Ξεκινάς πρωί από το σπίτι σου για να πας μια ρημαδοβόλτα,να πιεις έναν καφέ στο παγκάκι,να παρατηρήσεις τους περαστικούς,ίσως να δοκιμάσεις ένα καινούριο κραγιόν,να αγοράσεις ένα βιβλίο.Φοράς ένα μάλλινο φόρεμα,μια ζακέτα,κάλτσες μάλλινες μέχρι το γόνατο(έχει σημασία αυτό).Εισαι σεμνότατη δηλαδή.Κοιτάς τη δουλειά σου,όπως κάνεις συνήθως.Και αρχίζουν οι γύρω να κεντάνε χαριτωμένα."Έτοιμη για γαμήσι είσαι μωρό μου,τίποτα δε σου λείπει.".Το αγνοείς,πας παρακάτω.Συμβαίνουν αυτά,σωστά;Περπατάς παρακάτω,ακούς διάφορα παρόμοια.
Δεν είναι δικαίωμα κάθε γυναίκας να περπατάει στο δρόμο με την ησυχία της γαμώτο;
Αλλάζω θέμα.Θυμάστε τον 984;'Οταν άνοιξε;
Θυμάμαι να κάθομαι στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου,να παίζω μόνη μου με μια παλιά κούκλα,να της χτενίζω τα μαλλιά ίσως.Έπαιζε Κραουνάκη συνήθως,κυκλοφορώ κι οπλοφορώ,τα σκουριασμένα χείλια(τι δίσκος κι αυτός,ε;)την έξοδο κινδύνου."Πως γίνανε τα λόγια μας παράς που δεν περνάει;",το τραγούδι που με περιγράφει απόλυτα,αν ήξερες τις νύχτες μου ποιο ρεύμα τις φυσάει,θα μ' έπαιρνες στα χέρια σου σαν κάτι που σκορπάει,ζήτα μου ότι θες(αυτό δε μ'άρεσε και τόσο θυμάμαι),και τόσα άλλα...
Πώς γίνανε τα λόγια μας παράς που δεν περνάει λοιπόν;
No comments:
Post a Comment