" Εμείς είμαστε καλοί μόνο για τις καθημερινές-για τις Κυριακές,τις γιορτές, τις εκδρομές είναι άλλοι.Εμείς είμαστε μόνο για τις καθημερινές και μάλιστα τις ενδιάμεσες ώρες τους,ανάμεσα στη δουλειά και το σπίτι,ανάμεσα στις ώρες της ανάπαυσης και σε κείνες που αρχίζουν να γίνονται τα κρίσιμα τηλεφωνήματα στο σπίτι,αυτά που αποφασίζουν και για τον τόπο της εξαφάνισης κατά τις αργίες.Εμείς είμαστε μόνο για τους κλειστούς χώρους ή για τους πολύ έρημους,που δεν φτάνει πονηρό ή συγγενικό μάτι.Εμείς ούτε ρωτιόμαστε για το πως περάσαμε τις γιορτές,τις αργίες,τα Σαββατοκύριακα.Εμείς είμαστε ημερομίσθιοι εργάτες.Απολυόμαστε τις γιορτές και προσλαμβανόμαστε τις καθημερινές αενάως.Κάποια στιγμή όμως δεν προσλαμβανόμαστε πια.".
Γιώργος Ιωάννου
Sunday, July 30, 2006
Monday, July 24, 2006
Όταν η ψυχή είναι γεμάτη,είτε από θλίψη είτε από χαρά,ή λες πολλά ή δε λες απολύτως τίποτα.
Και συνεχίζω με σφιγμένα δόντια.Συνήθως στη σιωπή,εγώ η φλύαρη.
Έτσι κι αλλιώς τα λόγια παρεξηγούνται και παρερμηνεύονται,οι πράξεις όχι.
Τελευταία κάνω μπάνιο το απόγευμα στη βρύση της βεράντας,φτιαγμένη όπως οι παλιές βρύσες που έτρεχαν στα βουνά.Θα ήθελα να ναι κρύο το νερό.Ας είναι.
Πλένω και τα ρούχα μου εκεί πια.Σκυμμένη,στα τέσσερα,σαν τις γιαγιάδες μας.
Αύριο,Παραμονή της Αγίας Παρασκευής,η γιαγιά μου φορούσε τα καλύτερά της ρούχα που βέβαια δεν ήταν τόσο καλά και προσκυνούσε.Με τέσσερα παιδιά να την ακολουθούν κι εκείνη σιωπηλή στο τάμα της.Με το βλέμμα ψηλά, που ποτέ δεν το κατέβασε.
Με είχε πάει και μένα μια φορά,ήμουν δεν ήμουν 12,και απορούσα πως σε εκείνον το μακρύ δρόμο δεν έβγαζε κουβέντα.Με τα οστεώδη χέρια της άναβε το καντήλι.
τα δικά μου χέρια είναι οστεώδη αλλά τα ρούχα μου θα της έφερναν θυμό,δεν πίστευε στις σπατάλες.Αλλά κυρίως δεν πίστευε στα ανούσια λόγια και τις μεγαλειώδεις φράσεις.
Έτσι λέμε όλοι,αλλά δεν κάνουμε κάτι αν το αλλάξουμε και ρητορεύουμε και γκρινιάζουμε και είμαστε έτοιμοι να επιτεθούμε και να πατήσουμε πάνω σε κεφάλια,λεκτικά είτε πρακτικά.
Ανώνυμα,αυθόρμητα,χωρίς να ξέρουμε τα βιώματα του άλλου,τόσο σίγουροι για τον κομπλεξικό εαυτό μας,ίσα ίσα για να αποδείξουμε πως είμαστε ανώτεροι.
Κι εγώ διαλέγω να είμαι έξω από αυτά.
Και ναι,είμαι και εγώ ευάλωτη,και η καλύτερή μου άμυνα δεν θα είναι η επίθεση,θα είναι κυρίως η σιωπή,όσο αντέξω.
Διαλέγω να σταυρώσω τα χέρια και να αγνοήσω.
Έτσι κι αλλιώς,οι ρίζες μου είναι πολύ βαθιές.Χάνονται στους αιώνες.
Και συνεχίζω με σφιγμένα δόντια.Συνήθως στη σιωπή,εγώ η φλύαρη.
Έτσι κι αλλιώς τα λόγια παρεξηγούνται και παρερμηνεύονται,οι πράξεις όχι.
Τελευταία κάνω μπάνιο το απόγευμα στη βρύση της βεράντας,φτιαγμένη όπως οι παλιές βρύσες που έτρεχαν στα βουνά.Θα ήθελα να ναι κρύο το νερό.Ας είναι.
Πλένω και τα ρούχα μου εκεί πια.Σκυμμένη,στα τέσσερα,σαν τις γιαγιάδες μας.
Αύριο,Παραμονή της Αγίας Παρασκευής,η γιαγιά μου φορούσε τα καλύτερά της ρούχα που βέβαια δεν ήταν τόσο καλά και προσκυνούσε.Με τέσσερα παιδιά να την ακολουθούν κι εκείνη σιωπηλή στο τάμα της.Με το βλέμμα ψηλά, που ποτέ δεν το κατέβασε.
Με είχε πάει και μένα μια φορά,ήμουν δεν ήμουν 12,και απορούσα πως σε εκείνον το μακρύ δρόμο δεν έβγαζε κουβέντα.Με τα οστεώδη χέρια της άναβε το καντήλι.
τα δικά μου χέρια είναι οστεώδη αλλά τα ρούχα μου θα της έφερναν θυμό,δεν πίστευε στις σπατάλες.Αλλά κυρίως δεν πίστευε στα ανούσια λόγια και τις μεγαλειώδεις φράσεις.
Έτσι λέμε όλοι,αλλά δεν κάνουμε κάτι αν το αλλάξουμε και ρητορεύουμε και γκρινιάζουμε και είμαστε έτοιμοι να επιτεθούμε και να πατήσουμε πάνω σε κεφάλια,λεκτικά είτε πρακτικά.
Ανώνυμα,αυθόρμητα,χωρίς να ξέρουμε τα βιώματα του άλλου,τόσο σίγουροι για τον κομπλεξικό εαυτό μας,ίσα ίσα για να αποδείξουμε πως είμαστε ανώτεροι.
Κι εγώ διαλέγω να είμαι έξω από αυτά.
Και ναι,είμαι και εγώ ευάλωτη,και η καλύτερή μου άμυνα δεν θα είναι η επίθεση,θα είναι κυρίως η σιωπή,όσο αντέξω.
Διαλέγω να σταυρώσω τα χέρια και να αγνοήσω.
Έτσι κι αλλιώς,οι ρίζες μου είναι πολύ βαθιές.Χάνονται στους αιώνες.
Sunday, July 23, 2006
Πριν δυο ή τρεις μέρες έτυχε να δω ένα ντοκυμανταίρ στο κανάλι της Βουλής για τον Σαρλ ντε Γκωλ.Για όσους δε γνωρίζουν,ο Σαρλ ντε Γκωλ ήταν ο στρατηγός της Γαλλίας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο,και μετά ο πολιτικός της ηγέτης.
Δεν ειναι αρκετά γνωστό αλλά η Ευρωπαική Ένωση δημιουργήθηκε με απώτερο σκοπό τη συμφιλίωση της Γαλλίας με τη Γερμανία,μετά από χρόνια εχθροπραξιών.
Έβλεπα στα επίκαιρα της εποχής τους πολιτικούς του λόγους,την επίσκεψή του και την συνέντευξη τύπου για την απελευθέρωση του γαλλικού Καναδά,τη θλίψη στο βλέμμα του στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη,τις συζητήσεις με τον Κόνραντ Αντενάουερ,την "αλεπού" που κατόρθωσε να αναστήσει την ετοιμοθάνατη,βομβαρδισμένη Γερμανία.Τις σκέψεις του για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ,που τώρα αποδεικνύονται προφητικές,να αναφέρει στίχους από τον Δρ.Φάουστ του Γκαίτε για να εμψυχώσει.
Να μιλάει ισπανικά σε πολιτική επίσκεψη στο Μεξικό.
Και ένιωσα πως μου έλειψαν οι μεγάλοι ηγέτες.Και ένιωσα ένα μεγάλο κενό.
Δεν ειναι αρκετά γνωστό αλλά η Ευρωπαική Ένωση δημιουργήθηκε με απώτερο σκοπό τη συμφιλίωση της Γαλλίας με τη Γερμανία,μετά από χρόνια εχθροπραξιών.
Έβλεπα στα επίκαιρα της εποχής τους πολιτικούς του λόγους,την επίσκεψή του και την συνέντευξη τύπου για την απελευθέρωση του γαλλικού Καναδά,τη θλίψη στο βλέμμα του στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη,τις συζητήσεις με τον Κόνραντ Αντενάουερ,την "αλεπού" που κατόρθωσε να αναστήσει την ετοιμοθάνατη,βομβαρδισμένη Γερμανία.Τις σκέψεις του για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ,που τώρα αποδεικνύονται προφητικές,να αναφέρει στίχους από τον Δρ.Φάουστ του Γκαίτε για να εμψυχώσει.
Να μιλάει ισπανικά σε πολιτική επίσκεψη στο Μεξικό.
Και ένιωσα πως μου έλειψαν οι μεγάλοι ηγέτες.Και ένιωσα ένα μεγάλο κενό.
Saturday, July 22, 2006
Ποτέ σεν περίμενα πως γυναίκα θα μπορούσε να τραγουδήσει τη Μαντουμπάλα και Το γιατί γλυκιά μου κλαις και να είναι ισάξια με το Στέλιο.Το δικό μου Στέλιο.
Και να που είναι μία.Η Φλέρυ.
Στο cd του Διφώνου με άφησε άναυδη.
Από κοριτσάκι στο "Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη" ,το "Έλσα σε φοβάμαι",γίνεται πάλι ξωτικιά στο Manha de Carneval από την ταινία Orpheo Negro (τι έργο και αυτό..),στο Αφιλότιμη δεν έχει να ζηλεψει τίποτα από τις παλιές ρεμπέτισσες και το λέει πιο αντρίκια και μάγκικα από οποιονδήποτε "επιβήτορα".Τα τραγούδια του Στέλιου τα λέει σχεδόν λυρικά,βυζαντινά,σαν Επιτάφιος.Και στο 'Ράμπι Ράμπι" έκανε εμένα να χορέψω μόνη στο δωμάτιο,τσιφτετέλι,μάλιστα.Ποιον εμένα,που όποιος με γνωρίζει ξέρει.
Η Φλέρυ,που πριν δυο μέρες την ξανάκουσα στο ραδιόφωνο να τραγουδάει το "Κραταιά ως Θάνατος Αγάπη" από τον "Μεγάλο Ερωτικό" και μέσα μου κύλησε γάργαρο νερό και με καθάρισε.Ήταν κρύο αλλά πεντακάθαρο και με ανατρίχιασε,αλλά ένιωσα αρμονικά με το σύμπαν όλο.
Η Φλέρυ,ας αναστήσει με τη φωνή της τον κόσμο όλο.Ας αφυπνήσει.Μπορεί.
Μικρότερη δεν ήξερα αν υπήρχε πραγματικά ή απλά ήρθε να μας δώσει τα δώρα της και να ξαναφύγει για το σπίτι της ,το νεραιδόσπιτό της.
Αλλά υπήρξε και ήταν από σάρκα και αίμα.Και ήταν τρωτή.
Και εγώ,που είμαι ένα παιδί συνεσταλμένο και ντροπαλό,που κάθε βράδυ φτιάχνω ντοματόσουπα στο φακελάκι και τρώω λίγο μαύρο ψωμί.και μετά πετάω τα σκουπίδια σε ορυχεία σκοτεινά,υπάρχω.Και ας είμαι κι εγώ τρωτή,είμαι δυνατότερη από ότι φαντάζονται άλλοι,ακόμαι και εγώ η ίδια.
και σβήνω τα φώτα του μπαλκονιού και χαιρετώ τα καράβια.Και καμιά φορά με χαιρετούν και εκείνα.
Και να που είναι μία.Η Φλέρυ.
Στο cd του Διφώνου με άφησε άναυδη.
Από κοριτσάκι στο "Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη" ,το "Έλσα σε φοβάμαι",γίνεται πάλι ξωτικιά στο Manha de Carneval από την ταινία Orpheo Negro (τι έργο και αυτό..),στο Αφιλότιμη δεν έχει να ζηλεψει τίποτα από τις παλιές ρεμπέτισσες και το λέει πιο αντρίκια και μάγκικα από οποιονδήποτε "επιβήτορα".Τα τραγούδια του Στέλιου τα λέει σχεδόν λυρικά,βυζαντινά,σαν Επιτάφιος.Και στο 'Ράμπι Ράμπι" έκανε εμένα να χορέψω μόνη στο δωμάτιο,τσιφτετέλι,μάλιστα.Ποιον εμένα,που όποιος με γνωρίζει ξέρει.
Η Φλέρυ,που πριν δυο μέρες την ξανάκουσα στο ραδιόφωνο να τραγουδάει το "Κραταιά ως Θάνατος Αγάπη" από τον "Μεγάλο Ερωτικό" και μέσα μου κύλησε γάργαρο νερό και με καθάρισε.Ήταν κρύο αλλά πεντακάθαρο και με ανατρίχιασε,αλλά ένιωσα αρμονικά με το σύμπαν όλο.
Η Φλέρυ,ας αναστήσει με τη φωνή της τον κόσμο όλο.Ας αφυπνήσει.Μπορεί.
Μικρότερη δεν ήξερα αν υπήρχε πραγματικά ή απλά ήρθε να μας δώσει τα δώρα της και να ξαναφύγει για το σπίτι της ,το νεραιδόσπιτό της.
Αλλά υπήρξε και ήταν από σάρκα και αίμα.Και ήταν τρωτή.
Και εγώ,που είμαι ένα παιδί συνεσταλμένο και ντροπαλό,που κάθε βράδυ φτιάχνω ντοματόσουπα στο φακελάκι και τρώω λίγο μαύρο ψωμί.και μετά πετάω τα σκουπίδια σε ορυχεία σκοτεινά,υπάρχω.Και ας είμαι κι εγώ τρωτή,είμαι δυνατότερη από ότι φαντάζονται άλλοι,ακόμαι και εγώ η ίδια.
και σβήνω τα φώτα του μπαλκονιού και χαιρετώ τα καράβια.Και καμιά φορά με χαιρετούν και εκείνα.
Thursday, July 20, 2006
Ο έρωτας της Ευδοκίας με το Λοχία είναι καταδικασμένος.
Μια δεκαεπτάχρονη πόρνη,που γελάει γάργαρα αλλά ταυτόχρονα και γεμάτη απορία.Ο Λοχίας που τα χει βάλει με τον κόσμο όλο.Ο Νταβατζής.Η μεθυσμένη ηλικιωμένη πόρνη.
"Κανείς μας δε γλυτώνει".
Η κάψα του μεσημεριού και μια κάμαρα φωτισμένη,με τα παράθυρα ανοιχτά.Η κάμαρά της μπορεί να με κάνει να κλαίω.Μου θυμίζει αμέτρητες κρεβατοκάμαρες με φτηνά έπιπλα της δεκαετίας του 70 που έχω δει κι εγώ.Τα νάυλον φτηνιάρικα κομπινεζόν της.
"Κορώνα.Γαλόνια.Σταυρός.Να προσέχεις το σταυρό".Πετάνε τα πουλιά γιατί προαισθάνονται την τραγωδία.
Η Ευδοκία γελάει σα να ναι το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο.
Είναι φυλακισμένοι στο πάθος τους.Δαγκώνονται όταν φιλιούνται.Από τον έρωτα που κυριεύει χωρίς έλεος.
Ο περίγυρός της τη δηλητηριάζει.Είναι ακόμα ένα κορίτσι που φοβάται να κοιμηθεί μόνο.
Η ζέστη κατεβαίνει και καίει,χωρίς έλεος και εκείνη.Μεσημέρι.Στρατώνες.Μιζέρια.
"Κανείς μας δε γλυτώνει".Τα προφητικά λόγια της γριας πουτάνας.
Πάνε να συναντήσουν τη μοίρα τους.Ευθεία μπροστά.
Ασπρόμαυρο τελευταίο πλάνο,πορεία μέσα στη νύχτα.
Έχει έναν κομμένο καρπό και παραλίγο να καταπιεί γυαλιά.Δε θα ξαναγελάσει πια.
Φορούσε λευκό φουστάνι.Ξανά μια παρθένα προς τη θυσία.
Πάντα υπάρχει τίμημα.Πάντα.
Και στον πάτο ενός φλυτζανιού γράφτηκε η μοίρα.
Μια δεκαεπτάχρονη πόρνη,που γελάει γάργαρα αλλά ταυτόχρονα και γεμάτη απορία.Ο Λοχίας που τα χει βάλει με τον κόσμο όλο.Ο Νταβατζής.Η μεθυσμένη ηλικιωμένη πόρνη.
"Κανείς μας δε γλυτώνει".
Η κάψα του μεσημεριού και μια κάμαρα φωτισμένη,με τα παράθυρα ανοιχτά.Η κάμαρά της μπορεί να με κάνει να κλαίω.Μου θυμίζει αμέτρητες κρεβατοκάμαρες με φτηνά έπιπλα της δεκαετίας του 70 που έχω δει κι εγώ.Τα νάυλον φτηνιάρικα κομπινεζόν της.
"Κορώνα.Γαλόνια.Σταυρός.Να προσέχεις το σταυρό".Πετάνε τα πουλιά γιατί προαισθάνονται την τραγωδία.
Η Ευδοκία γελάει σα να ναι το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο.
Είναι φυλακισμένοι στο πάθος τους.Δαγκώνονται όταν φιλιούνται.Από τον έρωτα που κυριεύει χωρίς έλεος.
Ο περίγυρός της τη δηλητηριάζει.Είναι ακόμα ένα κορίτσι που φοβάται να κοιμηθεί μόνο.
Η ζέστη κατεβαίνει και καίει,χωρίς έλεος και εκείνη.Μεσημέρι.Στρατώνες.Μιζέρια.
"Κανείς μας δε γλυτώνει".Τα προφητικά λόγια της γριας πουτάνας.
Πάνε να συναντήσουν τη μοίρα τους.Ευθεία μπροστά.
Ασπρόμαυρο τελευταίο πλάνο,πορεία μέσα στη νύχτα.
Έχει έναν κομμένο καρπό και παραλίγο να καταπιεί γυαλιά.Δε θα ξαναγελάσει πια.
Φορούσε λευκό φουστάνι.Ξανά μια παρθένα προς τη θυσία.
Πάντα υπάρχει τίμημα.Πάντα.
Και στον πάτο ενός φλυτζανιού γράφτηκε η μοίρα.
Wednesday, July 19, 2006
εκπτώσεις.
στην ψυχή;μπορεί.η ηρεμία σε κάνει να νιώθεις σα να ξυπνάς από νάρκωση του χειρουργείου-εκτός της δίψας.
είσαι γυμνός,ξαπλωμένος σε ένα άβολο κρεβάτι αλλά δε σε νοιάζει,εισπνοή εκπνοή,πιασμένα μέλη,σκέψη καθαρή λίγο πριν ξανακοιμηθείς,θες να πεις κάτι αλλά δεν το λες,τα σεντόνια μοιάζουν σα να ναι χάρτινα,ακούς αλλά δεν ακούς,και κοιμάσαι ξανά χωρίς όνειρα.
αναρωτιέμαι αν υπάρχει παγωτό λευκή σοκολάτα.
νιώθω χαμένη σε λαβύρινθο,σαν εκείνους που έχουν σε κήπους.
φτιάχνει ο κόσμος τις βαλίτσες του.για χωριά,για νησιά.Ακούω τα λουκέτα να κλείνουν.
Τα παγάκια να κουδουνίζουν στα ποτήρια.
και όπως πάντα,ανάποδη,θέλω να ξανάρθει ο χειμώνας.Βαρέθηκα τόσο επίπλαστη καλή διάθεση.
Ήδη.
στην ψυχή;μπορεί.η ηρεμία σε κάνει να νιώθεις σα να ξυπνάς από νάρκωση του χειρουργείου-εκτός της δίψας.
είσαι γυμνός,ξαπλωμένος σε ένα άβολο κρεβάτι αλλά δε σε νοιάζει,εισπνοή εκπνοή,πιασμένα μέλη,σκέψη καθαρή λίγο πριν ξανακοιμηθείς,θες να πεις κάτι αλλά δεν το λες,τα σεντόνια μοιάζουν σα να ναι χάρτινα,ακούς αλλά δεν ακούς,και κοιμάσαι ξανά χωρίς όνειρα.
αναρωτιέμαι αν υπάρχει παγωτό λευκή σοκολάτα.
νιώθω χαμένη σε λαβύρινθο,σαν εκείνους που έχουν σε κήπους.
φτιάχνει ο κόσμος τις βαλίτσες του.για χωριά,για νησιά.Ακούω τα λουκέτα να κλείνουν.
Τα παγάκια να κουδουνίζουν στα ποτήρια.
και όπως πάντα,ανάποδη,θέλω να ξανάρθει ο χειμώνας.Βαρέθηκα τόσο επίπλαστη καλή διάθεση.
Ήδη.
Monday, July 17, 2006
ήθελα να γράψω πολλά.Και τελικά δεν έγραψα τίποτα.Συνήθως έτσι γίνεται.
Σημειώνω σε κομμάτια χαρτιού και χαρτοπετσέτες.Βάφω και ξεβάφω τα νύχια μου.Κερασί και μαύρη ζάχαρη.
Ακούω ξανά και ξανά τα ίδια τραγούδια.Πολύχρωμες ουτοπίες στα κανάλια.Σαν ηρεμιστικό στην αρχή και σαν διεγερτικό μετά.
Η Τίνκερμπελ κοιμάται πάνω σε ένα φύλλο σφενταμιάς και ξέχασε να πετάει.
Βλέπω ταινίες αργά το βράδυ.Ανθισμένες μανόλιες,ημερολόγια καταστρώματος,b movies,με χαρτομάντιλα στο χέρι,στηριγμένη στον αγκώνα μου,σερβίρω γλυκό του κουταλιού που δεν ξέρω τι ειναι γιατί δεν μου αρέσει σε πελάτες και ποτίζω τα φυτά μου,λευκά με λουλάκι,μακάρι να έπαιζα λίγο με σαπουνόφουσκες,μακάρι κάθε μέρα οι δρόμοι να ήταν στρωμένοι με εκατόφυλλα αλλά ευτυχώς,δεν είναι γιατί θα τα πατούσαν-όπως πάντα,οι βέβηλοι.
Σημειώνω σε κομμάτια χαρτιού και χαρτοπετσέτες.Βάφω και ξεβάφω τα νύχια μου.Κερασί και μαύρη ζάχαρη.
Ακούω ξανά και ξανά τα ίδια τραγούδια.Πολύχρωμες ουτοπίες στα κανάλια.Σαν ηρεμιστικό στην αρχή και σαν διεγερτικό μετά.
Η Τίνκερμπελ κοιμάται πάνω σε ένα φύλλο σφενταμιάς και ξέχασε να πετάει.
Βλέπω ταινίες αργά το βράδυ.Ανθισμένες μανόλιες,ημερολόγια καταστρώματος,b movies,με χαρτομάντιλα στο χέρι,στηριγμένη στον αγκώνα μου,σερβίρω γλυκό του κουταλιού που δεν ξέρω τι ειναι γιατί δεν μου αρέσει σε πελάτες και ποτίζω τα φυτά μου,λευκά με λουλάκι,μακάρι να έπαιζα λίγο με σαπουνόφουσκες,μακάρι κάθε μέρα οι δρόμοι να ήταν στρωμένοι με εκατόφυλλα αλλά ευτυχώς,δεν είναι γιατί θα τα πατούσαν-όπως πάντα,οι βέβηλοι.
Wednesday, July 12, 2006
Το βράδυ είναι μια δικιά μου ώρα-πριν πάω για ύπνο.
Γδύνομαι και πάω στο μπάνιο-κάνω ντους,παίζω λίγο με το σφουγγάρι και το σαπούνι,ζεστό νερό το χειμώνα,κρύο το καλοκαίρι.Η μπανιέρα είναι κοντή και λίγο στενή για μένα,διπλώνω λίγο τα πόδια.Βουρτσίζω τα δόντια μου στο ντους,πλένω το πρόσωπό μου.
Βγαίνοντας,σπρώχνω πίσω τις βρεγμένες τούφες από το πρόσωπό μου.Πετσέτα,αν ο καθρέφτης έχει ατμούς κάνω σχήματα.
Ανοίγω διάπλατα τα παράθυρα για να φύγει η υγρασία.Αν κάνει κρύο έξω αναπνέω με γουλιές σχεδόν,αέρα.
Οι δικοί μου στο σαλόνι.Ήσυχη κουβέντα,αργά τη νύχτα.Στο βάθος μια τηλεόραση να παίζει λίγο ξεχασμένη,πολιτικές συζητήσεις,ειδήσεις,σπάνια έργα ή ιστορικά ντοκυμανταίρ.
Δεν ενοχλώ,δεν διακόπτω τη δύση της μέρας τους.
Η δική μου κάμαρα,παράθυρα,μπαλκονόπορτες ανοιχτές.Αντίο στη μέρα που φεύγει,καληνύχτα αστέρια,καληνύχτα δέντρα,ταπεινά χορταράκια,αδέσποτα ζώα,πουλάκια στις φωλιές τους,χήρες ηλικιωμένες,μωρά στις κούνιες τους,αλλοδαπές οικιακοί βοηθοί,κορίτσια στα πεζοδρόμια,άυπνοι άπειροι συνοδοιπόροι,νοικοκυρές,κορίτσια που διαβάζουν τα μαθήματά τους,νέοι που διασκεδάζουν.
Νερό,τσιγάρο τελευταίο.
Παίζει το ραδιόφωνο,χαμηλά.Κάθομαι λίγο στην άκρη του κρεβατιού.Κρέμα για την ξηροδερμία.Πρόσωπο με μυρωδιά πράσινου τσαγιού και λεβάντας.Βαριές βλεφαρίδες.
Θυμάσαι μια φορά μικρή,που τις είχες κόψει με ψαλίδι;
Τεντωμένα πόδια και γόνατα.Μελανιές και σημάδια,κάποιες ουλές.
Μουρμούρα από το ραδιόφωνο,το τσιγάρο σβήνει.Ψηλά το κεφάλι.Τελευταίες ειδήσεις της ημέρας.Κάπου παίζει ένα ακορντεόν.
Τελευταία ματιά στο σώμα.
Δεν είμαι ούτε η Ευδοκία,ούτε η Λολίτα,η Ώντρευ Χέπμπουρν,η λαική ηρωίδα του Κραουνάκη,η ξεπεσμένη ντίβα,η Μαρίκα Νίνου,η Φράνσις Φάρμερ.
Είμαι εγώ.Και νυστάζω.Νυστάζω πολύ.Και τις περισσότερες φορές,είτε στο παιδικό μου κρεβάτι στην Αθήνα,ή στο πολύ μεγάλο στα Λουτρά,δεν κοιμάμαι.
Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία.
Γδύνομαι και πάω στο μπάνιο-κάνω ντους,παίζω λίγο με το σφουγγάρι και το σαπούνι,ζεστό νερό το χειμώνα,κρύο το καλοκαίρι.Η μπανιέρα είναι κοντή και λίγο στενή για μένα,διπλώνω λίγο τα πόδια.Βουρτσίζω τα δόντια μου στο ντους,πλένω το πρόσωπό μου.
Βγαίνοντας,σπρώχνω πίσω τις βρεγμένες τούφες από το πρόσωπό μου.Πετσέτα,αν ο καθρέφτης έχει ατμούς κάνω σχήματα.
Ανοίγω διάπλατα τα παράθυρα για να φύγει η υγρασία.Αν κάνει κρύο έξω αναπνέω με γουλιές σχεδόν,αέρα.
Οι δικοί μου στο σαλόνι.Ήσυχη κουβέντα,αργά τη νύχτα.Στο βάθος μια τηλεόραση να παίζει λίγο ξεχασμένη,πολιτικές συζητήσεις,ειδήσεις,σπάνια έργα ή ιστορικά ντοκυμανταίρ.
Δεν ενοχλώ,δεν διακόπτω τη δύση της μέρας τους.
Η δική μου κάμαρα,παράθυρα,μπαλκονόπορτες ανοιχτές.Αντίο στη μέρα που φεύγει,καληνύχτα αστέρια,καληνύχτα δέντρα,ταπεινά χορταράκια,αδέσποτα ζώα,πουλάκια στις φωλιές τους,χήρες ηλικιωμένες,μωρά στις κούνιες τους,αλλοδαπές οικιακοί βοηθοί,κορίτσια στα πεζοδρόμια,άυπνοι άπειροι συνοδοιπόροι,νοικοκυρές,κορίτσια που διαβάζουν τα μαθήματά τους,νέοι που διασκεδάζουν.
Νερό,τσιγάρο τελευταίο.
Παίζει το ραδιόφωνο,χαμηλά.Κάθομαι λίγο στην άκρη του κρεβατιού.Κρέμα για την ξηροδερμία.Πρόσωπο με μυρωδιά πράσινου τσαγιού και λεβάντας.Βαριές βλεφαρίδες.
Θυμάσαι μια φορά μικρή,που τις είχες κόψει με ψαλίδι;
Τεντωμένα πόδια και γόνατα.Μελανιές και σημάδια,κάποιες ουλές.
Μουρμούρα από το ραδιόφωνο,το τσιγάρο σβήνει.Ψηλά το κεφάλι.Τελευταίες ειδήσεις της ημέρας.Κάπου παίζει ένα ακορντεόν.
Τελευταία ματιά στο σώμα.
Δεν είμαι ούτε η Ευδοκία,ούτε η Λολίτα,η Ώντρευ Χέπμπουρν,η λαική ηρωίδα του Κραουνάκη,η ξεπεσμένη ντίβα,η Μαρίκα Νίνου,η Φράνσις Φάρμερ.
Είμαι εγώ.Και νυστάζω.Νυστάζω πολύ.Και τις περισσότερες φορές,είτε στο παιδικό μου κρεβάτι στην Αθήνα,ή στο πολύ μεγάλο στα Λουτρά,δεν κοιμάμαι.
Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία.
Monday, July 10, 2006
Κάθε βράδυ βλέπω στον ύπνο μου τον κάμπο.Το Θεσσαλικό.Και δεν έχει σχέση ο Θανάσης που μου κάνει παρέα.Βλέπω τον γκρίζο Πηνειό-ενώ δεν είναι γκρίζος-μάλλον,έχω καιρό να τον δω.Διαβάζω ερμηνείες από Φρόυντ και Γιουνγκ.Δεν έχουν σχέση με τα όνειρά μου.Τι ξέρουν τελικά οι επιστήμονες;Την τύφλα τους.Πολύ απλά.Γράφουν για τον γυναικείο οργασμό και τον Ηράκλειτο-παπαριές.
Να φύγω θέλω.Όχι για το Θεσσαλικό κάμπο,γόνιμο ή ξεραμένο αυτή την εποχή,με την υγρασία και τη ζέστη να σε γραπώνουν ύπουλα με τα δάχτυλά τους για να σου δώσουν το τελευταίο φιλί,σαν τους Dementors στο Χάρρυ Πόττερ.
Και το Αιγαίο με διώχνει φέτος-σαν να μου λέει ψάξε για κάτι άλλο.Είναι το καλύτερο μέρος για αυτή την εποχή βέβαια-απερίγραπτη ομορφιά.Ας μην είμαι τόσο γκρινιάρα.Μου προσφέρεται απλόχερα τόση ομορφιά-το δέρμα μου λάμπει,έχω μια παράξενη ελευθερία-μέχρι που βγαίνω έξω με τα γυαλιά της μυωπίας,κάτι που δεν έκανα ποτέ στο παρελθόν,δεν μου άρεσε ο εαυτός μου με γυαλιά.
Έχω καιρό να γελάσω βέβαια-χαμογελάω,μα δεν γελάω,όπως με τις φίλες μου,τη Γ. και τη Θ.και την Κ.πάνω από τεράστιες ποσότητες καφείνης και γλυκών.
Ισως πάω στο Θεσσαλικό κάμπο το φθινόπωρο.Ίσως πάω και πιο μακριά.
Θα χτυπήσω τα λουστρίνια τα κόκκινα της Ντόροθυ-και θα βρεθώ στο σπίτι,όπου και αν είναι.
Να φύγω θέλω.Όχι για το Θεσσαλικό κάμπο,γόνιμο ή ξεραμένο αυτή την εποχή,με την υγρασία και τη ζέστη να σε γραπώνουν ύπουλα με τα δάχτυλά τους για να σου δώσουν το τελευταίο φιλί,σαν τους Dementors στο Χάρρυ Πόττερ.
Και το Αιγαίο με διώχνει φέτος-σαν να μου λέει ψάξε για κάτι άλλο.Είναι το καλύτερο μέρος για αυτή την εποχή βέβαια-απερίγραπτη ομορφιά.Ας μην είμαι τόσο γκρινιάρα.Μου προσφέρεται απλόχερα τόση ομορφιά-το δέρμα μου λάμπει,έχω μια παράξενη ελευθερία-μέχρι που βγαίνω έξω με τα γυαλιά της μυωπίας,κάτι που δεν έκανα ποτέ στο παρελθόν,δεν μου άρεσε ο εαυτός μου με γυαλιά.
Έχω καιρό να γελάσω βέβαια-χαμογελάω,μα δεν γελάω,όπως με τις φίλες μου,τη Γ. και τη Θ.και την Κ.πάνω από τεράστιες ποσότητες καφείνης και γλυκών.
Ισως πάω στο Θεσσαλικό κάμπο το φθινόπωρο.Ίσως πάω και πιο μακριά.
Θα χτυπήσω τα λουστρίνια τα κόκκινα της Ντόροθυ-και θα βρεθώ στο σπίτι,όπου και αν είναι.
Saturday, July 08, 2006
Χτες ήμουν το φρέσκο κρέας.Φιλέτο;Ψαρονέφρι;Κάτι άλλο;Δεν ξέρω.
Μπαρ νησιού.Το ξέρω.Πάω συχνά,φεύγω νωρίς.Χτες έκατσα να κάνω παρέα στην Ε.που ήταν μόνη της.Για πρωτη φορά μέχρι τις 5.Κερασμένα ποτά από το μαγαζί.Σφηνάκια από γύρω.Φτηνιάρικο φλερτ-χυδαία υποννοούμενα.Η φίλη μου μεθυσμένη-με ντέρτια.Στην αρχή είχε πλάκα-μετά κουράστηκα.Της έκανα παρέα-έλεγε λόγια καψούρας,έπινε,χόρευε.
Αυτούσιος διάλογος με τον Θ.Την έχει πέσει σε όλες μου τις φίλες-σε μερικές με επιτυχία,σε άλλες όχι.
Θ.
"θα μακρύνω τα μαλλιά μου"
Τσέρυ ή Λ." ..."
Θ."Μου αρέσει"
Τ."Γιατί δε βάφεις και μια τούφα μωβ ή κόκκινη;"
Θ. "Επιχειρηματίας άνθρωπος και θα χω βαμμένο μαλλί;"(Επάγγελμα-βυτιοφόρο)
Τ.¨Ε,ναι δίκιο έχεις"
Θ."Τα προσέχω,βάζω μαλακτικές"
Τ."Εγώ δε βάζω"
Θ."Πιάσε τα μαλλιά μου-δεν είναι πολύ απαλά;"
Τ."Ναι,ναι"(Από μεσα μου-φύγε ή κέρνα,φύγε ή κέρνα)
Φεύγει.
Πάω σε αυτόν που βάζει μουσική."Καφάση έχεις;" Με κοιτάει με το βλέμμα του καγκουρώ.
(Εσωτερικά-βρε άι σιχτίρ.Με κερνάει πούρο,με κερνάει Ούρσους σφηνάκι.Δεν ξέρει να καπνίζει πούρο-το καπνίζει σαν τσιγάρο.)
Τ."Δεν καπνίζεται έτσι το πούρο ρε"
Α.(Που βάζει τη μουσική)¨"Αλλά;"
Τ."Δεν κατεβάζεις τον καπνό ρε" (όρνιο)
Α-βλέμμα κοάλα-εναλλαγή με βλέμμα τι λέει η μουρλή."Δείξε μου"(Βλέμμα λάγνο-του στραβισμού)
Τ.Παίρνει το πούρο,το καπνίζει αδιάφορα.Βλέμμα πέρα βρέχει-άντε και γαμήσου.
Μαγαζάτορας κερνάει ποτά-ευγενικό παιδί,τον ξέρω από πιτσιρίκα."Δεν με καταλαβαίνει η γυναίκα μου"
Τ." Να μην την παντρευόσουνα"
Μαγαζάτορας ή Γ."Δίκιο έχεις"
Χορεύει "Μια ζωή πληρώνω αμαρτίες αλλωνών"-άχαρα.Υπό άλλες συνθήκες θα με πείραζε-τώρα είμαι ζαλισμένη.Και το ζώον ο Α.δεν έχει Στέλιο.
Συνεχίζουν τα ζειμπέκικα.Άχαρα,όλοι.Κι άλλα σφηνάκια,τα χύνω κάτω-θέλω να ξυπνήσω νωρίς.Μητροπάνος,Ρίτα.'Ολοι τύφλα.
Παίνω την Ε. αγκαζέ και την πάω σπίτι της-είδε μια οχιά στο δρόμο-όχι από τις δίποδες,αυτές που έρπουν,και φοβάται.Γυρνάω στο δικό μου σπίτι.
Καφές,ύπνος.
Πρωινό ξύπνημα-λέμε τώρα.Εφημερίδα,μπουγάδα,τα ρούχα μου μυρίζουν αλκοόλ και μπαγιάτικο άρωμα.Κοκτέιλ αρωμάτων μάλλον.Κάνουν μπάνιο στο Tide.
Εγώ κάνω μπάνιο με αφρόλουτρα από δείγματα περιοδικών-λέει κάτι για εκχυλίσματα από ελιά.
Bepanthol για την ξηροδερμία και μια μέρα που πήγε χαμένη.
Μπαρ νησιού.Το ξέρω.Πάω συχνά,φεύγω νωρίς.Χτες έκατσα να κάνω παρέα στην Ε.που ήταν μόνη της.Για πρωτη φορά μέχρι τις 5.Κερασμένα ποτά από το μαγαζί.Σφηνάκια από γύρω.Φτηνιάρικο φλερτ-χυδαία υποννοούμενα.Η φίλη μου μεθυσμένη-με ντέρτια.Στην αρχή είχε πλάκα-μετά κουράστηκα.Της έκανα παρέα-έλεγε λόγια καψούρας,έπινε,χόρευε.
Αυτούσιος διάλογος με τον Θ.Την έχει πέσει σε όλες μου τις φίλες-σε μερικές με επιτυχία,σε άλλες όχι.
Θ.
"θα μακρύνω τα μαλλιά μου"
Τσέρυ ή Λ." ..."
Θ."Μου αρέσει"
Τ."Γιατί δε βάφεις και μια τούφα μωβ ή κόκκινη;"
Θ. "Επιχειρηματίας άνθρωπος και θα χω βαμμένο μαλλί;"(Επάγγελμα-βυτιοφόρο)
Τ.¨Ε,ναι δίκιο έχεις"
Θ."Τα προσέχω,βάζω μαλακτικές"
Τ."Εγώ δε βάζω"
Θ."Πιάσε τα μαλλιά μου-δεν είναι πολύ απαλά;"
Τ."Ναι,ναι"(Από μεσα μου-φύγε ή κέρνα,φύγε ή κέρνα)
Φεύγει.
Πάω σε αυτόν που βάζει μουσική."Καφάση έχεις;" Με κοιτάει με το βλέμμα του καγκουρώ.
(Εσωτερικά-βρε άι σιχτίρ.Με κερνάει πούρο,με κερνάει Ούρσους σφηνάκι.Δεν ξέρει να καπνίζει πούρο-το καπνίζει σαν τσιγάρο.)
Τ."Δεν καπνίζεται έτσι το πούρο ρε"
Α.(Που βάζει τη μουσική)¨"Αλλά;"
Τ."Δεν κατεβάζεις τον καπνό ρε" (όρνιο)
Α-βλέμμα κοάλα-εναλλαγή με βλέμμα τι λέει η μουρλή."Δείξε μου"(Βλέμμα λάγνο-του στραβισμού)
Τ.Παίρνει το πούρο,το καπνίζει αδιάφορα.Βλέμμα πέρα βρέχει-άντε και γαμήσου.
Μαγαζάτορας κερνάει ποτά-ευγενικό παιδί,τον ξέρω από πιτσιρίκα."Δεν με καταλαβαίνει η γυναίκα μου"
Τ." Να μην την παντρευόσουνα"
Μαγαζάτορας ή Γ."Δίκιο έχεις"
Χορεύει "Μια ζωή πληρώνω αμαρτίες αλλωνών"-άχαρα.Υπό άλλες συνθήκες θα με πείραζε-τώρα είμαι ζαλισμένη.Και το ζώον ο Α.δεν έχει Στέλιο.
Συνεχίζουν τα ζειμπέκικα.Άχαρα,όλοι.Κι άλλα σφηνάκια,τα χύνω κάτω-θέλω να ξυπνήσω νωρίς.Μητροπάνος,Ρίτα.'Ολοι τύφλα.
Παίνω την Ε. αγκαζέ και την πάω σπίτι της-είδε μια οχιά στο δρόμο-όχι από τις δίποδες,αυτές που έρπουν,και φοβάται.Γυρνάω στο δικό μου σπίτι.
Καφές,ύπνος.
Πρωινό ξύπνημα-λέμε τώρα.Εφημερίδα,μπουγάδα,τα ρούχα μου μυρίζουν αλκοόλ και μπαγιάτικο άρωμα.Κοκτέιλ αρωμάτων μάλλον.Κάνουν μπάνιο στο Tide.
Εγώ κάνω μπάνιο με αφρόλουτρα από δείγματα περιοδικών-λέει κάτι για εκχυλίσματα από ελιά.
Bepanthol για την ξηροδερμία και μια μέρα που πήγε χαμένη.
Thursday, July 06, 2006
Τα τραγούδια της Χαρούλας.Στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου,τότε,σε ένα φιατάκι,μπλε.
"Μπαμπά,ζαλίζομαι".Τι με ζάλιζε;Οι στροφές ή τα λόγια,"Σε πέντε ώρες ξημερώνει Κυριακή,κι εγώ που σ' έχασα και όλα στα χω δώσει,με κάτι ρέστους θα τη βγάλω ως την αυγή,γιατί μόνο αυτός που έχασε τα πάντα στη ζωή μπορεί να νιώσει";
Κάθε μέρα βλέπω το "Περί ανέμων και υδάτων" στην τηελόραση.Και η ζωή δεν είναι παραμύθι,αλλά μερικές στιγμές της μπορούμε να τις κάνουμε.΄Εστω με ένα ραγισμένο σερβίτσιο,κίτρινο σαν ηλιοτρόπιο.
Όταν βλέπω τη σειρά αυτή,θέλω να καθαρίσω το σπίτι μου.Παρέα με τις γειτόνισσες,να αερίσουμε τις κάμαρες να μπει το φρέσκο βοριαδάκι,να γυαλίσουμε ασημικά,να πλύνουμε κουρτίνες.
Αλλά η ζωή δεν είναι σειρά.Ειδικά στην επαρχία,που οι γείτονες σε κοιτάνε με μισό μάτι και αρχίζουν τα ψιθυρίσματα και τα σπίτια τους ζέχνουν λίπος.Που εξετάζουν την κάθε ίντσα του σώματός σου να δουν αν πάχυνες.
Κοιτάζω την τουαλέτα και τον καθρέφτη που ντύνομαι κάθε πρωί στην κάμαρά μου.
Ψεύτικα κοσμήματα,δώρα από πελάτες,ένα μπουκάλι άδειο κολώνιας,ροδάκινο από το Body Shop (βέβαια) που μου έκαναν δώρο στα 17,το μόνο ενθύμιο από εκείνον τον εφηβικό έρωτα.
Ακόμα μυρίζει.Κοκκαλάκια για τα μαλλιά.Λευκά βότσαλα.Καθρέφτης στολισμένος με κάρτες γύρω γύρω,ένας φούρνος στο Μπρούκλυν,5 σεντς το καρβέλι,βενζινάδικο στον αμερικάνικο νότο,τρεις μαυροντυμένες κοπέλες σε ένα δάσος,περιτριγυρισμένες από την ομίχλη.
Κατά τα άλλα, έχει απαγορευτικό και νοσταλγώ κάτι ξεχασμένες κουβέντες και ψίθυρους.
"Μπαμπά,ζαλίζομαι".Τι με ζάλιζε;Οι στροφές ή τα λόγια,"Σε πέντε ώρες ξημερώνει Κυριακή,κι εγώ που σ' έχασα και όλα στα χω δώσει,με κάτι ρέστους θα τη βγάλω ως την αυγή,γιατί μόνο αυτός που έχασε τα πάντα στη ζωή μπορεί να νιώσει";
Κάθε μέρα βλέπω το "Περί ανέμων και υδάτων" στην τηελόραση.Και η ζωή δεν είναι παραμύθι,αλλά μερικές στιγμές της μπορούμε να τις κάνουμε.΄Εστω με ένα ραγισμένο σερβίτσιο,κίτρινο σαν ηλιοτρόπιο.
Όταν βλέπω τη σειρά αυτή,θέλω να καθαρίσω το σπίτι μου.Παρέα με τις γειτόνισσες,να αερίσουμε τις κάμαρες να μπει το φρέσκο βοριαδάκι,να γυαλίσουμε ασημικά,να πλύνουμε κουρτίνες.
Αλλά η ζωή δεν είναι σειρά.Ειδικά στην επαρχία,που οι γείτονες σε κοιτάνε με μισό μάτι και αρχίζουν τα ψιθυρίσματα και τα σπίτια τους ζέχνουν λίπος.Που εξετάζουν την κάθε ίντσα του σώματός σου να δουν αν πάχυνες.
Κοιτάζω την τουαλέτα και τον καθρέφτη που ντύνομαι κάθε πρωί στην κάμαρά μου.
Ψεύτικα κοσμήματα,δώρα από πελάτες,ένα μπουκάλι άδειο κολώνιας,ροδάκινο από το Body Shop (βέβαια) που μου έκαναν δώρο στα 17,το μόνο ενθύμιο από εκείνον τον εφηβικό έρωτα.
Ακόμα μυρίζει.Κοκκαλάκια για τα μαλλιά.Λευκά βότσαλα.Καθρέφτης στολισμένος με κάρτες γύρω γύρω,ένας φούρνος στο Μπρούκλυν,5 σεντς το καρβέλι,βενζινάδικο στον αμερικάνικο νότο,τρεις μαυροντυμένες κοπέλες σε ένα δάσος,περιτριγυρισμένες από την ομίχλη.
Κατά τα άλλα, έχει απαγορευτικό και νοσταλγώ κάτι ξεχασμένες κουβέντες και ψίθυρους.
Tuesday, July 04, 2006
Ο αέρας φυσάει,το κύμα φτάνει μέχρι τις εγκαταλελειμμένες καμπίνες,αγριεμένο,καπνίζω Καρέλια,και στην πρωινή μου βόλτα στην παραλία ανακάλυψα:Το κύμα είχε ξεβράσει τα εξής σήμερα:Καπάκια από χλωρίνες,(ως συνήθως),ένα παιδικό παπούτσι γαλάζιο,ένα κίτρινο σφουγγάρι μπάνιου και ένα νεκρό πουλί.Γκρίζο.Το μόνο μη φθαρμένο.
Κάνει κρύο αλλά ιδρώνω.
Όλα γκρίζα.Κι εγώ λιμάρω τα νύχια μου με λίμα που έχει πάνω μωβ αστερίες.
Κι όταν μάθω να σ΄αντέχω τότε δε θα θέλω να σε έχω πια...
Κάνει κρύο αλλά ιδρώνω.
Όλα γκρίζα.Κι εγώ λιμάρω τα νύχια μου με λίμα που έχει πάνω μωβ αστερίες.
Κι όταν μάθω να σ΄αντέχω τότε δε θα θέλω να σε έχω πια...
Sunday, July 02, 2006
Ο Γιάννης Ξανθούλης με μια νεροκολοκύθα στο χέρι στον κήπο του,στο κέντρο της Αθήνας.
"Μετα την ηλικία των πενήντα τελειώνει η εποποιία της τυρόπιτας και αρχίζει η εποποιία της χοληστερίνης.Είναι επειδή ο προορισμός μας αρχίζει σιγά σιγά να τελειώνει και η φύση δεν μας θέλει.Γι' αυτό μας στέλνει ότι κακό υπάρχει.Για να μας εκδικηθεί.Και αρχίζουν οι φαλάκρες,οι καρδιοπάθειες,οι καρκίνοι..Είναι λάθος που επεμβαίνει η επιστήμη για να μας διατηρήσει".
Λίγο παρακάτω."Εγώ τον χρόνο τον μετράω από τα ρούχα που φοράω.Και τα κοινόχρηστα που πληρώνω.".
Παρακάτω." Στην οικογένειά μου γελούσαμε πολύ με τους εαυτούς μας.Ήμασταν το πατρόν της γελοιότητας."(Κι εμείς...)
Ο Θάνος Αλεξανδρής σε άρθρο του."Όλοι εσείς που λατρεύετε τη Μπήλιω δεν αντέχετε να βλέπετε γυναίκες χωρίς δεύτερο βρακί να μιλάνε για πάθος.Ίσως μερικοί από σας να βλέπετε τη ζωή που δε ζήσατε."
Αλλά στο κάτω κάτω,ίσως κι εγώ να μην έχω γνώμη,να μην δικαιούμαι να έχω γνώμη.Νοικοκυρά είμαι.Και ενίοτε (έως πολύ συχνά)κακή.Σήμερα παραλίγο να βάλω χλώριο αντί για νερό στο σίδερο.Μια φορά έβαλα τσίπουρο.Ε,διάφανα είναι και τα δυο.
Μήνυμα από το υπεπέραν;Κουκλίτσα μου αστο το ρημάδι,δε σε θέλει.
Αλλά δε με νοιάζει,γιατί φυσάει και τα βασιλικά μου μυρίζουν όμορφα.
"Μετα την ηλικία των πενήντα τελειώνει η εποποιία της τυρόπιτας και αρχίζει η εποποιία της χοληστερίνης.Είναι επειδή ο προορισμός μας αρχίζει σιγά σιγά να τελειώνει και η φύση δεν μας θέλει.Γι' αυτό μας στέλνει ότι κακό υπάρχει.Για να μας εκδικηθεί.Και αρχίζουν οι φαλάκρες,οι καρδιοπάθειες,οι καρκίνοι..Είναι λάθος που επεμβαίνει η επιστήμη για να μας διατηρήσει".
Λίγο παρακάτω."Εγώ τον χρόνο τον μετράω από τα ρούχα που φοράω.Και τα κοινόχρηστα που πληρώνω.".
Παρακάτω." Στην οικογένειά μου γελούσαμε πολύ με τους εαυτούς μας.Ήμασταν το πατρόν της γελοιότητας."(Κι εμείς...)
Ο Θάνος Αλεξανδρής σε άρθρο του."Όλοι εσείς που λατρεύετε τη Μπήλιω δεν αντέχετε να βλέπετε γυναίκες χωρίς δεύτερο βρακί να μιλάνε για πάθος.Ίσως μερικοί από σας να βλέπετε τη ζωή που δε ζήσατε."
Αλλά στο κάτω κάτω,ίσως κι εγώ να μην έχω γνώμη,να μην δικαιούμαι να έχω γνώμη.Νοικοκυρά είμαι.Και ενίοτε (έως πολύ συχνά)κακή.Σήμερα παραλίγο να βάλω χλώριο αντί για νερό στο σίδερο.Μια φορά έβαλα τσίπουρο.Ε,διάφανα είναι και τα δυο.
Μήνυμα από το υπεπέραν;Κουκλίτσα μου αστο το ρημάδι,δε σε θέλει.
Αλλά δε με νοιάζει,γιατί φυσάει και τα βασιλικά μου μυρίζουν όμορφα.
Subscribe to:
Posts (Atom)