Τσάι χωρίς ζάχαρη και τσιγάρα με γδαρμένο λαιμό,είπα να σου γράψω ένα γράμμα μα είπα να μάθω πια να ξεγράφω και όχι να γράφω, να σβήνω τα μελάνια από τα χέρια και τις στάχτες,να ξεχάσω τις ιστορίες που μου είπαν να γίνω πάλι αθώα με μάτια ορθάνοιχτα, να δακρύζω σε δρόμους και να μιλάω μόνη πάνω σε σκαμπώ,να πω σε ξένους αυτά που δεν πρόλαβα να πω, αυτά που μόνα τους μου έκλεισαν το στόμα,αυτά που πνίγηκαν βγαίνοντας ή που μου έδωσαν γροθιά, λόγια βαμμένα με κραγιόν ή καφείνη, λόγια δύσοσμα και άγευστα, κουβέντες που δεν άκουσαν οι τοίχοι, τα φώτα και τα μαξιλάρια, που μόνα τους έβαλαν ταινία λογοκρισίας.
Και μόνη μου αναρωτιέμαι αν άντεξαν οι τοίχοι των ψυχιατρείων και των έρημων κλιναμαξών, τις κραυγές που αντανακλούνται στη σιωπή και στο χιόνι του μυαλού, του υπόκωφου πόθου και της υπόκωφης άμυνας, της άμυνας που είναι η χειρότερη επίθεση γιατί το χέρι πονάει τα κρατάει το σουγιά και το σπαθί, τα δόντια τρίζουν και διαλύονται από τις κουβέντες που δεν ξεπλύθηκαν με στοματικό διάλυμα, δεν συγχωρέθηκαν και δεν ξεχάστηκαν.
και συνήθως δεν είναι τίποτα, είναι τρεις λέξεις,είναι φοβάμαι ή βοήθεια ή μη φεύγεις, ακόμα και αν δε φοβάσαι ή δεν χρειάζεσαι βοήθεια, μα αντί για αυτά ψελλίζεις είμαι καλά αντέχω μη φοβάστε.Γιατί το να καθησυχάζεις είναι το πιο κουραστικό πράγμα στον κόσμο,κουράζεσαι η ίδια που το ακούς και σε κάνει να θες να ξαπλώσεις άλλη μια φορά στα πλακάκια,στο ξύλινο πάτωμα ή στο παιδικό σου κρεβάτι και να κοιτάς πάλι
όπως τότε που ήρθες στον κόσμο και δεν ήξερες να μιλάς πια,μόνο άγγιζες, ένιωθες και ήθελες και άλλο να μαθαίνεις.
No comments:
Post a Comment