Sunday, December 30, 2012

σαν πανδώρα

δεν βραχήκαμε ένα βράδυ στα προάστεια και μετά να ξεσπάσουμε σε γέλια,δεν ξενυχτήσαμε μιλώντας και καπνίζοντας σε ένα πλοίο, δεν θα κάνουμε ταξίδια και δε θα αναρωτηθούμε αν η ζωή μας ήταν καλύτερη χωρίς τον άλλον. δεν θα βαρεθούμε τα απογεύματα και χωρίς να αρθρώσουμε κουβέντα θα κλείσουμε την πόρτα, ίσα ίσα ένας κόμπος κοντά στο λαιμό και ίσως με τον καιρό βρεθεί ο ένας στη σκέψη του άλλου,εκεί που σηκώνεσαι τη νύχτα να πιεις νερό, στο σταμάτημα ενός βήχα, εκεί που πιάνεις κάτι ψηλό από το ράφι ή μετράς τα κέρματά σου θα ακούγεται κάτι σαν τραγούδι του Πιατσόλα και εγώ με τη σειρά μου θα λέω τελικά δεν έγινα σκόνη, γκρίζα λευκή ωχρή πάντα εκεί. Σκόνη όμως.
και γονατισμένη θα συνεχίζει η μέρα και η πίκρα μας,βάζουμε στοίχημα κάθε μέρα μόνο και μόνο για να χάσουμε και να παρηγορηθούμε από αυτό.
και στάθηκα γυμνή μπροστά σου και ευάλωτη μα αυτό δε σημαίνει πως ακόμα δεν μπορώ να σε δαγκώσω χαιδεύοντας σου το χέρι.ακόμα και με την τελευταία σου ασπίδα πεσμένη στο πάτωμα,αν έχεις δύναμη δεν μπορείς να το κρύψεις, και αυτό, αυτό ειναι το δυσκολότερο από όλα.

Friday, December 28, 2012

η τελευταια πανσέληνος του 2012

Παπαδιαμάντης στο ραδιόφωνο και σκόνη στο γραφείο, λένε πως η Πανσέληνος θα φέρει τα πάνω κάτω μα έξω λαμπερό φως-και ξέρουμε πως το φεγγάρι καραδοκεί για να μας πει μην ξεγελιέστε, πέφτετε στα νύχια μου και τα λέπια μου τα ασημένια και σας δείχνω καθαρά αυτά που φοβάστε, δεν είμαι αρχαία μαγεία ούτε οι σεληνιακές θεές που λάτρεψαν και λατρεύονται.είμαι απλά η αλήθεια η γκριζόλευκη και η καθαρή, δεν κολακεύω σαν τον ήλιο που λέει λόγια και υπόσχεται φως, είμαι η δίδυμη αδερφή του και στο φως μου ακονίζουν μαχαίρια να ετοιμάσουν τις πληγές.
φολίδες και κρύο φως, με εμένα ξέρετε που βρίσκεστε, όταν γεμίζω σας δείχνω το δρόμο διαβάτες μου,όταν αδειάζω διασκεδάζω να σας βλέπω να χάνεστε,να φουσκώνετε σαν νερά και παλίρροια είμαι η μόνη σας δορυφόρος και πάνω μου διασκεδάζετε να βλέπετε σχήματα και ενοχές.
Οι γυναίκες το ξέρουν χρόνια σκέφτομαι, το ξέρουν μα καμιά δεν το παραδέχεται, omerta, με βλέπετε και δεν με ξέρετε όσο και να λάμπω μπορεί να είμαι μικρή ή μεγάλη μα πάντα εκεί, φακός ανάκρισης και τα κορίτσια που ξενυχτάνε στα παράθυρα με ένα παλτό ριγμένο στους ώμους και στην ψυχή, καθάρια και σκληρή με γωνίες που σας ματώνουν στα πιο παράξενα σημεία,μπορεί να τα έγραφα κι εγώ σε κάποιον κάποτε, μπορεί να ήμουν κάποτε κι εγώ κοπέλα σε ένα παράθυρο στην αυγή του χρόνου, μα δεν σας λέω, σας αφήνω να μαντεύετε και να κάνετε λάθη.

Thursday, December 27, 2012

boxing day

περπατάμε στα άδεια πλακόστρωτα, οπλισμένες με καφεινη και χοντρά παλτά, ήρθε για λίγο ο ήλιος και μας χάιδεψε τα πρόσωπα, άρωμα eau des bienfaits, πορτοκάλι του αίματος και κέδρος, φαντάσου ένα απόγευμα στη Σικελία να κόβουμε λεμόνια από τις λεμονιές και να δαγκώνουμε τους χυμούς τους και να στάζουν στο σαγόνι και να γελάμε γιατί είναι όξινα και μυρωδάτα σαν τις ζωές μας και μας τσιμπάνε στη γλώσσα και το άρωμά τους μένει στα χέρια όσο και να τα πλύνουμε, να κόβουμε λεμόνια και να ακούμε Παγιουμτζή και Καλδάρα σε ένα μέρος θολό, κίτρινο και λευκό.
Και η ζωή συνεχίζεται και μετά από χλιαρές γιορτές, πέρασαν κι αυτές, φέτος καμία κάρτα και μαγκωμένες ευχές, όνειρα που είδα και είχαν μέσα πάλι ανθρώπους που έφυγαν αθόρυβα και μαλακά όπως έζησαν,παιδιά που μεγάλωσαν και μερικά που δεν μεγάλωσαν ποτέ, δεν έχει σημασία, ζουν κάτω από τις κουβέρτες τους σαν σε άλλη πολιτεία, σηκώνονται για να καπνίσουν και να κοιτάξουν λίγο έξω από το παράθυρο,και φέτος πέρασαν οι γιορτές, σε λίγο θα ξυπνήσω και θα είναι άνοιξη.

Wednesday, December 19, 2012

εμμονες

πόσο μου αρέσει να γράφω για κορίτσια λυπημένα με τσαλακωμένα φορέματα στο στρίφωμα, για νύχτες βροχερές και λουλούδια κίτρινα στο χρώμα του βουτύρου να ξεπροβάλλουν από το χώμα, για την κάμφορα  στις ντουλάπες μας για γραφομηχανές που λερώνουν τα χέρια οι κορδέλες τους
πόσο μου αρέσει να γράφω για τα μοναχικά αγόρια με ένα τσιγάρο μισόσβηστο στα δάχτυλα που σε φιλάνε ντροπαλά όσο σε κρατούν μέσα στο μαύρο τους παλτό να μην κρυώνεις και μετά μόνα τους γυρνούν σπίτι για να σε σκεφτούν μα δε στο λένε- για τα πράγματα τα αθώα, τα ευτελή που άλλοι προσπερνάνε, για καραμέλες με άρωμα βιολέτας , για μπαούλα ξύλινα με καλοδιπλωμένα λευκά μαντίλια.
Και να αναρωτιούνται όλοι-μα ακόμα σε αυτά δίνει σημασία? 
Ακόμα ένα γραπτό για μια αντανάκλαση στο τζάμι, τον απόηχο μιας φωνής, ένα σκισμένο γόνατο, μια άγρυπνη νύχτα ένα σκληρό πρωινό.
κι εγώ να απαντώ πόσο λαχτάρησα ένα απόγευμα στη θάλασσα, σε ένα καφενείο μαζί σου να λέω ας καούμε μαζί ας γίνουμε αφρός και όστρακα ας γίνουμε γλάροι-να σου γράφω σημειώματα και να μου απαντάς δεν χόρτασα  το δάκρυ σου που δεν κύλησε ακόμα

 

Tuesday, December 18, 2012

red.again.

όταν κρυώνω δεν έχω άμυνα, ο θάνατός μας είναι πάντα κρύος και υγρός σαν τη μέρα τη σημερινή, κρύοι και απροστάτευτοι βγαίνουμε από τις μανάδες μας και τα βράδια αναζητάμε εκείνο το πρώτο χάδι της κουβέρτας και της αγκαλιάς, της ασπίδας μας απέναντι στον κόσμο. 36.6 η θερμοκρασία μας μα η ψυχή σε υποθερμία, βάζω ένα σάλι στους ώμους χρώματος λαδί και ξαπλώνω κατάκοπη, είναι μια από αυτές τις μέρες που όλα τα υπολογίζω σε νούμερα, βαθμοί Κελσίου 15,τσιγάρα 7, φλιτζάνια καφέ 2. 
Το νερό μας κάνει καλύτερους προσπαθώ να ψελλίσω, αυτά τα δύο υγρά, αίμα και νερό από αρχή μέχρι τέλος, πηγάζω πηγάζεις ροή ποτάμι σου άνοιξαν το σώμα με ξυράφι και πετάχτηκε το αίμα σαν πίδακας για να κάνεις τη μεγάλη σου έξοδο ήδη σημαδεμένος από το σώμα της μάνας σου ήδη βαμμένος με χρώματα του πολέμου στην εφηβεία σου ρωτάς για την περίοδο την πρώτη φορά που κοιμάσαι με κάποιον τον ξαναβάφεις με χρώματα πολέμου για να σαγηνεύσεις διαλέγεις κόκκινα χείλη κόκκινα νύχια-τίποτε δεν έχει αλλάξει.
και η καρδιά σαν γροθιά σφιγμένη ρίχνει τυφλά χτυπήματα σε γνωστούς και αγνώστους.

Sunday, December 16, 2012

μυστικος χειμώνας

Τις Κυριακές του χειμώνα βλέπω γυναίκες με καλυμμένα κεφάλια. Φορούν μαντίλια κόκκινα ή μαύρα, σκεπασμένα κεφάλια και ένα δάχτυλο μπροστά στα χείλη, σα να σε καλούν να συνωμοτήσεις κι εσύ στη σιωπή τους-περπατούν σε ζευγάρια και στις τσέπες τους κρύβουνη όλες τις ξηλωμένες κλωστές από τα ρούχα μας και αποκόμματα παλιών εφημερίδων που γράφουν για καταιγίδες.
όταν ήμουν παιδί κατέβαινα από ένα μονοπάτι γεμάτο αγκάθια σε μια παραλία που κανείς δεν κολυμπούσε-γέμιζε σκουπίδια από το ρεύμα και πίσσες. Ήταν γεμάτη πλαστικά μπουκάλια και φύκια και πίσσες, μα τα νερά ήταν συνήθως ήρεμα και γαλήνια, έψαχνα να βρω ναυάγια και σημειώματα σε μπουκάλια, έβρισκα μπουκάλια χλωρίνης και μύριζε πετρέλαιο και αλμύρα, δεκάδες μπουκάλια χλωρίνης σφουγγάρια κουζίνας απορρυπαντικά και φύκια υγρά και κρύα και σκεφτόμουν πως γίνεται η θάλασσα να είναι άσχημη, μα πήγαινα τα απογεύματα λέγοντας πάντα πως πάω αλλού, δεν ήθελα να με βλέπει κανένας και μετά έτριβα τις πίσσες από πόδια και χέρια και γελούσα, είχα μυστικά έτσι όπως όλοι, ξεχνούσα το επόμενο πρωί πως είμαι οκτώ, έντεκα ή δεκατριών, με γοήτευαν τα παρατημένα πράγματα, τα απομεινάρια των άλλων, ένα φάντασμα των καλών τους στιγμών γλιστρούσε πάνω μου και το σκεφτόμουν το χειμώνα που ερχόταν όταν κλεινόμασταν μέσα στα σπίτια.
Ο χειμώνας δεν είναι σκληρός δεν είναι δύσκολος δεν είναι άπονος.Είναι άνδρας, ο χειμώνας, με μια μάλλινη χοντρή κάπα, μας βάζει από κάτω της τις νύχτες για να αισθανόμαστε ρωμαλέοι, έχει κοκκαλιάρικα χέρια και ρόζους, κρύβεται από τον κόσμο τον πολύ ξεγεννάει αρνάκια σε ξέφωτα και σπηλιές-δεν φοβάται το σκοτάδι και δεν γράφει αποχαιρετιστήριες επιστολές, μα συνοδεύει τις γυναίκες με τα μαντίλια σε βάρκες και τις βοηθάει να ανέβουν αόρατος.
 

Friday, December 14, 2012

κυκλάμινα

γιατί άλλα άσχημα νέα θέλω να πω, λέξεις που δεν καταλαβαίνω και δεν θέλω να τα καταλάβω, γύρω μου άνθρωποι που αναφέρουν ανθρώπους και βιβλία και τέχνες που δεν ξέρω, θέλω να πω μήπως το κάνετε επίτηδες, επίτηδες για να με κάνετε να νιώσω άσχημα και μετά βαθιά ανάσα,όχι όχι όχι μην σκέφτεσαι έτσι.
Χτενίζω τα μαλλιά μας όλα προς τα πίσω και τα πιάνω σφιχτά για να πω είμαι εκτεθειμένη δεν αφήνω να με προστατεύει τιποτα, γυμνός λαιμός για κάθε είδους βαμπίρ και χτυπήματα στο πίσω μέρος του σώματος, μόνο όταν παραδεχτείς πόσο ευαλωτος είσαι είσαι πραγματικά ανίκητος. 
Στο κρύο στην κακία στο θράσος, όταν ήμουν 12 χρονών στο βουνό στην Πάρνηθα σε ένα παρατημένο γήπεδο του μινι γκολφ και σε όλο το βουνό φύτρωναν κυκλάμινα και ήταν φθινόπωρο, ήταν όλα πράσινα με ροδαλές πινελιές τόσες δα και τώρα τα χρόνια μου εκείνα δεν υπάρχουν,κάηκαν και μου τα πήραν, δεν θέλω λύπη οίκτο ή λόγια δήθεν συμπόνοιας,μα εκείνοι που έφταιξαν να μου τα δώσουν πίσω ούτε καν το είχαν καταλάβει και αυτό και αν πονάει μετά από τόσα χρόνια.

Tuesday, December 11, 2012

ισημερίες

είναι όμορφες αυτές οι μεγάλες νύχτες του χρόνου, ανακατεμένα παπλώματα και κουβέρτες, λέμε ας έρθουμε έτσι πιο κοντά και ας μην το εννοούμε, ακόμα και όταν είμαστε μόνοι. Τα βαριά μας ρούχα είναι μια δικαιολογία, κλέβουμε άλλο ένα σοκολατάκι ή μια φέτα ψωμί και όσοι έχουν τζάκι αισθάνονται λιγότερο μόνοι με παρέα τη φωτιά.
Οι υπόλοιποι δολοπλοκούν και λοιδωρούν, μερικοί βλέπουν άσχημα όνειρα και προσεύχονται και λένε ας χαράξει, η μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου η μεγαλύτερη σκοτεινιά και ισημερία.
Εγώ θέλω να πω τύλιξέ με με τα βαριά σου πέπλα και αρωμάτισέ με, η καθαριότητα της παγωνιάς σου στην ανάσα μου, τα ροζ χρώματα πριν έρθεις και πριν φύγεις σαν κοχύλι δώσε μου, για να αντέχουμε ο ένας τον άλλον νύχτα μου, παρέα εσύ στα πάπλωμά μου.
 

σπίθα

ακόμα και όταν δεν κάνω λάθη με μαλώνουν.καμιά φορά το να είσαι θύμα εξιλαστήριο γίνεται επάγγελμα,προσφέρεσαι κιόλας χωρίς λόγο για να πάρεις το βάρος των άλλων, λες φταίω εγώ κοιτάξτε με κατηγορήστε με, μη μπαίνετε σε κόπο θα σας γλιτώνω εγώ από τη φθορά κάθε φορά, σηκώνεις το χέρι και λες εγώ, ίσως έτσι να σας κάνω να με αγαπήσετε.
και βέβαια ποτέ δε σε αγαπούν έτσι, μα συνηθίζεις να σηκώνεις εσύ τα βάρη και μπορεί και να τα αγαπάς.
και η σπασμένη φωνή της Βίκυς συμφωνεί, το χω πάρει απόφαση και δεν πάει άλλο, έργο και υπόθεση λάθος μου μεγάλο, και θα δίνω μόνο στο δικό σου πόνο κάτι Κυριακές, για να βρίσκει πρόφαση το δικό σου δράμα όταν θα με θες, μα πως γίνεται να συνηθίζεις τη θυσία που κάνει με το όνομά σου ρίμα, και σκέφτεσαι μα από κάπου πρέπει κι εγω να πιαστώ.
Έστω από δύο σταγόνες αρώματος, την πορτοκαλί φωτιά απέναντι, έστω για δυο σταγόνες αγάπης που δε θα πάει χαμένη, θα πάει και θα βρει τους απελπισμένους και για ένα λεπτό ίσως δουν, ίσως δουν μια δυο σπίθες να ανάβουν στα κρύα τους τα χέρια.


Sunday, December 09, 2012

της αγίας άννης

τα πεζοδρόμια αχνίζουν χειμωνιάτικα. μπήκε για τα καλά το κρύο, δεν σβήνω το βράδυ τις φωτισμένες χιονονιφάδες στο σαλόνι, χιονονιφάδες και κόκκινες πιπεριές τι αστείος συνδυασμός, μαζί με τα ξεραμένα μου χέρια που καμιά κρέμα δε θεραπεύει.
Ξεραίνονταν τα χέρια της Αγίας Άννας από τις δουλειές και τα πλυσίματα των ρούχων της μικρής Μαρίας? Κρύωνε? Τότε ήταν βέβαια απλά Άννα. Και ήθελε πολύ ένα κοριτσάκι κι ας της ξέραινε τα χέρια και τις θηλές τρώγοντας-να το ντύνει στα λευκά και να του στρώνει τη χωρίστρα.
Στον ύπνο μου έρημοι σταθμοί τραίνων και δρομολόγια, αγκαλιάζω τα γόνατά μου στο στήθος, τα γόνατα είναι λέει το πιο άσχημο μέρος του σώματος, κοκκαλιάρικα και ισχνά και οστεώδη, η φούστα πρέπει να τα κρύβει μα εγω τα βλέπω καθαρά, της μάνας μου μάζευαν υγρό και στρογγύλευαν,φούσκωναν σα μάγουλα, πρησμένα γόνατα γυμνά χειμώνα καλοκαίρι που δεν απολογούνταν.
σταθμοί τραίνων και τα σώματα και τα πρόσωπα, υγρά μάγουλα και γόνατα στο στήθος, τις Κυριακές είμαι αόρατη και παρατηρώ, είμαι όλες οι γυναίκες χάρτες, σταθμοί τραίνου και στάσεις.

Thursday, December 06, 2012

minestrone

η passata κοχλάζει μέσα στην κατσαρόλα, ζωμός λαχανιών και ψιλά ψιλά μακαρόνια, η συσκευασία γράφει ditallini, πόσο μου αρέσουν οι φουσκάλες μέσα στην κατσαρόλα, μαλακώνουν σαν το βούτυρο στον ήλιο, ατμός που φεύγει σαν τον ήλιο το απόγευμα μας τυλίγει, δεν σου γράφω για να σε καλέσω να φάμε, θα ήταν όμορφο μα όχι σήμερα, πόσα πράγματα πρέπει να κάνει ένας άνθρωπος μόνος του για να τα εκτιμήσει, το μοναχικό μαγείρεμα το μοναχικό φαγητό, το ένα πιάτο στο τραπέζι, το ένα ποτήρι, το ένα κουτάλι, το τσιγάρο στο μπαλκόνι έξω και δυο τρεις αναστεναγμοί, λίστες για ψώνια για έναν άνθρωπο, μια σοκολάτα, ένα μικρό γάλα ίσως δύο πορτοκάλια, οδοντόκρεμες στη μικρότερη συσκευασία όχι για εμάς τα οικογενειακά μεγέθη, με μια και μοναχική σακούλα γυρίζουμε στο σπίτι, η ταμίας μας γνωρίζει πια, με γνώριμο βλέμμα μας βοηθάει να βάλουμε τα ψώνια στη σακούλα,ίσως και εκείνη να ελπίζει να δει μια μέρα γεμάτα καρότσια και να ρωτήσει αν έχουμε τραπέζι, μα κι εκείνης της πονάνε τα πόδια τόση ώρα καθισμένη και δε θα ρωτήσει, συνήθισε τα μοναχικά πορτοκάλια μας και τα λίγα μας καρυκεύματα.

Wednesday, December 05, 2012

κάστανα.chestnuts.

Θα έρθουν φέτος τα Χριστούγεννα μα τα δώρα που θα ανταλλάξουμε ίσως και να μην έχουν αξία, δε θα έχουμε όρεξη ούτε για πολύχρωμα στολίδια ούτε για διάθεση, με κόπο θα σηκώνουμε το τηλέφωνο για να ευχηθούμε, ίσως εγώ αγοράσω ένα βιβλίο και στο χαλάκι του πατρικού μου στο σαλόνι σκύβω για να δω τις σελίδες στο μισοσκόταδο. 
Λέξεις όπως προδοσία. Απογοήτευση.  Λέξεις όπως θράσος, φόβος, δειλία. Αγάπη, συντροφικότητα, εμπάθεια.
Λέξεις όπως ταπείνωση. Σκορπισμένες πάνω σε λευκό φόντο τα μαύρα τυπωμένα σημάδια, τα φώτα στο τζάμι ξέρουν περισσότερα από όσα ξέρω εγώ, κάπου ακούγονται φωνές μα φέτος όχι γλέντια όχι τραγούδια ούτε Τζούντυ Γκάρλαντ και γιρλάντες. Μόνο στιγμιαίος καφές σε ραγισμένα φλυτζάνια, πέρασαν οι γιορτές των παιδικών μου χρόνων στα λόμπυ ξενοδοχείων τότε που λαχταρούσα αγγίγματα που δεν επιτρέπονταν και άνοιγα τα μάτια διάπλατα σε φλερτ, σε κρυφά ψεκάσματα με μεγαλίστικες κολώνιες και τα μαλλιά ριγμένα στους ώμους, τώρα δε θέλω να με αγγίξεις στα μαλλιά ο αυχένας μου νομίζει πως είσαι ο δήμιος του και ανατριχιάζει από φόβο
Και θέλω να σου πω, σώμα, έχω σώμα και έχω φωνή μα εσύ είσαι στέρεος και εγώ εξαυλωμένη μέσα στους φόβους μου και θέλω να ψήσουμε κάστανα στη φωτιά και να τα συνοδέψουμε με καφέ και κονιάκ σε μισοσκόταδα χωρίς να μιλάμε μα πάντα ξεχνάω να τα αγοράσω και τα κάστανα και τα ξύλα-και το κακό είναι πως το ξεχνάς κι εσύ.

Tuesday, December 04, 2012

πες

δεν κατάφερα να γίνω σαν τα άλλα κορίτσια, δεν έχω να πω ιστορίες για αγάπες έρωτες και φιλίες, να μιλήσω για φλερτ και βόλτες σε πλακόστρωτα, διακοπές και μαλώματα που μοιάζουν αστεία με τα χρόνια που ξεθωριάζουν σαν ρούχα αφημένα στον ήλιο και τη βροχή, δεν περπάτησα έφηβη σε σοκάκια επικίνδυνα με κρυμμένα στην τσάντα ψηλά τακούνια και κόκκινο κραγιόν, δεν παραπονέθηκα και δεν έκλαψα σε ώμους φίλων να πω είμαστε σύμμαχοι είμαστε ομάδα
όλοι μου είπαν σύνελθε σταμάτα να κλαις μη νοσταλγείς κι εγώ σκέφτηκα μα τότε εγώ θα πεθάνω και έτσι έκλεισα τις πόρτες και τις μαντάλωσα
με είπα Μπερνάρντα 'Αλμπα με είπα Τζελσομίνα με είπα Λώρα έβαζα μόνη αρώματα για να θυμάμαι πως έχω δέρμα και ιδρώτα
τα βράδια έκανα σημάδια στους καρπούς με τη μασιά του τζακιού αναμμένη σκεφτόμουν αν υπάρχουν και άλλες σαν κι εμένα να σαπίζουν πριν μεστώσουν
πες πως τράβηξα ένα δρόμο χωρίς παπούτσια στάζοντας πες πως ίσως κάποτε με γνώρισες πως ίσως καμιά φορά με θυμάσαι
όταν βλέπεις κάποια να καθρεφτίζεται σε βιτρίνες και να είναι αλλιώς η αντανάκλασή της, στις ουρές των ταμείων να περιμένει να πληρώσει ένα μολύβι νο 2 μόνο, με ένα λυτό κορδόνι, μυρίζοντας σαν μια πούδρα παλιομοδίτικη βιολέτα σε ένα κοριτσάκι στο καρότσι κρατώντας μια σπασμένη κούκλα
 

Monday, December 03, 2012

παράλληλες διαδρομές

ο ήλιος που δε θα κρατήσει πολύ, η καινούρια μου μπλε κατσαρόλα, κάποιος μου ζητάει ένα συνδετήρα,ένα πορτοκαλί φυτό στο μπαλκόνι, πυρόξανθο-δεν ξέρω το όνομά του μα το αμέλησα και διαλύεται στο μωσαικό.
Λες να με εκδικείται? Γεμίζω σελίδες και πιάνεται το χέρι μου το δεξί, κοιτάω τις γραμμές στην παλάμη μου μήπως άλλαξαν και εκείνες μα δε θυμάμαι. 
Τα βράδια με καλούν σε γάμους και δεξιώσεις, τα ρούχα στη ντουλάπα δεν είναι δικά μου και αγωνίζομαι να βρω κάποιο που να μου κάνει, να κατεβαίνει στο σώμα και να μη σταματάει και ο χρόνος με πιέζει, όλοι θα δουν τα χέρια μου, τα χέρια μου και δεν κάνει περπατάω πάνω στα πλακάκια και ξέρω ενστικτωδώς πως κάποιος είναι νεκρός
μακάρι να ήταν όλος ο κόσμος στρωμένος με μοκέτες για να μην ακούγονται τα βήματά μας τη νύχτα σκέφτομαι, άλλοι στα κρεβάτια και άλλοι στα πατώματα έτσι πάει.
κάπου σα να είδα το γκρίζο σου σακάκι στα φώτα των διοδίων ψαροκόκκαλο και σκέφτηκα να που εξαυλωθήκαμε τελικά το συζητούσαμε και έγινε 
ο καθένας χωριστά και ποτέ μαζί μα κανείς δεν υποστήριξε πως δεν κινούμασταν παράλληλα
 

Sunday, December 02, 2012

question time

κι όταν σε διώξω
από μένα
τι θα έχω πια
να νοσταλγήσω

Saturday, December 01, 2012

dolly

κι ας μην είμαι σαν τα άλλα κορίτσια
κι ας μου στέλνεις κρυπτογραφήματα και κομμένα κεφάλια τα Σαββατόβραδα
κι ας ζω σε ένα κουτί τυλιγμένο με λευκές κορδέλες
κι ας μην είναι τα χείλη μου αληθινά αυτό το χρώμα
κι ας είναι τα χέρια μου βαμμένα με τα χρώματα του πολέμου

κι ας είμαι σε ενα ράφι ακουμπισμένη
όρθια με τεντωμένο δέρμα
ή σε ένα σύνθετο φωτισμένη σε ειδικές περιπτώσεις
ατσαλάκωτη ανέκφραστη 

τουλάχιστον όταν ακούω μην λέτε πως δεν έχω ζωή
πως δεν βλέπω τα βράδια εφιάλτες όταν αστράφτει και βροντάει
μόνο και μόνο επειδή φοράω ένα φόρεμα καλοσιδερωμένο
και είναι ρόδινα τα μάγουλά μου