Saturday, June 30, 2007

Αν είχα


μια ψηφιακή κάμερα, θα ανέβαζα φωτογραφίες σήμερα,τις φακίδες που ζωγράφιζα στο πρόσωπο της Μ.,οκτώ χρονών,με μολύβι ματιών,για "να μοιάζει με την Πίπη τη Φακιδομύτη",το μεταξωτό κιμονό που μου έστειλε η Α. από το Μιλάνο,το Θ.τριών χρονών να φωνάζει "οχι άλλο φαγητό,μα τον Τουτάτις!",το Δ.,εφτά χρονών,να ξεκουμπώνει με παιδικό φλερτ τα λουράκια από τα πέδιλα της Μ. και το Θ.που είναι ερωτευμένος μαζί της να του φωνάζει "μην πειράζεις το παπούτσι της!",τις Νεφέλες του Αριστοφάνη που μου έκαναν δώρο,μα έχω μόνο το εξώφυλλο της Milly Molly Mandy που διάβαζα στη Μ.σήμερα το πρωί καθώς πίναμε παγωμένο,σπιτικό τσάι λεμόνι κάτω από την ομπρέλα και μου έλεγε πως θα ήθελε να μένει στο σπίτι της Milly Molly Mandy,να φοράει τέτοιο βαμβακερό φουστάνι και να καλλιεργεί λαχανικά σε μεγάλο κήπο,και να έχει κοτούλες και ένα πόνυ για να κάνει βόλτες με τον παππού της που πουλάει τα λαχανικά στην αγορά.

Friday, June 29, 2007

ζαχαρωμένα δαμάσκηνα


σαν σήμερα, που γεννήθηκε ο Αντουάν Σαν Εξυπερύ το 1900,καίγεται η μισή μου παιδική ηλικία.
Δεν χορεύουν πια στα έλατα οι νεράιδες.
Και πολύ μακριά μα τόσο κοντά,που
"θέλω ακόμα μια φορά
καθώς προχωρά η ζωή
θέλω να τύχει να σε δω
που βρέθηκες εδώ
και να 'χω, να χω αγκαλιά
το πρώτο μου μωρό"
έχω κι εγώ μια θλίψη σα θυμό.
βαθιά σαν την άβυσσο.

Thursday, June 28, 2007

Άλλο ένα πρωί


που έφαγες για πρωινό βερύκοκα,έσταξε ο χυμός στο σαγόνι,το νερό ήταν ζεστό και πλύθηκες με νερό από το ψυγείο,μαλλιά κρόταφοι μάγουλα για ένα λεπτό ανακουφίστηκαν,αχ μόνο ένα λεπτό,να βάλω παγάκια στο ψυγείο,τέλειωσε πάλι η χλωρίνη,δε γουστάρω τις παρόλες σου ξηγήθηκα,και δε γουστάρω τις γκόμενες που κερνας και χαριεντίζεσαι μα κάνω τη χαζή,σε σκοτώνω μέσα μου μια δυο τρεις ,η πληρωμή μου κάποιες ρυτίδες ρε φίλε,ακούς dance of the sugar plum fairies του Τσαικόφσκυ,σκουπίζεις τα σκουπισμένα,σκουπίζεις δυο δάκρυα απ το μάγουλο,σύνελθε έλα,θέλω η δόλια να πετάξω μα δεν έχω τα φτερά,Καλδάρας,Χρονάς και Ελευσίνα και Φυλής και Σαλαμίνα,η Μοσχολιού στο περβάζι,η σκούπα ξεχασμένη στη γωνία,μάνα,αχ μάνα,εσύ ήσουν η ωραία Ελένη κι εγώ η Κασσάνδρα,μη λυπάσαι τον εαυτό σου,σφίξε τα δόντια μα τρίζουν πια,πόσο θα αντέξουν,πόσο θα αντέξει το στήθος και τα 21 γραμμάρια της ψυχής,when I die,think only this of me,τι όμορφος που ήταν ο Ρούπερτ Μπρουκ στην Καλλίπολη,τα χαρακώματα,μια ζωή στα χαρακώματα χωρίς πόλεμο,αν πεθάνω θέλω να βάλετε όλοι τη Μπλε Ώρα του Γκερλαίν και να μυρίζει όλος ο άνεμος σούρουπο.

Monday, June 25, 2007

Αρθούρε Ρεεμπώ,απόψε θα μπω

στο μαύρο μεθυσμένο σου καράβι,γιατί καμιά σπίθα δεν ανάβει πια.Και τέλειωσε το αψέντι και γκρεμίστηκε και η Αθήνα και το Παρίσι και οι γυναίκες πια δεν κάνουν παιδια μα μοιρολογάνε τα μαραμένα σκέλια τους.
Και τα σκυλια αλυχτάνε και πέθανε και ο Μητσάκης και ο Ζαμπέτας και η ομορφονια που δεν την αγαπησε κανείς και δεν τους εκλαψε κανεις ούτε τους εθαψε μα εμειναν τα κουφαρια να τα φανε τα σκυλια σαν την Ιεζάβελ.
Και ήρθε η μεγάλη ζεστη και ο τρόμος με χρώμα νέον.Και ήρθε και η δικτατορία με τη μορφή του γλυκομίλητου ηγέτη.Και έσβησαν μόνα τους τα καντήλια.Και έβρασε το νερό της θάλασσας.
Και περπατούσαν νεκροζώντανοι οι άρρωστοι στα άσυλα και ότι άγγιζαν γινόταν σταχτη.
Και ο κόσμος έσβηνε σιγά σιγά μέχρι να μείνει μια τηλεόραση αναμμενη.

Thursday, June 21, 2007

Κάθε μέρα

θα σε αγαπάω πιο πολύ
θα θέλω να κάνουμε έρωτα κάθε στιγμή
δε θα κοιτάω τις φωτογραφίες σου και δε θα έχω τίποτα να σε θυμίζει
καμιά φορά θα φοράω το καλό μου νυχτικό και ας κοιμάμαι μόνη
μια μέρα θα κάνω τα παιδιά κάποιου άλλου
ίσως και να είμαι καλή μητέρα τελικά
θα πηγαίνω στο θέατρο τις Κυριακες-παράσταση απογευματινή,για έναν παρακαλώ-
θα είμαι η Νύφη του Ματωμένου Γάμου και η Μάνα μαζί
που τα δάκρυα θα αναβλύζουν από όλο της σώμα
στο σώμα σου όλα τα χρώματα
θα πηγαίνω σε γάμους βαφτίσια και τσάγια
δε θα χω ζήσει έναν έρωτα μα κάτι θα χω ζήσει
θα ακούω Μπαγιαντέρα όταν δε θα μπορώ να κοιμηθώ
θα έρχεται τα Ψυχοσάββατα η μυρωδιά του δέρματός σου απ'το πουθενά
μετά θα σε σκοτώσω.

Wednesday, June 20, 2007

Καθημερινά

Σήμερα έκανα σημειώσεις για πράγματα που χρειάζεται να γίνουν,διάβασα μια μικρή βιογραφία του Γιόζεφ Μένγκελε ,(γιατί ήξερα ελάχιστα για το Δρ.Μένγκελε) τρόμαξα, έψαξα του βιβλίο "Τα παιδιά από τη Βραζιλία" μα δεν το βρήκα,την ταινία με τον Ολίβιε και τον Πεκ τη βρήκα αλλά δεν αποφάσισα να την πάρω,έκανα μπάνιο στη θάλασσα (τσαντίσου όσο θες γιατρέ μου μα έκανε υπερβολικά πολύ ζέστη),έφαγα μισό βαζάκι φυστικοβούτυρο,οι εφημερίδες δεν ήρθαν ακόμα,και νομίζω πως παραπήγε αυτή η αναγκαστική τεμπελιά μέχρι τώρα.

Tuesday, June 19, 2007

Ζωή και χιούμορ

Ο Έλληνας δεν έχει χιούμορ-ή μάλλον,πρόσφατα απέκτησε.Ο Έλληνας γελούσε και γελάει κοροιδεύοντας ή κάνοντας μιμήσεις κουτσών,τραυλών,αναπήρων,νοητικά καθυστερημένων,ουσιαστικά κολάκευε τον εγωισμό του,κορόιδευε,κάτι που γίνεται πολύ ακόμα και σήμερα,τραγικό παράδειγμα το "Ζετέμ",δεν κάνει λογοπαίγνια,δεν δίνει σπιρτόζικες απαντήσεις,μιμείται θηλυπρεπείς,τραυλούς,και πάει λέγοντας.Ήρθε κάποια στιγμή ο Σακελλάριος και ο Τσιφόρος και ο Πρετεντέρης,ο Τζαβέλλας,μετά το Ελέυθερο Θέατρο,ο Μαρίνος,ο Ξανθούλης,ο Λαζόπουλος,ναι,κάποια ψήγματα της δουλειάς Ρέππα-Παπαθανασίου και Ρήγα-Αποστόλου,και τώρα ήρθε ο Γιώργος Καπουτζίδης.
Πολλοί ήταν δύσπιστοι,τα τελευταία δυο χρόνια,"έλα μωρέ" από ανθρώπους του πνεύματος(φυσικά και το περισσότερο φαρμάκι πάντα το χύνουν οι διαννοούμενοι),η δυσπιστία,"η εξαργύρωση της επιτυχίας"-καραμέλα των αριστερόφρονων(μα η ίδια ξύλινη γλώσσα μια ζωή);
Πίστευα σε εκείνον από τις "Σαββατογεννημένες".Ήταν κυνικός όσο έπρεπε,σαρκαστικός όσο έπρεπε,ανθρώπινος όσο μπορούσε.Αισιόδοξος από τη φύση του,ένα αγόρι από τις Σέρρες που πέρασε τη ζωή του μπροστά στην τότε κρατική τηλεόραση επειδή δεν τον έκαναν παρέα και περνούσε τα βράδια του στο επαρχιακό σινεμά,(Πέπε απο το Σινεμά ο Παράδεισος",πιστεύοντας την μεγάλη και μόνη αλήθεια πως η ζωή συνεχίζεται,πως μόνο όταν ξεπερνάς τον εγωισμό σου και αγαπάς χωρίς όρους μπορείς να βρεις την ευτυχία,πως ο θάνατος είναι μέσα στον κύκλο της ζωής,κλείνει για μένα το μάτι στον ιταλικό νεορεαλισμό,ακόμα και σε εκείνον το μέγιστο Φελλίνι, τον Τορνατόρε και το Μπενίνι (κλαυσίγελος),ένας άνθρωπος που κρίνει την τηλεόραση καίρια και σωστά γιατί μόνο κάποιος που αγαπά τόσο την τηλεόραση βλέπει τόσο καθαρά τα στραβά της,και μας κλείνει το μάτι λέγοντας,στο τελευταίο επεισόδιο που εγώ έκλαψα και το ευχαριστήθηκα,πως η ζωή,είναι έξω κι μας περιμένει.
Όταν ήμουν 14 χρονών,γελούσα με μια σατιρική εκπομπή στο ραδιόφωνο.Δεν θυμάμαι πια τον τίτλο.Φετος ο μπαμπάς μου,μου είπε πως τότε κατάλαβε πως έχω αισθηση του χιούμορ και χάρηκε περισσότερο από τυχόν καλούς βαθμούς και σχολικές επιδόσεις,γιατί "είναι όπλο στις αντιξοότητες της ζωής".Και έχει,για άλλη μια φορά,δίκιο.
Παιδιά,η ζωή είναι έξω.Κλείστε τους υπολογιστές,τα ντιβιντια και την τηλεόραση.
Είναι καλοκαίρι-ελάτε στα νησιά,ξέρετε τι όμορφα που είναι τον Ιούνιο;

Monday, June 18, 2007

πως γίνεται συνέχεια να φταις;

ότι και να κάνεις,φταις.Λες πως παρεξηγείσαι,μα φταις.Για όλο σου το είναι.
Κοιμάμαι αγκαλιά με ένα σπασμένο κομμάτι γυαλί.Μην τολμήσετε να μου το πάρετε.Το κρύβω ευλαβικά κάτω απ το μαξιλάρι σα φυλαχτό.Αν σε αγαπάω πολύ,θα σε αφήσω να το πιάσεις.Μια άκρη εσύ,μια εγώ.Θα σε αφήσω να σκίσεις το μάτι μου,εκεί,στην κόρη.Να αναβλύσουν όλα τα δάκρυα μαζί με το αίμα,να αναβλύσει και ο θυμός.
Πάντα εγώ είχα τον έλεγχο,μην ξεγελιέσαι,άτιμή μου νιότη.Εγώ τα είχα οργανώσει όλα.Και σε άφηνα να ξεγελιέσαι.Βάση σχεδίου.
Όλα τα σπουργίτια πέταξαν εκείνο το βράδυ στην πλατεία στη Βιέννη.Το αηδόνι είχε το αγκάθι στο στήθος και τραγουδούσε όλη τη νύχτα,με άφησες να πάιξω στον κήπο σου,τώρα θα σε αφήσω να παίξεις στο δικό μου.Θα σε αφήσω να πειστείς πως εσύ έδιωξες το φίδι αν και εγώ το ξόρκισα.
Αφού έτσι σε βολεύει.Πότε σου χάλασα εγώ το χατήρι,για να σου το χαλάσω τώρα;

Friday, June 15, 2007

στις 15 Ιουνίου..

Ήταν Ιούνιος όταν γεννήθηκαν τα παιδιά αυτά,ο Απόλλων και η Άρτεμη,κυνηγημένοι από τη μοίρα-Ήρα όχι στο νησί της Δήλου,μα στην έρημο της καλοκαιρινής Αθήνας στο σκληρό αττικό φως που προμήνυε τόσα και τόσα,μα δεν ήξεραν και ήταν ευλογημένα και καταραμένα,και ο φοίνικας της Λητώς ήταν οι εμβρυουλκοί και οι κουτάλες που λεκιάστηκαν από τη ματωμένη της μήτρα και δεν ξαναχρησιμοποιήθηκαν,παιδιά μου εσείς τι φταίτε,στο κεφάλι σας τα αίματα σαν τους ματωμένους αμνούς,θυσία δίνω το μυαλό σας,άσπιλο,και τα μάτια σας μεγάλα και απορημένα,και ο Απόλλων μελαχρινός με δέρμα κατάλευκο,η Άρτεμη ξανθιά και γαλανομάτα με το τόξο της,το ασημένιο το φεγγαρόφωτο,και ακολούθησαν δρόμους χωριστούς,η Άρτεμη σκοτεινή σεληνιακή με έκφραση σχεδόν υστερική,να τριγυρνάει σε λίμνες και πέλαγα όχι πια παρθένα μα πάντα άσπιλη,καταραμένη να σκοτώνει όποιον είδε το γυμνό της σώμα,κατακερματισμένο από τους πόνους της γέννας,να αγαπά το σεληνόφως και την κρυάδα του,και ο Απόλλων πάντα φωτεινός χωρίς λύρα με τα χέρια ατροφικά πάντα σε σχήμα γροθιάς έτοιμος να υπερασπιστεί το κάθε κακό,να γυρνά στον ήλιο για βοήθεια σαν ηλιοτρόπιο μεγάλο και φωτεινό,πάντα μεσόγειος και Έλληνας σε όλο του το μεγαλείο,και μουσικη ήταν η φωνή του και τα μάτια του τα ίδια,να μαγεύουν,να ταξιδεύουν,να τον ζηλεύουν οι συνθέτες οι σπουδαγμένοι και το κοινό υπνωτισμένο να είναι έτοιμο και στο γκρεμό να πέσει,λατρευτός και όμορφος και εκείνη να τον προστατεύει με το τόξο,να τον σκεπάζει με το αρκουδοτόμαρο να μην κρυώνει τα βράδια,μόνοι μέσα στον κυκεώνα του νεοελληνισμού και των συγγενών και της κατάρας που δεν ήξεραν,χωριστά μέρα και νύχτα,για λίγο συναντιόνταν,τραγουδούσαν παλιά λαικά και χώριζαν ξανά,εκείνος σα φαντασμα και σκια την επισκεπτόταν στα ταξίδια της στα δάση,όταν έκανε εκκλήσεις στο φεγγάρι,όταν προστάτευε μέθυσους και μικροεγγληματίες στα πεζοδρόμια να χάνουν στα ζάρια,εις τους αιώνες των αιώνων,αμήν.

Thursday, June 14, 2007

Και μια ζωή παλεύεις...


Μια ζωή είσαι σε πόλεμο με σένα, να αποδεχτείς τον εαυτό σου ή να τον σκοτώσεις, να δείξεις το εσωτερικό σου γυμνό,χωρίς όλα τα φύλλα που το καλύπτουν σαν ένα κρεμμύδι,να απλώσεις τα χέρια,να πεις είμαι αυτή και δε με νοιάζει,ή να τον θάψεις στο χώμα βαθιά και να τον απαρνηθείς, να πεις,αγάπη έλα,σε όλες σου τις μορφές,και να απαρνηθείς τον εγωισμό σου,να τον βάλεις επιτέλους δεύτερο σε μοίρα,μα το στοίχημα είναι να κρατάς το κεφάλι σου ψηλά, "Kopf hoch" όπως λένε οι Γερμανοί,λαός περήφανος, και αν το καταφέρεις θα κοιμάσαι ήρεμα χωρίς "βοηθήματα" one pill makes you larger one pill makes you small, και δε θα ξοδέυεσαι από δω και από κει,και το φαγητό θα έχει επιτέλους γεύση και το νερό θα ναι καθάριο και δροσερό,και δε θα ζηλεύεις μέρη και σπίτια,και ανθρώπους, δε θα λερώνεις το φιλί, εσύ κλεισμένος στο σκοτάδι για να σωθείς απ' τους γνωστούς κι εγώ ξημέρωμα στον Άδη να ξεφορτώνω τους πιστούς, και από τους περαστικούς δε θα κρύβεσαι ξημερώματα.

Monday, June 11, 2007

Μια φορά κι έναν καιρό..


ήταν ένα κορίτσι που προσπαθούσε να φτιάξει κοκκαλάκια με κουμπιά που περίσσεψαν και φτηνά πλαστικά ζωάκια.Δεν της πετύχαιναν και τα πετούσε.Έκοβε παλιά ρετάλια μουσελίνες και πετσέτες ελαττωματικές και προσπαθούσε να κεντήσει το μονόγραμμά της με κόκκινη κλωστή. Δεν πετύχαιναν και τα πετούσε και αυτά.Προσπαθούσε μετά να φτιάξει καλύμματα για κουτιά από χαρτομάντιλα από σελίδες παλιών περιοδικών.Ούτε αυτά.Και όλα κατέληγαν στον κάδο.Δεν είχε κανένα ταλέντο.Μετά της ερχόταν να κλάψει μα δεν έκλαιγε,ντρεπόταν.

Μαύριζαν τα νύχια της και γίνονταν γαμψά και σκληρά σαν της μάγισσας.Το σώμα της σιγά έλιωνε,σαν από ζάχαρη,και σάπιζε.Γινόταν κάτι αλλο,απέθαντο,νεκροζώντανο.

Τρεφόταν μόνο από τους καπνούς των τσιγάρων.Σιγά σιγά τα μάτια της κοκκίνιζαν γύρω γύρω από γτα δάκρυα που γίνονταν αίμα.

Οι άνθρωποι δεν την ήθελαν κοντά τους,νόμιζαν πως ήταν κακιά και χαιρόταν με τις λύπες τους.Τα βράδια τυλιγοταν με ένα μαύρο σάλι και θυμόταν τα μαλλιά και πως είχε λεκιασμένα δάχτυλα από μελάνι και χρώματα,της έδιναν κάτι χάπια με γεύση μαλλί της γριας μήπως και θυμηθεί.Μα δε θυμόταν.Θυμόταν μόνο πως αγαπούσε τους ανθρώπους,μέχρι το τέλος του κόσμου,και πως κακιά δεν είχε γίνει ποτέ.

Sunday, June 10, 2007

Να σου λερώνω το φιλί

Φτιάχνω μάτια με γκλίτερ και πέφτει στα μάγουλά μου.Ζεσταίνω το μολύβι στην άκρη του αντίχειρα.Καφέ καρυδιάς λέει.Ο καμβάς του προσώπου μου τεντωμένος,σμίγω τα φρύδια.
Φυσάει.Ακούω το βοριά από τις γρίλιες.Σα να μαρμαρώνει από κάτω η θάλασσα.
Ότι πιο όμορφο έχεις πάνω σου,αυτό θα χαλάσει πιο γρήγορα,μου είπε μια γιαγιά.Ας είναι.
Παραθαλάσσιοι καφενέδες κλειστοί και σπίτια βαμμένα στο χρώμα των κουφέτων,γαλάζια,ροζ,φυστικί.Σιχαίνομαι το υποβρύχιο-βανίλια.
Είμαι μετέωρη πανω σε μια γη μετέωρη που στροβιλίζεται με πόνο ακολουθώντας τη δική της μοίρα.Η γη σκάφτηκε δίχως έλεος.Σα να της πήραν τη μήτρα.Εμμηνοπαυσική γκριζομάλλα.
Κοιτάω λίγο σνομπ,λίγο αγχωμένα τον ήλιο.Ισιώνω την πλάτη.
Έτσι κι αλλιώς,τον κόλπο σου πααρεύουν κάθε βράδυ,της ψιθυρίζω.

Saturday, June 09, 2007

Χειμερία νάρκη

Κοιτούσα όλη την ημέρα χάρτες.Δεν άλλαξα από τις πυζάμες μου.Δεν χτένισα τα μαλλιά μου.
Δεν μίλησα σε κανέναν.Δεν έστρωσα το κρεβάτι μου.
Αν ήμουν ο φίλος μου,θα με χώριζα.

Friday, June 08, 2007

Φεύγουν..

Φεύγουν οι γονείς μας και οι γονείς των παιδικών μας φίλων και τα πεντάχρονα κορίτσια που έκανες παρέα και χάιδευες μαζί τους τα κλωσσόπουλα στο κοτέτσι είναι οι κόρες του νεκρού μαυροφόρες με πρησμένα μάτια στο τραπέζι του καφενείου πάνε τα σπασμένα πιατάκια που παίζατε τις κουμπάρες άνω γλυφάδα που τα λέγανε σούρμενα ή τράχωνες ή δεν ξέρω κι εγώ τι ένα καφενείο με τασάκια και ρολόι διαφημιστικά ζεσταίνομαι όλοι μαύρα μα όχι ένα πιάνο εγώ τα ρούχα τα χω αφήσει στο νησί φοράω λευκό πουκάμισο πίνω μονοκοπανιά τρία κονιάκ το στομάχι μου ο καφές όπως πάντα στις κηδείες παραείναι γλυκός τα ανίψια κουβάλησαν το φέρετρο κανείς μας δε μιλάει τσιγάρα ανάβουν σβήνουν το κονιάκ αυτό ούτε στο γλυκό δε θα το βαζα μα είναι εδώ είναι αλκοόλ και ξαναβάζω στα ποτήρια όλων δε μιλάνε η χήρα του ήσυχη ένα λυγμό έβγαλε αγκαλιάζω την ε.δε μιλαμε με σφίγγει ξέρω και ξέρει κάνει ζέστη ευτυχώς κανείς δε φοράει μαύρα γυαλιά να κρύψει υποκριτικά τον πόνο θέλω να βλέπω τα μάτια των ανθρώπων αν κλαίμε σιγά το πράμα δίπλα δυο μικρά της οικογένειας παίζουν δεν καταλαβαίνουν τι ευτυχισμένα μα τις ξέρω από παιδιά πονάει το στομάχι μου τρία κονιάκ μονοκοπανιά θα στο κάνουν αυτό τα πιατάκια στις αυλές έγιναν χίλια κομμάτια και ο ήχος της σπασμένης πορσελάνης μου τρυπάει τα αυτιά

Wednesday, June 06, 2007

Η Τσέρυ έχει επισκέψεις

Βαριέμαι πάρα, πάρα πολύ αυτές τις μέρες.Κοιτάω το ταβάνι,διαβάζω μέχρι να διαβάσουν τα μάτια μου,πίνω καφέδες,πίνω τσάγια και καπνίζω.Κάνουν ότι μπορούν οι δικοί μου,μα καμιά φορά,και θα ήταν απίθανο να μη συνέβαινε,βαριούνται την ακατάσχετη φλυαρία μου,για το τι έγινε σα σήμερα,τα μικρά των εφημερίδων,την υπεροχή του βαμβακερού υφάσματος,τα βιβλία,και τα παρακάλια μου να μου λένε ιστορίες απ'το χωριό και "τι έγινε τότε που.."
Ήρθε η ξαδέρφη μου να με δει σήμερα,μια κοπέλα εντελώς διαφορετική από μένα,που δεν είναι κυκλοθυμική,που δεν καπνίζει δεν ξενυχτάει δε σπαταλάει ανέξοδα, πολύ clean cut σε σχέση με το δικό μου ότι να ναι,ευγενική με συγγενείς με καταστήματα με αγνώστους.
Η οποία βρίσκεται σε φοβερή κρίση γιατί παντρεύεται και ο γάμος της βγήκε με πολύ κόσμο αντί για κλειστός,γιατί δεν έχει προετοιμάσει τίποτα,που σαν κι εμένα δε θέλει να την πολυκοιτάζουν όπως γίνεται στους γάμους,που κάθε βράδυ τώρα τελευταία βλέπει εφιάλτες,που δε μπορεί να χαλάσει χατήρι στη μητέρα της,και που γενικά άλλα ήθελε και αλλού της πάνε,στο γάμο πάντα.
Οι γάμοι είναι πολύ κουραστικοί πάντα,γενικά,πέρασα ωραία και το διασκέδασα μόνο σε έναν σε τόοοσους που έχω πάει,οι μόνοι που δε βλέπονται και δε το χαίρονται είναι το ζευγάρι,που στραβώνει το στόμα σου απ'τα ψεύτικα χαμόγελα,"ευχαριστώ",που παίρνεις άχρηστα κιτς δώρα,που ζεσταίνεσαι και βαριέσαι και το φαγητό και οι χοροί είναι βεβιασμένοι.
Εμένα προσωπικά θα θελα να με κλέψουν,να ντυθώ μόνη με το "τώρα νυφούλα μου χρυσή .."απ το Ματωμένο Γάμο που μάλλον καλός οιωνός δεν είναι,να παίζουν μπουζούκια και να χαίρομαι με τον ανυποψίαστο χριστιανό που θα με πάρει,μαζί,αν γίνει γάμος,γιατί με αυτά που άκουσα και έχω δει δεν πολυθέλω να παντρευτώ γιατί θα με πάνε διακοπές μόνιμες σε από αυτά τα ωραία νοσοκομεία με μεγααλους κήπους και στρώματα στους τοίχους.
Καθε γυναίκα φαντάζεται το γάμο της,εγώ σκέφτομαι κυρίως ροζ μωράκια και χαρά που θα ακολουθήσει,γιατί το σημαντικό δεν είναι η τελετή,είναι αυτό που θα δημιουργήσεις,η ζωή με τον άνθρωπό σου,η κοινή ζωή με καφέδες στο μπαλκόνι και παιδικες αρρώστιες και πλυντήρια,καβγάδες για τα έξοδα και σινεμά τις Κυριακές,και βούρτσισμα των δοντιών στο νεροχύτη κοινό το πρωί.
Αποφάσισα πως όταν ντύνεται η ξαδέρφη μου θα πάρω ένα ωραίο μεταλλικό κουτί και θα κερνάω λεξοτανίλ και ταβοράκια από μέσα,και θα χω και ένα μπουκάλι παγωμένη βότκα τουλάχιστον να γίνουμε ντίρλα,να γελάμε σα χαζοί.Αυτά.

Monday, June 04, 2007

τώρα άρχισαν οι μεγάλες ζέστες.

δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να καταδικάζεις σε ακινησία έναν νευρικό και υπερκινητικό άνθρωπο.το λιοντάρι στο κλουβί δαγκώνει τις σάρκες του.
διαβάζω βιβλία που είχα ξαναδιαβάσει.κοιτάω το ταβάνι,σιχαίνομαι να με βοηθάνε για το παραμικρό άλλοι.
ζεσταίνομαι-αλλάζω ρούχ όπως όπως και φωνάζω σαν κακομαθημένη παιδούλα για το παραμικρό, "νερό", "μαμά πρέπει να πάω στο μπάνιο","φέρε μου το βιβλίο στο πάνω ράφι".
δεν μπορώ να δουλέψω και νιώθω ένοχη.περνάνε οι εικόνες στην τηλεόραση σαν σε εφιάλτες.
roll.cut.
ήπια κρύα λεμονάδα στην poupee και μου πήραν μέτρα,μια μοδίστρα στο ημιυπόγειο να μου λέει για το ορεινό της χωριό,αγόρασα δύο υφασμάτινα μαγιώ-φορμάκια δεκαετίας είκοσι,μου έκαναν τα μαλλιά κοτσιδάκια,ένα από δω,ένα από κει,μου χάρισαν κοκκαλάκια για ευχές,γρήγορη ανάρρωση.πήγα χωρίς το νάρθηκα.βλακεία,το βράδυ το πόδι μου ήταν μαύρο μπλε.
νιώθω σαν παράσιτο.¨θέλω τσιγάρα","θέλω καφέ",είμαι μια υπερφυσική μπέμπα.
4 βδομάδες.και είμαι θυμωμένη,πολύ θυμωμένη.

Friday, June 01, 2007

Προσωπικά έξοδα δεκαπενθημέρου


Έντυπα διάφορα : 20 ευρώ

σούπερ-μάρκετ (τρόφιμα,είδη προσωπικής υγιεινής) :5 ευρώ

διασκέδαση : 15 ευρώ

απορρυπαντικά,είδη καθαρισμού : 10 ευρώ


τελικά,οικονομικά μάλλον συμφέρει να ζεις στην επαρχία...