όταν κρυώνω δεν έχω άμυνα, ο θάνατός μας είναι πάντα κρύος και υγρός σαν τη μέρα τη σημερινή, κρύοι και απροστάτευτοι βγαίνουμε από τις μανάδες μας και τα βράδια αναζητάμε εκείνο το πρώτο χάδι της κουβέρτας και της αγκαλιάς, της ασπίδας μας απέναντι στον κόσμο. 36.6 η θερμοκρασία μας μα η ψυχή σε υποθερμία, βάζω ένα σάλι στους ώμους χρώματος λαδί και ξαπλώνω κατάκοπη, είναι μια από αυτές τις μέρες που όλα τα υπολογίζω σε νούμερα, βαθμοί Κελσίου 15,τσιγάρα 7, φλιτζάνια καφέ 2.
Το νερό μας κάνει καλύτερους προσπαθώ να ψελλίσω, αυτά τα δύο υγρά, αίμα και νερό από αρχή μέχρι τέλος, πηγάζω πηγάζεις ροή ποτάμι σου άνοιξαν το σώμα με ξυράφι και πετάχτηκε το αίμα σαν πίδακας για να κάνεις τη μεγάλη σου έξοδο ήδη σημαδεμένος από το σώμα της μάνας σου ήδη βαμμένος με χρώματα του πολέμου στην εφηβεία σου ρωτάς για την περίοδο την πρώτη φορά που κοιμάσαι με κάποιον τον ξαναβάφεις με χρώματα πολέμου για να σαγηνεύσεις διαλέγεις κόκκινα χείλη κόκκινα νύχια-τίποτε δεν έχει αλλάξει.
και η καρδιά σαν γροθιά σφιγμένη ρίχνει τυφλά χτυπήματα σε γνωστούς και αγνώστους.
No comments:
Post a Comment