Monday, October 30, 2006

Βρέχει,βρέχει,βρέχει...

η μαμά μου έλεγε όταν ήμουν μικρή πως αγαπάμε τη βροχούλα(έτσι την έλεγε,βροχούλα)γιατί ποτίζει τα λουλούδια,ποτίζει τα σπαρτά,(once a farmer girl,always a farmer girl)και ξεπλένει την καλοκαιρινή σκόνη και φέρνει πολλά καλά.
Κι έτσι λοιπόν,την αγαπάω τη βροχούλα.
Χίλιες δουλειές είχα να κάνω σήμερα,σούπερ μάρκετ και τσαγκάρικο και είδη γραφείου και σίδερο και δεν έκανα απολύτως τίποτα αλλά πήγα στην Κηφισιά και πλατσούριζα στα πεζοδρόμια και πήρα έναν καφέ στο χέρι και βρήκα ένα στεγνό παγκάκι και καθόμουνα και ήμουν κεφάτη και κράδαινα την ομπρέλα και μετά χάζευα στο Χόντο βλακείες και αγόρασα κοκκαλάκια με αρκουδάκια για την ανιψιά μου και μικρά σφουγγάρια θαλάσσης που είχαν τον ηλίθιο τίτλο 'σφουγγαράκια μπουκίτσες" λες και είναι μεζεδάκια.
Σκέφτηκα να πάω στο Lidl αλλά είναι Δευτέρα και όλοι θα έτρεχαν στις προσφορές και δεν θα μπορέσω να χαζέψω.Μια γνωστή στο νησί που έχει καταπιεί μπαστούνι έλεγε ένα βράδυ στο μπαρ πως αν σου αρέσει το lidl έχεις χτυπήσει πάτο-και δήλωσα με θράσος πως μου αρέσει.
Και μετά ντοματόσουπα (από φακελάκι βέβαια) και το καλύτερο συναίσθημα ever-να μπαίνεις στη γεμάτη μπανιέρα όταν κρυώνεις και έξω βρέχει και ακούς ραδιόφωνο και τα γαμάς όλα γιατί απλά μπορείς.Και δεν έχεις να δώσεις λόγο σε κανέναν.Σε κανέναν απολύτως.

Sunday, October 29, 2006

Αχ οι Κυριακές...

Δεν μας άρεσαν όταν ήμασταν παιδιά.Τις προτιμώ τώρα.
Στη δουλειά μου-σημαίνει υπόσχεση ξεκούρασης μετά από κουραστικά Σαββατοκύριακα,το αντίστροφο σύμπαν της δουλειάς μου.
Η Δευτέρα είναι η ξεκούραση η πραγματική,αλλά πίσω στις Κυριακές.
Ξανθούλης στο ραδιόφωνο,μολύβια φρεσκοξυσμένα,με περιμένει το καινούριο Allure,το ραδιόφωνο παίζει τη¨"μαύρη Φορντ" που μικρή δεν καταλάβαινα τι σήμαινε αλλά τώρα θέλω να χορέψω τανγκό στο ρυθμό της και να τραγουδήσω.
Μου αρέσει να τραγουδάω.Τραγουδάω όταν απλώνω μπουγάδες και όταν είμαι πολύ στενοχωρημένη ή πολύ χαρούμενη.
Ακούω ότι πέθανε η Μαρία Καλουτά.Πάει-άλλη μια εποχή οριστικά πέρασε.
Κυριακές.
Μετανάστες στο σταθμό Λαρίσης.Κρίσεις πανικού από μεσοαστούς.Κακομαθημένα παιδιά σε εκδρομές-δεν συμπαθώ τα κακομαθημένα παιδιά.Επισκέψεις σε συγγενείς-πάνε ακόμα;
Η Αλίκη στο τούνελ."Πιες με".Χανγκόβερ από φοιτητές.Το μπαλκόνι μας ακόμα χωρίς λουλούδια και λαχανικά στις γλάστρες,βιτρίνες κοιτάζονται από περαστικούς.
Καφές στο Βάρσο.Μακάρι να ήταν ακόμα ανοιχτό το Ζώναρς-μου άρεσε και ας ήταν ακριβό.
Κάποιοι τελευταίοι τουρίστες,Μοναστηράκι.
Η μέρα μικραίνει-οι νύχτες υπόσχονται,μπες μέσα μου και δε θα χάσεις.Η Αλίκη μεγαλώνει και μικραίνει τα ξημερώματα.
Νεκροταφεία-ανάβουμε τα καντήλια στους τάφους.
Και η σκηνή κατακλύζεται και από άλλους κομπάρσους.Σαν το βιβλίο του Ντύλαν Τόμας..

Friday, October 27, 2006

Μεγάλοι έρωτες και η στάχτη τους

Δεν ξέρω τι απέγιναν οι παθιασμένοι έρωτες όταν εξανεμίστηκαν.Ίσως έγιναν συμβατικοί γάμοι,ίσως κάποιες γυναίκες βρέθηκαν για πάντα μόνες.
Σε γκαρσονιέρες και σε βίλες γυναίκες κάπνισαν το ένα τσιγάρο μετά το άλλο ακούγοντας το "Μαμά γερνάω" και "Και πάω κι αγαπάω τα πιο μεγάλα αγόρια,την πόρτα τους χτυπάω,μετά κοιμάμαι χώρια" και ένα απ'τα σπαρακτικότερα ρεφραίν στο ελληνικό τραγούδι "που αγόρασα καινούρια καμπαρντίνα και μια βροχή δεν έβρεξε ο Θεός".
Μπορεί να είδαν δακρύβρεχτες ταινίες και εξουθενωμένες από το κλάμα,να έπλυναν το πρόσωπό τους και να πήγαν για ύπνο.
Όλες ίσες,στα ισόγεια,στις μονοκατοικίες,στα χωριά και τις πόλεις.Η ρόμπα έπεσε στα πόδια τους,σαν να αναρωτήθηκαν μήπως τις ξαναέβλεπε εκείνος τη στιγμή αυτή,και ξάπλωσαν μόνες και κουρασμένες.
Άλλες πήγαν για ψώνια,άλλες ήπιαν ποσότητες αλκοόλ,μέχρι να βουλιάξει και ο τελευταίος πόρος,και γύρισαν στο σπίτι,μπορεί μόνες μπορεί όχι,άλλες μεγαλύτερες σε ηλικία απλά συνέχισαν τη ζωή τους χωρίς ξεσπάσματα ήσυχα αλλά με δυο ρυτίδες κάτω απ'τα μάτια παραπάνω.
Ίσως σεξ με συντρόφους που έμοιαζε μηχανικό.Και μετλα το σωματικό άδειασμα ήρθε και το ψυχικό.
Τηλεφωνα κοιτάχτηκαν και ξανακοιτάχτηκαν με την ελπίδα πως θα χτυπήσουν,τον ήχο αυτό που καταγκρεμίζει ή ανεβάζει ψυχές για να τις γκρεμίσει πάλι.
Ένα αχ μακρόσυρτο,βαθύ,μέσα από τα σπλάχνα,ένα πικρό "μάνα"...
Κάποιες βίαιες εξάρσεις και μετά,πέφτει η αυλαία.Μόνο μια θύμηση κάπου κάπου.Σαν παραίσθηση μέσα στη νύχτα.
Χτες το βράδυ ξαναθυμήθηκα τους παθιασμένους έρωτες.
Κι έκλεισα τα μάτια και προσευχήθηκα."Παναγιά μου και Άγιοι Ανάργυροι γιατροί των ψυχών,δώστε τους δύναμη ν'αντέξουν.."Γιατί όλοι στον πόνο είμαστε ίσοι.
και χτες,μετά τα μεσάνυχτα,ακούγοντας το "Σαν απόκληρος γυρίζω" από το Στέλιο,καπνίζοντας νευρικά και γράφοντας πυρετωδώς, σήκωσα το τσιγάρο μου κι έκανα το σχήμα του σταυρού.
Κι απόψε δεν θα βγω "για θύματα" όπως έλεγε η Παπαγιανοπούλου,αλλά μοιάζει παράξενο το άδειο μου κρεβάτι..

Wednesday, October 25, 2006

Γυμνό τραγούδι...

Όλα γυμνά τριγύρω μας
όλα γυμνά εδώ πέρα
κάμποι,βουνά,ακροούρανα
αγράταγ' είναι η μέρα.
Διάφαν' η πλάση,ολάνοιχτα
τα ολόβαθα παλάτια
το φως χορτάστε,μάτια
κιθάρες,το ρυθμό.

Εδώ είν' αριά και αταίριαστα
λεκκιάσματα τα δέντρα,
κρασί είν΄ο κόσμος άκρατο,
εδώ η γύμνια αφέντρα.
Εδώ είν' ο κόσμος όνειρο,
εδώ χαράζει ακόμα
στης νύχτας τ' αχνό στόμα
χαμόγελο ξανθό.

Εδώ τα πάντα ξέστηθα
κι αδιάντροπα λυσσάνε
αστέρι είναι ο ξερόβραχος
και το κορμί φωτιά 'ναι.
Ρουμπίνια εδώ,μαλάματα,
μαργαριτάρια,ασήμια,
μοιάζει η θεία σου γύμνια
τρισεύγενη Αττική!

Εδώ ο λεβέντης μάγεμα,
η σάρκα αποθεώθη
οι παρθενιές,Αρτέμιδες,
Ερμήδες είναι οι πόθοι.
Εδώ κάθε ώρα ολόγυμνη
θάμα στα υγρόζωα κήτη
πετιέται κ' η Αφροδίτη
και χύνεται παντού.

Παράτησε το φόρεμα
και με τη γύμνια ντύσου
Ψυχή,της γύμνιας ιέρισσα
ναός είναι το κορμί σου.
Μαγνήτεψε τα χέρια μου
της σάρκας κεχριμπάρι
τ΄ολύμπιο το νεχτάρι
της γύμνιας δος να πιω.

Σκίσε το πέπλο,πέταξε
τον άμοιαστο χιτώνα
και με τη φύση ταίριασε
την πλαστική σου εικόνα.
Λύσε τη ζώνη,σταύρωσε,
τα χέρια στην καρδιά σου
πορφύρα τα μαλλιά σου
μακρόσυρτη στολή.

Και γίνε ατάραχο άγαλμα
και το κορμί σου ας πάρη
της τέχνης την εντέλεια
που λάμπει στο λιθάρι
και παίξε και παράστησε
με της ιδέας τη γύμνια
τα λυγερά τ' αγρίμια,
τα φίδια,τα πουλιά.

Και παίξε και παράστησε
τα ηδονικά,τα ωραία,
λαγάρισε τη γύμνια σου
και κάμε την ιδέα.
Τα στογγυλά,τα ολόισα
χνούδια,γραμμές, καμπύλες,
ω θείες ανατριχίλες
χορεύτε έναν χορό.

Μέτωπο,μάτια,κύματα
μαλλιά,γλουτοί,λαγόνες
κρυφά λαγκάδια του Έρωτα
ρόδα,μυρτιές,κρυψώνες,
πόδια που αλυδοδένετε
βρύσες του χαιδιού,ω χέρια,
του πόθου περιστέρια
γεράκια του χαμού!

Και ολόκαρδα,κι αμπόδιστα
λογάκια,ω στόμα,ω στόμα,
σαν το κερί της μέλισσας
σαν του ροδιού το χρώμα.
Τα κρίνα τ' αλαβάστρινα
τ' απρίλη θυμιατήρια
ζηλεύουν τα ποτήρια
του κόρφου σου!Ω-να πιω

να πιω στα ροδοχάραγα,
στα ορθά,στα σμαλτωμένα
το γάλα που ονειρεύτηκα
της ευτυχίας,εσένα.
Εγώ είμαι ιεροφάντης σου
βωμοί τα γόνατά σου
στην πύρινη αγκαλιά σου
θεοί θαυματουργούν.

Μακριά μας όσα αταίριαστα,
ντυμένα και κρυμμένα,
τα μισερά και τ'άσκημα
και ακάθαρτα και ξένα.
Ορθά όλα,ξέσκεπα,άδολα,
γη,αιθέρες,κορμιά,στήθια.
Γύμνια είναι και η αλήθεια,
και γύμνια κ' η ομορφιά.

Στη γύμνια την ηλιόκαλη
της αθηναιιισας μέρας
και ανίσως και φαντάξη σου
κάτι άντυτο σαν τέρας,
κάτι σαν δέντρο αφύλλιαστο
και δίχως ίσκιου χάρη
αδούλευτο λιθάρι,
ξεραγκιανό κορμί

Κάτι γυμνό και ξέσκεπο
και ολανοιγμένα πλάτια,
που ζωντανό θα το δειχναν
μόνο δυο φλόγες μάτια,
κάτι από τους σάτυρους
κρατιέται,και είν' αγρίμι
και ειν' η φωνή του ασήμι-
μη φύγεις,ειμ' εγώ,

ο Σάτυρος.Και ρίζωσα
σαν την ελιά εδώ πέρα,
λιγώνω τους αγέρηδες
με τη βαθιά φλογέρα.
Και παίζω και παντρεύονται
λατρεύονται,λατρεύουν,
και παίζω και χορεύουν,
άνθρωποι,ζα,στοιχειά.
Κωστής Παλαμάς

"Μπορείς να μ' αγαπήσεις,μπορείς να μου χαρίσεις μια στιγμή
το κορμί μου είναι μόνο η αφορμή..."

Tuesday, October 24, 2006

Η οπλαρχηγός Ελένη

Η οπλαρχηγός Ελένη
είχε πόνο στην καρδιά
και σαν πρώτα αντρειωμένη
έβγαινε απ'τις εννιά
στη Συγγρού,στην παραλία
κι έκανε περιπολία

Η οπλαρχηγός Ελένη
με σημαία και σταυρό
όταν είναι λυπημένη
κάνει λιώμα τον εχθρό
και μετά το έγκλημά της
μνημονεύει τη μαμά της

Αχ αμάν,αμάν μανούλα
κοριτσάκι μου γλυκό
σκέπασέ με,σκότωσέ με
σε μισώ και σ' αγαπώ.

Η οπλαρχηγός Ελένη
μες στις πούλιες και τα στρας
στους στρατώνες και τα στρας
τους στρατώνες μέσα μπαίνει
Κυριακές και εορτάς
ξεσπαθώνει,ξεσπαθώνει
τις φρουρές αναστατώνει

Η οπλαρχηγός Ελένη
με μουστάκι γυριστό
που ποτέ της δεν πεθαίνει σαν το Διάκο σουβλιστό
παίρνει ότι βρει μπροστά της
και θυμάται τη μαμά της

Η οπλαρχηγός Ελένη
μια βραδιά με συναντά με τα μάγια της με δένει
δεν την έσκιαζε η σκλαβιά
κα τινάζει στον αέρα
δεκαοχτώ χρονών καριέρα.

Η οπλαρχηγός Ελένη
πόρνη και ναρκομανής
βρέθηκε κομματιασμένη
στις ακτές τις Αττικής
βρήκα το σημείωμά της
που χε γράψει στη μαμά της

Αχ αμάν αμάν μανούλα
κοριτσάκι μου γλυκό
σκέπασέ με,σκότωσέ με
σε μισώ και σ' αγαπώ

Αχ αμάν αμάν μανούλα
κοριτσάκι μου γλυκό.
Ζήτω η Ελευθερία
κάτω κάτω η τυραννία
σε μισώ και σ'αγαπώ.

Αφιερωμένο στον Motorcycle Boy και τον Σεξ+Πυρ,λόγω των ποστ τους,και γιατί η ελευθερία είναι προσωπική μας υπόθεση.
Γιατί και να μου κόψουν τη γλώσσα,να μου βγάλουν τα μάτια και να με διαμελίσει ο οποιοσδήποτε,εγώ θα μαι και θα αισθάνομαι ελέυθερη.Γιατί δεν μπορούν να μου πάρουν τη σκέψη.
Τυχαία σήμερα όπως ταξινομούσα τα cd μου,βρήκα το τραγούδι αυτό του Σταμ,ερμηνευμένο μοναδικά από το Γιώργο Μαρίνο...

Sunday, October 22, 2006

'Αλλα στο μυαλό..

και το χέρι πάει αλλού.Ήθελα να γράψω για το Bill Bryson και τα ταξίδια μας.Για τα κουνελάκια που κουνάνε ασταμάτητα τις ροζ μυτίτσες τους σαν να ψάχνουν κάτι.Για την οργάνωση-αποδιοργάνωση.Για τα παιχνίδια του μυαλού που παίζουν ζάρια με τον εγκέφαλο.
Ή ρώσικη ρουλέτα.
Για το όμορφο πρωινό στο Μετς,το πανέμορφο,πανέμορφο(δεν το χορταίνω!)νεραιδοβιβλίο μου που μοιάζει να ευωδιάζει λεβάντα και γρασίδι,τσάι βαρύ με λεμόνι φρεσκοκομμένο από το δέντρο του,shortbread και γαλλικά κρουασάν που αφήνουν ψίχουλα παντού,εκείνο το βράδυ με την Πιαφ και τα βράδια στη Σαλονίκη που νόμιζα πως τρώει τις σάρκες μου το κρύο.
Αντί για αυτό θα γράψω πόσο χαίρομαι όταν οι άνθρωποι περνούν καλά μαζί.Χωρίς μεγάλα λόγια,υποσχέσεις,ελεημοσύνες.
Το ραδιόφωνο παίζει "Θα μείνω πάντα ιδανικός και ανάξιος εραστής",και πάντα σκεφτόμουν πως προτιμούσα να είμαι η δαιμονική ερωμένη παρά η απατημένη σύζυγος.
Αλλά τώρα σκέφτομαι και πως να είσαι η σύζυγος μπορεί να μην είναι τόσο άσχημο.

Saturday, October 21, 2006

και προχωρούσα...

μέσα στη νύχτα χωρίς να ξέρω κανέναν
κι ούτε κανένας με γνώριζε

έτσι ήμουν πιο ευτυχισμένη από όλες τις φορές.Να λάμπει μια σταγόνα βροχής κάτω απ'το φως και να τη βλέπω-για τόσο λίγο.Να μου χαμογελάσει ένα μωρό χωρίς λόγο.Να μου δώσει κάποιος άγνωστος τη φωτιά του.Από ένα περαστικό ταξί η φωνή του Καζαντζίδη "Στο θολωμένο μου μυαλό".Τα ζευγάρια.Τα ηλικιωμένα ζευγάρια ειδικά.Να δένει τα κορδόνια του ένα παιδί και να συνεχίζει το δρόμο του,τρέχοντας,κι εγώ να στέκομαι,πάντα να στέκομαι.
Χτες είδα στο όνειρο μου ένα φόρεμα με κόκκινες,γαλάζιες,πράσινες,μαύρες ρίγες και μπροντερί ανγκλαίζ λευκο μεσοφόρι-κορσέ.Και είδα κι άλλα,κι άλλα.Πάλι δε σε είδα.
Καλύτερα.
Μου αρέσει όταν χαμογελάνε οι φίλοι μου.Και όταν δακρύζουν.
Δεν θέλω πια να με νταντεύω.Βαρέθηκα να απολογούμαι στον εαυτό μου.Και να με μαλώνω,κυρίως.
Μέσα στη νύχτα,κι ούτε κανένας με γνώριζε,όπως ακριβώς το ήθελα..

Monday, October 16, 2006

Τα πόδια μου είναι κρύα,λες και πλατσούριζα σε παγωμένο νερό...τα μαζεύω κάτω απ τους μηρούς,τίποτα.Φοράω μάλλινες κάλτσες,άδικος κόπος.Τα άκρα μου δυο κομμάτια πάγου,διαφανή και απειλητικά.Θα μπορέσουν να κόψουν ατσάλι.
Βρέχει.Οι σταγόνες πέφτουν στη θάλασσα σιωπηλά,να μην ξυπνήσουν τα πλάσματα της νύχτας,και τα παράθυρα ανοιχτά να προσκαλούν το σκοτάδι-κανένας εδώ,αλλά εγώ τα φώτα μου τα ανάβω.Και τα προσφέρω.
Άκουσα το νέο τραγούδι του Σταμ για την ταινία "Πεθαίνοντας στην Αθήνα",το λένε "Φεγγάρια" και μου άρεσε.Με ζεσταίνει σαν ένα καλό κονιάκ.Σαν τη λευκή μου κουβέρτα.
Σαν τα χέρια μερικών ανδρών κάποτε που με κέρασαν λίγη θέρμη.
Πατρίδα μου είναι η μνήμη.Προίκα μου η εμμηνόρροια,κληρονομιά της Εύας σε όλες τις γήινες υπάρξεις,κληρονομιά μια δυο σκόρπιες κουβέντες,το μπαούλο δεν έχει μέσα κουβέρτες και παπλώματα αλλά μυρωδιές.
Ξωκλήσια,μύρο,παλιά καράβια,ναφθαλίνη,κάμφορα,καφές φρέσκος,διάδρομοι και χώροι που κάποτε ήταν το σπίτι μου.
Σε αναγνωρίζω απ'τη μυρωδιά σου.Και σε πλήθος μέσα θα σε ξεχώριζα.Και στην άκρη του κόσμου.
Διψάω συνέχεια.Ο τόπος που θα με φιλοξενήσει όταν φύγω θα χει πολύ νερό.Θα κυλάει,θα ξεπλένει,θα παρασέρνει βότσαλα και ξερόχορτα και θα κατεβάζει κομμάτια πάγου την άνοιξη.
Ίσως κατεβάσει και τα παγωμένα μου πόδια.
Θυμάμαι τη ζεστασιά της μήτρας.Αν συγκεντρωθώ πολύ νιώθω τη στιγμή που με τράβηξαν βίαια απο εκεί,σκοτάδι και μετά άπλετο φως.Ήμουν κουρασμένη,εξαντλημένη,αλλά ένιωσα το καλωσόρισες με το φως της Αυγής.
Μπορεί μια μέρα να δώσω το δώρο της ζωής.
Χτες στο όνειρο ήρθες,είπες είμαι αθάνατος,δεν θα πεθάνω ποτέ,και βρισκόμασταν σε ένα καταπράσινο λιβάδι με τον ήλιο να λάμπει πάνω απ'τα κεφάλια μας.
Και αναρωτιέμαι,τι θα μάθω τώρα για σένα;
'Ημασταν παιδιά με πασαλειμμένα στόματα από μαρμελάδα κεράσι και φραγκοστάφυλο,και γάλα χλιαρό με κακάο,ήμασταν έφηβοι με αναψυκτικά και τις πρώτες μπύρες,ήμασταν ενήλικοι με πολλά τσιγάρα και κονιάκ και εμετούς και επίσημες εξόδους που ήσουν κάποιος άλλος.Και τώρα,εσύ κάπου τριγυρνάς,σε σαλόνια διακεκριμένων ή σε στενά σοκάκια και εγώ συμπληρώνω χαρτιά και τετράδια,πανάθεμά σου,πανάθεμά σου.

Saturday, October 14, 2006

Αισθήματα στιγμής με ρήματα

Κρυώνω
ζαλίζομαι
ήπια
αισθάνομαι
παρατηρώ
εξανεμίζομαι
ψιθυρίζω
κρυώνω

Friday, October 13, 2006

Και το νερό να βράζει..

Πεθύμησα φαγητά να μαγειρεύονται όλα μαζί πάνω στη φωτιά στο μισοσκόταδο.
Πηχτή χορτόσουπα να κοχλάζει,να σερβίρεται σε βαθιά πιάτα με φρυγανισμένα κρουτόν,φρέσκο μαύρο ψωμί στο καλάθι,φέτες χοντρές και αφράτες, κατσαρόλες να αχνίζουν τα τζάμια,κοτόσουπα,πατάτες να ψήνονται με τη φλούδα και να σερβίρονται με κρέμα γάλακτος και φρέσκο βούτυρο,σουπιέρες και σερβίτσια,άγρια μανιτάρια γκούλας,λαζάνια στο φούρνο,όλα μαζί χορωδία αρμονική,χρώματα και γεύσεις,ένα τραπέζι γεμάτο,επιδόρπιο χαλβάς σιμιγδαλένιος με κομμάτια αμυγδάλου,πασπαλισμένος με κανέλλα,κανέλλα μπόλικη,
και καφές στο τέλος βαρύς και αρωματικός,σε πορσελάνινα φλυτζάνια με κύβους ζάχαρης στη ζαχαριέρα,η νύστα μετά το γεύμα και το τσιγάρο να καίγεται..

Thursday, October 12, 2006

Το νησί που ταξιδεύει με το φως του Αυγερινού.

Είμαι εδώ σαν να μην έφυγα ποτέ.Η μαύρη ρόμπα μου στο κρεβάτι διπλωμένη,τα ρούχα και τα καπέλα κρεμασμένα,πλυμένα και σιδερωμένα.Κάνει κρύο για να τα ξαναβάλω.Του χρόνου πάλι.
Προσκύνησα στην εκκλησία που μου έδωσαν την ευχή και με βάφτισαν,άναψα κερί,ξανάκλεισα την πόρτα.Οι πηγές του νερού τρέχουν όπως πάντα.
Η θάλασσα είναι γκρίζα.Ένα δύο τρία,πιάσε με βράχε αν μπορείς,βγαίνω,πιάσε με.
Στο δρόμο δε συνάντησα κανέναν.Τσάι στην κουζίνα.Αυλές πεντακάθαρες απ τη βροχή.
Η κόρη της Κ.έχασε το μωρό της.Έτσι απλά,έχασε το μωρό της,τρίτη αποβολή,δεν θέλω να ξανακάνω παιδί,κουράστηκα,για την εγκυμοσύνη αυτή είχα όνειρα,η καρδούλα του μόλις είχε σχηματιστεί.
Όπερα.Βέρντι.Μαζέψαμε και τις ομπρέλες.
8 μποφώρ σίγουρα.Δροσοσταλίδες στα βλέφαρα.
Βάζω το σάλι μου και βγαίνω έξω.
Δεν έφυγα ποτέ.

Monday, October 09, 2006

Παλιά μου τέχνη κόσκινο.Μαζευω άρθρα και τα αρχειοθετώ.Η Fay Weldon γράφει για την Assia Weavill,ερωμένη του Ted Hughes(of the Sylvia Plath fame).Η Αssia πήρε τη ζωή της και εκείνη..Μαζί και την κόρη της.Ξεχάστηκε λόγω Πλαθ.Η Πλαθ ήταν πιο σπουδαία ποιήτρια,η Weavill ήταν πιο όμορφη." Everyone hated her" είχε πει ο Χιουζ στην κηδεία της.
Λόγω ομορφιάς;Τελικά είναι ή δεν είναι αμαρτία η ομορφιά;
Σου κάνει τη ζωή πιο εύκολη ή πιο δύσκολη;Ανοίγει πόρτες ή τις κλείνει;
Αν είσαι όμορφος είσαι και άτρωτος;
Είναι κάτι που δεν μπορείς να εξασκηθείς να γίνεις καλύτερη,όπως σε ένα μουσικό όργανο ή στον αθλητισμό.
Αντιμετωπίζεις προκαταλήψεις.Αν τολμήσεις να κανεις κάτι δραστικό,αν είσαι ηθοποιός "τσαλακώνεις την εικόνα σου".Λες και δεν είναι η δουλειά σου.
Σκέφτομαι πως όσο και να τον κατηγορούν οι φεμινίστριες,ο Χιουζ δεν έφταιξε.
Παλιά μου τέχνη κόσκινο.Κόβω άρθρα και τα αρχειοθετώ.Και σημειώνω.Και γεμίζω σελίδες.
Καινούρια βδομάδα,φρέσκια φρέσκια,σύννεφα που πηγαινοέρχονται,ψιλοκρυώνω,τσάι αντί για καφέ σήμερα,earl grey με αυτή την περίεργη γεύση του περγαμόντου,δεν θέλω ζάχαρη τελευταία,όχι μην επιμένεις.
Πήγα στο παζάρι του ΕΛΙΑ στην Πλάκα χτες και πήρα 4 περιοδικά.Ρομάντζο,Θησαυρός,Θεατής.Το τεύχος του Θεατή είναι από το 1938.
Ο κύριος μπροστά μου σημειώνει σε ένα τετραδιάκι τα τεύχη που του λείπουν.
''Είστε συλλέκτης;"
"Συνήθως εμάς μας αποκαλούν βλαμμένους".
Πρόγραμμα Επιδαύρεια 1974.Στις 21 Ιουλίου η Μαίρη Αρώνη θα ανέβαζε τη Λυσιστράτη.
Η παράσταση δεν έγινε ποτέ.
Κι εγώ κάθε μέρα ανεβάζω παράσταση.Και δεν θέλω σήμερα ζάχαρη,όχι,μην επιμένεις.

Saturday, October 07, 2006

Τα παιδιά κάτω στον κάμπο..

Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
δεν μιλάνε στον καιρό
μόνο πέφτουν στα ποτάμια
για να πιάσουν το σταυρό

Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κηνυγούν έναν τρελό
τόνε πνίγουν με τα χέρια
και τον καίνε στο γιαλό

Έλα κόρη της Σελήνης
κόρη του Αυγερινού
να χαρίσεις στα παιδιά μας
λίγα χάδια τ'ουρανού

Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κηνυγάνε τους αστούς
πετσοκόβουν τα κεφάλια
σπό εχθρούς και από πιστούς

Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κόβουν δεντρολιβανιές
και στολίζουν τα πηγάδια
για να πέσουν μέσα οι νιες

Tα παιδιά μες στα χωράφια
κοροιδέυουν τον παπά
του φοράνε όλα τα άμφια
και τον παν στην αγορά

Τα παιδιά δεν έχουν μνήμη
τους προγόνους τους πουλούν
κι ό,τι αρπάξουν δε θα μείνει
γιατί ευθύς μελαγχολούν... (σα να περιγράφει τη σύγχρονη Ελλάδα..στίχοι του Χατζιδάκη από την ταινία "Sweet movie")

και άλλο ένα...

Την πόρτα ανοίγω το βράδυ
τη λάμπα κρατώ ψηλά
να δουνε της γης οι θλιμμένοι
να ρθουνε να βρουν συντροφιά

να βρουνε στρωμένο τραπέζι
σταμνί για να πιει ο καημός
κι ανάμεσά μας θα στέκει
ο πόνος του κόσμου αδερφός

να βρουνε γωνιά να ακουμπήσουν
σκαμνί για να κάτσει ο τυφλός
κι εκεί καθώς θα μιλάμε
θα ρθει συντροφιά κι ο Χριστός...(του Τάσου Λειβαδί

δυο τραγούδια που άκουσα σήμερα στο ραδιόφωνο..
ότι και να συμβεί
εγώ την πόρτα μου θα την έχω ανοιχτή
γιατί η ομορφιά κάποτε θα σώσει τον κόσμο
κάποτε...

Friday, October 06, 2006

Οδός Σοφοκλέους...

Έσπασε το παπούτσι στην Κοτζιά.Περπατάω κουτσαίνοντας και πέφτω πάνω του.Τον αναγνωρίζω και τα μάτια του είναι καλωσυνάτα.Χαιρετιόμαστε.Τον ευχαριστώ και του σφίγγω το χέρι.Είναι υπέροχος μέσα στη σεμνότητά του.Είναι κι εκείνος δαρμένος απ'το βοριά σαν κι εμένα.Φεύγει με ήρεμο βάδισμα κι εγώ σχεδόν με λυγμούς.Που για λίγο ένιωσα το μεγαλείο του.
Αγοράζω ένα καινούριο ζευγάρι παπούτσια παρακάτω,σανδάλια με κόκκινες μπίλιες.Προσφορά,10 ευρώ.
Και κατεβαίνω στην κοιλιά της πόλης.
Πολύ κάνω γούστο τους κοστουμάτους της Σοφοκλέους να ανακατεύονται με τους άρχοντες της αγοράς στη στοά.Που τρώνε μεζέδες και κοιτάνε τις γυναίκες λες και είναι Παναγίες.Εκεί,στα τραπεζάκια,με τον Στέλιο να παίζει.
Πάω στην Αμερικάνικη Αγορά.Παίζω,σηκώνω με τα χέρια,ψάχνω φανελένιες πυζάμες,μπα,πολύ μεγάλες,σουέντ φούστες επίσης,γκρι φόρεμα έτσι κι έτσι,ανδρική φανέλα jockey μάλλινη ναι,κατωσένονα δεν έχουν φέρει ακόμα,μεσοφόρια επίσης.
Μ' αρέσουν και τα βελούδινα φορέματα αλλά έχω αρκετά.Ανδρικά παντελόνια επίσης.
Η κα Μ. μου κάνει το λογαριασμό.Η γάτα δεν είναι εκεί.Κατεβαίνω και συνεχίζω το δρόμο.
Στο σπίτι ο πατέρας μου τραγουδάει "Τα φανάρια πια δεν τα θυμάσαι και το ωραίο γλυκό της Κυριακής" κόβοντας μαρούλι και πιπεριές,στρώνω τραπέζι,κάποτε ήταν δύσκολο να βγάλεις φύλλο να μπαρκάρεις μου λέει,ήθελα να πάω στη Νότια Αμερική κάποτε,τώρα δεν θέλω να πάω πουθενά,ίσα ίσα προς τα κάτω καμιά βόλτα να βλέπω τη θάλασσα.

Thursday, October 05, 2006

Η χώρα μου,που αγαπώ,αναλώνεται σε κακομούτσουνους "καταζητούμενους" που με κοιτάνε με ύπουλο βλέμμα φιδιού από αφίσες πάνω σε κολώνες.
Η χώρα μου κατασπαράζεται σε εμφυλίους μεγάλους και μικρούς,από πολιτικές παρατάξεις μέχρι και online ημερολόγια.
Η χώρα μου βγάζει το κρεβάτι της σε απευθείας σύνδεση και ωρύεται στα παράθυρα.Φτωχαίνει.
Ψωνίζει είδη πολυτελείας καταχρεωμένη σε κάρτες.
Η χώρα μου που αγαπώ δε μ' αγαπάει.Ναρκισσεύεται στον καθρέφτη φορώντας κουρέλια.
Σκέφτεται τα περασμένα της μεγαλεία και κοιμάται μόνη κάθε βράδυ.
Η χώρα μου από αθώα παιδούλα έγινε προαγωγός.Και χαράζει τα δικά μας πρόσωπα με μαθηματική ακρίβεια και χειρουργικό νυστέρι.
Το χνώτο της μυρίζει.Τα νύχια της είναι γαμψά.Είναι αχτένιστη και άστεγη.
"Ο τόπος μας είναι κλειστός" εγραψε ο ποιητής.
Είναι κλειστός και δεν ανοίγει και τα παράθυρα να μπει ο καθαρός αέρας.
"Κι εσύ κοιτούσες τ'αρχαία σου τα λούσα,και δεν δακρύζεις ποτέ σου,Μάνα μου Ελλάς,που τα παιδιά σου σκλάβους ξεπουλάς"... Γκάτσος.
Κι εμένα που με γέννησε δίπλα στο θαλασσινό νερό και μ' έθρεψε με αέρα και αρμύρα και πεύκο,με ξεπουλάει κάθε μέρα στα σκλαβοπάζαρα.Με ξαναγοράζει,και το επόμενο πρωινό με ξαναπουλάει.

Wednesday, October 04, 2006

Πρωί.Καφές με διπλή δόση εσπρέσσο από τα Στάρμπακς.Νιώθω έτσι πως πίνω καφέ με τη Γ.(που έχουμε δεν ξέρω κι εγώ πόση διαφορά ώρας από την άλλη μεριά της γης που είναι-αλλά κι εκείνη πίνει καφέ συνέχεια)οπότε πίνουμε καφέ μαζί αναλύοντας την κατάσταση του τύπου στη Ελλάδα,τα ρούχα δεύτερο χέρι,την ανωτερότητα της Chanel από την Estee,τις παιδικές μας φοβίες,τη Στέλλα Μπεζεντάκου και την ποίηση του Μπρεχτ.Με λίγο σιρόπι φουντουκιού ακόμη που είναι ένα συστατικό της ευτυχίας.
Έχω μια μεγάλη σακούλα στο χέρι και πετάω μικροπράγματα γιατί βαρέθηκα να μπαίνω στο δωμάτιο και να σκοντάφτω από τα υπάρχοντά μου.
Σειρά έχουν τα κάδρα και τόσα αποκόμματα τύπου που μάζευα τόσα χρόνια.Κανένα έλεος.
Κανένα συναίσθημα.Πέτα τις αναμνήσεις σου-μόνο έτσι θα αποκτήσεις καινούριες.
Γράφω μια λίστα με δουλειές που πρέπει να γίνουν με χρωματιστά μολύβια.
Στολίζω τα χαρτιά αυτά με βερνίκι νυχιών που έχει τίτλο chocolate cherry.Χα.Και το πήρα τυχαία.
Παρακάτω,η λίστα για τα ψώνια.
Σαμπουάν Johnson.
Woolite.
Χλωρίνη.
Βατονέτες.
Χαρτομάντιλα.
Λεμόνια.
Τσάι λουίζας.
Πράσινα μήλα.
Band aids.
Σαπούνι πράσινο.

Να στείλω το δώρο της Μ.με το ταχυδρομείο.Αύριο πια.
΄
"Μέσα από άγνωστο χωριό κοντά στον Παρνασσό ξεκίνησα για να δοκιμαστώ
Κι αυτούς που με παιδέψανε σαν Άγιο και Χριστό
τους έκοψα τον ένα τους μαστό
Περπάτησα και πάτησα σε ζώντες και νεκρούς
ξεπέτρασα τους δίσεκτους καιρούς
κι απόκτησα το Μύθο μου με στοχασμούς πικρούς
σε υπόγειους δρόμους άδειους και υγρούς

Με λεν Μαριάνθη και είμαι από τρελή γενιά
Μισώ του κόσμου τη βία και απονιά
χιλιάδες μάτια με κοιτάνε από μακριά
και μου μετράνε τη ζωή μου τα κεριά

Μια χήρα από την Έφεσο δεν ήμουνα ποτές
δεν είχα στρατιώτες για εραστές
Τα ζάρια μου τα έπαιξα σε φτωχογειτονιές
και κέντησα τον πόνο με πενιές

Δεν μπόρεσα να γίνω ούτε γυναίκα ούτε ευτυχής
δεν δούλεψα σε οίκους ανοχής
Και μες στην αναδίπλωση της νέας εποχής
απόμεινα μια ανάμνηση ατυχής..."
(Στίχοι,Μ.Χ)

Το ποστ αυτό γράφτηκε με μουσική υπόκρουση το "Στυλίτη" του Θανάση Παπακωνσταντίνου.Μια γουλιά καφές ακόμα.Και ένα τσιγάρο.Και μετά,ξανά έξω,στην αδηφάγα πόλη.

Sunday, October 01, 2006

Ακούω-για άλλη μια φορά,τα Σκουριασμένα Χείλια.Τον ξέρω τόσο καλά αυτό το δίσκο,που και να μην τον ξανακούσω,τον έχω χαραγμένο στη μνήμη τόσο καλά...
(Όπως έλεγε και ο ήρωας του Shawshank Redemption μόλις βγήκε από την απομόνωση της φυλακής για το δίσκο της όπερας).
Τα πράγματα είναι έτοιμα για αναχώρηση.Εκτός από τα καλλυντικά,και τα cd's,που πάντα πακετάρονται τελευταία.Τα καλλυντικά μου,τα αρώματά μου μάλλον,είναι σαν οικιακός εξοπλισμός.Πρώτα αυτά ξεπακετάρω και τακτοποιώ,τελευταία τα μαζέυω όπου και να πάω.
Αν σκεφτείς πως σπάνια βάφομαι και πάλι βάζω ελάχιστα πράγματα,είναι ένα άλλο απ'τα παράδοξά μου.
Έβγαλα τις κουρτίνες μου και τις έβαλα να μουλιάσουν,πρώτον γιατί ήταν χάλια,δεύτερον γιατί απόψε θα κοιμηθώ με πατζούρια ανοιχτά.Θέλω να δω,το τελευταίο αυτό βράδυ,όλη τη θέα χωρίς περιορισμούς.
Με πειράζει που φεύγω.Νομίζω,κάθε φορά,πως θα συμβεί κάτι τρομερό και δεν θα το ξαναβρώ το σπίτι,ή και το νησί.Ότι θα βουλιάξει σαν τη χαμένη Ατλαντίδα ή κάτι τέτοιο.
Βέβαια,εγώ πατρίδα ουσιαστικά δεν έχω,η Κερασία στη Χώρα των Θαυμάτων είμαι.
Θυμάμαι πως το καλοκαίρι ο φίλος της ξαδέρφης μου μου έλεγε"δεν έχεις καμιά σχέση με κανένα άλλο μέλος της οικογένειάς σου που έχω γνωρίσει"(Και τους έχει γνωρίσει σχεδόν όλους).Αν δεν έμοιαζα με τους δικούς μου φυσιογνωμικά,θα πίστευα ακράδαντα πως έγινε λάθος στο νοσοκομείο.Ή πως φύτρωσα,ή πως έπεσα απ'τον ουρανό,λάτι τέτοιο.
Δεν έχω σχέδια για το άμεσο μέλλον.Μόνο να πάω στο Μοναστηράκι να ψάξω για παλιά περιοδικά και να πάω σε αμερικάνικη αγορά.Πεθύμησα τη μυρωδιά του παλιού χαρτιού και τα ρούχα με παρελθόν.
Κατά τα άλλα,γράφω λίστες με τους στίχους που θα ήθελα να μου πει κάποιος που θα μ'ερωτευτεί πολύ.
Αλλα αυτό είναι μυστικό.