Μου αρέσει να ταξιδεύω με συννεφιά.Το Λαύριο έδειχνε ακόμα πιο μελαγχολικό μέσα στη συννεφιά που το αγκάλιαζε.Η θάλασσα ακόμα πιο γκρίζα.
Οι γάμπες μου κρύωναν στο καράβι,έπερεπε να χα βάλει παντελόνι.Τυλιγμένη με τη ζακέτα μου,πίνοντας τον άθλιο καπουτσίνο με την πάμπολλη κανέλλα για να ξεγελαστώ(πόσα και πόσα τέτοια)..χαιδεύοντας ένα μικροσκοπικό κανίς κουλουριασμένο στα πόδια μου,που ενίοτε ανέβαζε τα δυο του μπροστινά ποδαράκια κοιτάζοντας παραπονιάρικα,βλέποντας καθαρά Καβοκολόνες,Μακρονήσι,Τζια.
Αρμύρα στο κατάστρωμα,βρώμικοι λοστρόμοι.Κολλάνε τα χέρια.
Φτάνω με ήλιο και βοριά.Κύμα.Άδειασε το νησί.
"Στα σκοτεινά,με την κουβέρτα κουκουλώσου,το ξέρεις είμαι ο άνθρωπος σου..
¨Εξω οι φωνές,οι μουσικές και οι καταδίκες,τη ζωή μου άνοιξες και μπήκες.."
Διαβάζω το "the sea" του Μπάνβιλ.Το πάθος που πληρώνεται.
Μου αρέσει που η Γ.έφτασε καλά και είναι πολύ,πολύ ευτυχισμένη.
Κάποια μέρα θα γίνω κι εγώ.Αλλά δεν ανησυχώ,γιατί μπορεί να μαι και ήδη.
"Μακριά απ'το ξενύχτι των φαντάρων,το ξέρεις πως σε κουμαντάρω".
Εσένα,ζωή.
No comments:
Post a Comment