Monday, October 22, 2012
οι λύκοι
δεν μου αρέσει να γράφω για ανθρώπους ζωντανούς, εκείνοι που συναντάω στο δρόμο και περνάνε σε γραπτούς λόγους έχουν μέσα τους κάτι το πεθαμένο,μάτια χέρια μυρωδιά,δάχτυλα που γραπώνουν πριν για πάντα αποσυρθούν, μου αρέσουν και εκείνοι που δε μεγάλωσαν και αυτός είναι ο θάνατος ο πιο βαθύς ο πιο πένθιμος,στα μνημόσυνά του πάμε κάθε Κυριακή και ρίχνουμε λουλούδια και ανάβουμε κεριά, σαν το δαυλί που έκαιγε και όσο έκαιγε ο ήρωας θα ζούσε και οι ίδιοι το πετάμε στη φωτιά,δεν κλαίω δεν είμαι στενοχωρημένη αλήθεια,μου αρέσει να γράφω για φουσκονεριές και μπουγάδες και ασπρόρουχα,για λάμες που χτυπάνε στον τοίχο,για κιτρινισμένα φύλλα και μπουμπούκια την άνοιξη,για χρώματα που φεύγουν από καμβάδες όταν φυλακίζονται, το χρώμα τρέχει στον τοίχο βγαίνει στο μπαλκόνι τρέχει με τα νερά της βροχής στα λούκια για να πάει στη θάλασσα, και φέτος δεν θυμάμαι που έβαλα την ομπρέλα μου,μια ζωή χωρίς όπλα κινούμαι,χωρίς ομπρέλα και γάντια και καπέλο και πήρα τη στράτα κι έρχομαι μες στη βροχή και βρέχομαι,Τσιτσάνης στο ραδιόφωνο, και στρώσε μου να κοιμηθώ μα εγώ δεν έχω ύπνο, όλοι έχουν ύπνο και εγώ έχω μόνο φυγή και σταγόνες της βροχής γαλάζιες και λιλά και γκρίζο μια ζωή γκρίζο σε καμβά και πρόσωπο και χείλη,πάνω στα βουνά αλυχτάνε οι λύκοι και τέτοιες μέρες κατεβαίνουν με τα μάτια τους στοργικά να ξαπλώσουν στα πόδια κάτι κοριτσιών σαν και μένα.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment