Εκείνη ήθελε μόνο να είναι η μουσική στο μυαλό του.Τίποτε άλλο. Δεν την ενδιέφερε να κοιμάται δίπλα του ή να τρώει μαζί του το μεσημέρι, αν και μερικές φορές ονειρευόταν πως έπλενε τα ρούχα του κι έτσι ήταν όλη την ημέρα πάνω του σαν απειλή ή κάτι παρόμοιο που γράφουν και οι ποιητές.
Που δεν είχαν ιδέα από έρωτα έτσι κι αλλιώς.
Τα βράδια στο σταθμό ψιθύριζε πως πιο πολύ τα ελαττώματά του αγαπούσε, την απιστία του και την ανασφάλειά του, τις κρυφές του κινήσεις που ήταν επίτηδες φανερές.
Δεν ήταν πλανόδια δεν ήταν άστεγη δεν ήταν ναρκομανής, δεν είχε που να πάει και απλά περπατούσε χωρίς να σταματάει, έτσι τον είχε γνωρίσει κιόλας, ήταν και η άλλη δίπλα θυμάται, η φωνή της είναι μαλακή και στείρα, άρα εκείνη είναι η μουσική στο μυαλό του.
Η μελωδία, η καλογραμμένη παρτιτούρα, το πεντάγραμμο.
κι εγώ μια γοητευτική παραφωνία, ένα μουτζουρωμένο μάγουλο από το κραγιόν της άλλης.
θα ήθελα να με είχαν ερωτευτεί και οι δυο παραδέχεται.Να μιλάνε για μένα σαν σεληνιασμένοι έφηβοι και να χτυπάνε τα δόντια τους από νοσταλγία και στέρηση, να σχολιάζουν την ομορφιά μου και τα νιάτα μου και το σφρίγος μου και έτσι θα έρχεται πάλι και σε μένα η αγάπη, η αγάπη τους, η ξοδεμένη ζωή τους να γυρνάει σε μένα να τη γνέθω και να τους την ξαναχαρίζω, εσάρπες γάντια και φαιδρά αντικείμενα, να κολλάω τις σπασμένες πορσελάνες του γάμου τους.
να ζωντανεύουν τα στέφανα και να έρχονται στο δικό μου βρώμικο κεφάλι, στα δακρυσμένα μου μάτια από το κρύο και την ασιτία.
η μουσική στο κεφάλι του είναι ο πόθος που δεν είχα.
No comments:
Post a Comment