Wednesday, April 30, 2008

μέσα στη ζέστη των σφαγείων


ο βαρύς χειμώνας της καρδιάς μου
ήταν ένας άντρας στα σφαγεία έλεγαν παλιά ,
εκεί στο δρόμο
τον έβλεπαν οι σεληνιασμένες
δεν έμαθα ποτέ αν ήταν αλήθεια
ανατριχίλα μέσα στις κουβέρτες μου
η ξαφνική ματιά μέσα στον καθρέφτη, ώρα μία και μισή
δεν έχω λόγια, έχω μόνο αναπνοές
να γείρω τα κουρασμένα μου βλέφαρα
άνθρωποι στο καράβι που κάνουν πως δεν με ξέρουν
δυο λεκέδες στο μπεζ μου φόρεμα
γύρω μου βλέπω κόκκινες, κατακόκκινες νύχτες .

Monday, April 28, 2008

my lament


i have the mean reds
η γλυκιά ζωή σαν σαντιγύ στο στόμα
με πιάνει ένα παράπονο
τι να απέγινε εκείνο το παιδί με τα γλυκά καστανά μάτια
που πάει ο έρωτας όταν φεύγει
είμαι το δικό σου παιδί
ζούσα μοναχός χωρίς αγάπη-πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη
και αναβλύζω από μέσα σου
αυτό το ρίγος από τα ακροδάχτυλά σου
το ροζ ηλιοβασίλεμα του κόλπου, τα γαλαζοπράσινα νερά
η αλμύρα μου, η δική μου αλμύρα
ξεχειλίζει από τις φλέβες μου και γυρνάει σε σενα

Saturday, April 26, 2008

σκέψεις σε γκρίζο


γκρίζος θαλασσινός αφρός, ελαφρύ κοκκίνισμα στα μάγουλα, and all that jazz, κάτι μικρές κουβέντες με φίλους, ειρωνικά βλέμματα που προσπερνάω, κουτσομπολιά, είναι καλύτερα από το να φυσάει κόκκινο χώμα, ίσως και να είναι δεν ξέρω, στέλνω ένα φιλί στην Αθήνα, η καρώ μου κουβέρτα, έχω ορθάνοιχτα μάτια, από μέρος σε μέρος, ο Τζόνυ Κας τραγουδάει στους βαρυποινίτες, ή γίνεσαι σκληρός ή πεθαίνεις, πόσο δύσκολο μου φαίνεται.
Δεν ξέρω να αποχαιρετώ, είμαι στάσιμη στο χρόνο, με πνίγει αυτή η απόσταση, με ζαλίζει αυτό που νιώθω, αλήθεια, πάντα ήμουν η δυνατή, πάντα, κρατιέμαι από την άκρη του κρεβατιού και νιώθω πως πεθαίνω, λίγο λίγο πως πεθαίνω.

Friday, April 25, 2008

on the brink


βρώμικες μπάρες, έντονα αρώματα, θλιμμένες φέτες λεμόνι, γυρίζω με τα πόδια, μαύρα νερά, ξέχασαν να ανάψουν τα φώτα, φέρτε μου λίγο καθαρό αέρα, nebraska, my name is joe roberts i work for the state, χαράζω με το πόδι μου γραμμές στο πάτωμα, τα χειρόγραφα του Χειμωνά στο κρεβάτι, επτά επί Θήβας.
Φέτος δεν είδα καμιά πεταλούδα, τα μαλλιά μου μπλέκονται, η μπλε ώρα, είναι άλλα τα νερά, μπορούν να τρελάνουν άνθρωπο λένε, ορκίζεσαι σαν στα νερά της Στυγός, κουμπώνω το πάνω κουμπί της μπλούζας μου, μου αρέσουν τα χάπι έντ αλήθεια, και οι καραμέλες βουτύρου, και οι βόλτες με το αυτοκίνητο στην επαρχία, κουμπώνω το πάνω κουμπί και βγαίνω.
Μεγάλη Παρασκευή. Για άλλη μια χρονιά, δεν θα τη ζήσεις.

Tuesday, April 22, 2008

σιωπηλή ένταση

Γκρίζα νερά και γκρίζες ημέρες, εγώ μια παραφωνία στα πολύχρωμά μου ρούχα, ποιο κακό θα συμβεί απόψε;

Και γυρνάνε οι ιστοί από τις αράχνες και τα αστέρια στον ουρανό και γυρνάνε και οι σκέψεις μου, μισή εδώ μισή αλλού, προσπαθώ να καθρεφτιστώ στα νερά και αντανάκλαση πουθενά.

Κακή τηλεόραση και μούχλα, εγκατάλειψη, το μέρος που μεγάλωσα γκρεμίστηκε, πάνε οι παλιές μου κρυψώνες και ιδρώτας της εφηβείας μου,ο καπνός του τσιγάρου μου και οι στίχοι με το κραγιόν στον καθρέφτη, τώρα όλα είναι και μυρίζουν σκόνη.

Ψεκάζω λίγη κολώνια στην άκρη του παπλώματος, πατρίδα μου είναι οι μυρωδιές ,άνθρωποι που γνώρισα κάπου, σε ένα τραίνο σε ένα πλοίο, που μοιραστήκαμε έναν καφέ και δυο τσιγάρα στα καταστρώματα, badlands, ο άνεμος στο πρόσωπό μου.

Κολλάω, κολλάω ολόκληρη, και περιμένω το κακό.



"Μαύρα είναι τα άλογα

Τα πέταλά είναι μαύρα

πάνω στις σκούρες κάπες γυαλοκοπούν

λεκέδες από μελάνι και κερί.

Τα κρανία τους είναι από μολύβι

γι' αυτό και δεν θρηνούν

με τα λουστρινένιες δερμάτινες ψυχές τους

κατηφορίζουν στο στενό "

Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

Monday, April 21, 2008

πλακόστρωτα


αυτά τα έρημα σπίτια στα νησιά
δεν βλέπω κατοίκους με παρακολουθούν πίσω από σφαλισμένα παράθυρα
πως αλλάζω πως χτενίζω τα μαλλιά μου
η βρώμικη παραλία με τις μαύρες σακούλες
τα έφηβα κορμιά των ιστιοπλόων στο κόκκινο νερό
η σκόνη του δρόμου στα μαλλιά μου
αγριομολόχες
μια θάλασσα μικρή είναι το καλοκαίρι μου
νεκρά έντομα
η θεά Άρτεμις στην αγχόνη δυο φουσκάλες στους αντίχειρές μου
τα νερά του Αχέροντα ανάμεσα στα πόδια μου
οι αράχνες πλέκουν ιστούς στα βλέφαρά μου
εγκατάλειψη
ο Πρόσπερο σε μια βάρκα- famous blue raincoat
δεν ήταν εκείνο για τη Νίκο, was torn at the shoulder
πουλόβερ fair isle για το βράδυ
πνίγομαι σε μια κουταλιά νερό
απελπισία
το μαρτύριο του Ταντάλου
όλη η σκόνη του κόσμου στους ώμους μου

Thursday, April 17, 2008

sweet bird of youth


παλιά εγώ και η Κ. γράφαμε κάρτες. Αγόραζε από μουσεία, αγόραζα από το ταχυδρομείο, και γράφαμε εκατοντάδες γράμματα. Ήταν τότε που καθόμασταν στην κουζίνα και λέγαμε χαζομάρες μέχρι ξημερώματα, και γράφαμε λατινικά τσιτάτα στα παράθυρά μας. Ήταν τότε που τα μάτια μας ήταν ορθάνοιχτα και θαυμάζαμε τον κόσμο. Και μου έστελνε κάρτες με πίνακες του Βεττριάνο και του Ώμπρευ Μπηρντσλευ. Και εγώ φυσούσα τον καπνό και κρατούσα το σπίρτο ένα δευτερόλεπτο πάνω από το μολύβι των ματιών μου για να λιώσει.
και πέρασαν τα χρόνια και μου λείπουν οι κάρτες, και αυτές που έπαιρνα με 10 πένες και εκείνες που μου έστελνε η Κ. Κανένας δε γράφει πια κάρτες, postcards from the edge που έλεγε και η ταινία, και αντί να έχω τα μάτια ορθάνοιχτα σηκώνω τους ώμους, και οι εποχές περνάνε χωρίς υγρά βλέμματα και πρησμένα χείλη.
Και μου λείπουν οι κακοφτιαγμένοι καφέδες και η αφέλειά μου.
Και τα πρωινά που περίμενα κάτι συναρπαστικό, και ίσω περίμενε και στην επόμενη γωνία, και ενθουσιαζόμουν με ο,τιδήποτε νέο μάθαινα.
Τώρα φοβάμαι τις αλλαγές, το δέρμα μου και το κάθε νεύρο του αντιδρά στην παραμικρή αλλαγή και το σώμα μου εκδικείται το παραμικρό. Και λείπω από τη σκηνή, τραυλίζω μισόλογα και προτιμώ τη σιωπή.
Μου λείπουν οι κάρτες, μου λείπει η αίσθηση του κρύου νερού στα βότσαλα, μου λένε πως δεν έχω αλλάξει και δεν πιστεύω πολλά πράγματα πια.
παράξενο να σου λείπει η αφέλειά σου...

Wednesday, April 16, 2008

oh,the days!


μισοπιωμένοι καφέδες στα τραπέζια , ανοιγμένα βιβλία στο πάτωμα ,κάτι αποσκευές μισοάδειες και άλλες μισογεμάτες ,χαίρομαι που φύσηξε βοριάς ," για ένα φιλότιμο" του Ιωάννου σε ένα σκαλοπάτι κάπου στα Πατήσια και κρυώνω, δεν έχω δίκιο να ανησυχώ, δυο γαλάζιες κηλίδες στα μάτια μου.
Εντίθ Πιαφ με συννεφιά στον Πλαταμώνα, Τζόνυ Κας στα Τέμπη, Jackson, Folsom Prison Blues, τα πιασμένα μου γόνατα και το σημάδι στη λεκάνη μου, τα εξουθενωμένα μου νεύρα και το τρέμουλο των ποδιών μου, Charade μισοτελειωμένο, δεν έχω δει ποτέ μύρτιλλα, τη χρώμα να 'χουν άραγε, ρούχα μουλιάζουν στη μπανιέρα, κόκκινες κηλίδες στα χέρια μου, τρομάζω τα βράδια με τη φωνή σου, αυτή η μυρωδιά της κανέλλας στο μαξιλάρι σου και ο τρόπος που γύριζες τις σελίδες, αυτές οι κόκκινες κηλίδες στα χερια μου και τα ψέματα που δε λέω, ο επιθανάτιος ρόγχος μου τέσσερα ξημερώματα στη σειρά, τρομάζω στο βοριά.

Sunday, April 13, 2008

Αυτή η υγρασία...

Με παραλύει αυτός ο καιρός,νιώθω νυσταγμένη,περιμένω να έρθει κάτι και δεν έρχεται ποτέ ,αυτή η άνοιξη είναι σα να κοιμάται βαριά ακόμα, είμαι κουραστική, άπληστη, νευρωτική, από τις λίγες φορές που δεν έχω κάτι να πω.
Έχω τη διάθεση να φωνάξω σταματήστε, δεν αντέχω άλλο, και έρχεται ένας βαρύς ήλιος, κάθομαι ώρες σιωπηλή και μελετάω βιβλία χιλιομελετημένα, όταν χαίρομαι νιώθω σαν βαμπίρ, η αυγή είναι η μόνη ώρα που με μαλακώνει .
Και δεν σε νιώθω. Ακούω να κάνουν σχέδια κι εγώ περιμένω ταχυδρομεία που δεν έρχονται και παλιότερες εποχές.
Ούτε η θάλασσα σώζει, δε μοιάζει με εκείνη των παιδικών μου χρόνων, με εκνευρίζει η ραθυμία, οι ήχοι ξένοι στα αυτιά μου, και αυτή η υγρασία λίγο λίγο με σκοτώνει.

Monday, April 07, 2008

beside the seaside



νιώθω πως θα έρθουν σιγά σιγά οι μεγάλες ζέστες

θέλω να νιώσω μια θέρμη στα γόνατά μου

αυτό το τσιμέντο με πληγώνει στα κέντρα των πόλεων

δεν έχω λέξεις, προτάσεις, εκφράσεις .

Θέλω να βλέπω ροζ χρώματα και γυμνά μπράτσα

νεράιδες στα φύλλα της καρυδιάς, λουλούδια οπιούχα και καρώ τραπεζομάντιλα

οι καθρέφτες μου λένε ψέματα .

τηλεοράσεις παίζουν στο λυκόφως των διαμερισμάτων

τεχνικολόρ όνειρα ξυπνούν τα ένστικτα της επιβίωσης

Sunday, April 06, 2008

Fasten your seatbelts





it's going

to be

a bumpy

night

-πως μου άρεσε που ήσουν τόσο όμορφη και ταυτόχρονα τόσο τρομακτική-

Saturday, April 05, 2008

shampoo suicide

στροβιλίζομαι σε καρώ φουστάνια και μαύρα πέταλα λουλουδιών
η μνήμη μου σε χαρτόκουτα κλειστά
σκόνη πάνω στα ράφια δυο τρεις σκηνές ταινίας
τα ταγκισμένα μου αρώματα τα κρύα μου χέρια
πέρασε ο χειμώνας δεν καταλαβαίνω τη μνήμη μου.
Χάνεσαι και εμφανίζεσαι.
Αυτό το μαύρο βελούδο των ταξιδιών σου
τα νευρικά σου δάχτυλα
το σημάδι από το τσίμπημα της μέλισσας τα αλκοολικά φιλιά σου
η πιπερόριζα που φύτρωνε στην αυλή σου η παιδική σου κουβέρτα.
Χάνεσαι και εμφανίζεσαι.
Με ανοίγεις σαν το κουτί της Πανδώρας κι εγώ,
ναρκωμένη, ξαναγυρνώ σε σένα.

Friday, April 04, 2008

dreams in polka dots


hush darling, you're a big girl now...

Wednesday, April 02, 2008

sea shells


Σήμερα
πέταξα όλα τα κοχύλια που είχα μαζέψει εκείνα τα κόκκινα απογεύματα
τα έριξα πίσω από τον ώμο μου κοιτώντας την ανατολή
ένας γλάρος στην προκυμαία αγνάντευε τη θάλασσα - εδώ , σκέφτηκα, ποτέ δεν κάνουν στάση τα αποδημητικά πουλιά
στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα σκορπίστηκα
θέλω τα όστρακα να αποκτήσουν ξανά ζωή
μέσα στη δαντέλα και τα θαλασσινά στενά
να βρουν αναποδογυρισμένες βάρκες
μηνύματα σε μπουκάλια
το νησί του Πρόσπερο
σκελετούς από καράβια με μαργαριταρένια δόντια
ντουβάρια από παλιά σπίτια αποικίες ψυχών
όλα τα γυαλιά από τα σπασμένα μπουκάλια κάθε μεθυσμένου αγοριού
και τους αφρούς από στόματα λυσσασμένων σκυλιών