Σοκολάτα με κανέλλα.Έπιασαν κρύα.Ο ουρανός απειλητικός.
Που πήγαν οι γλάροι;Τα κομμένα μου δάχτυλα στο πληκτρολόγιο.Και τα δειλινά,μια φωνή,μου ψιθυρίζει,μυστικά,δε θα γυρίσεις πια.Αρρωστημένες αναπνοές.Ποτέ δεν έμαθα να ζωγραφίζω.
Όταν άρχισα να ξεχνάω,είπα τα μυστικά μου σε έναν κορμό δέντρου.Ξαναδιαβάζω τις "Στάχτες της Άντζελα".Ξαναδιαβάζω τη Θύελλα του Σαίξπηρ.Ξαναδιαβάζω παλιά προγράμματα του Εθνικού.
Βλέπω παράξενα όνειρα που δε θυμάμαι το πρωί.Νομίζω,φευγαλέα,πως βλέπω το πρόσωπό σου,το ειρωνικά σηκωμένο σου φρύδι.
Είμαι μετανάστης στον ίδιο μου τον τόπο.με ξεχνούν οι συγγενείς,οι φίλοι,οι γνωστοί.
Μεσημέρια ακούω τις τηλεοράσεις των γειτόνων.Με στριφογυρίζει μια κόκκινη κορδέλα.
Θα λυθούν τα μάγια στην επόμενη πανσέληνο.Παντρεύομαι τη μοναξιά μου και αλλάζω τα στέφανα με τους λεμονανθούς,μάνα νύφη και γαμπρός,στην εκκλησία όλοι οι καλεσμένοι φαντάσματα κι τα προσκλητήρια τυπωμένα με αίμα.
Το ουρλιαχτό ενός σκύλου.Σιωπή.
2 comments:
Πολυ καλο.
Μου αρεσει πολυ οπως γραφεις.
:)
Post a Comment