Sunday, December 31, 2006

Απολογισμοί

Δεν πιστεύω στους απολογισμούς, στα ζυγίσματα, στις λογικές αποφάσεις. Δεν υπήρξα λογικός άνθρωπος και πολύ αμφιβάλλω αν θα γίνω στο μέλλον. Αλλά άλλη μια χρονιά φεύγει και αυτό, ναι, είναι γεγονός.
Τη χρονιά αυτή άρχισε το ημερολόγιο αυτό, γράφτηκαν σελίδες και σελίδες σε τετράδια, χύθηκαν δάκρυα και ακούστηκαν υστερικά γέλια, ακούστηκε Ενρίκο Καρούζο, Σουγιούλ και Σωκράτης, Κραουνάκης και Χατζιδάκης και τραγούδια από παλιό Χόλλυγουντ, αγοράστηκαν μερικά άχρηστα πράγματα ακόμα, υπήρξε άγχος και κάποιες εκατοντάδες φλυτζάνια εσπρέσσο, μια χρονιά που πήγα ελαχιστο σινεμά και διάβασα ελάχιστα βιβλία, μια χρονιά που γνώρισα καινούριους ανθρώπους και οι περισσότεροι με απογοήτευσαν αλλά υπήρξαν και πολλοί που με αποζημίωσαν με το παραπάνω, μια ακόμα χρονιά που μεγαλώνω και παραδόξως χαίρομαι γι' αυτό, με ταξίδια με το καράβι, με πιασμένη πλάτη, πολλες σπατάλες, άσκοπες βόλτες και ακόμα περισσότερα άσκοπα λόγια, κι έτσι κι αλλιώς τα χρόνια μετά το 2001 περνούν σα χειμερία νάρκη, με τους ανθρώπους που αγαπώ περισσότερο μακριά μου στα μήκη και τα πλάτη της γης, με κοσμήματα που αγόρασα και δε φόρεσα, άλλοτε με ροζ και άλλοτε με χλωμά μάγουλα ,άλλοτε με χαμηλωμένα και άλλοτε με ψηλό βλέμμα, λίγο σνομπ, να καλύπτει φόβους και κρίσεις ,τις περισσότερες φορές στο ξύλινο πάτωμα σαν άνοστο φαγητό,ή περιπλανώμενη στους δρόμους να χαζεύω περαστικούς και να κριτικάρω ειρωνικά.
Μα νιώθω πως ίσως η ειρωνία μου φεύγει σαν το χιόνι που λιώνει την άνοιξη.
Και θα κλέισω τα μάτια, και όπου με βγάλει.

Friday, December 29, 2006

If...

Εάν ήμουν ζώο,θα ήμουν ελάφι.Αν ήμουν πίνακας ζωγράφου,θα ήμουν του Χόππερ.
Αν ήμουν δέντρο,θα μουν αγριοκερασιά,να φιλεύω τους διαβάτες καρπούς.Αν ήμουν λουλούδι,θα μουν κρινάκι του αγρού.
Αν ήμουν τραγούδι θα μουν αρχοντορεμπέτικο.Αν ήμουν ποιήτρια,θα μουν η Ελίζαμπεθ Μπάρεττ Μπράουνινγκ.Αν ήμουν ταινία,θα ήμουν το "Μια υπέροχη ζωή".
Αν ήμουν τοπίο,θα μουν η θάλασσα κάτω απ'το γκρεμό.Αν ήμουν πόλη,θα μουν η Νέα Υόρκη,γεμάτη αντιθέσεις.Αν ήμουν κλασικό κομμάτι,θα μουν το Μπολερό του Ραβέλ.
Αν ήμουν καταραμένος ήρωας θα μουν ο Ρασπούτιν.
Αν ήμουν μαρκαδόρος θα μουν διάφανος.Αν ήμουν ποίημα θα μουν το "If" του Κίπλινγκ.Αν ήμουν χαρακτήρας καρτούν θα μουν ο Γκαρής απ'το Γουίνι.Αν ήμουν γλυκό θα μουν κρεμ μπρυλέ.Αν ήμουν θεατρικό έργο θα μουν το "Λεωφορείο ο Πόθος."Αν ήμουν όργανο θα μουν ακορντεόν.
Μα δεν είμαι τίποτα από όλα αυτά.Είμαι γυναίκα με σάρκα οστά και αίμα.Και ίσως έτσι,να ναι καλύτερα.

Wednesday, December 27, 2006

Τα τραίνα που φύγαν...

Το ποστ αυτό είναι αφιερωμένο στους μετανάστες.Ανθρώπους που μοίρα δεν είχαν και δεν είχαν τίποτα να χάσουν.Για άντρες που είχαν να παντρέψουν τις αδερφές τους και έστελναν στο σπίτι χρήματα,που πέθαναν τελικά από καρκίνο,από αναθυμιάσεις και κατέβαιναν κάθε μέρα" στου Βελγίου τις στοές" ,και δούλευαν βάρδιες νυχτερινές τορναδόροι και εργάτες ανειδίκευτοι στο Μάνχαιμ και στο Βούπερταλ και στο Τύμπινγκεν και στο Μόναχο.Που δούλευαν σερβιτόροι και μάζευαν τα λεφτά τους για μια μπύρα ,έστω,στις κακόφημες συνοικίες.Που έστελναν στις αδελφές τους κρέμα Νιβέα και καλσόν απ'το Κάρσταντ και το Κάουφχοφ.
Για γυναίκες που έφυγαν νύφες και άφησαν πίσω όσα ήξεραν για να μην τα ξαναδούν.
Για άντρες που κάθε Κυριακή πήγαιναν στους σταθμούς των τραίνων για να δουν αυτά που γυρνούσαν στο χωριό τους.
Για αυτούς που δεν άντεξαν και γύρισαν πίσω.Για άλλους που έγιναν προαγωγοί και για άλλους που άνοιξαν ταβέρνες με σπιτικά φαγητά-και ίσως πέθαναν από καρκίνο λόγω των αναθυμιάσεων που έβγαιναν απ'τη σχάρα,κάπνιζαν άφιλτρα Ρεβάλ και δε μιλούσαν πολύ.Για άλλους που έκαναν χρήματα,που πρόκοψαν και έγιναν ισότιμοι και όχι πολίτες δεύτερης κατηγορίας.Για άντρες που παντρέυτηκαν ξανθές γυναίκες και έκαναν ξανθά παιδιά-με σταρένιο όμως δέρμα.Που τα βράδια κρύωναν κάτω από την τριμμένη κουβέρτα.
Στην ακόμα βομβαρδισμένη μεταπολεμική Γερμανία και την Αμερική που άνοιξαν ντάινες.
Για το μίνι μάρκετ κοντά στο σπίτι που πουλάει ρωσικά προιόντα.
Για τους μετανάστες στον τόπο τους τον ίδιο.Για εκείνους που πέθαναν από τις αναθυμιάσεις των μαγκαλιών.
Και ας ακούγεται γραφικό-είναι μια πραγματικότητα.Και είναι και η πραγματικότητα η δική μου.
Για αυτούς που στο δέρμα τους δε χωράνε.Και κυρίως,για τον Γ.Κ και τον Χ.Κ.

Tuesday, December 26, 2006

Ίσως το πιο όμορφο χριστουγεννιάτικο ποίημα που γράφτηκε ποτέ

Christmas by John Betjeman

The bells of waiting Advent ring,
The Tortoise stove is lit again
And lamp-oil light across the night
Has caught the streaks of winter rain.
In many a stained-glass window sheen
From Crimson Lake to Hooker's Green.

The holly in the windy hedge
And round the Manor House the yew
Will soon be stripped to deck the ledge,
The altar, font and arch and pew,
So that villagers can say'
The Church looks nice' on Christmas Day.

Provincial public houses blaze
And Corporation tramcars clang,
On lighted tenements I gaze
Where paper decorations hang,
And bunting in the red Town Hall
Says 'Merry Christmas to you all'

And London shops on Christmas Eve
Are strung with silver bells and flowers
As hurrying clerks the City leave
To pigeon-haunted classic towers,
And marbled clouds go scudding by
The many-steepled London sky.

And girls in slacks remember Dad,
And oafish louts remember Mum,
And sleepless children's hearts are glad,
And Christmas morning bells say 'Come!'
Even to shining ones who dwell
Safe in the Dorchester Hotel.

And is it true? and is it true?
The most tremendous tale of all,
Seen in a stained-glass window's hue,
A Baby in an ox's stall?
The Maker of the stars and sea
Become a Child on earth for me?
And is it true?

For if it is,
No loving fingers tying strings
Around those tissued fripperies,
The sweet and silly Christmas things,
Bath salts and inexpensive scent
And hideous tie so kindly meant.
No love that in a family dwells,
No carolling in frosty air,
Nor all the steeple-shaking bells
Can with this single Truth compare
-That God was Man in Palestine
And lives to-day in Bread and Wine.

Δουλειά-Δουλεία

Και το βράδυ μπορείς να συναντήσεις τη Γυναίκα της Ζάκυθος,το Χάρο σαν τον Τζόελ Γκρέυ στο Καμπαρέ να κάνει οντισιόν,τη βοηθό του,την Αγγέλα και τη Μαρούλα και τη Ροδώπι,την πόρνη της αρχαιότητας που "απο δουλάρα έγινε ιεροδουλάρα και όλες οι δούλες της ρίχνουνε κατάρα",το γερο-νεγρο Τζιμ,τον Τρουφαλδίνιο του Γκολντόνι,το αγόρι που ζει με τη μαμά του στο Καλαμάκι και το βράδυ κάνει στριπτιζ,την Καλλιόπη από τον Πειρασμό του Ξενόπουλου που της την πέφτουν όλοι οι άντρες του σπιτιού "μα είναι κι αυτό κάτι,κυρία¨,να τραγουδάει Τσιτσάνη" καμεριέρα θες να γίνεις να σερβίρεις τα ποτά",τις Δούλες του Οξυ-ζενέ ίδιες με τη Νιτσα Τσαγανέα που "βαριόσαντε",την υπηρέτρια της Εκάλης με τον "καμπούρη Αντρέα και την κουλή απ'τη Μήλο",μια Κυριακή απόγευμα είχα έναν άνθρωπο κι έπιανα μπράτσο,και χρώματα και φωνές και μια οντισιόν που κανένας δεν παίρνει το ρόλο,κι ένα καμπαρέ αέναο σαν τη ζωή να περιφέρεται σαν ουράνιος θίασος,ναρκισσιστικά και με θράσος και αυτοσαρκασμό σε πείσμα των καιρών που ρίχνει μια γροθιά στο στόμα,γιατί όχι γαμώτο,δεν πεθάναμε ακόμα.

Monday, December 25, 2006

The journey of the Magi by T..S Elliott

The Journey of the Magi
"A cold coming we had of it,Just the worst time of the yearFor a journey, and such a long journey:The was deep and the weather sharp,The very dead of winter.
"And the camels galled, sore-footed, refractory,
Lying down in the melting snow.
There were times we regretted
The summer palaces on slopes, the terraces,
And the silken girls bringing sherbet.
Then the camel men cursing and grumbling
And running away, and wanting their liquor and women,
And the night-fires gong out, and the lack of shelters,
And the cities hostile and the towns unfriendly
And the villages dirty, and charging high prices.:
A hard time we had of it.At the end we preferred to travel all night,
Sleeping in snatches,
With the voices singing in our ears, saying
That this was all folly.
Then at dawn we came down to a temperate valley,
Wet, below the snow line, smelling of vegetation;
With a running stream and a water-mill beating the darkness,
And three trees on the low sky,
And an old white horse galloped away in the meadow.
Then we came to a tavern with vine-leaves over the lintel,
Six hands at an open door dicing for pieces of silver,
And feet kicking the empty wine-skins.
But there was no information, and so we continued
And arrived at evening, not a moment too soon
Finding the place; it was (you may say) satisfactory.
All this was a long time ago,
I remember,
And I would do it again, but set down
This set down
This: were we lead all that way forBirth or Death?
There was a Birth, certainly,
We had evidence and no doubt.
I have seen birth and death,
But had thought they were different;
this Birth wasHard and bitter agony for us, like Death, our death.
We returned to our places, these Kingdoms,
But no longer at ease here, in the old dispensation,
With an alien people clutching their gods.
I should be glad of another death.

Friday, December 22, 2006

Χριστουγεννιάτικο ποστ

Πάντα πίστευα πως τα Χριστούγεννα περνούσαν με ατελείωτα ρεβεγιόν και σαμπάνια.Μαύρα και κόκκινα φορέματα,οι γυναίκες έμοιαζαν με τη Χόλλυ Γκολάιτλυ και οι άντρες με τον Κάρυ Γκραντ,τον Έρρολ Φλυνν,τον Γκρέγκορυ Πεκ,τραγουδούσε ο Μπινγκ Κρόσμπυ,ο Σινάτρα,ο Ντην Μάρτιν,ο Τόνυ Μπένετ.Η Άβα Γκάρντνερ αστειευόταν στη γωνία,η Γκάρμπο πάντα μόνη σαν Σφίγγα,η Χέυγουορθ ανέβαινε να κάνει νούμερο με τη Λάιζα Μινέλλι και η Γκάρλαντ στην τουαλέτα έπαιρνε κρυφά τα αντικαταθλιπτικά της και τραγουδούσε σαρκαστικά "there's o business like show business".Και η Τέιλορ με το Μπάρτον τσακώνονταν.Αρώματα Creed,Joy του Jean Patou και Chanel.
Και μετά,ξαφνικά,δεν ήταν έτσι.Ανακάλυψα πως ο κόσμος κάθεται σπίτι και βλέπει βαρετά εορταστικά σόου οικογενειακά,αναλώνεται με βαρετούς συγγενείς και όλοι φοράνε πυζάμες,εκτός απ'τους νέους που γυρνούν με χανγκόβερ και με την απογοήτευση ζωγραφισμένη.Μυρίζοντας τσιγάρο και σπέρμα.Με τσαλακωμένα ρούχα.Με άθλια λαικά.
Και αποφάσισα πως θα τα περνάω μόνη στο δωμάτιο.Με πυζάμες μεν,αλλά τις καλές μου νυχτικές απ'το Παρίσι.Με σαμπάνια ατομική.Είχε εκπομπή ο Κώστας Θωμαίδης και έπαιζε τραγούδια απ'το σινεμά,Μαίρη Πόππινς και Όλιβερ Τουίστ,μιούζικαλ και Λούι Άρμστρονγκ,και αποσπάσματα απ'τη Λιλιπούπολη,στη ροδοζαχαρένια παραλία μιλούν ακόμα για τη Ρόζα Ροζαλία.Βλέπω το Σινεμά ο Παράδεισος.Τραγουδάω μόνη.
Και φέτος.Θα ακούσω Brothers Four,το "Green Fields". Θα διαβάσω τις Χριστουγεννιάτικες Ιστορίες του Παπαδιαμάντη.Και θα αφιερώσω το τραγούδι,όπως και το ποστ μου αυτό,στη μοναξιά μου.

Thursday, December 21, 2006

O Αχιλλέας αστροναύτης και η Τσέρυ στην αυλή με το κομπινεζόν

Είχαμε ένα καφενείο
και ένα πράσινο θρανίο κι ήρθαν κάτι γεγονότα
κι άλλαξε η ζωή
Κυριακή στην εκκλησία,"τι είναι ρε λογοκρισία;"
Αν ακούσεις Θεοδωράκη μπαίνεις φυλακή

Κι είχε ένα πουλί στα σπίρτα ζωγραφιά
κι ένα μαύρο φανταράκι μέσα στη φωτιά

Είχαμε έναν αστυνόμο μια πλατεία κι ένα δρόμο
κι όταν θέλαμε γυναίκα τρέχαμε με ορμή
έξω από την κάμαρά της,γυάλιζαν τα βλέφαρά της
μια κοτούλα η Ουρανία,πέντε οι πετεινοί

Κι είχε ένα πουλί στα σπίρτα ζωγραφιά
κι ένα μαύρο φανταράκι μέσα στη φωτιά

Είχε ο γάιδαρος σαμάρι και πατούσε στο φεγγάρι
μ΄ένα πόδι οαστρονάυτης μαύρο κι ασημί
κι όπως έπεφτε ησυχία ξαφνικά στην επαρχία
ένα αστέρι έπεσε στη γη

Με το Φώτη του μπακάλη,το Φανούρη του παπά
Ηρακλή και Αχιλλέα κι ένα αμίλητο Θωμά
Είχαμε ψηλά ταβάνια και απ'τις δέκα στα ντιβάνια
τηλεόραση ουράνια κι ήτανε πρωί
που έφυγε για την Αθήνα,όμορφη σαν την ελαφίνα
αγκαλιά με κάποιον άλλον,μάνα μου,η ζωή

Κι έκλαψα πολύ για κείνα τα φιλιά
που ποτέ δε σου χα δώσει,άδεια μου αγκαλιά
που φυγε για την Αθήνα όμορφη σαν ελαφίνα,αγκαλιά με κάποιον άλλον,μάνα μου,η ζωή..

Λίνα-Καλαντζόπουλος

Ουρανία,γούνινοι γιακάδες και φωτογραφίες

Η Γ. μου στέλνει φωτογραφίες της με μπύρες στο χέρι στο Μάλιμπου.Στο Χόλυγουντ και στον ωκεανό.Είναι πανέμορφη.Και έχει κάτι άλλο.Είναι ήρεμη.Κοιτάει με νάζι.Χαμογελάει.Λέει πως το τρυκ είναι να κάνεις παρέα με φωτογράφους.Δεν είναι αυτό.Και ξέρω τι είναι..
Μέσα στις ζακέτες με γούνινους γιακάδες νιώθω ευάλωτη.Χαιδεύω το μάγουλό μου με το γιακά.Κλείνω τα κουμπιά και βγαίνω.Διπλός εσπρέσσο και καθημερινότητα αδυσώπητη.
Δες,στο πάρκο φύτρωσαν μανιτάρια.Λες να να δηλητηριώδη;Γκρίζα με καπελάκια.Φύτεψαν και πανσέδες,μωβ,κόκκινους στα παρτέρια.Τα μανιτάρια κουτσομπολεύουν κρυφά τις νύχτες κάτω απ'τα καπελάκια τους.Ολονυχτίες με κατάνυξη μέσα στην πάχνη.
Μου χε μαγειρέψει γκούλας με άγρια μανιτάρια η Ε.Ο γάτος γυρνούσε ήρεμα στα πόδια μας κάτω απ'το τραπέζι και το ψωμί ήταν ζεστό.Τον αγκάλιαζα και γουργούριζε.Αρρώστησε στο τέλος της ζωής του,δεν έτρωγε.Είχε την πιο όμορφη παχιά γούνα.Μπεζ,γάτος του Σιαμ με γαλάζια μάτια σα χάντρες.
Ζω μετέωρα σαν εκκρεμές.Τεντώνω τα χέρια και σβήνω τα ίχνη,ακούω την Uranya και βγαίνω στην αυλή.
Πόσο θα θελα να βλέπαμε απόψε μαζί το "Two for the road"...

Tuesday, December 19, 2006

Συμβουλές

Τώρα που έρχονται γιορτές και πλησιάζουν δείπνα,συναντήσεις,έξοδοι,θέατρα και λοιπές συνάξεις,ε,να πω κι εγώ πέντε έξι πράγματα,μπας και βοηθήσω και βγούμε όλες(μαζί κι εγώ γιατί είμαι επιρρεπής)σε όσο λιγότερα εμφανισιακά λάθη για να μην ντρεπόμαστε όταν βλέπουμε φωτογραφίες μετά από λίγους μήνες κραυγάζοντας "θεούλη μου,τι σκεφτόμουν όταν έβαζα το χρυσό φουστάνι αυτό'.
Όταν πηγαίνετε για ψώνια,η πωλήτρια θέλει να κάνει τη δουλειά της,δηλαδή να πουλήσει για να πληρωθεί.Και τις μέρες αυτές είναι απασχολημένη.Δεν σκέφτεται να εξυπηρετήσει εσας,αλλα τον εαυτό της.
Κωδικός 1-Όταν σας λένε "δείχνετε πολύ εντυπωσιακή" δείχνετε απλά κιτς.Είτε είναι φόρεμα,μπλούζα,καλσόν,κραγιόν.
2.'Μην το βλέπετε έτσι,θέλει βραδινό μακιγιάζ,αξεσουάρ,τακούνια κλπ." Δεν σας πάει.
3.Μην το αγοράζετε αν τσιμπάει,ενοχλεί,γενικά σας κάνει να νιώθει άβολα.Δεν θα το βάλετε ποτέ και θα φορέσετε το ίδιο μαύρο κοντό φόρεμα που θα φοράνε όλες οι άλλες.Ή αν το φορεσετε,θα νιώθετε άβολα και θα φαίνεται.
4.Αν δεν ξέρετε να περπατάτε τα ψηλά τακούνια,μην αγοράσετε.Απλό.
5.Το πολύ κοντό-στενό-αστραφτερό-αν δεν είστε κάτω απ'τα 25 και έχετε αδυναμία στα μελομακαρονακουραμπιέδεςδίπλες,δεν σας πάει.
6.Πολύ μαύρη σκια+μάσκαρα+μολύβι=βαμπίρ.
7.Πολύ βαθύ ντεκολτέ.Μια λέξη.Στέλλα Μπεζεντάκου.Εκτός κι αν είστε η Στέλλα Μπεζεντάκου,οπότε καλωσορίσατε στο μπλογκ αυτό.Ή θέλετε να πετύχετε το λουκ Στελλίτσας,άρα βουρ.
8.Κι αν κάνετε λάθος,οι περισσότεροι θα μεθύσουν και δεν θα θυμούνται τίποτα.Και μάλλον θα μεθύσετε κι εσείς οπότε δε θα σας νοιάζει.
9.Και στο κάτω κάτω,η πρώτη ή η τελευταία θα στε;
10.Μην πιείτε όλη τη σαμπάνια.Αφήστε και για μενα,κανα μπουκάλι.Τουλάχιστον.
Άντε και καλές γιορτές,που μεταξύ μας δεν το βλέπω,γιατί πάντα χάλια είναι,αλλά έστω.

Monday, December 18, 2006

Στιγμές

Ο πατέρας μου σιωπηλός να δακρύζει πάνω στον τάφο του καλύτερου του φίλου στο Μάνχαιμ και να μου λέει "θέλω να μείνω μόνος μαζί του".Τα σιωπηλά μαθητικά μου χρόνια με τις συμμαθήτριες μου να μυρίζουν ckone,την κολώνια της μόδας τότε,και white musk του body shop.
Η πρώτη κρίση στα 12.Το βράδυ που είδα το "Trust" του Hal Hartley και το 'Τελευταία Έξοδος-Ρίτα Χειγουορθ" σε ένα κινηματογράφο κάπου στα Πατήσια,μήνας Μάιος μέσα στα τσιμέντα.Το κοριτσάκι της Ρ,να μου τραβάει το χέρι και να μου λέει επίμονα "φουστάνι,φουστάνι" στο νησί φέτος και να κουνιέται πέρα δώθε,και να παίζει με τη σφουγγαρίστρα σα να είναι κούκλα.Το παγωμένο πρωί που σχεδόν μύριζα το φρεσκοσπασμένο μου υμένα καθώς έπινα καφέ.Όλο το έρημο βράδυ στο αεροδρόμιο Stansted στην Αγγλία,πτήση για Βενετία,που έγραφα ημερολόγιο και διάβαζα το "Rings of Saturn" του W.G Sebald.Το βράδυ που σχεδόν έπαθα δηλητηρίαση από το αλκόολ και έτρεμα και νόμιζα πως πεθαίνω-ίσως και να πέθαινα.Το "Prozac Nation' της Elizabeth Wurtzel,Χαιδελβέργη και για πρώτη φορά το όνομά μου σε κουδούνι.Τα πρώτα ακριβά μου καλλυντικά, κραγιόν και βερνίκι rouge noir,Chanel.Οι αγκαλιές.Ο Φ.σε κρίση στέρησης.Τότε που οι φίλες μου σταμάτησαν να μου μιλάνε και έκαναν σα να ήμουν αόρατη.Το Η+Μ.Η Λολίτα του Ναμπόκοωφ,ο Κέρουακ.Να διαβάζω δυνατά Τ.Σ Έλλιοτ μόνη "I do not think that they will sing to me".Σεφέρης με δάκρυα.Να βάζω υγρό eyeliner,παγωμένα πρωινά σε σταθμούς τραίνων,η μέρα που ακουγα την Αράχνη του Σωκράτη πριν ταξιδέψω στην Οξφόρδη.Τα γαμημένα προάστια της Αθήνας,μπάνιο στη θάλασσα που δεν πίστευα ποτέ πως μπορεί να υπάρχει τόσο καθαρό και κρύο νερό.Ποτίζω τα λουλούδια στο χωριό με το παλιό ποτιστήρι του παππού.
Πασταλιάζω φύλλα καπνού στις Σέρρες,γονατιστή.Κλαίω στο θέατρο,σε ΕΚΕΙΝΗΝ την παράσταση με λυγμούς και την επόμενη μέρα βλέπω εκείνο το όνειρο.
Η μάνα μου στα μαύρα πλένει τον τάφο,Μεγάλη Παρασκευή.Ο Καζαντζίδης.Και πάντα κλαυσίγελος,πάντα.

Saturday, December 16, 2006

οι λύκοι..

Πρωινό με τραγούδια από μιούζικαλ και ναπολιτάνικες καντσονέτες,η Ντόρις Ντέυ του τεχνικολόρ μπροστά στο τζάκι,μαργαριτάρια πάνω στο γραφείο μαζί με ξεσκονόπανα και η Κερασία τραγουδάει Χιώτη.Είμαι ο πιανίστας του 1900.Είμαι η Ίλια με το τσιγάρο να βουτάει στο Πέραμα.Είμαι η κακιά μάγισσα.Είμαι η αιώνια νιότη.Είμαι ο Ντόριαν Γκρέυ χωρίς πορτραίτο.
Τατουάζ πάνω στο λευκό δέρμα σου,η μάνα μου ακούει στο μαχαίρι μου είπες.Φίλοι που δεν ξέφυγαν.Γαλάζιες βελούδινες πλατφόρμες με το τακούνι να λείπει.
Τα άλογα του κινέζικου ωροσκοπίου δεν υπακούν στους κανόνες του πλήθους.Οι μέρες μυρίζουν 1993.Και από τότε όλα άλλαξαν.
Κοιμήσου τώρα,και πάνω στο λευκό,φιλικό χιόνι θα στάζει το δικό μου αίμα σα βροχή και οι μοναχικοί λύκοι θα τριγυρνούν δακρύζοντας.

Friday, December 15, 2006

Αχ...

"Κι ανάβουν τα φώτα
και το όνειρο σβήνει
και το ένα ποτήρι
αχ γεμάτο έχει μείνει"...
Χιώτης-Οικονομίδης

Thursday, December 14, 2006

Κι αν έρθεις;

Κάποια μέρα θα έρθεις ξαφνικά όπως έφυγες χωρίς κουβέντα.Μπορεί να πάμε σε ένα ξενοδοχείο,μπορεί να έρθεις να με βρεις στο σπίτι,στο δρόμο,στο θέατρο,στη δουλειά.Δε θα μιλήσεις και δε θα μιλήσω,θα πιούμε καφέ ακούγοντας Πιαφ και Πιατσόλα και δε θα αντέχω να σε κοιτάζω.
Θα κάνουμε έρωτα,θα μπεις μέσα μου,μια δυο τρεις,όρθια με τα χέρια στον τοίχο,θα με δαγκώνεις,θα με τσιμπάς και θα τραβάς τα μαλλιά μου,δε θα νιώθω τίποτα πια,η αδιαφορία μου θα σε ερεθίζει περισσότερο και θα γαμάς με περισσότερη μανία,θα δαγκώσω τα χείλια μου δε θα φωνάξω δε θα σου κάνω το χατίρι.Θα μου σφίγγεις το στήθος και θα βαριανασαίνεις μέσα στο αυτί μου,αλλά ούτε θα με αγγίζεις ούτε θα με φιλάς για να με τιμωρήσεις,θα βλέπω το σώμα σου και εσένα δε θα σε βλέπω,ούτε θα σε ακούω,θα κρυώνω και θα σου αρέσει.Πάντα έτσι σου άρεσε.
Θα τελειώσεις με σπασμούς,ένα δύο,θα γυρίσεις την πλάτη και θα πας στο μπάνιο να πλυθείς,θα ανάψω τσιγάρο και θα κατεβάσω τη φούστα μου,γιατί με κάνεις να νιώθω τόσο φτηνή,θα βάλω το παλτό μου,θα γυρίσω την πλάτη και θα φύγω,θα μπω στον ηλεκτρικό και θα νιώθω πως όλοι ξέρουν,και πάλι δε θα με νοιάζει.

Tuesday, December 12, 2006

Ίδια και απαρράλαχτα,στο ίδιο δωμάτιο με τα ίδια έπιπλα για χρόνια.Πόσα πέρασαν ούτε κι εγώ θυμάμαι.Και η πίκρα ξανάρχεται.Όλοι προχωρούν και εσύ μένεις στάσιμη,εσύ μόνο,σε κινούμενη άμμο.Τίποτα,έτσι απλά,θα μεγαλώνεις,θα γερνάς,και θα μείνεις σαν κούκλα άθικτη μέσα στο κουτί της που δεν παίχτηκε ποτέ.
Και για όλους μοιάζουν όλα τόσο απλά.Κι εσύ στάσιμη με τα κόκκινα μολύβια και τα τσιγάρα.
Μώλωπες που δεν φεύγουν στην ψυχή,σιγανά ουρλιαχτά,ένα σώμα που δεν ησυχάζει, με χάπια με αλκοόλ με τσιγάρα.
Και πες μας,από τι θες να ξεφύγεις επιτέλους;
Άρχισε και το γνωστό το κρύο.Χρόνια τώρα και το στήθος ακάλυπτο.Όύτε καν μπαίνεις στον κόπο να το καλύψεις με τα χέρια.Ούτε καν ντρέπεσαι.Ούτε καν σε νοιάζει.
Και τριγύρω η νύχτα πέφτει για να ξαναφύγει.Και ήρθε ή ώρα.
Κυρίες και κύριοι,αρχίζει ο μεγάλος τρόμος.

Monday, December 11, 2006

Όσφρηση

Χωρίς εκείνη δεν υπάρχω.Καταλαβαίνω ανθρώπους ,τους συμπαθώ,τους αντιπαθώ,τους ερωτεύομαι,τους νιώθω κοντά μου,μακριά μου,καταλαβαίνω σπίτια,χώρους,μέρη.
Φρεσκοκομμένο γρασίδι και βρεγμένο χώμα,αλατισμένα βράχια,παιδικά δέρματα,παλιοί εραστές και αρώματα με πάνε σε πατρίδες γνωστές και άγνωστες,δωμάτια,εκκλησίες,πόλεις,χώρες.Δεν χρειάζεται καν να τις δω.
Και τώρα,που την έχασα λόγω κρυώματος,είμαι μισή.Δεν απολαμβάνω καφέ,σεντόνια,κοντινούς ανθρώπους,χάος.Δακρυσμένα μάτια,βουλωμένα ιγμόρια,ένας κόμπος κάτω από τα φρύδια και ζαλάδα.Δεν είμαι εγώ.Και ας μοιάζω ίδια και απαράλλαχτη.
Αν κάνουμε έρωτα,θα κοιμάσαι με κάποια άλλη,θα δαγκώνεις κάποια άλλη,θα πιάνεις τα δάχτυλα κάποιας άλλης,και ανταπόκριση δε θα χεις.
Βοήθησέ με όμως να χτενιστώ.Βρέξε μου τους κροτάφους,πες μου ιστορίες ασήμαντες,τις ρουφάω σα σφουγγάρι.Και όταν φύγεις,μη σβήσεις το φως,άσε ένα γαλάζιο λαμπάκι,θα το φωνάζω με το όνομά σου μέχρι να έρθεις.

Sunday, December 10, 2006

Επειδή έχω κέφια σήμερα

θα αντιγράψω τον Έντεκα κι εγώ.Έντεκα πράγματα που μου φτιάχνουν το κέφι,no matter what.
1.Η στήλη του Θάνου Αλεξανδρή στην Άθενς κάθε Πέμπτη
2.Τα βιβλία του Bill Bryson
3. Ένα ζεστό μπάνιο
4. να διαβάζω την Ελληνική Μυθολογία του Νίκου Τσιφόρου,ξανά και ξανά
5.να ξαναφτιάχνω τα συρτάρια μου,μυρίζοντας φρεσκα ασπρόρουχα
6.να καθαρίζω το μπανιο,με σφουγγάρι και χλωρίνη(πέστε με υποχόνδρια,δε με νοιάζει)
7.οι ηχογραφήσεις του Γιώργου Μαρίνου από τη Μέδουσα
8.οι φρέσκες φράουλες και τα κεράσια
9.η ταινίες του Αλέκου Σακελλάριου
10.ζεστό ψωμί
11.το να γελάω με τον εαυτό μου.Κυρίως.

Saturday, December 09, 2006

Επιτέλους

Επιτέλους,ζέστη και στοργή.Λευκό ανγκορά,κουβέρτες,φλοκάτες,ζεστός καφές.Ψηλά τακούνια,λίκνισμα,τα δάχτυλα μαζεύονται στις χούφτες για ζεστασιά.Τυλίγομαι σε μαγικές εσάρπες,ανεβαίνω στο γραφείο,κοιτάζω έξω,άρωμα τζακιού και κάστανα.
Το σπίτι μου βεστιάριο.Μυρωδάτα ασπρόρουχα,πούδρα,ένα τσιγάρο ακόμα,γυμνό σώμα σε καμβά,δέρμα με δέρμα.Νυστάζω στην αγκαλιά σου,σημάδια από το μαξιλάρι στο πρόσωπο.
Όμορφη λέξη το σώμα.Κάτω από τα παπλώματα,δαγκώνω τα χείλη μου,το φως κάνει σκιές.
Δεν είμαι μόνη και ας είμαι μόνη.Μαζεύω τα μαλλιά μου ψηλά και τα αφήνω να πέσουν στους ώμους,με κυριεύει η νάρκωση.
Σου προσφέρομαι σα γεύμα.Και είμαι έτοιμη.

Thursday, December 07, 2006

Δεκέμβρης

Δεν μου αρέσουν πια τα καταστήματα.Κοιτάζω κατευθείαν την πόρτα.Έξοδος Κινδύνου.
Το στομάχι μου με ενοχλεί όλο και πιο συχνά.Τάσεις για εμετό.Τα βλέπω όλα κόκκινα.
Και ζεσταίνομαι.Ζεσταίνομαι πολύ.Δε ζηλεύω.Μόνο τη δροσιά ζηλεύω.
Δεν πεινάω πια.Τρώω από ανάγκη για επιβίωση.Θέλω να βάλω τάξη και δεν μπορώ.
Τάξη στις σκέψεις,πρόγραμμα.Πάντα έτσι δε γινόταν,ακόμα και τελευταία στιγμή;
Ζητάω σιωπή και γράφω,γράφω ασταμάτητα.Θα ήθελα να φωνάξω"θέλω να μείνω μόνη" στο κενό.
Δεν επαναπαύομαι,δεν ηρεμώ.Τραντάζομαι στον ύπνο μου.Θέλω να δω τα ξημερώματα και δεν έρχονται.
Σίσυφος.Τάνταλος.
Δεν μπορώ να ξεκουραστώ.Αν το κάνω,θα ναι για πάντα.

Tuesday, December 05, 2006

Άλκης Αλκαίος

Δεν τον έχω δει ποτέ.Ούτε σε φωτογραφία.Δεν τον έχω ακούσει να μιλάει.Δεν ξέρω τίποτε για αυτόν.
Αλλά τον γνωρίζω.Μένει στο σπίτι του τα βράδια και δουλεύει.Είναι άνθρωπος καθημερινός και απλός.Έχει χιούμορ.Μπορεί και να ασχολείται με την κηπουρική.Έχει λίγους φίλους.
Θυμοσοφεί.Καπνίζει πολύ.Του αρέσουν τα αναμμένα τζάκια και οι μακρινοί περίπατοι.Να περπατάει ανάμεσα στα πεσμένα φύλλα.
Δεν τον έχω δει ποτέ.Αλλά τον ξέρω.Είναι για μένα ο πιο σημαντικός Έλληνας στιχουργός.
Ακούω τους στίχους του τα βράδια.Δε νομίζω πως φαντάζεται πως μια κοπέλα σε αυτό το συρφετό των μπλογκς και το χάος τους γράφει για εκείνον με κατάνυξη.
Σας ευχαριστώ για την παρέα.
"Ελλάδα,Βέμπο μου και Μέρυλιν Μονρόε
Ελλάδα,Ελύτη μου και Έντγκαρ Άλλαν Πόε
Ελλάδα,μάγισσα,παρθένα και τροτέζα μου
Ελλάδα,Τούμπα,Αλκαζάρ και Καλογρέζα μου"

Monday, December 04, 2006

Μπαλόνι

Είμαι πρησμένη ολόκληρη,μαλακή σα μπαλόνι γεμισμένο με νερό που σακουλιάζει στις άκρες.
Έφαγα ένα ολόκληρο κουτί μπισκότα χωρίς να το καταλάβω.Πονάνε τα μάτια μου,κρυώνω.
Κοιτάω το ταβάνι ξαπλωμένη στο κρεβάτι.Έρχονται γιορτές.Πηγαίνω πάνω κάτω το σπίτι σαν οδοιπόρος,ίσως και ασθενής.
Τσιγάρο,κι άλλο ένα.Γκρίζα ρούχα,είμαι γάτα,γκρίζα με πράσινα μάτια και βελούδινα πόδια βαμμένα με βερνίκι rouge noir.Περπατάω χωρίς να κάνω θόρυβο.Ορμάω εκεί που δεν το παίρνεις χαμπάρι.
Στο φεγγάρι κάνει κρύο.Κολυμπάω σε λίμνες με θερμό νερό που βγαίνει ανάμεσα στους πάγους γυμνή. Περιεργάζομαι το σώμα.Μάτι το ένα πιο μικρό απ'το άλλο, έντονα μήλα,χέρια μακριά,ραγάδες στα πόδια,φύλο σκιερό,φρύδια κάπως πιο γεμάτα,γάμπες ανήσυχες,στήθος,στέρνο,λαιμός,μικρή κύφωση στην πλάτη.
Βουτάω το κεφάλι μέσα στο νερό και στάζω.Δε με νοιάζει,δε με νοιάζει.
Θυμάσαι τότε που μάζευα λουλούδια και στα πρόσφερα;Που πηγαίναμε βόλτες με το Βόλβο στα γειτονικά χωριά;Που μύριζε η κάμαρα της γιαγιάς απ΄τα τσιγάρα σου και τις πυζάμες σου;Που μικρή τις μύριζα όταν έλειπες;Που δεν άφηνα κανέναν να κάτσει στην καρέκλα σου στο τραπέζι;Που ταίζαμε τις πάπιες;Που παρακαλούσα για ένα κουνελάκι;Που μου αγόραζες βιβλία;Που καμάρωνες για μένα,ε μπαμπά;Θυμάσαι;Καμαρώνεις ακόμα;
Το κουμπί στο κομοδίνο του ξενοδοχείου που έβαζες ραδιόφωνο.Τα μπουκάλια με το αφρόλουτρο που μας έβαζαν.Το τρόλευ με τα γλυκά τις Κυριακές και η ζεστή σοκολάτα.
Τα φλαμπέ.Αποκοιμιόμουν στον καναπέ και σε περίμενα.Σημειώματα στο γραφείο σου,σ'αγαπώ πολύ.
Και κοιτάω το σώμα μου με τα παλιά μου εσώρουχα.Και σκεπάζομαι με την κουβέρτα.Αν το κοιτάξω παραπάνω,θα λιώσει.
Το ταπείνωσαν πολύ βλέπεις.Και δεν το σκέπασαν τη νύχτα.Υπήρξαν και μερικοί που προσέφεραν όμως.'Ελα και σένα να σε ζεστάνω,θα κάνει κρύο απόψε.

Friday, December 01, 2006

Παιδί χωρίς αμαρτίες,αυτό είναι για σένα.

Ήμουν εκεί μου είπε και δεν το περιμέναμε.Το κεφαλάκι του ήταν όλο γεμάτο αίματα.
Τι όμορφο μωρό,τι όμορφο παιδί.Τι έφταιξε και ο γιατρός.Κι εσύ τα ίδια.Και ζήλευες.Ζήλευες.Δεν καταλάβαινες μικρή ήσουν και ήθελες κι εσένα να σε αλλάζουν και να σε ταίζουν και παραπονιόσουν.Φοβόμασταν αν θα πείραζε την ψυχούλα σου.Πόσο ήσουν τότε;Κοριτσάκι.Τον είδες;Τον θυμάσαι;Όλοι τον αγαπούσαμε.Τέτοια μάτια όμορφα.
Θυμάσαι;Τον είδες;
Τότε;
Τον είδα. Με το σεντόνι καλυμμένο.Και θυμάμαι.Όλα τα θυμάμαι.Μη με ρωτάτε.Δεν μπορείτε να ξέρετε.
Και πιστεύω στους αγγέλους.Ποιος θα προσέχει τώρα εκεί το παιδί;Μήπως κρυώνει;
Μαύρα μάτια και μεγάλα ζυμωμένα με το γάλα.
Τον είδα.Και θυμάμαι.