Καταφυγή στο κέντρο.Ο Ζώναρς γεμάτος ξανά,μια λεμονάδα στη στάση του λεωφορείου,ανεβαίνουν,κατεβαίνουν επιβάτες,αμίλητη με το τσιγάρο στο χέρι,βιτρίνες βιβλιοπωλείων,ένα κοριτσάκι στο καρότσι κρατάει σφιχτά μια κούκλα (μα που τη βρίσκει τόση δύναμη;)ταμεία θεάτρων,ένα μπουκάλι ροδόνερο σε μια βιτρίνα φαρμακείου κοντά στον Ευαγγελισμό.
Ζέστη-κρύο.Συζητούν για χειμερινά ταξίδια.Χριστούγεννα στην Πράγα και στο Βερολίνο.Στο Λονδίνο,στη Νέα Υόρκη.Για τον Παρνασσό που για άλλους είναι διακοπές και για μένα είναι δεσμός αίματος,το αίμα της μάνας.
Αισθάνομαι σαν την Αστραδενή που μόλις ήρθε απ'τη Σύμη.Εγώ δεν έχω πια κοτσίδες,δεν θυμάμαι αν είχα και ποτέ,μα κι εγώ αυτή την πόλη οικεία δεν την αισθάνομαι, μόνο ξένη,απρόσωπη,ένα κουκλοθέατρο χωρίς τέλος πάνω στα πεζοδρόμια.
"Πραγματικά θα μπορύσανε να ζήσουνε-αν θέλανε-οι κούκλες μέσα στο μουσείο.Όλα που χρειαζόταν ένα σπίτι τα είχε.Μόνο φαγητά δεν είχε.Αλλά οι κούκλες δεν χρειάζονται φαγητά...
Και το βράδυ θα βγαίνανε,λέει,στην αυλή κι απ' τις καμάρες θα βλέπανε κάτω το γιαλό με τα ηλεκτρικά φώτα και τις μουσικές των μαγαζιών και θα κουνάγανε το κεφάλι τους...
"Ότι -τάχα-πόσα πράγματα δεν προλάβαμε να δούμε και να ζήσουμε πραγματικά..."
Σκεφτόμουνα πάλι,ότι μετά από εκατό διακόσια χρόνια,μπορεί κι εγώ να ήμουνα κούκλα στο μουσείο...Θα μπορούσα να φοράω την ποδιά μου ή τη ζακέτα μου την κίτρινη με τα παπάκια,να χω τις κοτσίδες μου και να περναέι ο κόσμος να με βλέπει και να λέει:
"Τι όμορφα που ήταν ΤΟΤΕ τα κορίτσια!"
Εγώ θα τους ακούω-αλλά τα μάτια μου θα κοιτάνε μπροστά ακίνητα- και τα βράδια θα περπατάω κι εγώ μαζί με τις άλλες κούκλες στις αυλές και τα χαγιάτια και θα βλέπουμε από ψηλά το Γιαλό.
Τι θα βλέπουμε άραγε τότε..μετά από εκατό διακόσια χρόνια;.."
Προς το παρόν,ζω σε μια πόλη τοκογλύφο.Που οι άνθρωποι στα φανάρια μιλάνε μόνοι τους.
No comments:
Post a Comment