας φτιάχνει αφεψήματα-άλλη γεύση είχε το νερό του Παρνασσού,άλλος ο ύπνος κάτω από τα παπλώματα της προίκας της.Και έκαιγε και το καντίλι στη γωνία και φώτιζε το εικόνισμα,και δε φοβόσουν όσο και αν φυσούσε έξω και κατέβαζε παγωμένο αέρα.Ξυπνούσαμε νωρίς με τα κοκόρια,κακάο για τα παιδιά,καφές για τους μεγάλους,κακάο πάλι το βράδυ πριν τον ύπνο.Δεν έχω ξαναπιεί τόσο νόστιμο κακάο μετά-όσες βιενουά και σε όσα πολυτελή καφέ έχω δοκιμάσει στην Ευρώπη,και στην Αθήνα.
Στην αγγλική έκδοση του Vogue-90 χρόνια έκδοσης,χαζεύω ρούχα από εποχές και φαντάζομαι τη θέα,ξημερώματα και η Αθήνα να ξυπνάει,κι εγώ στη μπανιέρα ενός πολυτελούς ξενοδοχείου με ζεστό νερό να μουλιάζω το σώμα μου με τις αμαρτίες να φεύγουν όπως αδειάζει το νερό,και να εξιλεώνομαι γυμνή πίνοντας εσπρέσσο κοιτάζοντας από ψηλά με τους ατμούς ακόμα τριγύρω.
"Cinderella,thou shall go to the ball!" The fairy godmother
Monday, November 13, 2006
Ο βιασμός...
δεν είναι μόνο σωματικός, μπορεί να ναι και ένα βλέμμα ειρωνικό, λόγια πικρά που θα ειπωθούν εσκεμμένα, ένα άγγιγμα πρόστυχο που δεν κρύβει καμιά διάθεση για επαφή, τα λόγια τα πισώπλατα της έχιδνας, ο φθόνος που μαζεύεται και γίνεται απόστημα γεμάτο πύον που τρέφεται σαν παράσιτο,η δίψα για αίμα και πληγές, η συνήθεια μας στο τρομακτικό και ο μετέπειτα εθισμός μας, η ζωή μας που γίνεται δυστύχημα τροχαίο με αργό ζουμ πάνω στα κομμένα μέλη, ο βασανιστής που είναι καλά καμουφλαρισμένος στο γείτονα και στον περιπτερά και τον φούρναρη, η περιέργεια που δενθα ησυχάσει αν δε φάει και της σάρκες της ακόμα, η μικρή κοινωνία που κρύβουμε όλοι μέσα μας που καταδίδει και δικάζει στην πλατεία του χωριού με ψευδομάρτυρες και καταδικάζει και εκτελεί με συνοπτικές διαδικασίες άμαχο πληθυσμό, το μικροσκόπιο που θέλουν οι περισσότεροι να βάλουν οι άλλοι στον κόλπο σου και να βγάλουν συμπεράσματα αλλά δεν τολμούν να κοιτάξουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη.
"Προσπαθώ κάθε μέρα να είμαι καλός."
"Ανθρωπος"
"Είμαι άνθρωπος;"
"Αφού έχεις αξιοπρέπεια"
"Αυτό σε κάνει άνθρωπο;"
"Το κυριότερο".(από το θεατρικό "ο άνθρωπος ελέφαντας").
Κι εγώ δεν φοβάμαι πια.Στη ζωή μου έχω πάρει τόση αγάπη, που λειτουργεί σαν ασπίδα ακόμα και στο πιο θανατηφόρο δηλητήριο.
"Προσπαθώ κάθε μέρα να είμαι καλός."
"Ανθρωπος"
"Είμαι άνθρωπος;"
"Αφού έχεις αξιοπρέπεια"
"Αυτό σε κάνει άνθρωπο;"
"Το κυριότερο".(από το θεατρικό "ο άνθρωπος ελέφαντας").
Κι εγώ δεν φοβάμαι πια.Στη ζωή μου έχω πάρει τόση αγάπη, που λειτουργεί σαν ασπίδα ακόμα και στο πιο θανατηφόρο δηλητήριο.
Saturday, November 11, 2006
Η ωραία κοιμωμένη...
τυλίχτηκε στα ζαχαρένια της παπλώματα,ανασηκώθηκε κάπως αφηρημένη,ακούμπησε τα γυμνά πόδια της στο ξύλινο πάτωμα ,πλύθηκε με βρόχινο νερό τουρτουρίζοντας από το κρύο,κάθισε δίπλα στην ξυλόσομπά της και ήπιε καφέ από χώρες μακρινές καβουρδισμένο με κάρδαμο και άλλα φίλτρα μαγικά, άρχισε να βουρτσίζει τα μαλλιά της με τη φιλντισένια βούρτσα της και απήγγειλε Ann Sexton...
" There is joy
in all:
in the hair
I brush each morning,
in the Cannon towel ,
newly washed,
that I rub my
body with
each morning"
και βγήκε έξω στο πρωινό φως,για να δει τον κόσμο από ψηλά, στο δεντρόσπιτό της πάνω στη βελανιδιά.
" There is joy
in all:
in the hair
I brush each morning,
in the Cannon towel ,
newly washed,
that I rub my
body with
each morning"
και βγήκε έξω στο πρωινό φως,για να δει τον κόσμο από ψηλά, στο δεντρόσπιτό της πάνω στη βελανιδιά.
Friday, November 10, 2006
Λικέρ ρόδι
που φτιάχνει η μητέρα μου αυτή τη στιγμή στην κουζίνα.Θέλω να δω την Περσεφόνη "κατεβαίνω σα νυφούλα που χασε το μάγκα της,το λούσο και τα φράγκα της",και να την τρατάρω ένα ποτήρι,κατακόκκινο υγρό να της βάψει τα χείλη,να τα γλύψει με τη γλώσσα της και να τραγουδήσουμε "έχε χάρη μάγκα,που σε αγαπώ"..
εξω στο δρόμο,κάποιος παίζει στο ακορντεόν τα κύματα του Δουνάβεως του Στράους.Δυνατά παυσίπονα και μυρίζω στον αέρα άνθη μηλιάς.Παραίσθηση.
Βάφω τα μάγουλά μου με ρουζ "Frankly Scarlett"...ράβω κουμπιά,δεν θα πω σε κανέναν πως δεν είναι αληθινά τα διαμάντια σου.
Κόκκινο,κατακόκκινο του ροδιού και της έμμηνου ρύσης,κόκκινο το λαικό τραγούδι που σημαίνει και είναι: Βάδισμα βαρύ και σακάκι φθαρμένο,η καύτρα του τσιγάρου μετέωρη,ένας έρωτας εφήμερος στα πεζοδρόμια,ο όμορφος Μητσάκης κάπου ψηλά να γελάει στραβά και γυναίκες χωρίς αύριο με τη μπρετέλα του σουτιέν πεσμένη,η κεντρική αγορά να ξυπνάει χαράματα και το πικρό στόμα που θα σκόρπιζε φιλιά ξεραμένα,οι πόντοι που έφυγαν από την κάλτσα μου,ο στρατώνας στο σταθμό Λαρίσης και το αχ του Καζαντζίδη,τα κέρματα στην τσέπη σου,το τελευταίο τσιγάρο πριν κάνουμε έρωτα,άνοιξ' την πόρτα για να μπω και στρώσε μου να κοιμηθώ...
εξω στο δρόμο,κάποιος παίζει στο ακορντεόν τα κύματα του Δουνάβεως του Στράους.Δυνατά παυσίπονα και μυρίζω στον αέρα άνθη μηλιάς.Παραίσθηση.
Βάφω τα μάγουλά μου με ρουζ "Frankly Scarlett"...ράβω κουμπιά,δεν θα πω σε κανέναν πως δεν είναι αληθινά τα διαμάντια σου.
Κόκκινο,κατακόκκινο του ροδιού και της έμμηνου ρύσης,κόκκινο το λαικό τραγούδι που σημαίνει και είναι: Βάδισμα βαρύ και σακάκι φθαρμένο,η καύτρα του τσιγάρου μετέωρη,ένας έρωτας εφήμερος στα πεζοδρόμια,ο όμορφος Μητσάκης κάπου ψηλά να γελάει στραβά και γυναίκες χωρίς αύριο με τη μπρετέλα του σουτιέν πεσμένη,η κεντρική αγορά να ξυπνάει χαράματα και το πικρό στόμα που θα σκόρπιζε φιλιά ξεραμένα,οι πόντοι που έφυγαν από την κάλτσα μου,ο στρατώνας στο σταθμό Λαρίσης και το αχ του Καζαντζίδη,τα κέρματα στην τσέπη σου,το τελευταίο τσιγάρο πριν κάνουμε έρωτα,άνοιξ' την πόρτα για να μπω και στρώσε μου να κοιμηθώ...
Thursday, November 09, 2006
Η ζωή τελικά
και το νόημά της είναι γάμοι,γέννες ,βαφτίσια και κηδείες.
και σήμερα ξημερώματα άνοιξε τα ματάκια του με απορία στο βίαιο αυτό κόσμο ο Alessandro,ο γιος του Luca και της Antonella,με ναπολιτάνικο και σιτσιλιάνικο ταμπεραμέντο,και κούρνιασε στην αγκαλιά της μάνας του,για να γνωριστούν λίγο καλύτερα και να τα πουν λίγο οι δυο τους.
και σήμερα ξημερώματα άνοιξε τα ματάκια του με απορία στο βίαιο αυτό κόσμο ο Alessandro,ο γιος του Luca και της Antonella,με ναπολιτάνικο και σιτσιλιάνικο ταμπεραμέντο,και κούρνιασε στην αγκαλιά της μάνας του,για να γνωριστούν λίγο καλύτερα και να τα πουν λίγο οι δυο τους.
Wednesday, November 08, 2006
Το πλιάτσικο
Και το μυθικό τέρας κρατούσε την κοπέλα με την ονειρεμένη ομορφιά φυλακισμένη πάνω στα βράχια της έδινε ότι τραβούσε η ψυχή της μα εκείνη έτρεμε το γαλάζιο του βλέμμα τη πρόσφερε της πρόσφερε σπάνια υφάσματα και πανάκριβα μετάξια που δεν την προστάτευαν από το κρύο κι εκείνος δεν εμφανιζόταν κι όταν εκείνη το σκασε λύθηκαν τα μάγια το τέρας έλιωσε και σκορπίστηκε σα στάχτη μπήκε ο όχλος κι έκανε πλιάτσικο όλα δωρεάν όλα τα άχρηστα τα κοσμήματα τα αρώματα μέσα στο φυσητό γυαλί τα κεντητά της μεσοφόρια τα πήραν τα λεηλάτησαν και με το φως της αυγής μέσα στη θάλασσα το τέρας άρχισε να παίρνει ξανά μορφή και εγώ φοβήθηκα τα κοφτερά του δόντια όχι όχι φώναξα και όπως καθόμουνα μια γάτα με δάγκωσε στο στήθος στα χέρια και στην πλάτη κι έτρεξε αίμα στο σχήμα του σταυρού αλλά κανείς δε με πίστεψε,κανείς.
Sunday, November 05, 2006
Πικρό,αλλά αληθινό...
"Και να θυμάσαι,οι πιο επικίνδυνοι είναι αυτοί που μας φαίνονται διασκεδαστικοί..."
από την θεατρική παράσταση "Ντα" του Χιου Λέοναρντ.
από την θεατρική παράσταση "Ντα" του Χιου Λέοναρντ.
Saturday, November 04, 2006
Αστραδενή
Το Αστραδενάκι φτάνει από τη Σύμη στην Αθήνα μαζί με τους γονείς του για μια καλύτερη ζωή.Στη Σύμη δεν μπορούν να ζήσουν πια.Είναι τέλη της δεκαετίας του 70 στην Κυψέλη,η Φωκίωνος γεμάτη φώτα και οι νοικοκυρές αγοράζουν το Φαντάζιο.
Η Αστραδενή βλέπει για πρώτη φορά τηλεόραση και πάει στο σουπερ μάρκετ για να περάσει η ώρα της μιας και δεν την παίζουν οι συμμαθητές της.Την κοροιδεύουν για το παράξενο της όνομα και το άγνωστο νησί της.Ο πατέρας της δεν βρίσκει δουλειά,η μητέρα της στενοχωριέται και τα λεφτά λιγοστεύουν.Δεν μιλάει σε κανέναν δικό της για να μην τους στενοχωρήσει κι άλλο.Στον τοίχο φαντάζεται σχήματα,ένα εκκλησάκι,ένα αρνάκι,λουλούδια.
Διηγείται ιστορίες απ'το νησί και δεν της επιτρέπουν να πάει στην παρέλαση γιατί δεν έχει τα σωστά ρούχα.
Στο τέλος του βιβλίου βιάζεται από τον καλό πολίτη όταν γυρναέι από μια σχολική εκδρομή.
Η θυσία της παρθένου στο βωμό της καινούριας ζωής.
Και όπως λέει και ο Θανάσης Γκαιφύλλιας,πάσα ομοιότητα είναι εντελώς τυχαία.
Η Αστραδενή βλέπει για πρώτη φορά τηλεόραση και πάει στο σουπερ μάρκετ για να περάσει η ώρα της μιας και δεν την παίζουν οι συμμαθητές της.Την κοροιδεύουν για το παράξενο της όνομα και το άγνωστο νησί της.Ο πατέρας της δεν βρίσκει δουλειά,η μητέρα της στενοχωριέται και τα λεφτά λιγοστεύουν.Δεν μιλάει σε κανέναν δικό της για να μην τους στενοχωρήσει κι άλλο.Στον τοίχο φαντάζεται σχήματα,ένα εκκλησάκι,ένα αρνάκι,λουλούδια.
Διηγείται ιστορίες απ'το νησί και δεν της επιτρέπουν να πάει στην παρέλαση γιατί δεν έχει τα σωστά ρούχα.
Στο τέλος του βιβλίου βιάζεται από τον καλό πολίτη όταν γυρναέι από μια σχολική εκδρομή.
Η θυσία της παρθένου στο βωμό της καινούριας ζωής.
Και όπως λέει και ο Θανάσης Γκαιφύλλιας,πάσα ομοιότητα είναι εντελώς τυχαία.
Friday, November 03, 2006
Και τι ψυχή...
έχει μια νύχτα που το ουίσκυ καίει το λαρύγγι σου,που τα κρύα άρχισαν και έπεσε και το πρώτο χιόνι της χρονιάς,που το πρωί ξημέρωνε και άλλοι πήγαιναν στη δουλειά τους,φρέσκιοι,καθαροί και αγουροξυπνημένοι,με μια μέρα ολόκληρη μπροστά τους κι εσύ μια μέρα που αρχίζει και πας για ύπνο και τρέμεις από το κρύο και την αυπνία αλλά θες και άλλο,μια απληστία που τσακίζει.
Ψιλοκουβέντες και όνειρα της στιγμής,λίγο μεθυσμένη,λίγο χαρούμενη λίγο θλιμμένη,βγήκαν οι εφημερίδες,ανοίγουν τα γραφεία,ο μικρός παράδεισος του φούρνου,πιάσε με,καίω,οι πιο άγριες στιγμές είναι αυτές που συμβαίνουν το ξημέρωμα,και τι ψυχή έχει μια νύχτα στους αιώνες,και τι ψυχή έχεις κι εσύ να μ'αρνηθείς.
Ψιλοκουβέντες και όνειρα της στιγμής,λίγο μεθυσμένη,λίγο χαρούμενη λίγο θλιμμένη,βγήκαν οι εφημερίδες,ανοίγουν τα γραφεία,ο μικρός παράδεισος του φούρνου,πιάσε με,καίω,οι πιο άγριες στιγμές είναι αυτές που συμβαίνουν το ξημέρωμα,και τι ψυχή έχει μια νύχτα στους αιώνες,και τι ψυχή έχεις κι εσύ να μ'αρνηθείς.
Wednesday, November 01, 2006
Φεγγάρια
Φεγγάρια σκοτεινά
θερίζουνε ξανά
τους έρωτες των δρόμων
κι από κει
μια ώρα διαρκεί
ο βίος των εντόμων
Σ'αγαπάω και βυθίζομαι
στη ρωγμή κι απελπίζομαι
έπεται γιατί ντρέπεται
η κραυγή του θηρίου
Σ'αγαπάω σαν οτιδήποτε
κόσμε μου έρημε και αλύτρωτε
τα τρωτά απορρίπτονται
στα υπόγεια του κτιρίου
Χαμένη Κιβωτός
ο μέσα εαυτός
που δεν ολοκληρώνεται
κι από δω
αυτά μπορώ να δω
και τη ζωή σα χιόνι
(του Σταμάτη Κραουνάκη)
θερίζουνε ξανά
τους έρωτες των δρόμων
κι από κει
μια ώρα διαρκεί
ο βίος των εντόμων
Σ'αγαπάω και βυθίζομαι
στη ρωγμή κι απελπίζομαι
έπεται γιατί ντρέπεται
η κραυγή του θηρίου
Σ'αγαπάω σαν οτιδήποτε
κόσμε μου έρημε και αλύτρωτε
τα τρωτά απορρίπτονται
στα υπόγεια του κτιρίου
Χαμένη Κιβωτός
ο μέσα εαυτός
που δεν ολοκληρώνεται
κι από δω
αυτά μπορώ να δω
και τη ζωή σα χιόνι
(του Σταμάτη Κραουνάκη)
Subscribe to:
Posts (Atom)