Δεν πιστεύω στους απολογισμούς, στα ζυγίσματα, στις λογικές αποφάσεις. Δεν υπήρξα λογικός άνθρωπος και πολύ αμφιβάλλω αν θα γίνω στο μέλλον. Αλλά άλλη μια χρονιά φεύγει και αυτό, ναι, είναι γεγονός.
Τη χρονιά αυτή άρχισε το ημερολόγιο αυτό, γράφτηκαν σελίδες και σελίδες σε τετράδια, χύθηκαν δάκρυα και ακούστηκαν υστερικά γέλια, ακούστηκε Ενρίκο Καρούζο, Σουγιούλ και Σωκράτης, Κραουνάκης και Χατζιδάκης και τραγούδια από παλιό Χόλλυγουντ, αγοράστηκαν μερικά άχρηστα πράγματα ακόμα, υπήρξε άγχος και κάποιες εκατοντάδες φλυτζάνια εσπρέσσο, μια χρονιά που πήγα ελαχιστο σινεμά και διάβασα ελάχιστα βιβλία, μια χρονιά που γνώρισα καινούριους ανθρώπους και οι περισσότεροι με απογοήτευσαν αλλά υπήρξαν και πολλοί που με αποζημίωσαν με το παραπάνω, μια ακόμα χρονιά που μεγαλώνω και παραδόξως χαίρομαι γι' αυτό, με ταξίδια με το καράβι, με πιασμένη πλάτη, πολλες σπατάλες, άσκοπες βόλτες και ακόμα περισσότερα άσκοπα λόγια, κι έτσι κι αλλιώς τα χρόνια μετά το 2001 περνούν σα χειμερία νάρκη, με τους ανθρώπους που αγαπώ περισσότερο μακριά μου στα μήκη και τα πλάτη της γης, με κοσμήματα που αγόρασα και δε φόρεσα, άλλοτε με ροζ και άλλοτε με χλωμά μάγουλα ,άλλοτε με χαμηλωμένα και άλλοτε με ψηλό βλέμμα, λίγο σνομπ, να καλύπτει φόβους και κρίσεις ,τις περισσότερες φορές στο ξύλινο πάτωμα σαν άνοστο φαγητό,ή περιπλανώμενη στους δρόμους να χαζεύω περαστικούς και να κριτικάρω ειρωνικά.
Μα νιώθω πως ίσως η ειρωνία μου φεύγει σαν το χιόνι που λιώνει την άνοιξη.
Και θα κλέισω τα μάτια, και όπου με βγάλει.
Sunday, December 31, 2006
Friday, December 29, 2006
If...
Εάν ήμουν ζώο,θα ήμουν ελάφι.Αν ήμουν πίνακας ζωγράφου,θα ήμουν του Χόππερ.
Αν ήμουν δέντρο,θα μουν αγριοκερασιά,να φιλεύω τους διαβάτες καρπούς.Αν ήμουν λουλούδι,θα μουν κρινάκι του αγρού.
Αν ήμουν τραγούδι θα μουν αρχοντορεμπέτικο.Αν ήμουν ποιήτρια,θα μουν η Ελίζαμπεθ Μπάρεττ Μπράουνινγκ.Αν ήμουν ταινία,θα ήμουν το "Μια υπέροχη ζωή".
Αν ήμουν τοπίο,θα μουν η θάλασσα κάτω απ'το γκρεμό.Αν ήμουν πόλη,θα μουν η Νέα Υόρκη,γεμάτη αντιθέσεις.Αν ήμουν κλασικό κομμάτι,θα μουν το Μπολερό του Ραβέλ.
Αν ήμουν καταραμένος ήρωας θα μουν ο Ρασπούτιν.
Αν ήμουν μαρκαδόρος θα μουν διάφανος.Αν ήμουν ποίημα θα μουν το "If" του Κίπλινγκ.Αν ήμουν χαρακτήρας καρτούν θα μουν ο Γκαρής απ'το Γουίνι.Αν ήμουν γλυκό θα μουν κρεμ μπρυλέ.Αν ήμουν θεατρικό έργο θα μουν το "Λεωφορείο ο Πόθος."Αν ήμουν όργανο θα μουν ακορντεόν.
Μα δεν είμαι τίποτα από όλα αυτά.Είμαι γυναίκα με σάρκα οστά και αίμα.Και ίσως έτσι,να ναι καλύτερα.
Αν ήμουν δέντρο,θα μουν αγριοκερασιά,να φιλεύω τους διαβάτες καρπούς.Αν ήμουν λουλούδι,θα μουν κρινάκι του αγρού.
Αν ήμουν τραγούδι θα μουν αρχοντορεμπέτικο.Αν ήμουν ποιήτρια,θα μουν η Ελίζαμπεθ Μπάρεττ Μπράουνινγκ.Αν ήμουν ταινία,θα ήμουν το "Μια υπέροχη ζωή".
Αν ήμουν τοπίο,θα μουν η θάλασσα κάτω απ'το γκρεμό.Αν ήμουν πόλη,θα μουν η Νέα Υόρκη,γεμάτη αντιθέσεις.Αν ήμουν κλασικό κομμάτι,θα μουν το Μπολερό του Ραβέλ.
Αν ήμουν καταραμένος ήρωας θα μουν ο Ρασπούτιν.
Αν ήμουν μαρκαδόρος θα μουν διάφανος.Αν ήμουν ποίημα θα μουν το "If" του Κίπλινγκ.Αν ήμουν χαρακτήρας καρτούν θα μουν ο Γκαρής απ'το Γουίνι.Αν ήμουν γλυκό θα μουν κρεμ μπρυλέ.Αν ήμουν θεατρικό έργο θα μουν το "Λεωφορείο ο Πόθος."Αν ήμουν όργανο θα μουν ακορντεόν.
Μα δεν είμαι τίποτα από όλα αυτά.Είμαι γυναίκα με σάρκα οστά και αίμα.Και ίσως έτσι,να ναι καλύτερα.
Wednesday, December 27, 2006
Τα τραίνα που φύγαν...
Το ποστ αυτό είναι αφιερωμένο στους μετανάστες.Ανθρώπους που μοίρα δεν είχαν και δεν είχαν τίποτα να χάσουν.Για άντρες που είχαν να παντρέψουν τις αδερφές τους και έστελναν στο σπίτι χρήματα,που πέθαναν τελικά από καρκίνο,από αναθυμιάσεις και κατέβαιναν κάθε μέρα" στου Βελγίου τις στοές" ,και δούλευαν βάρδιες νυχτερινές τορναδόροι και εργάτες ανειδίκευτοι στο Μάνχαιμ και στο Βούπερταλ και στο Τύμπινγκεν και στο Μόναχο.Που δούλευαν σερβιτόροι και μάζευαν τα λεφτά τους για μια μπύρα ,έστω,στις κακόφημες συνοικίες.Που έστελναν στις αδελφές τους κρέμα Νιβέα και καλσόν απ'το Κάρσταντ και το Κάουφχοφ.
Για γυναίκες που έφυγαν νύφες και άφησαν πίσω όσα ήξεραν για να μην τα ξαναδούν.
Για άντρες που κάθε Κυριακή πήγαιναν στους σταθμούς των τραίνων για να δουν αυτά που γυρνούσαν στο χωριό τους.
Για αυτούς που δεν άντεξαν και γύρισαν πίσω.Για άλλους που έγιναν προαγωγοί και για άλλους που άνοιξαν ταβέρνες με σπιτικά φαγητά-και ίσως πέθαναν από καρκίνο λόγω των αναθυμιάσεων που έβγαιναν απ'τη σχάρα,κάπνιζαν άφιλτρα Ρεβάλ και δε μιλούσαν πολύ.Για άλλους που έκαναν χρήματα,που πρόκοψαν και έγιναν ισότιμοι και όχι πολίτες δεύτερης κατηγορίας.Για άντρες που παντρέυτηκαν ξανθές γυναίκες και έκαναν ξανθά παιδιά-με σταρένιο όμως δέρμα.Που τα βράδια κρύωναν κάτω από την τριμμένη κουβέρτα.
Στην ακόμα βομβαρδισμένη μεταπολεμική Γερμανία και την Αμερική που άνοιξαν ντάινες.
Για το μίνι μάρκετ κοντά στο σπίτι που πουλάει ρωσικά προιόντα.
Για τους μετανάστες στον τόπο τους τον ίδιο.Για εκείνους που πέθαναν από τις αναθυμιάσεις των μαγκαλιών.
Και ας ακούγεται γραφικό-είναι μια πραγματικότητα.Και είναι και η πραγματικότητα η δική μου.
Για αυτούς που στο δέρμα τους δε χωράνε.Και κυρίως,για τον Γ.Κ και τον Χ.Κ.
Για γυναίκες που έφυγαν νύφες και άφησαν πίσω όσα ήξεραν για να μην τα ξαναδούν.
Για άντρες που κάθε Κυριακή πήγαιναν στους σταθμούς των τραίνων για να δουν αυτά που γυρνούσαν στο χωριό τους.
Για αυτούς που δεν άντεξαν και γύρισαν πίσω.Για άλλους που έγιναν προαγωγοί και για άλλους που άνοιξαν ταβέρνες με σπιτικά φαγητά-και ίσως πέθαναν από καρκίνο λόγω των αναθυμιάσεων που έβγαιναν απ'τη σχάρα,κάπνιζαν άφιλτρα Ρεβάλ και δε μιλούσαν πολύ.Για άλλους που έκαναν χρήματα,που πρόκοψαν και έγιναν ισότιμοι και όχι πολίτες δεύτερης κατηγορίας.Για άντρες που παντρέυτηκαν ξανθές γυναίκες και έκαναν ξανθά παιδιά-με σταρένιο όμως δέρμα.Που τα βράδια κρύωναν κάτω από την τριμμένη κουβέρτα.
Στην ακόμα βομβαρδισμένη μεταπολεμική Γερμανία και την Αμερική που άνοιξαν ντάινες.
Για το μίνι μάρκετ κοντά στο σπίτι που πουλάει ρωσικά προιόντα.
Για τους μετανάστες στον τόπο τους τον ίδιο.Για εκείνους που πέθαναν από τις αναθυμιάσεις των μαγκαλιών.
Και ας ακούγεται γραφικό-είναι μια πραγματικότητα.Και είναι και η πραγματικότητα η δική μου.
Για αυτούς που στο δέρμα τους δε χωράνε.Και κυρίως,για τον Γ.Κ και τον Χ.Κ.
Tuesday, December 26, 2006
Ίσως το πιο όμορφο χριστουγεννιάτικο ποίημα που γράφτηκε ποτέ
Christmas by John Betjeman
The bells of waiting Advent ring,
The Tortoise stove is lit again
And lamp-oil light across the night
Has caught the streaks of winter rain.
In many a stained-glass window sheen
From Crimson Lake to Hooker's Green.
The holly in the windy hedge
And round the Manor House the yew
Will soon be stripped to deck the ledge,
The altar, font and arch and pew,
So that villagers can say'
The Church looks nice' on Christmas Day.
Provincial public houses blaze
And Corporation tramcars clang,
On lighted tenements I gaze
Where paper decorations hang,
And bunting in the red Town Hall
Says 'Merry Christmas to you all'
And London shops on Christmas Eve
Are strung with silver bells and flowers
As hurrying clerks the City leave
To pigeon-haunted classic towers,
And marbled clouds go scudding by
The many-steepled London sky.
And girls in slacks remember Dad,
And oafish louts remember Mum,
And sleepless children's hearts are glad,
And Christmas morning bells say 'Come!'
Even to shining ones who dwell
Safe in the Dorchester Hotel.
And is it true? and is it true?
The most tremendous tale of all,
Seen in a stained-glass window's hue,
A Baby in an ox's stall?
The Maker of the stars and sea
Become a Child on earth for me?
And is it true?
For if it is,
No loving fingers tying strings
Around those tissued fripperies,
The sweet and silly Christmas things,
Bath salts and inexpensive scent
And hideous tie so kindly meant.
No love that in a family dwells,
No carolling in frosty air,
Nor all the steeple-shaking bells
Can with this single Truth compare
-That God was Man in Palestine
And lives to-day in Bread and Wine.
The bells of waiting Advent ring,
The Tortoise stove is lit again
And lamp-oil light across the night
Has caught the streaks of winter rain.
In many a stained-glass window sheen
From Crimson Lake to Hooker's Green.
The holly in the windy hedge
And round the Manor House the yew
Will soon be stripped to deck the ledge,
The altar, font and arch and pew,
So that villagers can say'
The Church looks nice' on Christmas Day.
Provincial public houses blaze
And Corporation tramcars clang,
On lighted tenements I gaze
Where paper decorations hang,
And bunting in the red Town Hall
Says 'Merry Christmas to you all'
And London shops on Christmas Eve
Are strung with silver bells and flowers
As hurrying clerks the City leave
To pigeon-haunted classic towers,
And marbled clouds go scudding by
The many-steepled London sky.
And girls in slacks remember Dad,
And oafish louts remember Mum,
And sleepless children's hearts are glad,
And Christmas morning bells say 'Come!'
Even to shining ones who dwell
Safe in the Dorchester Hotel.
And is it true? and is it true?
The most tremendous tale of all,
Seen in a stained-glass window's hue,
A Baby in an ox's stall?
The Maker of the stars and sea
Become a Child on earth for me?
And is it true?
For if it is,
No loving fingers tying strings
Around those tissued fripperies,
The sweet and silly Christmas things,
Bath salts and inexpensive scent
And hideous tie so kindly meant.
No love that in a family dwells,
No carolling in frosty air,
Nor all the steeple-shaking bells
Can with this single Truth compare
-That God was Man in Palestine
And lives to-day in Bread and Wine.
Δουλειά-Δουλεία
Και το βράδυ μπορείς να συναντήσεις τη Γυναίκα της Ζάκυθος,το Χάρο σαν τον Τζόελ Γκρέυ στο Καμπαρέ να κάνει οντισιόν,τη βοηθό του,την Αγγέλα και τη Μαρούλα και τη Ροδώπι,την πόρνη της αρχαιότητας που "απο δουλάρα έγινε ιεροδουλάρα και όλες οι δούλες της ρίχνουνε κατάρα",το γερο-νεγρο Τζιμ,τον Τρουφαλδίνιο του Γκολντόνι,το αγόρι που ζει με τη μαμά του στο Καλαμάκι και το βράδυ κάνει στριπτιζ,την Καλλιόπη από τον Πειρασμό του Ξενόπουλου που της την πέφτουν όλοι οι άντρες του σπιτιού "μα είναι κι αυτό κάτι,κυρία¨,να τραγουδάει Τσιτσάνη" καμεριέρα θες να γίνεις να σερβίρεις τα ποτά",τις Δούλες του Οξυ-ζενέ ίδιες με τη Νιτσα Τσαγανέα που "βαριόσαντε",την υπηρέτρια της Εκάλης με τον "καμπούρη Αντρέα και την κουλή απ'τη Μήλο",μια Κυριακή απόγευμα είχα έναν άνθρωπο κι έπιανα μπράτσο,και χρώματα και φωνές και μια οντισιόν που κανένας δεν παίρνει το ρόλο,κι ένα καμπαρέ αέναο σαν τη ζωή να περιφέρεται σαν ουράνιος θίασος,ναρκισσιστικά και με θράσος και αυτοσαρκασμό σε πείσμα των καιρών που ρίχνει μια γροθιά στο στόμα,γιατί όχι γαμώτο,δεν πεθάναμε ακόμα.
Monday, December 25, 2006
The journey of the Magi by T..S Elliott
The Journey of the Magi
"A cold coming we had of it,Just the worst time of the yearFor a journey, and such a long journey:The was deep and the weather sharp,The very dead of winter.
"And the camels galled, sore-footed, refractory,
Lying down in the melting snow.
There were times we regretted
The summer palaces on slopes, the terraces,
And the silken girls bringing sherbet.
Then the camel men cursing and grumbling
And running away, and wanting their liquor and women,
And the night-fires gong out, and the lack of shelters,
And the cities hostile and the towns unfriendly
And the villages dirty, and charging high prices.:
A hard time we had of it.At the end we preferred to travel all night,
Sleeping in snatches,
With the voices singing in our ears, saying
That this was all folly.
Then at dawn we came down to a temperate valley,
Wet, below the snow line, smelling of vegetation;
With a running stream and a water-mill beating the darkness,
And three trees on the low sky,
And an old white horse galloped away in the meadow.
Then we came to a tavern with vine-leaves over the lintel,
Six hands at an open door dicing for pieces of silver,
And feet kicking the empty wine-skins.
But there was no information, and so we continued
And arrived at evening, not a moment too soon
Finding the place; it was (you may say) satisfactory.
All this was a long time ago,
I remember,
And I would do it again, but set down
This set down
This: were we lead all that way forBirth or Death?
There was a Birth, certainly,
We had evidence and no doubt.
I have seen birth and death,
But had thought they were different;
this Birth wasHard and bitter agony for us, like Death, our death.
We returned to our places, these Kingdoms,
But no longer at ease here, in the old dispensation,
With an alien people clutching their gods.
I should be glad of another death.
"A cold coming we had of it,Just the worst time of the yearFor a journey, and such a long journey:The was deep and the weather sharp,The very dead of winter.
"And the camels galled, sore-footed, refractory,
Lying down in the melting snow.
There were times we regretted
The summer palaces on slopes, the terraces,
And the silken girls bringing sherbet.
Then the camel men cursing and grumbling
And running away, and wanting their liquor and women,
And the night-fires gong out, and the lack of shelters,
And the cities hostile and the towns unfriendly
And the villages dirty, and charging high prices.:
A hard time we had of it.At the end we preferred to travel all night,
Sleeping in snatches,
With the voices singing in our ears, saying
That this was all folly.
Then at dawn we came down to a temperate valley,
Wet, below the snow line, smelling of vegetation;
With a running stream and a water-mill beating the darkness,
And three trees on the low sky,
And an old white horse galloped away in the meadow.
Then we came to a tavern with vine-leaves over the lintel,
Six hands at an open door dicing for pieces of silver,
And feet kicking the empty wine-skins.
But there was no information, and so we continued
And arrived at evening, not a moment too soon
Finding the place; it was (you may say) satisfactory.
All this was a long time ago,
I remember,
And I would do it again, but set down
This set down
This: were we lead all that way forBirth or Death?
There was a Birth, certainly,
We had evidence and no doubt.
I have seen birth and death,
But had thought they were different;
this Birth wasHard and bitter agony for us, like Death, our death.
We returned to our places, these Kingdoms,
But no longer at ease here, in the old dispensation,
With an alien people clutching their gods.
I should be glad of another death.
Friday, December 22, 2006
Χριστουγεννιάτικο ποστ
Πάντα πίστευα πως τα Χριστούγεννα περνούσαν με ατελείωτα ρεβεγιόν και σαμπάνια.Μαύρα και κόκκινα φορέματα,οι γυναίκες έμοιαζαν με τη Χόλλυ Γκολάιτλυ και οι άντρες με τον Κάρυ Γκραντ,τον Έρρολ Φλυνν,τον Γκρέγκορυ Πεκ,τραγουδούσε ο Μπινγκ Κρόσμπυ,ο Σινάτρα,ο Ντην Μάρτιν,ο Τόνυ Μπένετ.Η Άβα Γκάρντνερ αστειευόταν στη γωνία,η Γκάρμπο πάντα μόνη σαν Σφίγγα,η Χέυγουορθ ανέβαινε να κάνει νούμερο με τη Λάιζα Μινέλλι και η Γκάρλαντ στην τουαλέτα έπαιρνε κρυφά τα αντικαταθλιπτικά της και τραγουδούσε σαρκαστικά "there's o business like show business".Και η Τέιλορ με το Μπάρτον τσακώνονταν.Αρώματα Creed,Joy του Jean Patou και Chanel.
Και μετά,ξαφνικά,δεν ήταν έτσι.Ανακάλυψα πως ο κόσμος κάθεται σπίτι και βλέπει βαρετά εορταστικά σόου οικογενειακά,αναλώνεται με βαρετούς συγγενείς και όλοι φοράνε πυζάμες,εκτός απ'τους νέους που γυρνούν με χανγκόβερ και με την απογοήτευση ζωγραφισμένη.Μυρίζοντας τσιγάρο και σπέρμα.Με τσαλακωμένα ρούχα.Με άθλια λαικά.
Και αποφάσισα πως θα τα περνάω μόνη στο δωμάτιο.Με πυζάμες μεν,αλλά τις καλές μου νυχτικές απ'το Παρίσι.Με σαμπάνια ατομική.Είχε εκπομπή ο Κώστας Θωμαίδης και έπαιζε τραγούδια απ'το σινεμά,Μαίρη Πόππινς και Όλιβερ Τουίστ,μιούζικαλ και Λούι Άρμστρονγκ,και αποσπάσματα απ'τη Λιλιπούπολη,στη ροδοζαχαρένια παραλία μιλούν ακόμα για τη Ρόζα Ροζαλία.Βλέπω το Σινεμά ο Παράδεισος.Τραγουδάω μόνη.
Και φέτος.Θα ακούσω Brothers Four,το "Green Fields". Θα διαβάσω τις Χριστουγεννιάτικες Ιστορίες του Παπαδιαμάντη.Και θα αφιερώσω το τραγούδι,όπως και το ποστ μου αυτό,στη μοναξιά μου.
Και μετά,ξαφνικά,δεν ήταν έτσι.Ανακάλυψα πως ο κόσμος κάθεται σπίτι και βλέπει βαρετά εορταστικά σόου οικογενειακά,αναλώνεται με βαρετούς συγγενείς και όλοι φοράνε πυζάμες,εκτός απ'τους νέους που γυρνούν με χανγκόβερ και με την απογοήτευση ζωγραφισμένη.Μυρίζοντας τσιγάρο και σπέρμα.Με τσαλακωμένα ρούχα.Με άθλια λαικά.
Και αποφάσισα πως θα τα περνάω μόνη στο δωμάτιο.Με πυζάμες μεν,αλλά τις καλές μου νυχτικές απ'το Παρίσι.Με σαμπάνια ατομική.Είχε εκπομπή ο Κώστας Θωμαίδης και έπαιζε τραγούδια απ'το σινεμά,Μαίρη Πόππινς και Όλιβερ Τουίστ,μιούζικαλ και Λούι Άρμστρονγκ,και αποσπάσματα απ'τη Λιλιπούπολη,στη ροδοζαχαρένια παραλία μιλούν ακόμα για τη Ρόζα Ροζαλία.Βλέπω το Σινεμά ο Παράδεισος.Τραγουδάω μόνη.
Και φέτος.Θα ακούσω Brothers Four,το "Green Fields". Θα διαβάσω τις Χριστουγεννιάτικες Ιστορίες του Παπαδιαμάντη.Και θα αφιερώσω το τραγούδι,όπως και το ποστ μου αυτό,στη μοναξιά μου.
Thursday, December 21, 2006
O Αχιλλέας αστροναύτης και η Τσέρυ στην αυλή με το κομπινεζόν
Είχαμε ένα καφενείο
και ένα πράσινο θρανίο κι ήρθαν κάτι γεγονότα
κι άλλαξε η ζωή
Κυριακή στην εκκλησία,"τι είναι ρε λογοκρισία;"
Αν ακούσεις Θεοδωράκη μπαίνεις φυλακή
Κι είχε ένα πουλί στα σπίρτα ζωγραφιά
κι ένα μαύρο φανταράκι μέσα στη φωτιά
Είχαμε έναν αστυνόμο μια πλατεία κι ένα δρόμο
κι όταν θέλαμε γυναίκα τρέχαμε με ορμή
έξω από την κάμαρά της,γυάλιζαν τα βλέφαρά της
μια κοτούλα η Ουρανία,πέντε οι πετεινοί
Κι είχε ένα πουλί στα σπίρτα ζωγραφιά
κι ένα μαύρο φανταράκι μέσα στη φωτιά
Είχε ο γάιδαρος σαμάρι και πατούσε στο φεγγάρι
μ΄ένα πόδι οαστρονάυτης μαύρο κι ασημί
κι όπως έπεφτε ησυχία ξαφνικά στην επαρχία
ένα αστέρι έπεσε στη γη
Με το Φώτη του μπακάλη,το Φανούρη του παπά
Ηρακλή και Αχιλλέα κι ένα αμίλητο Θωμά
Είχαμε ψηλά ταβάνια και απ'τις δέκα στα ντιβάνια
τηλεόραση ουράνια κι ήτανε πρωί
που έφυγε για την Αθήνα,όμορφη σαν την ελαφίνα
αγκαλιά με κάποιον άλλον,μάνα μου,η ζωή
Κι έκλαψα πολύ για κείνα τα φιλιά
που ποτέ δε σου χα δώσει,άδεια μου αγκαλιά
που φυγε για την Αθήνα όμορφη σαν ελαφίνα,αγκαλιά με κάποιον άλλον,μάνα μου,η ζωή..
Λίνα-Καλαντζόπουλος
και ένα πράσινο θρανίο κι ήρθαν κάτι γεγονότα
κι άλλαξε η ζωή
Κυριακή στην εκκλησία,"τι είναι ρε λογοκρισία;"
Αν ακούσεις Θεοδωράκη μπαίνεις φυλακή
Κι είχε ένα πουλί στα σπίρτα ζωγραφιά
κι ένα μαύρο φανταράκι μέσα στη φωτιά
Είχαμε έναν αστυνόμο μια πλατεία κι ένα δρόμο
κι όταν θέλαμε γυναίκα τρέχαμε με ορμή
έξω από την κάμαρά της,γυάλιζαν τα βλέφαρά της
μια κοτούλα η Ουρανία,πέντε οι πετεινοί
Κι είχε ένα πουλί στα σπίρτα ζωγραφιά
κι ένα μαύρο φανταράκι μέσα στη φωτιά
Είχε ο γάιδαρος σαμάρι και πατούσε στο φεγγάρι
μ΄ένα πόδι οαστρονάυτης μαύρο κι ασημί
κι όπως έπεφτε ησυχία ξαφνικά στην επαρχία
ένα αστέρι έπεσε στη γη
Με το Φώτη του μπακάλη,το Φανούρη του παπά
Ηρακλή και Αχιλλέα κι ένα αμίλητο Θωμά
Είχαμε ψηλά ταβάνια και απ'τις δέκα στα ντιβάνια
τηλεόραση ουράνια κι ήτανε πρωί
που έφυγε για την Αθήνα,όμορφη σαν την ελαφίνα
αγκαλιά με κάποιον άλλον,μάνα μου,η ζωή
Κι έκλαψα πολύ για κείνα τα φιλιά
που ποτέ δε σου χα δώσει,άδεια μου αγκαλιά
που φυγε για την Αθήνα όμορφη σαν ελαφίνα,αγκαλιά με κάποιον άλλον,μάνα μου,η ζωή..
Λίνα-Καλαντζόπουλος
Ουρανία,γούνινοι γιακάδες και φωτογραφίες
Η Γ. μου στέλνει φωτογραφίες της με μπύρες στο χέρι στο Μάλιμπου.Στο Χόλυγουντ και στον ωκεανό.Είναι πανέμορφη.Και έχει κάτι άλλο.Είναι ήρεμη.Κοιτάει με νάζι.Χαμογελάει.Λέει πως το τρυκ είναι να κάνεις παρέα με φωτογράφους.Δεν είναι αυτό.Και ξέρω τι είναι..
Μέσα στις ζακέτες με γούνινους γιακάδες νιώθω ευάλωτη.Χαιδεύω το μάγουλό μου με το γιακά.Κλείνω τα κουμπιά και βγαίνω.Διπλός εσπρέσσο και καθημερινότητα αδυσώπητη.
Δες,στο πάρκο φύτρωσαν μανιτάρια.Λες να να δηλητηριώδη;Γκρίζα με καπελάκια.Φύτεψαν και πανσέδες,μωβ,κόκκινους στα παρτέρια.Τα μανιτάρια κουτσομπολεύουν κρυφά τις νύχτες κάτω απ'τα καπελάκια τους.Ολονυχτίες με κατάνυξη μέσα στην πάχνη.
Μου χε μαγειρέψει γκούλας με άγρια μανιτάρια η Ε.Ο γάτος γυρνούσε ήρεμα στα πόδια μας κάτω απ'το τραπέζι και το ψωμί ήταν ζεστό.Τον αγκάλιαζα και γουργούριζε.Αρρώστησε στο τέλος της ζωής του,δεν έτρωγε.Είχε την πιο όμορφη παχιά γούνα.Μπεζ,γάτος του Σιαμ με γαλάζια μάτια σα χάντρες.
Ζω μετέωρα σαν εκκρεμές.Τεντώνω τα χέρια και σβήνω τα ίχνη,ακούω την Uranya και βγαίνω στην αυλή.
Πόσο θα θελα να βλέπαμε απόψε μαζί το "Two for the road"...
Μέσα στις ζακέτες με γούνινους γιακάδες νιώθω ευάλωτη.Χαιδεύω το μάγουλό μου με το γιακά.Κλείνω τα κουμπιά και βγαίνω.Διπλός εσπρέσσο και καθημερινότητα αδυσώπητη.
Δες,στο πάρκο φύτρωσαν μανιτάρια.Λες να να δηλητηριώδη;Γκρίζα με καπελάκια.Φύτεψαν και πανσέδες,μωβ,κόκκινους στα παρτέρια.Τα μανιτάρια κουτσομπολεύουν κρυφά τις νύχτες κάτω απ'τα καπελάκια τους.Ολονυχτίες με κατάνυξη μέσα στην πάχνη.
Μου χε μαγειρέψει γκούλας με άγρια μανιτάρια η Ε.Ο γάτος γυρνούσε ήρεμα στα πόδια μας κάτω απ'το τραπέζι και το ψωμί ήταν ζεστό.Τον αγκάλιαζα και γουργούριζε.Αρρώστησε στο τέλος της ζωής του,δεν έτρωγε.Είχε την πιο όμορφη παχιά γούνα.Μπεζ,γάτος του Σιαμ με γαλάζια μάτια σα χάντρες.
Ζω μετέωρα σαν εκκρεμές.Τεντώνω τα χέρια και σβήνω τα ίχνη,ακούω την Uranya και βγαίνω στην αυλή.
Πόσο θα θελα να βλέπαμε απόψε μαζί το "Two for the road"...
Tuesday, December 19, 2006
Συμβουλές
Τώρα που έρχονται γιορτές και πλησιάζουν δείπνα,συναντήσεις,έξοδοι,θέατρα και λοιπές συνάξεις,ε,να πω κι εγώ πέντε έξι πράγματα,μπας και βοηθήσω και βγούμε όλες(μαζί κι εγώ γιατί είμαι επιρρεπής)σε όσο λιγότερα εμφανισιακά λάθη για να μην ντρεπόμαστε όταν βλέπουμε φωτογραφίες μετά από λίγους μήνες κραυγάζοντας "θεούλη μου,τι σκεφτόμουν όταν έβαζα το χρυσό φουστάνι αυτό'.
Όταν πηγαίνετε για ψώνια,η πωλήτρια θέλει να κάνει τη δουλειά της,δηλαδή να πουλήσει για να πληρωθεί.Και τις μέρες αυτές είναι απασχολημένη.Δεν σκέφτεται να εξυπηρετήσει εσας,αλλα τον εαυτό της.
Κωδικός 1-Όταν σας λένε "δείχνετε πολύ εντυπωσιακή" δείχνετε απλά κιτς.Είτε είναι φόρεμα,μπλούζα,καλσόν,κραγιόν.
2.'Μην το βλέπετε έτσι,θέλει βραδινό μακιγιάζ,αξεσουάρ,τακούνια κλπ." Δεν σας πάει.
3.Μην το αγοράζετε αν τσιμπάει,ενοχλεί,γενικά σας κάνει να νιώθει άβολα.Δεν θα το βάλετε ποτέ και θα φορέσετε το ίδιο μαύρο κοντό φόρεμα που θα φοράνε όλες οι άλλες.Ή αν το φορεσετε,θα νιώθετε άβολα και θα φαίνεται.
4.Αν δεν ξέρετε να περπατάτε τα ψηλά τακούνια,μην αγοράσετε.Απλό.
5.Το πολύ κοντό-στενό-αστραφτερό-αν δεν είστε κάτω απ'τα 25 και έχετε αδυναμία στα μελομακαρονακουραμπιέδεςδίπλες,δεν σας πάει.
6.Πολύ μαύρη σκια+μάσκαρα+μολύβι=βαμπίρ.
7.Πολύ βαθύ ντεκολτέ.Μια λέξη.Στέλλα Μπεζεντάκου.Εκτός κι αν είστε η Στέλλα Μπεζεντάκου,οπότε καλωσορίσατε στο μπλογκ αυτό.Ή θέλετε να πετύχετε το λουκ Στελλίτσας,άρα βουρ.
8.Κι αν κάνετε λάθος,οι περισσότεροι θα μεθύσουν και δεν θα θυμούνται τίποτα.Και μάλλον θα μεθύσετε κι εσείς οπότε δε θα σας νοιάζει.
9.Και στο κάτω κάτω,η πρώτη ή η τελευταία θα στε;
10.Μην πιείτε όλη τη σαμπάνια.Αφήστε και για μενα,κανα μπουκάλι.Τουλάχιστον.
Άντε και καλές γιορτές,που μεταξύ μας δεν το βλέπω,γιατί πάντα χάλια είναι,αλλά έστω.
Όταν πηγαίνετε για ψώνια,η πωλήτρια θέλει να κάνει τη δουλειά της,δηλαδή να πουλήσει για να πληρωθεί.Και τις μέρες αυτές είναι απασχολημένη.Δεν σκέφτεται να εξυπηρετήσει εσας,αλλα τον εαυτό της.
Κωδικός 1-Όταν σας λένε "δείχνετε πολύ εντυπωσιακή" δείχνετε απλά κιτς.Είτε είναι φόρεμα,μπλούζα,καλσόν,κραγιόν.
2.'Μην το βλέπετε έτσι,θέλει βραδινό μακιγιάζ,αξεσουάρ,τακούνια κλπ." Δεν σας πάει.
3.Μην το αγοράζετε αν τσιμπάει,ενοχλεί,γενικά σας κάνει να νιώθει άβολα.Δεν θα το βάλετε ποτέ και θα φορέσετε το ίδιο μαύρο κοντό φόρεμα που θα φοράνε όλες οι άλλες.Ή αν το φορεσετε,θα νιώθετε άβολα και θα φαίνεται.
4.Αν δεν ξέρετε να περπατάτε τα ψηλά τακούνια,μην αγοράσετε.Απλό.
5.Το πολύ κοντό-στενό-αστραφτερό-αν δεν είστε κάτω απ'τα 25 και έχετε αδυναμία στα μελομακαρονακουραμπιέδεςδίπλες,δεν σας πάει.
6.Πολύ μαύρη σκια+μάσκαρα+μολύβι=βαμπίρ.
7.Πολύ βαθύ ντεκολτέ.Μια λέξη.Στέλλα Μπεζεντάκου.Εκτός κι αν είστε η Στέλλα Μπεζεντάκου,οπότε καλωσορίσατε στο μπλογκ αυτό.Ή θέλετε να πετύχετε το λουκ Στελλίτσας,άρα βουρ.
8.Κι αν κάνετε λάθος,οι περισσότεροι θα μεθύσουν και δεν θα θυμούνται τίποτα.Και μάλλον θα μεθύσετε κι εσείς οπότε δε θα σας νοιάζει.
9.Και στο κάτω κάτω,η πρώτη ή η τελευταία θα στε;
10.Μην πιείτε όλη τη σαμπάνια.Αφήστε και για μενα,κανα μπουκάλι.Τουλάχιστον.
Άντε και καλές γιορτές,που μεταξύ μας δεν το βλέπω,γιατί πάντα χάλια είναι,αλλά έστω.
Monday, December 18, 2006
Στιγμές
Ο πατέρας μου σιωπηλός να δακρύζει πάνω στον τάφο του καλύτερου του φίλου στο Μάνχαιμ και να μου λέει "θέλω να μείνω μόνος μαζί του".Τα σιωπηλά μαθητικά μου χρόνια με τις συμμαθήτριες μου να μυρίζουν ckone,την κολώνια της μόδας τότε,και white musk του body shop.
Η πρώτη κρίση στα 12.Το βράδυ που είδα το "Trust" του Hal Hartley και το 'Τελευταία Έξοδος-Ρίτα Χειγουορθ" σε ένα κινηματογράφο κάπου στα Πατήσια,μήνας Μάιος μέσα στα τσιμέντα.Το κοριτσάκι της Ρ,να μου τραβάει το χέρι και να μου λέει επίμονα "φουστάνι,φουστάνι" στο νησί φέτος και να κουνιέται πέρα δώθε,και να παίζει με τη σφουγγαρίστρα σα να είναι κούκλα.Το παγωμένο πρωί που σχεδόν μύριζα το φρεσκοσπασμένο μου υμένα καθώς έπινα καφέ.Όλο το έρημο βράδυ στο αεροδρόμιο Stansted στην Αγγλία,πτήση για Βενετία,που έγραφα ημερολόγιο και διάβαζα το "Rings of Saturn" του W.G Sebald.Το βράδυ που σχεδόν έπαθα δηλητηρίαση από το αλκόολ και έτρεμα και νόμιζα πως πεθαίνω-ίσως και να πέθαινα.Το "Prozac Nation' της Elizabeth Wurtzel,Χαιδελβέργη και για πρώτη φορά το όνομά μου σε κουδούνι.Τα πρώτα ακριβά μου καλλυντικά, κραγιόν και βερνίκι rouge noir,Chanel.Οι αγκαλιές.Ο Φ.σε κρίση στέρησης.Τότε που οι φίλες μου σταμάτησαν να μου μιλάνε και έκαναν σα να ήμουν αόρατη.Το Η+Μ.Η Λολίτα του Ναμπόκοωφ,ο Κέρουακ.Να διαβάζω δυνατά Τ.Σ Έλλιοτ μόνη "I do not think that they will sing to me".Σεφέρης με δάκρυα.Να βάζω υγρό eyeliner,παγωμένα πρωινά σε σταθμούς τραίνων,η μέρα που ακουγα την Αράχνη του Σωκράτη πριν ταξιδέψω στην Οξφόρδη.Τα γαμημένα προάστια της Αθήνας,μπάνιο στη θάλασσα που δεν πίστευα ποτέ πως μπορεί να υπάρχει τόσο καθαρό και κρύο νερό.Ποτίζω τα λουλούδια στο χωριό με το παλιό ποτιστήρι του παππού.
Πασταλιάζω φύλλα καπνού στις Σέρρες,γονατιστή.Κλαίω στο θέατρο,σε ΕΚΕΙΝΗΝ την παράσταση με λυγμούς και την επόμενη μέρα βλέπω εκείνο το όνειρο.
Η μάνα μου στα μαύρα πλένει τον τάφο,Μεγάλη Παρασκευή.Ο Καζαντζίδης.Και πάντα κλαυσίγελος,πάντα.
Η πρώτη κρίση στα 12.Το βράδυ που είδα το "Trust" του Hal Hartley και το 'Τελευταία Έξοδος-Ρίτα Χειγουορθ" σε ένα κινηματογράφο κάπου στα Πατήσια,μήνας Μάιος μέσα στα τσιμέντα.Το κοριτσάκι της Ρ,να μου τραβάει το χέρι και να μου λέει επίμονα "φουστάνι,φουστάνι" στο νησί φέτος και να κουνιέται πέρα δώθε,και να παίζει με τη σφουγγαρίστρα σα να είναι κούκλα.Το παγωμένο πρωί που σχεδόν μύριζα το φρεσκοσπασμένο μου υμένα καθώς έπινα καφέ.Όλο το έρημο βράδυ στο αεροδρόμιο Stansted στην Αγγλία,πτήση για Βενετία,που έγραφα ημερολόγιο και διάβαζα το "Rings of Saturn" του W.G Sebald.Το βράδυ που σχεδόν έπαθα δηλητηρίαση από το αλκόολ και έτρεμα και νόμιζα πως πεθαίνω-ίσως και να πέθαινα.Το "Prozac Nation' της Elizabeth Wurtzel,Χαιδελβέργη και για πρώτη φορά το όνομά μου σε κουδούνι.Τα πρώτα ακριβά μου καλλυντικά, κραγιόν και βερνίκι rouge noir,Chanel.Οι αγκαλιές.Ο Φ.σε κρίση στέρησης.Τότε που οι φίλες μου σταμάτησαν να μου μιλάνε και έκαναν σα να ήμουν αόρατη.Το Η+Μ.Η Λολίτα του Ναμπόκοωφ,ο Κέρουακ.Να διαβάζω δυνατά Τ.Σ Έλλιοτ μόνη "I do not think that they will sing to me".Σεφέρης με δάκρυα.Να βάζω υγρό eyeliner,παγωμένα πρωινά σε σταθμούς τραίνων,η μέρα που ακουγα την Αράχνη του Σωκράτη πριν ταξιδέψω στην Οξφόρδη.Τα γαμημένα προάστια της Αθήνας,μπάνιο στη θάλασσα που δεν πίστευα ποτέ πως μπορεί να υπάρχει τόσο καθαρό και κρύο νερό.Ποτίζω τα λουλούδια στο χωριό με το παλιό ποτιστήρι του παππού.
Πασταλιάζω φύλλα καπνού στις Σέρρες,γονατιστή.Κλαίω στο θέατρο,σε ΕΚΕΙΝΗΝ την παράσταση με λυγμούς και την επόμενη μέρα βλέπω εκείνο το όνειρο.
Η μάνα μου στα μαύρα πλένει τον τάφο,Μεγάλη Παρασκευή.Ο Καζαντζίδης.Και πάντα κλαυσίγελος,πάντα.
Saturday, December 16, 2006
οι λύκοι..
Πρωινό με τραγούδια από μιούζικαλ και ναπολιτάνικες καντσονέτες,η Ντόρις Ντέυ του τεχνικολόρ μπροστά στο τζάκι,μαργαριτάρια πάνω στο γραφείο μαζί με ξεσκονόπανα και η Κερασία τραγουδάει Χιώτη.Είμαι ο πιανίστας του 1900.Είμαι η Ίλια με το τσιγάρο να βουτάει στο Πέραμα.Είμαι η κακιά μάγισσα.Είμαι η αιώνια νιότη.Είμαι ο Ντόριαν Γκρέυ χωρίς πορτραίτο.
Τατουάζ πάνω στο λευκό δέρμα σου,η μάνα μου ακούει στο μαχαίρι μου είπες.Φίλοι που δεν ξέφυγαν.Γαλάζιες βελούδινες πλατφόρμες με το τακούνι να λείπει.
Τα άλογα του κινέζικου ωροσκοπίου δεν υπακούν στους κανόνες του πλήθους.Οι μέρες μυρίζουν 1993.Και από τότε όλα άλλαξαν.
Κοιμήσου τώρα,και πάνω στο λευκό,φιλικό χιόνι θα στάζει το δικό μου αίμα σα βροχή και οι μοναχικοί λύκοι θα τριγυρνούν δακρύζοντας.
Τατουάζ πάνω στο λευκό δέρμα σου,η μάνα μου ακούει στο μαχαίρι μου είπες.Φίλοι που δεν ξέφυγαν.Γαλάζιες βελούδινες πλατφόρμες με το τακούνι να λείπει.
Τα άλογα του κινέζικου ωροσκοπίου δεν υπακούν στους κανόνες του πλήθους.Οι μέρες μυρίζουν 1993.Και από τότε όλα άλλαξαν.
Κοιμήσου τώρα,και πάνω στο λευκό,φιλικό χιόνι θα στάζει το δικό μου αίμα σα βροχή και οι μοναχικοί λύκοι θα τριγυρνούν δακρύζοντας.
Friday, December 15, 2006
Αχ...
"Κι ανάβουν τα φώτα
και το όνειρο σβήνει
και το ένα ποτήρι
αχ γεμάτο έχει μείνει"...
Χιώτης-Οικονομίδης
και το όνειρο σβήνει
και το ένα ποτήρι
αχ γεμάτο έχει μείνει"...
Χιώτης-Οικονομίδης
Thursday, December 14, 2006
Κι αν έρθεις;
Κάποια μέρα θα έρθεις ξαφνικά όπως έφυγες χωρίς κουβέντα.Μπορεί να πάμε σε ένα ξενοδοχείο,μπορεί να έρθεις να με βρεις στο σπίτι,στο δρόμο,στο θέατρο,στη δουλειά.Δε θα μιλήσεις και δε θα μιλήσω,θα πιούμε καφέ ακούγοντας Πιαφ και Πιατσόλα και δε θα αντέχω να σε κοιτάζω.
Θα κάνουμε έρωτα,θα μπεις μέσα μου,μια δυο τρεις,όρθια με τα χέρια στον τοίχο,θα με δαγκώνεις,θα με τσιμπάς και θα τραβάς τα μαλλιά μου,δε θα νιώθω τίποτα πια,η αδιαφορία μου θα σε ερεθίζει περισσότερο και θα γαμάς με περισσότερη μανία,θα δαγκώσω τα χείλια μου δε θα φωνάξω δε θα σου κάνω το χατίρι.Θα μου σφίγγεις το στήθος και θα βαριανασαίνεις μέσα στο αυτί μου,αλλά ούτε θα με αγγίζεις ούτε θα με φιλάς για να με τιμωρήσεις,θα βλέπω το σώμα σου και εσένα δε θα σε βλέπω,ούτε θα σε ακούω,θα κρυώνω και θα σου αρέσει.Πάντα έτσι σου άρεσε.
Θα τελειώσεις με σπασμούς,ένα δύο,θα γυρίσεις την πλάτη και θα πας στο μπάνιο να πλυθείς,θα ανάψω τσιγάρο και θα κατεβάσω τη φούστα μου,γιατί με κάνεις να νιώθω τόσο φτηνή,θα βάλω το παλτό μου,θα γυρίσω την πλάτη και θα φύγω,θα μπω στον ηλεκτρικό και θα νιώθω πως όλοι ξέρουν,και πάλι δε θα με νοιάζει.
Θα κάνουμε έρωτα,θα μπεις μέσα μου,μια δυο τρεις,όρθια με τα χέρια στον τοίχο,θα με δαγκώνεις,θα με τσιμπάς και θα τραβάς τα μαλλιά μου,δε θα νιώθω τίποτα πια,η αδιαφορία μου θα σε ερεθίζει περισσότερο και θα γαμάς με περισσότερη μανία,θα δαγκώσω τα χείλια μου δε θα φωνάξω δε θα σου κάνω το χατίρι.Θα μου σφίγγεις το στήθος και θα βαριανασαίνεις μέσα στο αυτί μου,αλλά ούτε θα με αγγίζεις ούτε θα με φιλάς για να με τιμωρήσεις,θα βλέπω το σώμα σου και εσένα δε θα σε βλέπω,ούτε θα σε ακούω,θα κρυώνω και θα σου αρέσει.Πάντα έτσι σου άρεσε.
Θα τελειώσεις με σπασμούς,ένα δύο,θα γυρίσεις την πλάτη και θα πας στο μπάνιο να πλυθείς,θα ανάψω τσιγάρο και θα κατεβάσω τη φούστα μου,γιατί με κάνεις να νιώθω τόσο φτηνή,θα βάλω το παλτό μου,θα γυρίσω την πλάτη και θα φύγω,θα μπω στον ηλεκτρικό και θα νιώθω πως όλοι ξέρουν,και πάλι δε θα με νοιάζει.
Tuesday, December 12, 2006
Ίδια και απαρράλαχτα,στο ίδιο δωμάτιο με τα ίδια έπιπλα για χρόνια.Πόσα πέρασαν ούτε κι εγώ θυμάμαι.Και η πίκρα ξανάρχεται.Όλοι προχωρούν και εσύ μένεις στάσιμη,εσύ μόνο,σε κινούμενη άμμο.Τίποτα,έτσι απλά,θα μεγαλώνεις,θα γερνάς,και θα μείνεις σαν κούκλα άθικτη μέσα στο κουτί της που δεν παίχτηκε ποτέ.
Και για όλους μοιάζουν όλα τόσο απλά.Κι εσύ στάσιμη με τα κόκκινα μολύβια και τα τσιγάρα.
Μώλωπες που δεν φεύγουν στην ψυχή,σιγανά ουρλιαχτά,ένα σώμα που δεν ησυχάζει, με χάπια με αλκοόλ με τσιγάρα.
Και πες μας,από τι θες να ξεφύγεις επιτέλους;
Άρχισε και το γνωστό το κρύο.Χρόνια τώρα και το στήθος ακάλυπτο.Όύτε καν μπαίνεις στον κόπο να το καλύψεις με τα χέρια.Ούτε καν ντρέπεσαι.Ούτε καν σε νοιάζει.
Και τριγύρω η νύχτα πέφτει για να ξαναφύγει.Και ήρθε ή ώρα.
Κυρίες και κύριοι,αρχίζει ο μεγάλος τρόμος.
Και για όλους μοιάζουν όλα τόσο απλά.Κι εσύ στάσιμη με τα κόκκινα μολύβια και τα τσιγάρα.
Μώλωπες που δεν φεύγουν στην ψυχή,σιγανά ουρλιαχτά,ένα σώμα που δεν ησυχάζει, με χάπια με αλκοόλ με τσιγάρα.
Και πες μας,από τι θες να ξεφύγεις επιτέλους;
Άρχισε και το γνωστό το κρύο.Χρόνια τώρα και το στήθος ακάλυπτο.Όύτε καν μπαίνεις στον κόπο να το καλύψεις με τα χέρια.Ούτε καν ντρέπεσαι.Ούτε καν σε νοιάζει.
Και τριγύρω η νύχτα πέφτει για να ξαναφύγει.Και ήρθε ή ώρα.
Κυρίες και κύριοι,αρχίζει ο μεγάλος τρόμος.
Monday, December 11, 2006
Όσφρηση
Χωρίς εκείνη δεν υπάρχω.Καταλαβαίνω ανθρώπους ,τους συμπαθώ,τους αντιπαθώ,τους ερωτεύομαι,τους νιώθω κοντά μου,μακριά μου,καταλαβαίνω σπίτια,χώρους,μέρη.
Φρεσκοκομμένο γρασίδι και βρεγμένο χώμα,αλατισμένα βράχια,παιδικά δέρματα,παλιοί εραστές και αρώματα με πάνε σε πατρίδες γνωστές και άγνωστες,δωμάτια,εκκλησίες,πόλεις,χώρες.Δεν χρειάζεται καν να τις δω.
Και τώρα,που την έχασα λόγω κρυώματος,είμαι μισή.Δεν απολαμβάνω καφέ,σεντόνια,κοντινούς ανθρώπους,χάος.Δακρυσμένα μάτια,βουλωμένα ιγμόρια,ένας κόμπος κάτω από τα φρύδια και ζαλάδα.Δεν είμαι εγώ.Και ας μοιάζω ίδια και απαράλλαχτη.
Αν κάνουμε έρωτα,θα κοιμάσαι με κάποια άλλη,θα δαγκώνεις κάποια άλλη,θα πιάνεις τα δάχτυλα κάποιας άλλης,και ανταπόκριση δε θα χεις.
Βοήθησέ με όμως να χτενιστώ.Βρέξε μου τους κροτάφους,πες μου ιστορίες ασήμαντες,τις ρουφάω σα σφουγγάρι.Και όταν φύγεις,μη σβήσεις το φως,άσε ένα γαλάζιο λαμπάκι,θα το φωνάζω με το όνομά σου μέχρι να έρθεις.
Φρεσκοκομμένο γρασίδι και βρεγμένο χώμα,αλατισμένα βράχια,παιδικά δέρματα,παλιοί εραστές και αρώματα με πάνε σε πατρίδες γνωστές και άγνωστες,δωμάτια,εκκλησίες,πόλεις,χώρες.Δεν χρειάζεται καν να τις δω.
Και τώρα,που την έχασα λόγω κρυώματος,είμαι μισή.Δεν απολαμβάνω καφέ,σεντόνια,κοντινούς ανθρώπους,χάος.Δακρυσμένα μάτια,βουλωμένα ιγμόρια,ένας κόμπος κάτω από τα φρύδια και ζαλάδα.Δεν είμαι εγώ.Και ας μοιάζω ίδια και απαράλλαχτη.
Αν κάνουμε έρωτα,θα κοιμάσαι με κάποια άλλη,θα δαγκώνεις κάποια άλλη,θα πιάνεις τα δάχτυλα κάποιας άλλης,και ανταπόκριση δε θα χεις.
Βοήθησέ με όμως να χτενιστώ.Βρέξε μου τους κροτάφους,πες μου ιστορίες ασήμαντες,τις ρουφάω σα σφουγγάρι.Και όταν φύγεις,μη σβήσεις το φως,άσε ένα γαλάζιο λαμπάκι,θα το φωνάζω με το όνομά σου μέχρι να έρθεις.
Sunday, December 10, 2006
Επειδή έχω κέφια σήμερα
θα αντιγράψω τον Έντεκα κι εγώ.Έντεκα πράγματα που μου φτιάχνουν το κέφι,no matter what.
1.Η στήλη του Θάνου Αλεξανδρή στην Άθενς κάθε Πέμπτη
2.Τα βιβλία του Bill Bryson
3. Ένα ζεστό μπάνιο
4. να διαβάζω την Ελληνική Μυθολογία του Νίκου Τσιφόρου,ξανά και ξανά
5.να ξαναφτιάχνω τα συρτάρια μου,μυρίζοντας φρεσκα ασπρόρουχα
6.να καθαρίζω το μπανιο,με σφουγγάρι και χλωρίνη(πέστε με υποχόνδρια,δε με νοιάζει)
7.οι ηχογραφήσεις του Γιώργου Μαρίνου από τη Μέδουσα
8.οι φρέσκες φράουλες και τα κεράσια
9.η ταινίες του Αλέκου Σακελλάριου
10.ζεστό ψωμί
11.το να γελάω με τον εαυτό μου.Κυρίως.
1.Η στήλη του Θάνου Αλεξανδρή στην Άθενς κάθε Πέμπτη
2.Τα βιβλία του Bill Bryson
3. Ένα ζεστό μπάνιο
4. να διαβάζω την Ελληνική Μυθολογία του Νίκου Τσιφόρου,ξανά και ξανά
5.να ξαναφτιάχνω τα συρτάρια μου,μυρίζοντας φρεσκα ασπρόρουχα
6.να καθαρίζω το μπανιο,με σφουγγάρι και χλωρίνη(πέστε με υποχόνδρια,δε με νοιάζει)
7.οι ηχογραφήσεις του Γιώργου Μαρίνου από τη Μέδουσα
8.οι φρέσκες φράουλες και τα κεράσια
9.η ταινίες του Αλέκου Σακελλάριου
10.ζεστό ψωμί
11.το να γελάω με τον εαυτό μου.Κυρίως.
Saturday, December 09, 2006
Επιτέλους
Επιτέλους,ζέστη και στοργή.Λευκό ανγκορά,κουβέρτες,φλοκάτες,ζεστός καφές.Ψηλά τακούνια,λίκνισμα,τα δάχτυλα μαζεύονται στις χούφτες για ζεστασιά.Τυλίγομαι σε μαγικές εσάρπες,ανεβαίνω στο γραφείο,κοιτάζω έξω,άρωμα τζακιού και κάστανα.
Το σπίτι μου βεστιάριο.Μυρωδάτα ασπρόρουχα,πούδρα,ένα τσιγάρο ακόμα,γυμνό σώμα σε καμβά,δέρμα με δέρμα.Νυστάζω στην αγκαλιά σου,σημάδια από το μαξιλάρι στο πρόσωπο.
Όμορφη λέξη το σώμα.Κάτω από τα παπλώματα,δαγκώνω τα χείλη μου,το φως κάνει σκιές.
Δεν είμαι μόνη και ας είμαι μόνη.Μαζεύω τα μαλλιά μου ψηλά και τα αφήνω να πέσουν στους ώμους,με κυριεύει η νάρκωση.
Σου προσφέρομαι σα γεύμα.Και είμαι έτοιμη.
Το σπίτι μου βεστιάριο.Μυρωδάτα ασπρόρουχα,πούδρα,ένα τσιγάρο ακόμα,γυμνό σώμα σε καμβά,δέρμα με δέρμα.Νυστάζω στην αγκαλιά σου,σημάδια από το μαξιλάρι στο πρόσωπο.
Όμορφη λέξη το σώμα.Κάτω από τα παπλώματα,δαγκώνω τα χείλη μου,το φως κάνει σκιές.
Δεν είμαι μόνη και ας είμαι μόνη.Μαζεύω τα μαλλιά μου ψηλά και τα αφήνω να πέσουν στους ώμους,με κυριεύει η νάρκωση.
Σου προσφέρομαι σα γεύμα.Και είμαι έτοιμη.
Thursday, December 07, 2006
Δεκέμβρης
Δεν μου αρέσουν πια τα καταστήματα.Κοιτάζω κατευθείαν την πόρτα.Έξοδος Κινδύνου.
Το στομάχι μου με ενοχλεί όλο και πιο συχνά.Τάσεις για εμετό.Τα βλέπω όλα κόκκινα.
Και ζεσταίνομαι.Ζεσταίνομαι πολύ.Δε ζηλεύω.Μόνο τη δροσιά ζηλεύω.
Δεν πεινάω πια.Τρώω από ανάγκη για επιβίωση.Θέλω να βάλω τάξη και δεν μπορώ.
Τάξη στις σκέψεις,πρόγραμμα.Πάντα έτσι δε γινόταν,ακόμα και τελευταία στιγμή;
Ζητάω σιωπή και γράφω,γράφω ασταμάτητα.Θα ήθελα να φωνάξω"θέλω να μείνω μόνη" στο κενό.
Δεν επαναπαύομαι,δεν ηρεμώ.Τραντάζομαι στον ύπνο μου.Θέλω να δω τα ξημερώματα και δεν έρχονται.
Σίσυφος.Τάνταλος.
Δεν μπορώ να ξεκουραστώ.Αν το κάνω,θα ναι για πάντα.
Το στομάχι μου με ενοχλεί όλο και πιο συχνά.Τάσεις για εμετό.Τα βλέπω όλα κόκκινα.
Και ζεσταίνομαι.Ζεσταίνομαι πολύ.Δε ζηλεύω.Μόνο τη δροσιά ζηλεύω.
Δεν πεινάω πια.Τρώω από ανάγκη για επιβίωση.Θέλω να βάλω τάξη και δεν μπορώ.
Τάξη στις σκέψεις,πρόγραμμα.Πάντα έτσι δε γινόταν,ακόμα και τελευταία στιγμή;
Ζητάω σιωπή και γράφω,γράφω ασταμάτητα.Θα ήθελα να φωνάξω"θέλω να μείνω μόνη" στο κενό.
Δεν επαναπαύομαι,δεν ηρεμώ.Τραντάζομαι στον ύπνο μου.Θέλω να δω τα ξημερώματα και δεν έρχονται.
Σίσυφος.Τάνταλος.
Δεν μπορώ να ξεκουραστώ.Αν το κάνω,θα ναι για πάντα.
Tuesday, December 05, 2006
Άλκης Αλκαίος
Δεν τον έχω δει ποτέ.Ούτε σε φωτογραφία.Δεν τον έχω ακούσει να μιλάει.Δεν ξέρω τίποτε για αυτόν.
Αλλά τον γνωρίζω.Μένει στο σπίτι του τα βράδια και δουλεύει.Είναι άνθρωπος καθημερινός και απλός.Έχει χιούμορ.Μπορεί και να ασχολείται με την κηπουρική.Έχει λίγους φίλους.
Θυμοσοφεί.Καπνίζει πολύ.Του αρέσουν τα αναμμένα τζάκια και οι μακρινοί περίπατοι.Να περπατάει ανάμεσα στα πεσμένα φύλλα.
Δεν τον έχω δει ποτέ.Αλλά τον ξέρω.Είναι για μένα ο πιο σημαντικός Έλληνας στιχουργός.
Ακούω τους στίχους του τα βράδια.Δε νομίζω πως φαντάζεται πως μια κοπέλα σε αυτό το συρφετό των μπλογκς και το χάος τους γράφει για εκείνον με κατάνυξη.
Σας ευχαριστώ για την παρέα.
"Ελλάδα,Βέμπο μου και Μέρυλιν Μονρόε
Ελλάδα,Ελύτη μου και Έντγκαρ Άλλαν Πόε
Ελλάδα,μάγισσα,παρθένα και τροτέζα μου
Ελλάδα,Τούμπα,Αλκαζάρ και Καλογρέζα μου"
Αλλά τον γνωρίζω.Μένει στο σπίτι του τα βράδια και δουλεύει.Είναι άνθρωπος καθημερινός και απλός.Έχει χιούμορ.Μπορεί και να ασχολείται με την κηπουρική.Έχει λίγους φίλους.
Θυμοσοφεί.Καπνίζει πολύ.Του αρέσουν τα αναμμένα τζάκια και οι μακρινοί περίπατοι.Να περπατάει ανάμεσα στα πεσμένα φύλλα.
Δεν τον έχω δει ποτέ.Αλλά τον ξέρω.Είναι για μένα ο πιο σημαντικός Έλληνας στιχουργός.
Ακούω τους στίχους του τα βράδια.Δε νομίζω πως φαντάζεται πως μια κοπέλα σε αυτό το συρφετό των μπλογκς και το χάος τους γράφει για εκείνον με κατάνυξη.
Σας ευχαριστώ για την παρέα.
"Ελλάδα,Βέμπο μου και Μέρυλιν Μονρόε
Ελλάδα,Ελύτη μου και Έντγκαρ Άλλαν Πόε
Ελλάδα,μάγισσα,παρθένα και τροτέζα μου
Ελλάδα,Τούμπα,Αλκαζάρ και Καλογρέζα μου"
Monday, December 04, 2006
Μπαλόνι
Είμαι πρησμένη ολόκληρη,μαλακή σα μπαλόνι γεμισμένο με νερό που σακουλιάζει στις άκρες.
Έφαγα ένα ολόκληρο κουτί μπισκότα χωρίς να το καταλάβω.Πονάνε τα μάτια μου,κρυώνω.
Κοιτάω το ταβάνι ξαπλωμένη στο κρεβάτι.Έρχονται γιορτές.Πηγαίνω πάνω κάτω το σπίτι σαν οδοιπόρος,ίσως και ασθενής.
Τσιγάρο,κι άλλο ένα.Γκρίζα ρούχα,είμαι γάτα,γκρίζα με πράσινα μάτια και βελούδινα πόδια βαμμένα με βερνίκι rouge noir.Περπατάω χωρίς να κάνω θόρυβο.Ορμάω εκεί που δεν το παίρνεις χαμπάρι.
Στο φεγγάρι κάνει κρύο.Κολυμπάω σε λίμνες με θερμό νερό που βγαίνει ανάμεσα στους πάγους γυμνή. Περιεργάζομαι το σώμα.Μάτι το ένα πιο μικρό απ'το άλλο, έντονα μήλα,χέρια μακριά,ραγάδες στα πόδια,φύλο σκιερό,φρύδια κάπως πιο γεμάτα,γάμπες ανήσυχες,στήθος,στέρνο,λαιμός,μικρή κύφωση στην πλάτη.
Βουτάω το κεφάλι μέσα στο νερό και στάζω.Δε με νοιάζει,δε με νοιάζει.
Θυμάσαι τότε που μάζευα λουλούδια και στα πρόσφερα;Που πηγαίναμε βόλτες με το Βόλβο στα γειτονικά χωριά;Που μύριζε η κάμαρα της γιαγιάς απ΄τα τσιγάρα σου και τις πυζάμες σου;Που μικρή τις μύριζα όταν έλειπες;Που δεν άφηνα κανέναν να κάτσει στην καρέκλα σου στο τραπέζι;Που ταίζαμε τις πάπιες;Που παρακαλούσα για ένα κουνελάκι;Που μου αγόραζες βιβλία;Που καμάρωνες για μένα,ε μπαμπά;Θυμάσαι;Καμαρώνεις ακόμα;
Το κουμπί στο κομοδίνο του ξενοδοχείου που έβαζες ραδιόφωνο.Τα μπουκάλια με το αφρόλουτρο που μας έβαζαν.Το τρόλευ με τα γλυκά τις Κυριακές και η ζεστή σοκολάτα.
Τα φλαμπέ.Αποκοιμιόμουν στον καναπέ και σε περίμενα.Σημειώματα στο γραφείο σου,σ'αγαπώ πολύ.
Και κοιτάω το σώμα μου με τα παλιά μου εσώρουχα.Και σκεπάζομαι με την κουβέρτα.Αν το κοιτάξω παραπάνω,θα λιώσει.
Το ταπείνωσαν πολύ βλέπεις.Και δεν το σκέπασαν τη νύχτα.Υπήρξαν και μερικοί που προσέφεραν όμως.'Ελα και σένα να σε ζεστάνω,θα κάνει κρύο απόψε.
Έφαγα ένα ολόκληρο κουτί μπισκότα χωρίς να το καταλάβω.Πονάνε τα μάτια μου,κρυώνω.
Κοιτάω το ταβάνι ξαπλωμένη στο κρεβάτι.Έρχονται γιορτές.Πηγαίνω πάνω κάτω το σπίτι σαν οδοιπόρος,ίσως και ασθενής.
Τσιγάρο,κι άλλο ένα.Γκρίζα ρούχα,είμαι γάτα,γκρίζα με πράσινα μάτια και βελούδινα πόδια βαμμένα με βερνίκι rouge noir.Περπατάω χωρίς να κάνω θόρυβο.Ορμάω εκεί που δεν το παίρνεις χαμπάρι.
Στο φεγγάρι κάνει κρύο.Κολυμπάω σε λίμνες με θερμό νερό που βγαίνει ανάμεσα στους πάγους γυμνή. Περιεργάζομαι το σώμα.Μάτι το ένα πιο μικρό απ'το άλλο, έντονα μήλα,χέρια μακριά,ραγάδες στα πόδια,φύλο σκιερό,φρύδια κάπως πιο γεμάτα,γάμπες ανήσυχες,στήθος,στέρνο,λαιμός,μικρή κύφωση στην πλάτη.
Βουτάω το κεφάλι μέσα στο νερό και στάζω.Δε με νοιάζει,δε με νοιάζει.
Θυμάσαι τότε που μάζευα λουλούδια και στα πρόσφερα;Που πηγαίναμε βόλτες με το Βόλβο στα γειτονικά χωριά;Που μύριζε η κάμαρα της γιαγιάς απ΄τα τσιγάρα σου και τις πυζάμες σου;Που μικρή τις μύριζα όταν έλειπες;Που δεν άφηνα κανέναν να κάτσει στην καρέκλα σου στο τραπέζι;Που ταίζαμε τις πάπιες;Που παρακαλούσα για ένα κουνελάκι;Που μου αγόραζες βιβλία;Που καμάρωνες για μένα,ε μπαμπά;Θυμάσαι;Καμαρώνεις ακόμα;
Το κουμπί στο κομοδίνο του ξενοδοχείου που έβαζες ραδιόφωνο.Τα μπουκάλια με το αφρόλουτρο που μας έβαζαν.Το τρόλευ με τα γλυκά τις Κυριακές και η ζεστή σοκολάτα.
Τα φλαμπέ.Αποκοιμιόμουν στον καναπέ και σε περίμενα.Σημειώματα στο γραφείο σου,σ'αγαπώ πολύ.
Και κοιτάω το σώμα μου με τα παλιά μου εσώρουχα.Και σκεπάζομαι με την κουβέρτα.Αν το κοιτάξω παραπάνω,θα λιώσει.
Το ταπείνωσαν πολύ βλέπεις.Και δεν το σκέπασαν τη νύχτα.Υπήρξαν και μερικοί που προσέφεραν όμως.'Ελα και σένα να σε ζεστάνω,θα κάνει κρύο απόψε.
Friday, December 01, 2006
Παιδί χωρίς αμαρτίες,αυτό είναι για σένα.
Ήμουν εκεί μου είπε και δεν το περιμέναμε.Το κεφαλάκι του ήταν όλο γεμάτο αίματα.
Τι όμορφο μωρό,τι όμορφο παιδί.Τι έφταιξε και ο γιατρός.Κι εσύ τα ίδια.Και ζήλευες.Ζήλευες.Δεν καταλάβαινες μικρή ήσουν και ήθελες κι εσένα να σε αλλάζουν και να σε ταίζουν και παραπονιόσουν.Φοβόμασταν αν θα πείραζε την ψυχούλα σου.Πόσο ήσουν τότε;Κοριτσάκι.Τον είδες;Τον θυμάσαι;Όλοι τον αγαπούσαμε.Τέτοια μάτια όμορφα.
Θυμάσαι;Τον είδες;
Τότε;
Τον είδα. Με το σεντόνι καλυμμένο.Και θυμάμαι.Όλα τα θυμάμαι.Μη με ρωτάτε.Δεν μπορείτε να ξέρετε.
Και πιστεύω στους αγγέλους.Ποιος θα προσέχει τώρα εκεί το παιδί;Μήπως κρυώνει;
Μαύρα μάτια και μεγάλα ζυμωμένα με το γάλα.
Τον είδα.Και θυμάμαι.
Τι όμορφο μωρό,τι όμορφο παιδί.Τι έφταιξε και ο γιατρός.Κι εσύ τα ίδια.Και ζήλευες.Ζήλευες.Δεν καταλάβαινες μικρή ήσουν και ήθελες κι εσένα να σε αλλάζουν και να σε ταίζουν και παραπονιόσουν.Φοβόμασταν αν θα πείραζε την ψυχούλα σου.Πόσο ήσουν τότε;Κοριτσάκι.Τον είδες;Τον θυμάσαι;Όλοι τον αγαπούσαμε.Τέτοια μάτια όμορφα.
Θυμάσαι;Τον είδες;
Τότε;
Τον είδα. Με το σεντόνι καλυμμένο.Και θυμάμαι.Όλα τα θυμάμαι.Μη με ρωτάτε.Δεν μπορείτε να ξέρετε.
Και πιστεύω στους αγγέλους.Ποιος θα προσέχει τώρα εκεί το παιδί;Μήπως κρυώνει;
Μαύρα μάτια και μεγάλα ζυμωμένα με το γάλα.
Τον είδα.Και θυμάμαι.
Tuesday, November 28, 2006
Φύσα αεράκι
φύσα βοριά και πήγαινέ με στα νησιά,πήγαινέ με στα ποτάμια τα μανιασμένα πήγαινέ με στη Σκιάθο στη Σύμη στην Αμοργό στην Κύθνο στη Σύρα.
Πήγαινε με στο σπίτι του Κοσμοκαλόγερου να δω το μοναστικό του κρεβάτι.Ίσως ένα μαγκάλι πολύ κρασί και τα χέρια σταυρωμένα.Μια εικόνα της Παναγίας και μια καράφα νερό στο κομοδίνο.Να προσευχηθώ και να τραγουδήσω σιγανά στον τάφο, να φάω σε μια ταβέρνα με τους ψαράδες.
Πήγαινέ με στην Κύθνο στα βράχια της Παναγιάς της Κανάλας να δω τη Σέριφο.Τα τεράστια βράχια που έγιναν η ζωή μου.
Στη Σύρα στη Μεγάλη Χίμαιρα και στον Μάνο τον Ελευθερίου.Και στη Σύμη στα κουφετένια σπίτια.Πήγαινέ με στο Γλαύκο τον παλιό ναυτικό να μου δείξει να μπαλώνω δίχτυα να του φτιάξω φασκόμηλο.
Πήγαινέ με εκεί που δε θα μου πιουν το αίμα να φορέσω κι εγώ τα μαύρα να ξυπνάω χαράματα να ανάβω το τζάκι.
Χριστούγεννα στη λειτουργία να κοινωνήσω κρασί και ξεροβόρια.
Νυν απολύεις το δούλο σου δέσποτα.
Πήγαινε με στο σπίτι του Κοσμοκαλόγερου να δω το μοναστικό του κρεβάτι.Ίσως ένα μαγκάλι πολύ κρασί και τα χέρια σταυρωμένα.Μια εικόνα της Παναγίας και μια καράφα νερό στο κομοδίνο.Να προσευχηθώ και να τραγουδήσω σιγανά στον τάφο, να φάω σε μια ταβέρνα με τους ψαράδες.
Πήγαινέ με στην Κύθνο στα βράχια της Παναγιάς της Κανάλας να δω τη Σέριφο.Τα τεράστια βράχια που έγιναν η ζωή μου.
Στη Σύρα στη Μεγάλη Χίμαιρα και στον Μάνο τον Ελευθερίου.Και στη Σύμη στα κουφετένια σπίτια.Πήγαινέ με στο Γλαύκο τον παλιό ναυτικό να μου δείξει να μπαλώνω δίχτυα να του φτιάξω φασκόμηλο.
Πήγαινέ με εκεί που δε θα μου πιουν το αίμα να φορέσω κι εγώ τα μαύρα να ξυπνάω χαράματα να ανάβω το τζάκι.
Χριστούγεννα στη λειτουργία να κοινωνήσω κρασί και ξεροβόρια.
Νυν απολύεις το δούλο σου δέσποτα.
Monday, November 27, 2006
Ζεσταίνομαι
στο δρόμο στο σπίτι στο πάτωμα.Στάζει ιδρώτας στην τσάντα στο αυτοκίνητο στα πλακάκια.
Η σάρκα πεινάει τάισέ με.Δες το πρόσωπό μου στο φως σαν πρόσοψη άψυχη.
Άφησέ με να λυποθυμήσω τάισέ με μαλλιά αγγέλου,λουίζα και βελγικά μπισκότα βουτύρου μπουκιά μπουκιά.Σήκωσέ με να πιω απ'την πηγή βοήθησέ με να γδυθώ μόνη μου δεν μπορώ θα πέσω.Μη βάζεις μουσική απόψε και ας μη μιλήσουμε.Πές μου για τις διακοπές στη Ρώμη που δε θα πάμε ποτέ."Και εδώ η Ωντρευ Χέπμπουρν αποκοιμήθηκε στον ώμο του Γκρέγκορυ Πεκ".Για τα φεττουτσίνε στου Αλφρέντο που δε θα φάμε.Για τη νυχτικιά στο έργο-"You know,I've heard that there are people who sleep with nothing on".Για τη νυχτικιά που ζητάει-μόνο εγώ θα μπορούσα να ζητήσω τέτοιες τρέλες σε τόσο περίεργες στιγμές στη ζωή,όχι στο σινεμά.Δείξε μου τις φλέβες σου και τους καρπούς σου είναι άφθαρτοι.
Θα μπορούσα να είμαι 6 χρονών.Είμαι η αιώνια νιότη κλείσε με σα σταγόνα με την κούκλα μου στο γυάλινο μπουκάλι.
Δεν έχω πια μονοπάτι δεν έχω πια μυρωδιά.Ζω στο κατάρτι τουπλοίου και φθείρομαι άσε με πάρε με κοντά σου.Γίνε ξύλο να γίνω νερό.
Θα μπορούσα να είμαι ακόμα 6 χρονών...
Η σάρκα πεινάει τάισέ με.Δες το πρόσωπό μου στο φως σαν πρόσοψη άψυχη.
Άφησέ με να λυποθυμήσω τάισέ με μαλλιά αγγέλου,λουίζα και βελγικά μπισκότα βουτύρου μπουκιά μπουκιά.Σήκωσέ με να πιω απ'την πηγή βοήθησέ με να γδυθώ μόνη μου δεν μπορώ θα πέσω.Μη βάζεις μουσική απόψε και ας μη μιλήσουμε.Πές μου για τις διακοπές στη Ρώμη που δε θα πάμε ποτέ."Και εδώ η Ωντρευ Χέπμπουρν αποκοιμήθηκε στον ώμο του Γκρέγκορυ Πεκ".Για τα φεττουτσίνε στου Αλφρέντο που δε θα φάμε.Για τη νυχτικιά στο έργο-"You know,I've heard that there are people who sleep with nothing on".Για τη νυχτικιά που ζητάει-μόνο εγώ θα μπορούσα να ζητήσω τέτοιες τρέλες σε τόσο περίεργες στιγμές στη ζωή,όχι στο σινεμά.Δείξε μου τις φλέβες σου και τους καρπούς σου είναι άφθαρτοι.
Θα μπορούσα να είμαι 6 χρονών.Είμαι η αιώνια νιότη κλείσε με σα σταγόνα με την κούκλα μου στο γυάλινο μπουκάλι.
Δεν έχω πια μονοπάτι δεν έχω πια μυρωδιά.Ζω στο κατάρτι τουπλοίου και φθείρομαι άσε με πάρε με κοντά σου.Γίνε ξύλο να γίνω νερό.
Θα μπορούσα να είμαι ακόμα 6 χρονών...
Saturday, November 25, 2006
Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα
Θέλω να κλάψω,έτσι νιώθω
όπως κλαίνε τα παιδιά στο τελευταίο το θρανίο
γιατί δεν είμαι ποιητής,ούτε άντρας,ούτε φύλλο,
μα σφυγμός πληγωμένος που τα πράγματα σκαλίζει απ'την άλλη τους μεριά.
Θέλω να κλάψω,τ' όνομά μου να φωνάξω
Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, στην όχθη τούτης της λίμνης
αυτό που είμαι να δηλώσω,άνθρωπος με αίμα
που αρνιέται τη χλεύη και τους υπαινιγμούς των λέξεων.
Εδώ,πλάι στο γυμνό νερό
την ελευθερία μου ζητώ,την ανθρώπινη αγάπη μου
όχι για το πέταγμα που ίσως μου δώσει,το φως ή τον καυτό ασβέστη
μα για τον ενεστώτα χρόνο μου που περιμένει στη σφαίρα της τρελής αύρας.
όπως κλαίνε τα παιδιά στο τελευταίο το θρανίο
γιατί δεν είμαι ποιητής,ούτε άντρας,ούτε φύλλο,
μα σφυγμός πληγωμένος που τα πράγματα σκαλίζει απ'την άλλη τους μεριά.
Θέλω να κλάψω,τ' όνομά μου να φωνάξω
Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, στην όχθη τούτης της λίμνης
αυτό που είμαι να δηλώσω,άνθρωπος με αίμα
που αρνιέται τη χλεύη και τους υπαινιγμούς των λέξεων.
Εδώ,πλάι στο γυμνό νερό
την ελευθερία μου ζητώ,την ανθρώπινη αγάπη μου
όχι για το πέταγμα που ίσως μου δώσει,το φως ή τον καυτό ασβέστη
μα για τον ενεστώτα χρόνο μου που περιμένει στη σφαίρα της τρελής αύρας.
Thursday, November 23, 2006
Έχω πυρετό και παραισθήσεις.Φτιάχνω κακάο για να παρηγορηθώ με τη σοκολάτα και δε νιώθω γεύσεις,βλέπω εικόνες στην τηλεόραση και δεν εστιάζω.
Θέλω νανούρισμα και χάδια.Ανάβω τσιγάρα,σβήνω τσιγάρα,μια φωτιά,δυο φωτιές,νυν απολύεις το δούλο σου δέσποτα.
Φαντάζομαι ένα δωμάτιο με ζεστό ξύλο και κόκκινα και άσπρα χαλιά.Και φως,πολύ φως.Και φλοκάτη στο πάτωμα.Να προσπαθώ να αγγίξω τα δάχτυλα των ποδιών μου και να μην τα καταφέρνω και να γελάω.
Μακάρι να ήταν παρηγοριά το αλκοόλ.Μακάρι να ήταν παρηγοριά η πολυκοσμία.
Σκέφτομαι προορισμούς και τους αναιρώ.Στοκχόλμη,Κοπεγχάγη.Θα κρυώνω.
Παρίσι.Ακριβό και δεν ξέρω γαλλικά-ούτε όρεξη να μάθω.Λονδίνο,πάει η ατμόσφαιρα της παμπ πια,δενμου αρέσει πια.Δεν αντέχω την υγρασία.Το Βερολίνο με πλακώνει με την ιστορία του.Άλλη πλευρά του Ατλαντικού;Αλάσκα;Ακούγεται ρομαντικό,αλλά όχι για μένα τη Μεσόγεια.Όλη σου τη ζωή προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου πως δεν είσαι κάτι γιατί είσαι ακριβώς αυτό και δεν το αντέχεις.
Νέα Υόρκη;Μπορεί.Καλιφόρνια φοβάμαι.Μέην.Δε θα ταν άσχημα.
Θα νοικιάσω μια γκαρσονιέρα στο απόκεντρο
κάπου,δεν έχει σημασία
θα χω λίγα πράγματα
θα αγοράσω ένα τεράστιο πάπλωμα με φτερά χήνας και θα χοροπηδάω πάνω στο κρεβάτι
θα μου στέλνουν απ'την Ελλάδα σύκα ξερά και Ίον αμυγδάλου
θα κατεβαίνω νωρίς να ψωνίσω γάλα και ψωμί στο φούρνο
θα πιάσω δουλειά σε ένα παιδικό βιβλιοπωλείο
τα Σάββατα θα καλώ φίλους για πρωινό με ριζογκοφρέτες
θα μάθω να φτιάχνω μαρμελάδες και λιόπαστα με καρύδι
δε θα ξέρεις που είμαι πια
θα πηγαίνω στη συναγωγή και στην ορθόδοξη εκκλησία
τα βράδια θα διαβάζω θεατρικούς μονολόγους
θα χαζέυω την αυγή στα περβάζια
τα καλοκαίρια θα πηγαίνω εκδρομή στη λίμνη και θα πονάω αλλά δε θα ναι το ίδιο
ζαλίζομαι-Imperial leather και ύπνος με ανοιχτά παράθυρα,δε θα με πειραζε να με δεις μέσα στην γυαλάδα του πυρετού και να μου διαβάσεις λίγο Χριστιανόπουλο,το πρωί να έχω δίπλα μου ένα καινούριο πακέτο χαρτομάντιλα και να δω το πρόσωπό μου στον καθρέφτη όπως είναι,και ας μην έχω πια γεύση.
Θέλω νανούρισμα και χάδια.Ανάβω τσιγάρα,σβήνω τσιγάρα,μια φωτιά,δυο φωτιές,νυν απολύεις το δούλο σου δέσποτα.
Φαντάζομαι ένα δωμάτιο με ζεστό ξύλο και κόκκινα και άσπρα χαλιά.Και φως,πολύ φως.Και φλοκάτη στο πάτωμα.Να προσπαθώ να αγγίξω τα δάχτυλα των ποδιών μου και να μην τα καταφέρνω και να γελάω.
Μακάρι να ήταν παρηγοριά το αλκοόλ.Μακάρι να ήταν παρηγοριά η πολυκοσμία.
Σκέφτομαι προορισμούς και τους αναιρώ.Στοκχόλμη,Κοπεγχάγη.Θα κρυώνω.
Παρίσι.Ακριβό και δεν ξέρω γαλλικά-ούτε όρεξη να μάθω.Λονδίνο,πάει η ατμόσφαιρα της παμπ πια,δενμου αρέσει πια.Δεν αντέχω την υγρασία.Το Βερολίνο με πλακώνει με την ιστορία του.Άλλη πλευρά του Ατλαντικού;Αλάσκα;Ακούγεται ρομαντικό,αλλά όχι για μένα τη Μεσόγεια.Όλη σου τη ζωή προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου πως δεν είσαι κάτι γιατί είσαι ακριβώς αυτό και δεν το αντέχεις.
Νέα Υόρκη;Μπορεί.Καλιφόρνια φοβάμαι.Μέην.Δε θα ταν άσχημα.
Θα νοικιάσω μια γκαρσονιέρα στο απόκεντρο
κάπου,δεν έχει σημασία
θα χω λίγα πράγματα
θα αγοράσω ένα τεράστιο πάπλωμα με φτερά χήνας και θα χοροπηδάω πάνω στο κρεβάτι
θα μου στέλνουν απ'την Ελλάδα σύκα ξερά και Ίον αμυγδάλου
θα κατεβαίνω νωρίς να ψωνίσω γάλα και ψωμί στο φούρνο
θα πιάσω δουλειά σε ένα παιδικό βιβλιοπωλείο
τα Σάββατα θα καλώ φίλους για πρωινό με ριζογκοφρέτες
θα μάθω να φτιάχνω μαρμελάδες και λιόπαστα με καρύδι
δε θα ξέρεις που είμαι πια
θα πηγαίνω στη συναγωγή και στην ορθόδοξη εκκλησία
τα βράδια θα διαβάζω θεατρικούς μονολόγους
θα χαζέυω την αυγή στα περβάζια
τα καλοκαίρια θα πηγαίνω εκδρομή στη λίμνη και θα πονάω αλλά δε θα ναι το ίδιο
ζαλίζομαι-Imperial leather και ύπνος με ανοιχτά παράθυρα,δε θα με πειραζε να με δεις μέσα στην γυαλάδα του πυρετού και να μου διαβάσεις λίγο Χριστιανόπουλο,το πρωί να έχω δίπλα μου ένα καινούριο πακέτο χαρτομάντιλα και να δω το πρόσωπό μου στον καθρέφτη όπως είναι,και ας μην έχω πια γεύση.
Wednesday, November 22, 2006
Θλίψη
Η θλίψη δεν συνηθίζεται να ακολουθείται από η λέξη "ομορφιά".Και όμως.
Όλο το πρωί με τις δουλειές ακούω το "Ματωμένο Γάμο" του Χατζιδάκη.Ναι,είναι λυπημένο και μιλάει για μια τραγωδία.¨Όμως,είναι τόσο όμορφο!Κάνει την καρδιά μου να σκιρτάει σαν το πουλάκι στη φωλιά.Φαντάζομαι την όμορφη νύφη να το σκάει μέσα στη νύχτα και να λάμπει από αγάπη και ας ξέρει.Φαντάζομαι το γαμπρό μέσα στην απόγνωση σαν τσακισμένο λαικό ήρωα.Και πάνω από όλα,φαντάζομαι τη μάνα.Και πάντα έχει την όψη της δικιάς μου μάνας.Που μέσα στα μαύρα της ρούχα έμοιαζε,και ακόμα μου φαίνεται σαν την πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου.Και ας μην ήταν ποτέ κοκέτα και ας μην έβαζε άρωμα και ας μην έμοιαζε με τις άλλες μανάδες.Τα φρύδια της ήταν γεφύρια και η κοιλιά της χωράφι και τα μάτια της αστέρια και καθρέφτες μαζί.Και γελούσε.Και γελάει.Και άστραφταν οι καθρέφτες όλου του κόσμου.Και σηκώνεται το πρωί και φτιάχνει καφέ και καλημερίζει το βουνό.και την αντιχαιρετάει.
Διαβάζω το Δίφωνο και βλέπω τον Κραουνάκη με τη Λίνα.Στις φωτογραφίες διαβάζουν μαζί στο κρεβάτι,κουβεντιάζουν στον κήπο.Ζηλεύω.
Ζηλεύω το δέσιμό τους.Που είναι παραπάνω από έρωτας και δεν σπάει και ας είναι εύθραυστος.Ζηλεύω που με ένα βλέμμα κατανοούν.Τα κοινά τους βιώματα.Που ο Σταμάτης πάει στο σπίτι της για να ξεκουραστεί λίγο και μετά συνεχίζει.
Ζηλεύω που διαβάζουν μαζί στο κρεβάτι ξυπόλητοι.
Αλλά μετά θυμάμαι κάτι που είπε σε μια συνέντευξη η Νικολακοπούλου και βάζω το καπέλο μου για έξω.
"Όταν βλέπω μια μητέρα να παίζει με το παιδί της ή έναν άντρα να καπνίζει το τσιγάρο του στη λιακάδα θυμάμαι ξανά τι είναι η πργματική ευτυχία.Και σκέφτομαι ότι αυτή την ευτυχία την αξίζω κι εγώ."
Αυλαία και πάμε λοιπόν.
Όλο το πρωί με τις δουλειές ακούω το "Ματωμένο Γάμο" του Χατζιδάκη.Ναι,είναι λυπημένο και μιλάει για μια τραγωδία.¨Όμως,είναι τόσο όμορφο!Κάνει την καρδιά μου να σκιρτάει σαν το πουλάκι στη φωλιά.Φαντάζομαι την όμορφη νύφη να το σκάει μέσα στη νύχτα και να λάμπει από αγάπη και ας ξέρει.Φαντάζομαι το γαμπρό μέσα στην απόγνωση σαν τσακισμένο λαικό ήρωα.Και πάνω από όλα,φαντάζομαι τη μάνα.Και πάντα έχει την όψη της δικιάς μου μάνας.Που μέσα στα μαύρα της ρούχα έμοιαζε,και ακόμα μου φαίνεται σαν την πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου.Και ας μην ήταν ποτέ κοκέτα και ας μην έβαζε άρωμα και ας μην έμοιαζε με τις άλλες μανάδες.Τα φρύδια της ήταν γεφύρια και η κοιλιά της χωράφι και τα μάτια της αστέρια και καθρέφτες μαζί.Και γελούσε.Και γελάει.Και άστραφταν οι καθρέφτες όλου του κόσμου.Και σηκώνεται το πρωί και φτιάχνει καφέ και καλημερίζει το βουνό.και την αντιχαιρετάει.
Διαβάζω το Δίφωνο και βλέπω τον Κραουνάκη με τη Λίνα.Στις φωτογραφίες διαβάζουν μαζί στο κρεβάτι,κουβεντιάζουν στον κήπο.Ζηλεύω.
Ζηλεύω το δέσιμό τους.Που είναι παραπάνω από έρωτας και δεν σπάει και ας είναι εύθραυστος.Ζηλεύω που με ένα βλέμμα κατανοούν.Τα κοινά τους βιώματα.Που ο Σταμάτης πάει στο σπίτι της για να ξεκουραστεί λίγο και μετά συνεχίζει.
Ζηλεύω που διαβάζουν μαζί στο κρεβάτι ξυπόλητοι.
Αλλά μετά θυμάμαι κάτι που είπε σε μια συνέντευξη η Νικολακοπούλου και βάζω το καπέλο μου για έξω.
"Όταν βλέπω μια μητέρα να παίζει με το παιδί της ή έναν άντρα να καπνίζει το τσιγάρο του στη λιακάδα θυμάμαι ξανά τι είναι η πργματική ευτυχία.Και σκέφτομαι ότι αυτή την ευτυχία την αξίζω κι εγώ."
Αυλαία και πάμε λοιπόν.
Monday, November 20, 2006
Μουσική...
και ονειρεύομαι."Σαράντα παλικάρια στην άκρη του γιαλού επαίξανε στα ζάρια για τη μικρή Ραλλού" με τον πρωινό καφέ.Συνεχίζω με Κάλλας και Ενρίκο Καρούζο καθώς ετοιμάζομαι.
Ο ήλιος βγήκε.Δεν έφυγε ακόμα η δροσιά του πρωινού,ανεμίζουν οι κουρτίνες.
Κουράστηκα να διαβάζω πολύ.Θέλω να πάρω βαθιές ανάσες.Έλα να με ζεστάνεις.
Να πάμε βόλτα με αυτοκίνητο και να ακούμε Τζόνυ Κας και να γελάμε υστερικά.Να σταματήσουμε σε ένα ξέφωτο και να στριφογυρίζω χαρούμενη.Να με φιλήσεις πάλι.
Χτες το βράδυ,"το τέλος μιας σχέσης" όσο ετοιμαζόμουν για ύπνο.Θυμάμαι την ταινία.
" This is a diary of hate".Το ξέρω το σώμα αυτό της Τζούλιαν Μουρ.Να πέφτουν οι τοίχοι ολόγυρα και εκείνοι στο μικρόκοσμό τους.Έβλεπα το τρέιλερ της ταινίας "Πεθαίνοντας στην Αθήνα" πρόσφατα,μια σκηνή όπου η νεαρή ενζενύ στο κρεβάτι σηκώνει το σεντόνι για να δει ο εραστής της το γυμνό της σώμα.Και αυτή την έκφραση την ξέρω.Αδημονία,αγωνία,χαρά και μια στάλα πόνος.Άκουγα τη μουσική από το "Τέλος μιας σχέσης" μέσα στα σκοτάδια του δωματίου ολομόναχη.Αγκάλιασα το μαξιλάρι μου και χώθηκα πιο βαθιά μέσα στα σκεπάσματα και ας μην έκανε κρύο.
Σηκώθηκα και έβαλα άλλο."Οι φίλοι μου σαλτάρουνε.."
Και τώρα είναι πρωί και τα μακριά νύχια της νύχτας συρρικνώθηκαν.
"Με την Ελλάδα καραβοκύρη" και θέλω κι εγώ να στρωθούν λουλούδια σε όλα τα πέλαγα.
Θα νοικιάσω το "Διακοπές στη Ρώμη" και θα φάω μηλόπιτα με μπόλικη κανέλα σε ένα καφέ.
Στο χαμόγελο της Ώντρευ θα ξαναβρώ και το δικό μου.
This is not a diary of hate.
Ο ήλιος βγήκε.Δεν έφυγε ακόμα η δροσιά του πρωινού,ανεμίζουν οι κουρτίνες.
Κουράστηκα να διαβάζω πολύ.Θέλω να πάρω βαθιές ανάσες.Έλα να με ζεστάνεις.
Να πάμε βόλτα με αυτοκίνητο και να ακούμε Τζόνυ Κας και να γελάμε υστερικά.Να σταματήσουμε σε ένα ξέφωτο και να στριφογυρίζω χαρούμενη.Να με φιλήσεις πάλι.
Χτες το βράδυ,"το τέλος μιας σχέσης" όσο ετοιμαζόμουν για ύπνο.Θυμάμαι την ταινία.
" This is a diary of hate".Το ξέρω το σώμα αυτό της Τζούλιαν Μουρ.Να πέφτουν οι τοίχοι ολόγυρα και εκείνοι στο μικρόκοσμό τους.Έβλεπα το τρέιλερ της ταινίας "Πεθαίνοντας στην Αθήνα" πρόσφατα,μια σκηνή όπου η νεαρή ενζενύ στο κρεβάτι σηκώνει το σεντόνι για να δει ο εραστής της το γυμνό της σώμα.Και αυτή την έκφραση την ξέρω.Αδημονία,αγωνία,χαρά και μια στάλα πόνος.Άκουγα τη μουσική από το "Τέλος μιας σχέσης" μέσα στα σκοτάδια του δωματίου ολομόναχη.Αγκάλιασα το μαξιλάρι μου και χώθηκα πιο βαθιά μέσα στα σκεπάσματα και ας μην έκανε κρύο.
Σηκώθηκα και έβαλα άλλο."Οι φίλοι μου σαλτάρουνε.."
Και τώρα είναι πρωί και τα μακριά νύχια της νύχτας συρρικνώθηκαν.
"Με την Ελλάδα καραβοκύρη" και θέλω κι εγώ να στρωθούν λουλούδια σε όλα τα πέλαγα.
Θα νοικιάσω το "Διακοπές στη Ρώμη" και θα φάω μηλόπιτα με μπόλικη κανέλα σε ένα καφέ.
Στο χαμόγελο της Ώντρευ θα ξαναβρώ και το δικό μου.
This is not a diary of hate.
Sunday, November 19, 2006
Ruby shimmer..
το κραγιόν που άνοιξε στην τσάντα μου το χτεσινό βράδυ και τα έκανε όλα χάλια.Όλα είναι πια κόκκινα.Καφές και κονιάκ στην πλατεία για το μνημόσυνο του γείτονα,κρυώνω,πίνω λίγο κονιάκ να ζεσταθώ,τετριμμένα λόγια,τι λες σε στιγμές τέτοιες,δυο μέρες τώρα κοιμήθηκα άθλια.
Θέατρα.Ματωμένος γάμος,Τριαντάφυλλο στο στήθος,Ντα.Θα τα καταφέρω να τα δω;
Γκάτσος στην τηλεόραση.Αφιέρωμα.Συζητάμε στο τραπέζι για τα ποιήματά του.Δεν είδα την εκπομπή,αλλά ο Γκάτσος είναι στο αίμα μου πια,από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ξέρω στίχους του.Διάβασα την Αμοργό στα 16 και ξαναγυρνάω συχνά.Δεν χρειάστηκε να γράψει άλλη συλλογή και ας τον κατηγόρησαν τόσο οι δυσκοίλιοι λόγιοι.Με οικονομία λόγου και αγάπη στους στίχους του χώρεσε τη φύση και τους προβληματισμούς του ανθρώπου,με λόγια απλά αλλά όχι απλοικά.Και τα κατάφερε.Και αγαπήθηκε από όλους.Και αυτό οι δυσκοίλιοι λόγιοι δεν του το συγχώρεσαν ποτέ.
400 τραγούδια.Σαν ταινίες μικρού μήκους ή πίνακας με τις πινελιές ακρίβειας του πιο ταλαντούχου ζωγράφου.Συγχωρέστε με αν γίνομαι ξεροκέφαλη.Τον αγαπώ πολύ.Και για αυτά και αυτούς που αγαπώ έχω πάθος.Και το πάθος με έχει λυτρώσει από τους δαίμονές μου.
Κυριακή με σώμα ταλαιπωρημένο.Με ψυχή ακόμα ζεστή.
Βρήκα ένα ξέφωτο στο δάσος των μπλογκς,έχτισα ένα σπιτάκι,έψησα μπισκότα και καφέ για τους διαβάτες για να ξαποστάσουν και το διακόσμησα με κρεμασμένα φορέματα στους τοίχους.Συνεχίστε το δρόμο σας.Δεν θα μετακομίσω,όχι σύντομα.
Θέατρα.Ματωμένος γάμος,Τριαντάφυλλο στο στήθος,Ντα.Θα τα καταφέρω να τα δω;
Γκάτσος στην τηλεόραση.Αφιέρωμα.Συζητάμε στο τραπέζι για τα ποιήματά του.Δεν είδα την εκπομπή,αλλά ο Γκάτσος είναι στο αίμα μου πια,από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ξέρω στίχους του.Διάβασα την Αμοργό στα 16 και ξαναγυρνάω συχνά.Δεν χρειάστηκε να γράψει άλλη συλλογή και ας τον κατηγόρησαν τόσο οι δυσκοίλιοι λόγιοι.Με οικονομία λόγου και αγάπη στους στίχους του χώρεσε τη φύση και τους προβληματισμούς του ανθρώπου,με λόγια απλά αλλά όχι απλοικά.Και τα κατάφερε.Και αγαπήθηκε από όλους.Και αυτό οι δυσκοίλιοι λόγιοι δεν του το συγχώρεσαν ποτέ.
400 τραγούδια.Σαν ταινίες μικρού μήκους ή πίνακας με τις πινελιές ακρίβειας του πιο ταλαντούχου ζωγράφου.Συγχωρέστε με αν γίνομαι ξεροκέφαλη.Τον αγαπώ πολύ.Και για αυτά και αυτούς που αγαπώ έχω πάθος.Και το πάθος με έχει λυτρώσει από τους δαίμονές μου.
Κυριακή με σώμα ταλαιπωρημένο.Με ψυχή ακόμα ζεστή.
Βρήκα ένα ξέφωτο στο δάσος των μπλογκς,έχτισα ένα σπιτάκι,έψησα μπισκότα και καφέ για τους διαβάτες για να ξαποστάσουν και το διακόσμησα με κρεμασμένα φορέματα στους τοίχους.Συνεχίστε το δρόμο σας.Δεν θα μετακομίσω,όχι σύντομα.
Saturday, November 18, 2006
Κρύα χέρια
σχεδόν κέρινα,αφυδατωμένη και σκονισμένη με απειλή από πάνω φωτεινή τον ήλιο,όλοι οι ήχοι ένα ανακάτωμα,αυτοκίνητα και τραγούδια και η μηχανή του καφέ και το τσακ του αναπτήρα.
Χλωμή σα να μαι μπροστά στους εκτελεστές με μάτια ανοιχτά να τους κοιτάω κατάματα -πώς ένιωσες άραγε Ελένη,κι εσύ Αλεξάνδρα;πως;-
διαβάζω ξανά και ξανά το σημερινό κείμενο του Ξανθούλη στην Ελευθεροτυπία,διαβάστε το αν θέλετε να δείτε ένα πραγματικό υπόδειγμα γραφής,με ήθος,σεβασμό στο λόγο,στο παρελθόν,στον τόπο και στην μόνη πατρίδα που υπάρχει,την πατρίδα της παιδικής ηλικίας,ακούω ξανά στίχους του Τριπολίτη,με τρυπάνε μολυβένιες σφαίρες,"να φοβάσαι τους Μπεντουίνους" είχε γράψει ο Τσίρκας και η σκέψη είναι τόσο επικίνδυνη,το πιο κοφτερό όπλο,κοίτα με,κοίτα με πως λάμπω στη σκηνή.
Χλωμή σα να μαι μπροστά στους εκτελεστές με μάτια ανοιχτά να τους κοιτάω κατάματα -πώς ένιωσες άραγε Ελένη,κι εσύ Αλεξάνδρα;πως;-
διαβάζω ξανά και ξανά το σημερινό κείμενο του Ξανθούλη στην Ελευθεροτυπία,διαβάστε το αν θέλετε να δείτε ένα πραγματικό υπόδειγμα γραφής,με ήθος,σεβασμό στο λόγο,στο παρελθόν,στον τόπο και στην μόνη πατρίδα που υπάρχει,την πατρίδα της παιδικής ηλικίας,ακούω ξανά στίχους του Τριπολίτη,με τρυπάνε μολυβένιες σφαίρες,"να φοβάσαι τους Μπεντουίνους" είχε γράψει ο Τσίρκας και η σκέψη είναι τόσο επικίνδυνη,το πιο κοφτερό όπλο,κοίτα με,κοίτα με πως λάμπω στη σκηνή.
Thursday, November 16, 2006
Tuesday, November 14, 2006
Cinderella,thou shall go to the ball!
Δεν μου άρεσε η Σταχτοπούτα.Μου άρεσε η Χιονάτη γιατί την έβρισκα πανέμορφη με τα κατάμαυρα μαλλιά,το κατακόκκινο στόμα και το δέρμα σαν ριζόχαρτο,λευκό,διάφανο.
Πιο πολύ μου άρεσε η Μικρή Γοργόνα που ζούσε στο βυθό,κολυμπούσε πάντα με χάρη προς την επιφάνεια και ήταν τόσο αξιαγάπητη και ζαβολιάρα και ο μπαμπάς της τη λάτρευε.Και μιλούσε και στα ψαράκια,και έκανε και του κεφαλιού της.
Και ο Γκαρής ο γαιδαράκος που είμαι εγώ σε καρτούν.Γκρινιάρα, και απαισιόδοξη αλλά πάντα στο τέλος χαρωπή-και ευτυχισμένη.
Πλένω τα πινέλα του μακιγιάζ και έχω πάλι τα παράθυρα ορθάνοιχτα.Βράζει το νερό για το τσάι που θα σερβίρω στα πορσελάνινα φλυτζάνια με κύβους μαύρης ζάχαρης.Το ακούω νκοχλάζει.Δεν έχω ξύλα για να ανάψω τζάκι και να κουρνιάσω φορώντας την παλιά φανελένια πυζάμα του μπαμπά μου.Έχουν κάτι τα φθαρμένα ρούχα με τη μυρωδιά των αγαπημένων...
Στην σόμπα πετρελαίου της γιαγιάς πάντα έβραζε η τσαγιέρα για να υγραίνει το χώρο και να μας φτιάχνει αφεψήματα-άλλη γεύση είχε το νερό του Παρνασσού,άλλος ο ύπνος κάτω από τα παπλώματα της προίκας της.Και έκαιγε και το καντίλι στη γωνία και φώτιζε το εικόνισμα,και δε φοβόσουν όσο και αν φυσούσε έξω και κατέβαζε παγωμένο αέρα.Ξυπνούσαμε νωρίς με τα κοκόρια,κακάο για τα παιδιά,καφές για τους μεγάλους,κακάο πάλι το βράδυ πριν τον ύπνο.Δεν έχω ξαναπιεί τόσο νόστιμο κακάο μετά-όσες βιενουά και σε όσα πολυτελή καφέ έχω δοκιμάσει στην Ευρώπη,και στην Αθήνα.
Στην αγγλική έκδοση του Vogue-90 χρόνια έκδοσης,χαζεύω ρούχα από εποχές και φαντάζομαι τη θέα,ξημερώματα και η Αθήνα να ξυπνάει,κι εγώ στη μπανιέρα ενός πολυτελούς ξενοδοχείου με ζεστό νερό να μουλιάζω το σώμα μου με τις αμαρτίες να φεύγουν όπως αδειάζει το νερό,και να εξιλεώνομαι γυμνή πίνοντας εσπρέσσο κοιτάζοντας από ψηλά με τους ατμούς ακόμα τριγύρω.
"Cinderella,thou shall go to the ball!" The fairy godmother
Πιο πολύ μου άρεσε η Μικρή Γοργόνα που ζούσε στο βυθό,κολυμπούσε πάντα με χάρη προς την επιφάνεια και ήταν τόσο αξιαγάπητη και ζαβολιάρα και ο μπαμπάς της τη λάτρευε.Και μιλούσε και στα ψαράκια,και έκανε και του κεφαλιού της.
Και ο Γκαρής ο γαιδαράκος που είμαι εγώ σε καρτούν.Γκρινιάρα, και απαισιόδοξη αλλά πάντα στο τέλος χαρωπή-και ευτυχισμένη.
Πλένω τα πινέλα του μακιγιάζ και έχω πάλι τα παράθυρα ορθάνοιχτα.Βράζει το νερό για το τσάι που θα σερβίρω στα πορσελάνινα φλυτζάνια με κύβους μαύρης ζάχαρης.Το ακούω νκοχλάζει.Δεν έχω ξύλα για να ανάψω τζάκι και να κουρνιάσω φορώντας την παλιά φανελένια πυζάμα του μπαμπά μου.Έχουν κάτι τα φθαρμένα ρούχα με τη μυρωδιά των αγαπημένων...
Στην σόμπα πετρελαίου της γιαγιάς πάντα έβραζε η τσαγιέρα για να υγραίνει το χώρο και να μας φτιάχνει αφεψήματα-άλλη γεύση είχε το νερό του Παρνασσού,άλλος ο ύπνος κάτω από τα παπλώματα της προίκας της.Και έκαιγε και το καντίλι στη γωνία και φώτιζε το εικόνισμα,και δε φοβόσουν όσο και αν φυσούσε έξω και κατέβαζε παγωμένο αέρα.Ξυπνούσαμε νωρίς με τα κοκόρια,κακάο για τα παιδιά,καφές για τους μεγάλους,κακάο πάλι το βράδυ πριν τον ύπνο.Δεν έχω ξαναπιεί τόσο νόστιμο κακάο μετά-όσες βιενουά και σε όσα πολυτελή καφέ έχω δοκιμάσει στην Ευρώπη,και στην Αθήνα.
Στην αγγλική έκδοση του Vogue-90 χρόνια έκδοσης,χαζεύω ρούχα από εποχές και φαντάζομαι τη θέα,ξημερώματα και η Αθήνα να ξυπνάει,κι εγώ στη μπανιέρα ενός πολυτελούς ξενοδοχείου με ζεστό νερό να μουλιάζω το σώμα μου με τις αμαρτίες να φεύγουν όπως αδειάζει το νερό,και να εξιλεώνομαι γυμνή πίνοντας εσπρέσσο κοιτάζοντας από ψηλά με τους ατμούς ακόμα τριγύρω.
"Cinderella,thou shall go to the ball!" The fairy godmother
Monday, November 13, 2006
Ο βιασμός...
δεν είναι μόνο σωματικός, μπορεί να ναι και ένα βλέμμα ειρωνικό, λόγια πικρά που θα ειπωθούν εσκεμμένα, ένα άγγιγμα πρόστυχο που δεν κρύβει καμιά διάθεση για επαφή, τα λόγια τα πισώπλατα της έχιδνας, ο φθόνος που μαζεύεται και γίνεται απόστημα γεμάτο πύον που τρέφεται σαν παράσιτο,η δίψα για αίμα και πληγές, η συνήθεια μας στο τρομακτικό και ο μετέπειτα εθισμός μας, η ζωή μας που γίνεται δυστύχημα τροχαίο με αργό ζουμ πάνω στα κομμένα μέλη, ο βασανιστής που είναι καλά καμουφλαρισμένος στο γείτονα και στον περιπτερά και τον φούρναρη, η περιέργεια που δενθα ησυχάσει αν δε φάει και της σάρκες της ακόμα, η μικρή κοινωνία που κρύβουμε όλοι μέσα μας που καταδίδει και δικάζει στην πλατεία του χωριού με ψευδομάρτυρες και καταδικάζει και εκτελεί με συνοπτικές διαδικασίες άμαχο πληθυσμό, το μικροσκόπιο που θέλουν οι περισσότεροι να βάλουν οι άλλοι στον κόλπο σου και να βγάλουν συμπεράσματα αλλά δεν τολμούν να κοιτάξουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη.
"Προσπαθώ κάθε μέρα να είμαι καλός."
"Ανθρωπος"
"Είμαι άνθρωπος;"
"Αφού έχεις αξιοπρέπεια"
"Αυτό σε κάνει άνθρωπο;"
"Το κυριότερο".(από το θεατρικό "ο άνθρωπος ελέφαντας").
Κι εγώ δεν φοβάμαι πια.Στη ζωή μου έχω πάρει τόση αγάπη, που λειτουργεί σαν ασπίδα ακόμα και στο πιο θανατηφόρο δηλητήριο.
"Προσπαθώ κάθε μέρα να είμαι καλός."
"Ανθρωπος"
"Είμαι άνθρωπος;"
"Αφού έχεις αξιοπρέπεια"
"Αυτό σε κάνει άνθρωπο;"
"Το κυριότερο".(από το θεατρικό "ο άνθρωπος ελέφαντας").
Κι εγώ δεν φοβάμαι πια.Στη ζωή μου έχω πάρει τόση αγάπη, που λειτουργεί σαν ασπίδα ακόμα και στο πιο θανατηφόρο δηλητήριο.
Saturday, November 11, 2006
Η ωραία κοιμωμένη...
τυλίχτηκε στα ζαχαρένια της παπλώματα,ανασηκώθηκε κάπως αφηρημένη,ακούμπησε τα γυμνά πόδια της στο ξύλινο πάτωμα ,πλύθηκε με βρόχινο νερό τουρτουρίζοντας από το κρύο,κάθισε δίπλα στην ξυλόσομπά της και ήπιε καφέ από χώρες μακρινές καβουρδισμένο με κάρδαμο και άλλα φίλτρα μαγικά, άρχισε να βουρτσίζει τα μαλλιά της με τη φιλντισένια βούρτσα της και απήγγειλε Ann Sexton...
" There is joy
in all:
in the hair
I brush each morning,
in the Cannon towel ,
newly washed,
that I rub my
body with
each morning"
και βγήκε έξω στο πρωινό φως,για να δει τον κόσμο από ψηλά, στο δεντρόσπιτό της πάνω στη βελανιδιά.
" There is joy
in all:
in the hair
I brush each morning,
in the Cannon towel ,
newly washed,
that I rub my
body with
each morning"
και βγήκε έξω στο πρωινό φως,για να δει τον κόσμο από ψηλά, στο δεντρόσπιτό της πάνω στη βελανιδιά.
Friday, November 10, 2006
Λικέρ ρόδι
που φτιάχνει η μητέρα μου αυτή τη στιγμή στην κουζίνα.Θέλω να δω την Περσεφόνη "κατεβαίνω σα νυφούλα που χασε το μάγκα της,το λούσο και τα φράγκα της",και να την τρατάρω ένα ποτήρι,κατακόκκινο υγρό να της βάψει τα χείλη,να τα γλύψει με τη γλώσσα της και να τραγουδήσουμε "έχε χάρη μάγκα,που σε αγαπώ"..
εξω στο δρόμο,κάποιος παίζει στο ακορντεόν τα κύματα του Δουνάβεως του Στράους.Δυνατά παυσίπονα και μυρίζω στον αέρα άνθη μηλιάς.Παραίσθηση.
Βάφω τα μάγουλά μου με ρουζ "Frankly Scarlett"...ράβω κουμπιά,δεν θα πω σε κανέναν πως δεν είναι αληθινά τα διαμάντια σου.
Κόκκινο,κατακόκκινο του ροδιού και της έμμηνου ρύσης,κόκκινο το λαικό τραγούδι που σημαίνει και είναι: Βάδισμα βαρύ και σακάκι φθαρμένο,η καύτρα του τσιγάρου μετέωρη,ένας έρωτας εφήμερος στα πεζοδρόμια,ο όμορφος Μητσάκης κάπου ψηλά να γελάει στραβά και γυναίκες χωρίς αύριο με τη μπρετέλα του σουτιέν πεσμένη,η κεντρική αγορά να ξυπνάει χαράματα και το πικρό στόμα που θα σκόρπιζε φιλιά ξεραμένα,οι πόντοι που έφυγαν από την κάλτσα μου,ο στρατώνας στο σταθμό Λαρίσης και το αχ του Καζαντζίδη,τα κέρματα στην τσέπη σου,το τελευταίο τσιγάρο πριν κάνουμε έρωτα,άνοιξ' την πόρτα για να μπω και στρώσε μου να κοιμηθώ...
εξω στο δρόμο,κάποιος παίζει στο ακορντεόν τα κύματα του Δουνάβεως του Στράους.Δυνατά παυσίπονα και μυρίζω στον αέρα άνθη μηλιάς.Παραίσθηση.
Βάφω τα μάγουλά μου με ρουζ "Frankly Scarlett"...ράβω κουμπιά,δεν θα πω σε κανέναν πως δεν είναι αληθινά τα διαμάντια σου.
Κόκκινο,κατακόκκινο του ροδιού και της έμμηνου ρύσης,κόκκινο το λαικό τραγούδι που σημαίνει και είναι: Βάδισμα βαρύ και σακάκι φθαρμένο,η καύτρα του τσιγάρου μετέωρη,ένας έρωτας εφήμερος στα πεζοδρόμια,ο όμορφος Μητσάκης κάπου ψηλά να γελάει στραβά και γυναίκες χωρίς αύριο με τη μπρετέλα του σουτιέν πεσμένη,η κεντρική αγορά να ξυπνάει χαράματα και το πικρό στόμα που θα σκόρπιζε φιλιά ξεραμένα,οι πόντοι που έφυγαν από την κάλτσα μου,ο στρατώνας στο σταθμό Λαρίσης και το αχ του Καζαντζίδη,τα κέρματα στην τσέπη σου,το τελευταίο τσιγάρο πριν κάνουμε έρωτα,άνοιξ' την πόρτα για να μπω και στρώσε μου να κοιμηθώ...
Thursday, November 09, 2006
Η ζωή τελικά
και το νόημά της είναι γάμοι,γέννες ,βαφτίσια και κηδείες.
και σήμερα ξημερώματα άνοιξε τα ματάκια του με απορία στο βίαιο αυτό κόσμο ο Alessandro,ο γιος του Luca και της Antonella,με ναπολιτάνικο και σιτσιλιάνικο ταμπεραμέντο,και κούρνιασε στην αγκαλιά της μάνας του,για να γνωριστούν λίγο καλύτερα και να τα πουν λίγο οι δυο τους.
και σήμερα ξημερώματα άνοιξε τα ματάκια του με απορία στο βίαιο αυτό κόσμο ο Alessandro,ο γιος του Luca και της Antonella,με ναπολιτάνικο και σιτσιλιάνικο ταμπεραμέντο,και κούρνιασε στην αγκαλιά της μάνας του,για να γνωριστούν λίγο καλύτερα και να τα πουν λίγο οι δυο τους.
Wednesday, November 08, 2006
Το πλιάτσικο
Και το μυθικό τέρας κρατούσε την κοπέλα με την ονειρεμένη ομορφιά φυλακισμένη πάνω στα βράχια της έδινε ότι τραβούσε η ψυχή της μα εκείνη έτρεμε το γαλάζιο του βλέμμα τη πρόσφερε της πρόσφερε σπάνια υφάσματα και πανάκριβα μετάξια που δεν την προστάτευαν από το κρύο κι εκείνος δεν εμφανιζόταν κι όταν εκείνη το σκασε λύθηκαν τα μάγια το τέρας έλιωσε και σκορπίστηκε σα στάχτη μπήκε ο όχλος κι έκανε πλιάτσικο όλα δωρεάν όλα τα άχρηστα τα κοσμήματα τα αρώματα μέσα στο φυσητό γυαλί τα κεντητά της μεσοφόρια τα πήραν τα λεηλάτησαν και με το φως της αυγής μέσα στη θάλασσα το τέρας άρχισε να παίρνει ξανά μορφή και εγώ φοβήθηκα τα κοφτερά του δόντια όχι όχι φώναξα και όπως καθόμουνα μια γάτα με δάγκωσε στο στήθος στα χέρια και στην πλάτη κι έτρεξε αίμα στο σχήμα του σταυρού αλλά κανείς δε με πίστεψε,κανείς.
Sunday, November 05, 2006
Πικρό,αλλά αληθινό...
"Και να θυμάσαι,οι πιο επικίνδυνοι είναι αυτοί που μας φαίνονται διασκεδαστικοί..."
από την θεατρική παράσταση "Ντα" του Χιου Λέοναρντ.
από την θεατρική παράσταση "Ντα" του Χιου Λέοναρντ.
Saturday, November 04, 2006
Αστραδενή
Το Αστραδενάκι φτάνει από τη Σύμη στην Αθήνα μαζί με τους γονείς του για μια καλύτερη ζωή.Στη Σύμη δεν μπορούν να ζήσουν πια.Είναι τέλη της δεκαετίας του 70 στην Κυψέλη,η Φωκίωνος γεμάτη φώτα και οι νοικοκυρές αγοράζουν το Φαντάζιο.
Η Αστραδενή βλέπει για πρώτη φορά τηλεόραση και πάει στο σουπερ μάρκετ για να περάσει η ώρα της μιας και δεν την παίζουν οι συμμαθητές της.Την κοροιδεύουν για το παράξενο της όνομα και το άγνωστο νησί της.Ο πατέρας της δεν βρίσκει δουλειά,η μητέρα της στενοχωριέται και τα λεφτά λιγοστεύουν.Δεν μιλάει σε κανέναν δικό της για να μην τους στενοχωρήσει κι άλλο.Στον τοίχο φαντάζεται σχήματα,ένα εκκλησάκι,ένα αρνάκι,λουλούδια.
Διηγείται ιστορίες απ'το νησί και δεν της επιτρέπουν να πάει στην παρέλαση γιατί δεν έχει τα σωστά ρούχα.
Στο τέλος του βιβλίου βιάζεται από τον καλό πολίτη όταν γυρναέι από μια σχολική εκδρομή.
Η θυσία της παρθένου στο βωμό της καινούριας ζωής.
Και όπως λέει και ο Θανάσης Γκαιφύλλιας,πάσα ομοιότητα είναι εντελώς τυχαία.
Η Αστραδενή βλέπει για πρώτη φορά τηλεόραση και πάει στο σουπερ μάρκετ για να περάσει η ώρα της μιας και δεν την παίζουν οι συμμαθητές της.Την κοροιδεύουν για το παράξενο της όνομα και το άγνωστο νησί της.Ο πατέρας της δεν βρίσκει δουλειά,η μητέρα της στενοχωριέται και τα λεφτά λιγοστεύουν.Δεν μιλάει σε κανέναν δικό της για να μην τους στενοχωρήσει κι άλλο.Στον τοίχο φαντάζεται σχήματα,ένα εκκλησάκι,ένα αρνάκι,λουλούδια.
Διηγείται ιστορίες απ'το νησί και δεν της επιτρέπουν να πάει στην παρέλαση γιατί δεν έχει τα σωστά ρούχα.
Στο τέλος του βιβλίου βιάζεται από τον καλό πολίτη όταν γυρναέι από μια σχολική εκδρομή.
Η θυσία της παρθένου στο βωμό της καινούριας ζωής.
Και όπως λέει και ο Θανάσης Γκαιφύλλιας,πάσα ομοιότητα είναι εντελώς τυχαία.
Friday, November 03, 2006
Και τι ψυχή...
έχει μια νύχτα που το ουίσκυ καίει το λαρύγγι σου,που τα κρύα άρχισαν και έπεσε και το πρώτο χιόνι της χρονιάς,που το πρωί ξημέρωνε και άλλοι πήγαιναν στη δουλειά τους,φρέσκιοι,καθαροί και αγουροξυπνημένοι,με μια μέρα ολόκληρη μπροστά τους κι εσύ μια μέρα που αρχίζει και πας για ύπνο και τρέμεις από το κρύο και την αυπνία αλλά θες και άλλο,μια απληστία που τσακίζει.
Ψιλοκουβέντες και όνειρα της στιγμής,λίγο μεθυσμένη,λίγο χαρούμενη λίγο θλιμμένη,βγήκαν οι εφημερίδες,ανοίγουν τα γραφεία,ο μικρός παράδεισος του φούρνου,πιάσε με,καίω,οι πιο άγριες στιγμές είναι αυτές που συμβαίνουν το ξημέρωμα,και τι ψυχή έχει μια νύχτα στους αιώνες,και τι ψυχή έχεις κι εσύ να μ'αρνηθείς.
Ψιλοκουβέντες και όνειρα της στιγμής,λίγο μεθυσμένη,λίγο χαρούμενη λίγο θλιμμένη,βγήκαν οι εφημερίδες,ανοίγουν τα γραφεία,ο μικρός παράδεισος του φούρνου,πιάσε με,καίω,οι πιο άγριες στιγμές είναι αυτές που συμβαίνουν το ξημέρωμα,και τι ψυχή έχει μια νύχτα στους αιώνες,και τι ψυχή έχεις κι εσύ να μ'αρνηθείς.
Wednesday, November 01, 2006
Φεγγάρια
Φεγγάρια σκοτεινά
θερίζουνε ξανά
τους έρωτες των δρόμων
κι από κει
μια ώρα διαρκεί
ο βίος των εντόμων
Σ'αγαπάω και βυθίζομαι
στη ρωγμή κι απελπίζομαι
έπεται γιατί ντρέπεται
η κραυγή του θηρίου
Σ'αγαπάω σαν οτιδήποτε
κόσμε μου έρημε και αλύτρωτε
τα τρωτά απορρίπτονται
στα υπόγεια του κτιρίου
Χαμένη Κιβωτός
ο μέσα εαυτός
που δεν ολοκληρώνεται
κι από δω
αυτά μπορώ να δω
και τη ζωή σα χιόνι
(του Σταμάτη Κραουνάκη)
θερίζουνε ξανά
τους έρωτες των δρόμων
κι από κει
μια ώρα διαρκεί
ο βίος των εντόμων
Σ'αγαπάω και βυθίζομαι
στη ρωγμή κι απελπίζομαι
έπεται γιατί ντρέπεται
η κραυγή του θηρίου
Σ'αγαπάω σαν οτιδήποτε
κόσμε μου έρημε και αλύτρωτε
τα τρωτά απορρίπτονται
στα υπόγεια του κτιρίου
Χαμένη Κιβωτός
ο μέσα εαυτός
που δεν ολοκληρώνεται
κι από δω
αυτά μπορώ να δω
και τη ζωή σα χιόνι
(του Σταμάτη Κραουνάκη)
Monday, October 30, 2006
Βρέχει,βρέχει,βρέχει...
η μαμά μου έλεγε όταν ήμουν μικρή πως αγαπάμε τη βροχούλα(έτσι την έλεγε,βροχούλα)γιατί ποτίζει τα λουλούδια,ποτίζει τα σπαρτά,(once a farmer girl,always a farmer girl)και ξεπλένει την καλοκαιρινή σκόνη και φέρνει πολλά καλά.
Κι έτσι λοιπόν,την αγαπάω τη βροχούλα.
Χίλιες δουλειές είχα να κάνω σήμερα,σούπερ μάρκετ και τσαγκάρικο και είδη γραφείου και σίδερο και δεν έκανα απολύτως τίποτα αλλά πήγα στην Κηφισιά και πλατσούριζα στα πεζοδρόμια και πήρα έναν καφέ στο χέρι και βρήκα ένα στεγνό παγκάκι και καθόμουνα και ήμουν κεφάτη και κράδαινα την ομπρέλα και μετά χάζευα στο Χόντο βλακείες και αγόρασα κοκκαλάκια με αρκουδάκια για την ανιψιά μου και μικρά σφουγγάρια θαλάσσης που είχαν τον ηλίθιο τίτλο 'σφουγγαράκια μπουκίτσες" λες και είναι μεζεδάκια.
Σκέφτηκα να πάω στο Lidl αλλά είναι Δευτέρα και όλοι θα έτρεχαν στις προσφορές και δεν θα μπορέσω να χαζέψω.Μια γνωστή στο νησί που έχει καταπιεί μπαστούνι έλεγε ένα βράδυ στο μπαρ πως αν σου αρέσει το lidl έχεις χτυπήσει πάτο-και δήλωσα με θράσος πως μου αρέσει.
Και μετά ντοματόσουπα (από φακελάκι βέβαια) και το καλύτερο συναίσθημα ever-να μπαίνεις στη γεμάτη μπανιέρα όταν κρυώνεις και έξω βρέχει και ακούς ραδιόφωνο και τα γαμάς όλα γιατί απλά μπορείς.Και δεν έχεις να δώσεις λόγο σε κανέναν.Σε κανέναν απολύτως.
Κι έτσι λοιπόν,την αγαπάω τη βροχούλα.
Χίλιες δουλειές είχα να κάνω σήμερα,σούπερ μάρκετ και τσαγκάρικο και είδη γραφείου και σίδερο και δεν έκανα απολύτως τίποτα αλλά πήγα στην Κηφισιά και πλατσούριζα στα πεζοδρόμια και πήρα έναν καφέ στο χέρι και βρήκα ένα στεγνό παγκάκι και καθόμουνα και ήμουν κεφάτη και κράδαινα την ομπρέλα και μετά χάζευα στο Χόντο βλακείες και αγόρασα κοκκαλάκια με αρκουδάκια για την ανιψιά μου και μικρά σφουγγάρια θαλάσσης που είχαν τον ηλίθιο τίτλο 'σφουγγαράκια μπουκίτσες" λες και είναι μεζεδάκια.
Σκέφτηκα να πάω στο Lidl αλλά είναι Δευτέρα και όλοι θα έτρεχαν στις προσφορές και δεν θα μπορέσω να χαζέψω.Μια γνωστή στο νησί που έχει καταπιεί μπαστούνι έλεγε ένα βράδυ στο μπαρ πως αν σου αρέσει το lidl έχεις χτυπήσει πάτο-και δήλωσα με θράσος πως μου αρέσει.
Και μετά ντοματόσουπα (από φακελάκι βέβαια) και το καλύτερο συναίσθημα ever-να μπαίνεις στη γεμάτη μπανιέρα όταν κρυώνεις και έξω βρέχει και ακούς ραδιόφωνο και τα γαμάς όλα γιατί απλά μπορείς.Και δεν έχεις να δώσεις λόγο σε κανέναν.Σε κανέναν απολύτως.
Sunday, October 29, 2006
Αχ οι Κυριακές...
Δεν μας άρεσαν όταν ήμασταν παιδιά.Τις προτιμώ τώρα.
Στη δουλειά μου-σημαίνει υπόσχεση ξεκούρασης μετά από κουραστικά Σαββατοκύριακα,το αντίστροφο σύμπαν της δουλειάς μου.
Η Δευτέρα είναι η ξεκούραση η πραγματική,αλλά πίσω στις Κυριακές.
Ξανθούλης στο ραδιόφωνο,μολύβια φρεσκοξυσμένα,με περιμένει το καινούριο Allure,το ραδιόφωνο παίζει τη¨"μαύρη Φορντ" που μικρή δεν καταλάβαινα τι σήμαινε αλλά τώρα θέλω να χορέψω τανγκό στο ρυθμό της και να τραγουδήσω.
Μου αρέσει να τραγουδάω.Τραγουδάω όταν απλώνω μπουγάδες και όταν είμαι πολύ στενοχωρημένη ή πολύ χαρούμενη.
Ακούω ότι πέθανε η Μαρία Καλουτά.Πάει-άλλη μια εποχή οριστικά πέρασε.
Κυριακές.
Μετανάστες στο σταθμό Λαρίσης.Κρίσεις πανικού από μεσοαστούς.Κακομαθημένα παιδιά σε εκδρομές-δεν συμπαθώ τα κακομαθημένα παιδιά.Επισκέψεις σε συγγενείς-πάνε ακόμα;
Η Αλίκη στο τούνελ."Πιες με".Χανγκόβερ από φοιτητές.Το μπαλκόνι μας ακόμα χωρίς λουλούδια και λαχανικά στις γλάστρες,βιτρίνες κοιτάζονται από περαστικούς.
Καφές στο Βάρσο.Μακάρι να ήταν ακόμα ανοιχτό το Ζώναρς-μου άρεσε και ας ήταν ακριβό.
Κάποιοι τελευταίοι τουρίστες,Μοναστηράκι.
Η μέρα μικραίνει-οι νύχτες υπόσχονται,μπες μέσα μου και δε θα χάσεις.Η Αλίκη μεγαλώνει και μικραίνει τα ξημερώματα.
Νεκροταφεία-ανάβουμε τα καντήλια στους τάφους.
Και η σκηνή κατακλύζεται και από άλλους κομπάρσους.Σαν το βιβλίο του Ντύλαν Τόμας..
Στη δουλειά μου-σημαίνει υπόσχεση ξεκούρασης μετά από κουραστικά Σαββατοκύριακα,το αντίστροφο σύμπαν της δουλειάς μου.
Η Δευτέρα είναι η ξεκούραση η πραγματική,αλλά πίσω στις Κυριακές.
Ξανθούλης στο ραδιόφωνο,μολύβια φρεσκοξυσμένα,με περιμένει το καινούριο Allure,το ραδιόφωνο παίζει τη¨"μαύρη Φορντ" που μικρή δεν καταλάβαινα τι σήμαινε αλλά τώρα θέλω να χορέψω τανγκό στο ρυθμό της και να τραγουδήσω.
Μου αρέσει να τραγουδάω.Τραγουδάω όταν απλώνω μπουγάδες και όταν είμαι πολύ στενοχωρημένη ή πολύ χαρούμενη.
Ακούω ότι πέθανε η Μαρία Καλουτά.Πάει-άλλη μια εποχή οριστικά πέρασε.
Κυριακές.
Μετανάστες στο σταθμό Λαρίσης.Κρίσεις πανικού από μεσοαστούς.Κακομαθημένα παιδιά σε εκδρομές-δεν συμπαθώ τα κακομαθημένα παιδιά.Επισκέψεις σε συγγενείς-πάνε ακόμα;
Η Αλίκη στο τούνελ."Πιες με".Χανγκόβερ από φοιτητές.Το μπαλκόνι μας ακόμα χωρίς λουλούδια και λαχανικά στις γλάστρες,βιτρίνες κοιτάζονται από περαστικούς.
Καφές στο Βάρσο.Μακάρι να ήταν ακόμα ανοιχτό το Ζώναρς-μου άρεσε και ας ήταν ακριβό.
Κάποιοι τελευταίοι τουρίστες,Μοναστηράκι.
Η μέρα μικραίνει-οι νύχτες υπόσχονται,μπες μέσα μου και δε θα χάσεις.Η Αλίκη μεγαλώνει και μικραίνει τα ξημερώματα.
Νεκροταφεία-ανάβουμε τα καντήλια στους τάφους.
Και η σκηνή κατακλύζεται και από άλλους κομπάρσους.Σαν το βιβλίο του Ντύλαν Τόμας..
Friday, October 27, 2006
Μεγάλοι έρωτες και η στάχτη τους
Δεν ξέρω τι απέγιναν οι παθιασμένοι έρωτες όταν εξανεμίστηκαν.Ίσως έγιναν συμβατικοί γάμοι,ίσως κάποιες γυναίκες βρέθηκαν για πάντα μόνες.
Σε γκαρσονιέρες και σε βίλες γυναίκες κάπνισαν το ένα τσιγάρο μετά το άλλο ακούγοντας το "Μαμά γερνάω" και "Και πάω κι αγαπάω τα πιο μεγάλα αγόρια,την πόρτα τους χτυπάω,μετά κοιμάμαι χώρια" και ένα απ'τα σπαρακτικότερα ρεφραίν στο ελληνικό τραγούδι "που αγόρασα καινούρια καμπαρντίνα και μια βροχή δεν έβρεξε ο Θεός".
Μπορεί να είδαν δακρύβρεχτες ταινίες και εξουθενωμένες από το κλάμα,να έπλυναν το πρόσωπό τους και να πήγαν για ύπνο.
Όλες ίσες,στα ισόγεια,στις μονοκατοικίες,στα χωριά και τις πόλεις.Η ρόμπα έπεσε στα πόδια τους,σαν να αναρωτήθηκαν μήπως τις ξαναέβλεπε εκείνος τη στιγμή αυτή,και ξάπλωσαν μόνες και κουρασμένες.
Άλλες πήγαν για ψώνια,άλλες ήπιαν ποσότητες αλκοόλ,μέχρι να βουλιάξει και ο τελευταίος πόρος,και γύρισαν στο σπίτι,μπορεί μόνες μπορεί όχι,άλλες μεγαλύτερες σε ηλικία απλά συνέχισαν τη ζωή τους χωρίς ξεσπάσματα ήσυχα αλλά με δυο ρυτίδες κάτω απ'τα μάτια παραπάνω.
Ίσως σεξ με συντρόφους που έμοιαζε μηχανικό.Και μετλα το σωματικό άδειασμα ήρθε και το ψυχικό.
Τηλεφωνα κοιτάχτηκαν και ξανακοιτάχτηκαν με την ελπίδα πως θα χτυπήσουν,τον ήχο αυτό που καταγκρεμίζει ή ανεβάζει ψυχές για να τις γκρεμίσει πάλι.
Ένα αχ μακρόσυρτο,βαθύ,μέσα από τα σπλάχνα,ένα πικρό "μάνα"...
Κάποιες βίαιες εξάρσεις και μετά,πέφτει η αυλαία.Μόνο μια θύμηση κάπου κάπου.Σαν παραίσθηση μέσα στη νύχτα.
Χτες το βράδυ ξαναθυμήθηκα τους παθιασμένους έρωτες.
Κι έκλεισα τα μάτια και προσευχήθηκα."Παναγιά μου και Άγιοι Ανάργυροι γιατροί των ψυχών,δώστε τους δύναμη ν'αντέξουν.."Γιατί όλοι στον πόνο είμαστε ίσοι.
και χτες,μετά τα μεσάνυχτα,ακούγοντας το "Σαν απόκληρος γυρίζω" από το Στέλιο,καπνίζοντας νευρικά και γράφοντας πυρετωδώς, σήκωσα το τσιγάρο μου κι έκανα το σχήμα του σταυρού.
Κι απόψε δεν θα βγω "για θύματα" όπως έλεγε η Παπαγιανοπούλου,αλλά μοιάζει παράξενο το άδειο μου κρεβάτι..
Σε γκαρσονιέρες και σε βίλες γυναίκες κάπνισαν το ένα τσιγάρο μετά το άλλο ακούγοντας το "Μαμά γερνάω" και "Και πάω κι αγαπάω τα πιο μεγάλα αγόρια,την πόρτα τους χτυπάω,μετά κοιμάμαι χώρια" και ένα απ'τα σπαρακτικότερα ρεφραίν στο ελληνικό τραγούδι "που αγόρασα καινούρια καμπαρντίνα και μια βροχή δεν έβρεξε ο Θεός".
Μπορεί να είδαν δακρύβρεχτες ταινίες και εξουθενωμένες από το κλάμα,να έπλυναν το πρόσωπό τους και να πήγαν για ύπνο.
Όλες ίσες,στα ισόγεια,στις μονοκατοικίες,στα χωριά και τις πόλεις.Η ρόμπα έπεσε στα πόδια τους,σαν να αναρωτήθηκαν μήπως τις ξαναέβλεπε εκείνος τη στιγμή αυτή,και ξάπλωσαν μόνες και κουρασμένες.
Άλλες πήγαν για ψώνια,άλλες ήπιαν ποσότητες αλκοόλ,μέχρι να βουλιάξει και ο τελευταίος πόρος,και γύρισαν στο σπίτι,μπορεί μόνες μπορεί όχι,άλλες μεγαλύτερες σε ηλικία απλά συνέχισαν τη ζωή τους χωρίς ξεσπάσματα ήσυχα αλλά με δυο ρυτίδες κάτω απ'τα μάτια παραπάνω.
Ίσως σεξ με συντρόφους που έμοιαζε μηχανικό.Και μετλα το σωματικό άδειασμα ήρθε και το ψυχικό.
Τηλεφωνα κοιτάχτηκαν και ξανακοιτάχτηκαν με την ελπίδα πως θα χτυπήσουν,τον ήχο αυτό που καταγκρεμίζει ή ανεβάζει ψυχές για να τις γκρεμίσει πάλι.
Ένα αχ μακρόσυρτο,βαθύ,μέσα από τα σπλάχνα,ένα πικρό "μάνα"...
Κάποιες βίαιες εξάρσεις και μετά,πέφτει η αυλαία.Μόνο μια θύμηση κάπου κάπου.Σαν παραίσθηση μέσα στη νύχτα.
Χτες το βράδυ ξαναθυμήθηκα τους παθιασμένους έρωτες.
Κι έκλεισα τα μάτια και προσευχήθηκα."Παναγιά μου και Άγιοι Ανάργυροι γιατροί των ψυχών,δώστε τους δύναμη ν'αντέξουν.."Γιατί όλοι στον πόνο είμαστε ίσοι.
και χτες,μετά τα μεσάνυχτα,ακούγοντας το "Σαν απόκληρος γυρίζω" από το Στέλιο,καπνίζοντας νευρικά και γράφοντας πυρετωδώς, σήκωσα το τσιγάρο μου κι έκανα το σχήμα του σταυρού.
Κι απόψε δεν θα βγω "για θύματα" όπως έλεγε η Παπαγιανοπούλου,αλλά μοιάζει παράξενο το άδειο μου κρεβάτι..
Wednesday, October 25, 2006
Γυμνό τραγούδι...
Όλα γυμνά τριγύρω μας
όλα γυμνά εδώ πέρα
κάμποι,βουνά,ακροούρανα
αγράταγ' είναι η μέρα.
Διάφαν' η πλάση,ολάνοιχτα
τα ολόβαθα παλάτια
το φως χορτάστε,μάτια
κιθάρες,το ρυθμό.
Εδώ είν' αριά και αταίριαστα
λεκκιάσματα τα δέντρα,
κρασί είν΄ο κόσμος άκρατο,
εδώ η γύμνια αφέντρα.
Εδώ είν' ο κόσμος όνειρο,
εδώ χαράζει ακόμα
στης νύχτας τ' αχνό στόμα
χαμόγελο ξανθό.
Εδώ τα πάντα ξέστηθα
κι αδιάντροπα λυσσάνε
αστέρι είναι ο ξερόβραχος
και το κορμί φωτιά 'ναι.
Ρουμπίνια εδώ,μαλάματα,
μαργαριτάρια,ασήμια,
μοιάζει η θεία σου γύμνια
τρισεύγενη Αττική!
Εδώ ο λεβέντης μάγεμα,
η σάρκα αποθεώθη
οι παρθενιές,Αρτέμιδες,
Ερμήδες είναι οι πόθοι.
Εδώ κάθε ώρα ολόγυμνη
θάμα στα υγρόζωα κήτη
πετιέται κ' η Αφροδίτη
και χύνεται παντού.
Παράτησε το φόρεμα
και με τη γύμνια ντύσου
Ψυχή,της γύμνιας ιέρισσα
ναός είναι το κορμί σου.
Μαγνήτεψε τα χέρια μου
της σάρκας κεχριμπάρι
τ΄ολύμπιο το νεχτάρι
της γύμνιας δος να πιω.
Σκίσε το πέπλο,πέταξε
τον άμοιαστο χιτώνα
και με τη φύση ταίριασε
την πλαστική σου εικόνα.
Λύσε τη ζώνη,σταύρωσε,
τα χέρια στην καρδιά σου
πορφύρα τα μαλλιά σου
μακρόσυρτη στολή.
Και γίνε ατάραχο άγαλμα
και το κορμί σου ας πάρη
της τέχνης την εντέλεια
που λάμπει στο λιθάρι
και παίξε και παράστησε
με της ιδέας τη γύμνια
τα λυγερά τ' αγρίμια,
τα φίδια,τα πουλιά.
Και παίξε και παράστησε
τα ηδονικά,τα ωραία,
λαγάρισε τη γύμνια σου
και κάμε την ιδέα.
Τα στογγυλά,τα ολόισα
χνούδια,γραμμές, καμπύλες,
ω θείες ανατριχίλες
χορεύτε έναν χορό.
Μέτωπο,μάτια,κύματα
μαλλιά,γλουτοί,λαγόνες
κρυφά λαγκάδια του Έρωτα
ρόδα,μυρτιές,κρυψώνες,
πόδια που αλυδοδένετε
βρύσες του χαιδιού,ω χέρια,
του πόθου περιστέρια
γεράκια του χαμού!
Και ολόκαρδα,κι αμπόδιστα
λογάκια,ω στόμα,ω στόμα,
σαν το κερί της μέλισσας
σαν του ροδιού το χρώμα.
Τα κρίνα τ' αλαβάστρινα
τ' απρίλη θυμιατήρια
ζηλεύουν τα ποτήρια
του κόρφου σου!Ω-να πιω
να πιω στα ροδοχάραγα,
στα ορθά,στα σμαλτωμένα
το γάλα που ονειρεύτηκα
της ευτυχίας,εσένα.
Εγώ είμαι ιεροφάντης σου
βωμοί τα γόνατά σου
στην πύρινη αγκαλιά σου
θεοί θαυματουργούν.
Μακριά μας όσα αταίριαστα,
ντυμένα και κρυμμένα,
τα μισερά και τ'άσκημα
και ακάθαρτα και ξένα.
Ορθά όλα,ξέσκεπα,άδολα,
γη,αιθέρες,κορμιά,στήθια.
Γύμνια είναι και η αλήθεια,
και γύμνια κ' η ομορφιά.
Στη γύμνια την ηλιόκαλη
της αθηναιιισας μέρας
και ανίσως και φαντάξη σου
κάτι άντυτο σαν τέρας,
κάτι σαν δέντρο αφύλλιαστο
και δίχως ίσκιου χάρη
αδούλευτο λιθάρι,
ξεραγκιανό κορμί
Κάτι γυμνό και ξέσκεπο
και ολανοιγμένα πλάτια,
που ζωντανό θα το δειχναν
μόνο δυο φλόγες μάτια,
κάτι από τους σάτυρους
κρατιέται,και είν' αγρίμι
και ειν' η φωνή του ασήμι-
μη φύγεις,ειμ' εγώ,
ο Σάτυρος.Και ρίζωσα
σαν την ελιά εδώ πέρα,
λιγώνω τους αγέρηδες
με τη βαθιά φλογέρα.
Και παίζω και παντρεύονται
λατρεύονται,λατρεύουν,
και παίζω και χορεύουν,
άνθρωποι,ζα,στοιχειά.
Κωστής Παλαμάς
"Μπορείς να μ' αγαπήσεις,μπορείς να μου χαρίσεις μια στιγμή
το κορμί μου είναι μόνο η αφορμή..."
όλα γυμνά εδώ πέρα
κάμποι,βουνά,ακροούρανα
αγράταγ' είναι η μέρα.
Διάφαν' η πλάση,ολάνοιχτα
τα ολόβαθα παλάτια
το φως χορτάστε,μάτια
κιθάρες,το ρυθμό.
Εδώ είν' αριά και αταίριαστα
λεκκιάσματα τα δέντρα,
κρασί είν΄ο κόσμος άκρατο,
εδώ η γύμνια αφέντρα.
Εδώ είν' ο κόσμος όνειρο,
εδώ χαράζει ακόμα
στης νύχτας τ' αχνό στόμα
χαμόγελο ξανθό.
Εδώ τα πάντα ξέστηθα
κι αδιάντροπα λυσσάνε
αστέρι είναι ο ξερόβραχος
και το κορμί φωτιά 'ναι.
Ρουμπίνια εδώ,μαλάματα,
μαργαριτάρια,ασήμια,
μοιάζει η θεία σου γύμνια
τρισεύγενη Αττική!
Εδώ ο λεβέντης μάγεμα,
η σάρκα αποθεώθη
οι παρθενιές,Αρτέμιδες,
Ερμήδες είναι οι πόθοι.
Εδώ κάθε ώρα ολόγυμνη
θάμα στα υγρόζωα κήτη
πετιέται κ' η Αφροδίτη
και χύνεται παντού.
Παράτησε το φόρεμα
και με τη γύμνια ντύσου
Ψυχή,της γύμνιας ιέρισσα
ναός είναι το κορμί σου.
Μαγνήτεψε τα χέρια μου
της σάρκας κεχριμπάρι
τ΄ολύμπιο το νεχτάρι
της γύμνιας δος να πιω.
Σκίσε το πέπλο,πέταξε
τον άμοιαστο χιτώνα
και με τη φύση ταίριασε
την πλαστική σου εικόνα.
Λύσε τη ζώνη,σταύρωσε,
τα χέρια στην καρδιά σου
πορφύρα τα μαλλιά σου
μακρόσυρτη στολή.
Και γίνε ατάραχο άγαλμα
και το κορμί σου ας πάρη
της τέχνης την εντέλεια
που λάμπει στο λιθάρι
και παίξε και παράστησε
με της ιδέας τη γύμνια
τα λυγερά τ' αγρίμια,
τα φίδια,τα πουλιά.
Και παίξε και παράστησε
τα ηδονικά,τα ωραία,
λαγάρισε τη γύμνια σου
και κάμε την ιδέα.
Τα στογγυλά,τα ολόισα
χνούδια,γραμμές, καμπύλες,
ω θείες ανατριχίλες
χορεύτε έναν χορό.
Μέτωπο,μάτια,κύματα
μαλλιά,γλουτοί,λαγόνες
κρυφά λαγκάδια του Έρωτα
ρόδα,μυρτιές,κρυψώνες,
πόδια που αλυδοδένετε
βρύσες του χαιδιού,ω χέρια,
του πόθου περιστέρια
γεράκια του χαμού!
Και ολόκαρδα,κι αμπόδιστα
λογάκια,ω στόμα,ω στόμα,
σαν το κερί της μέλισσας
σαν του ροδιού το χρώμα.
Τα κρίνα τ' αλαβάστρινα
τ' απρίλη θυμιατήρια
ζηλεύουν τα ποτήρια
του κόρφου σου!Ω-να πιω
να πιω στα ροδοχάραγα,
στα ορθά,στα σμαλτωμένα
το γάλα που ονειρεύτηκα
της ευτυχίας,εσένα.
Εγώ είμαι ιεροφάντης σου
βωμοί τα γόνατά σου
στην πύρινη αγκαλιά σου
θεοί θαυματουργούν.
Μακριά μας όσα αταίριαστα,
ντυμένα και κρυμμένα,
τα μισερά και τ'άσκημα
και ακάθαρτα και ξένα.
Ορθά όλα,ξέσκεπα,άδολα,
γη,αιθέρες,κορμιά,στήθια.
Γύμνια είναι και η αλήθεια,
και γύμνια κ' η ομορφιά.
Στη γύμνια την ηλιόκαλη
της αθηναιιισας μέρας
και ανίσως και φαντάξη σου
κάτι άντυτο σαν τέρας,
κάτι σαν δέντρο αφύλλιαστο
και δίχως ίσκιου χάρη
αδούλευτο λιθάρι,
ξεραγκιανό κορμί
Κάτι γυμνό και ξέσκεπο
και ολανοιγμένα πλάτια,
που ζωντανό θα το δειχναν
μόνο δυο φλόγες μάτια,
κάτι από τους σάτυρους
κρατιέται,και είν' αγρίμι
και ειν' η φωνή του ασήμι-
μη φύγεις,ειμ' εγώ,
ο Σάτυρος.Και ρίζωσα
σαν την ελιά εδώ πέρα,
λιγώνω τους αγέρηδες
με τη βαθιά φλογέρα.
Και παίζω και παντρεύονται
λατρεύονται,λατρεύουν,
και παίζω και χορεύουν,
άνθρωποι,ζα,στοιχειά.
Κωστής Παλαμάς
"Μπορείς να μ' αγαπήσεις,μπορείς να μου χαρίσεις μια στιγμή
το κορμί μου είναι μόνο η αφορμή..."
Tuesday, October 24, 2006
Η οπλαρχηγός Ελένη
Η οπλαρχηγός Ελένη
είχε πόνο στην καρδιά
και σαν πρώτα αντρειωμένη
έβγαινε απ'τις εννιά
στη Συγγρού,στην παραλία
κι έκανε περιπολία
Η οπλαρχηγός Ελένη
με σημαία και σταυρό
όταν είναι λυπημένη
κάνει λιώμα τον εχθρό
και μετά το έγκλημά της
μνημονεύει τη μαμά της
Αχ αμάν,αμάν μανούλα
κοριτσάκι μου γλυκό
σκέπασέ με,σκότωσέ με
σε μισώ και σ' αγαπώ.
Η οπλαρχηγός Ελένη
μες στις πούλιες και τα στρας
στους στρατώνες και τα στρας
τους στρατώνες μέσα μπαίνει
Κυριακές και εορτάς
ξεσπαθώνει,ξεσπαθώνει
τις φρουρές αναστατώνει
Η οπλαρχηγός Ελένη
με μουστάκι γυριστό
που ποτέ της δεν πεθαίνει σαν το Διάκο σουβλιστό
παίρνει ότι βρει μπροστά της
και θυμάται τη μαμά της
Η οπλαρχηγός Ελένη
μια βραδιά με συναντά με τα μάγια της με δένει
δεν την έσκιαζε η σκλαβιά
κα τινάζει στον αέρα
δεκαοχτώ χρονών καριέρα.
Η οπλαρχηγός Ελένη
πόρνη και ναρκομανής
βρέθηκε κομματιασμένη
στις ακτές τις Αττικής
βρήκα το σημείωμά της
που χε γράψει στη μαμά της
Αχ αμάν αμάν μανούλα
κοριτσάκι μου γλυκό
σκέπασέ με,σκότωσέ με
σε μισώ και σ' αγαπώ
Αχ αμάν αμάν μανούλα
κοριτσάκι μου γλυκό.
Ζήτω η Ελευθερία
κάτω κάτω η τυραννία
σε μισώ και σ'αγαπώ.
Αφιερωμένο στον Motorcycle Boy και τον Σεξ+Πυρ,λόγω των ποστ τους,και γιατί η ελευθερία είναι προσωπική μας υπόθεση.
Γιατί και να μου κόψουν τη γλώσσα,να μου βγάλουν τα μάτια και να με διαμελίσει ο οποιοσδήποτε,εγώ θα μαι και θα αισθάνομαι ελέυθερη.Γιατί δεν μπορούν να μου πάρουν τη σκέψη.
Τυχαία σήμερα όπως ταξινομούσα τα cd μου,βρήκα το τραγούδι αυτό του Σταμ,ερμηνευμένο μοναδικά από το Γιώργο Μαρίνο...
είχε πόνο στην καρδιά
και σαν πρώτα αντρειωμένη
έβγαινε απ'τις εννιά
στη Συγγρού,στην παραλία
κι έκανε περιπολία
Η οπλαρχηγός Ελένη
με σημαία και σταυρό
όταν είναι λυπημένη
κάνει λιώμα τον εχθρό
και μετά το έγκλημά της
μνημονεύει τη μαμά της
Αχ αμάν,αμάν μανούλα
κοριτσάκι μου γλυκό
σκέπασέ με,σκότωσέ με
σε μισώ και σ' αγαπώ.
Η οπλαρχηγός Ελένη
μες στις πούλιες και τα στρας
στους στρατώνες και τα στρας
τους στρατώνες μέσα μπαίνει
Κυριακές και εορτάς
ξεσπαθώνει,ξεσπαθώνει
τις φρουρές αναστατώνει
Η οπλαρχηγός Ελένη
με μουστάκι γυριστό
που ποτέ της δεν πεθαίνει σαν το Διάκο σουβλιστό
παίρνει ότι βρει μπροστά της
και θυμάται τη μαμά της
Η οπλαρχηγός Ελένη
μια βραδιά με συναντά με τα μάγια της με δένει
δεν την έσκιαζε η σκλαβιά
κα τινάζει στον αέρα
δεκαοχτώ χρονών καριέρα.
Η οπλαρχηγός Ελένη
πόρνη και ναρκομανής
βρέθηκε κομματιασμένη
στις ακτές τις Αττικής
βρήκα το σημείωμά της
που χε γράψει στη μαμά της
Αχ αμάν αμάν μανούλα
κοριτσάκι μου γλυκό
σκέπασέ με,σκότωσέ με
σε μισώ και σ' αγαπώ
Αχ αμάν αμάν μανούλα
κοριτσάκι μου γλυκό.
Ζήτω η Ελευθερία
κάτω κάτω η τυραννία
σε μισώ και σ'αγαπώ.
Αφιερωμένο στον Motorcycle Boy και τον Σεξ+Πυρ,λόγω των ποστ τους,και γιατί η ελευθερία είναι προσωπική μας υπόθεση.
Γιατί και να μου κόψουν τη γλώσσα,να μου βγάλουν τα μάτια και να με διαμελίσει ο οποιοσδήποτε,εγώ θα μαι και θα αισθάνομαι ελέυθερη.Γιατί δεν μπορούν να μου πάρουν τη σκέψη.
Τυχαία σήμερα όπως ταξινομούσα τα cd μου,βρήκα το τραγούδι αυτό του Σταμ,ερμηνευμένο μοναδικά από το Γιώργο Μαρίνο...
Sunday, October 22, 2006
'Αλλα στο μυαλό..
και το χέρι πάει αλλού.Ήθελα να γράψω για το Bill Bryson και τα ταξίδια μας.Για τα κουνελάκια που κουνάνε ασταμάτητα τις ροζ μυτίτσες τους σαν να ψάχνουν κάτι.Για την οργάνωση-αποδιοργάνωση.Για τα παιχνίδια του μυαλού που παίζουν ζάρια με τον εγκέφαλο.
Ή ρώσικη ρουλέτα.
Για το όμορφο πρωινό στο Μετς,το πανέμορφο,πανέμορφο(δεν το χορταίνω!)νεραιδοβιβλίο μου που μοιάζει να ευωδιάζει λεβάντα και γρασίδι,τσάι βαρύ με λεμόνι φρεσκοκομμένο από το δέντρο του,shortbread και γαλλικά κρουασάν που αφήνουν ψίχουλα παντού,εκείνο το βράδυ με την Πιαφ και τα βράδια στη Σαλονίκη που νόμιζα πως τρώει τις σάρκες μου το κρύο.
Αντί για αυτό θα γράψω πόσο χαίρομαι όταν οι άνθρωποι περνούν καλά μαζί.Χωρίς μεγάλα λόγια,υποσχέσεις,ελεημοσύνες.
Το ραδιόφωνο παίζει "Θα μείνω πάντα ιδανικός και ανάξιος εραστής",και πάντα σκεφτόμουν πως προτιμούσα να είμαι η δαιμονική ερωμένη παρά η απατημένη σύζυγος.
Αλλά τώρα σκέφτομαι και πως να είσαι η σύζυγος μπορεί να μην είναι τόσο άσχημο.
Ή ρώσικη ρουλέτα.
Για το όμορφο πρωινό στο Μετς,το πανέμορφο,πανέμορφο(δεν το χορταίνω!)νεραιδοβιβλίο μου που μοιάζει να ευωδιάζει λεβάντα και γρασίδι,τσάι βαρύ με λεμόνι φρεσκοκομμένο από το δέντρο του,shortbread και γαλλικά κρουασάν που αφήνουν ψίχουλα παντού,εκείνο το βράδυ με την Πιαφ και τα βράδια στη Σαλονίκη που νόμιζα πως τρώει τις σάρκες μου το κρύο.
Αντί για αυτό θα γράψω πόσο χαίρομαι όταν οι άνθρωποι περνούν καλά μαζί.Χωρίς μεγάλα λόγια,υποσχέσεις,ελεημοσύνες.
Το ραδιόφωνο παίζει "Θα μείνω πάντα ιδανικός και ανάξιος εραστής",και πάντα σκεφτόμουν πως προτιμούσα να είμαι η δαιμονική ερωμένη παρά η απατημένη σύζυγος.
Αλλά τώρα σκέφτομαι και πως να είσαι η σύζυγος μπορεί να μην είναι τόσο άσχημο.
Saturday, October 21, 2006
και προχωρούσα...
μέσα στη νύχτα χωρίς να ξέρω κανέναν
κι ούτε κανένας με γνώριζε
έτσι ήμουν πιο ευτυχισμένη από όλες τις φορές.Να λάμπει μια σταγόνα βροχής κάτω απ'το φως και να τη βλέπω-για τόσο λίγο.Να μου χαμογελάσει ένα μωρό χωρίς λόγο.Να μου δώσει κάποιος άγνωστος τη φωτιά του.Από ένα περαστικό ταξί η φωνή του Καζαντζίδη "Στο θολωμένο μου μυαλό".Τα ζευγάρια.Τα ηλικιωμένα ζευγάρια ειδικά.Να δένει τα κορδόνια του ένα παιδί και να συνεχίζει το δρόμο του,τρέχοντας,κι εγώ να στέκομαι,πάντα να στέκομαι.
Χτες είδα στο όνειρο μου ένα φόρεμα με κόκκινες,γαλάζιες,πράσινες,μαύρες ρίγες και μπροντερί ανγκλαίζ λευκο μεσοφόρι-κορσέ.Και είδα κι άλλα,κι άλλα.Πάλι δε σε είδα.
Καλύτερα.
Μου αρέσει όταν χαμογελάνε οι φίλοι μου.Και όταν δακρύζουν.
Δεν θέλω πια να με νταντεύω.Βαρέθηκα να απολογούμαι στον εαυτό μου.Και να με μαλώνω,κυρίως.
Μέσα στη νύχτα,κι ούτε κανένας με γνώριζε,όπως ακριβώς το ήθελα..
κι ούτε κανένας με γνώριζε
έτσι ήμουν πιο ευτυχισμένη από όλες τις φορές.Να λάμπει μια σταγόνα βροχής κάτω απ'το φως και να τη βλέπω-για τόσο λίγο.Να μου χαμογελάσει ένα μωρό χωρίς λόγο.Να μου δώσει κάποιος άγνωστος τη φωτιά του.Από ένα περαστικό ταξί η φωνή του Καζαντζίδη "Στο θολωμένο μου μυαλό".Τα ζευγάρια.Τα ηλικιωμένα ζευγάρια ειδικά.Να δένει τα κορδόνια του ένα παιδί και να συνεχίζει το δρόμο του,τρέχοντας,κι εγώ να στέκομαι,πάντα να στέκομαι.
Χτες είδα στο όνειρο μου ένα φόρεμα με κόκκινες,γαλάζιες,πράσινες,μαύρες ρίγες και μπροντερί ανγκλαίζ λευκο μεσοφόρι-κορσέ.Και είδα κι άλλα,κι άλλα.Πάλι δε σε είδα.
Καλύτερα.
Μου αρέσει όταν χαμογελάνε οι φίλοι μου.Και όταν δακρύζουν.
Δεν θέλω πια να με νταντεύω.Βαρέθηκα να απολογούμαι στον εαυτό μου.Και να με μαλώνω,κυρίως.
Μέσα στη νύχτα,κι ούτε κανένας με γνώριζε,όπως ακριβώς το ήθελα..
Monday, October 16, 2006
Τα πόδια μου είναι κρύα,λες και πλατσούριζα σε παγωμένο νερό...τα μαζεύω κάτω απ τους μηρούς,τίποτα.Φοράω μάλλινες κάλτσες,άδικος κόπος.Τα άκρα μου δυο κομμάτια πάγου,διαφανή και απειλητικά.Θα μπορέσουν να κόψουν ατσάλι.
Βρέχει.Οι σταγόνες πέφτουν στη θάλασσα σιωπηλά,να μην ξυπνήσουν τα πλάσματα της νύχτας,και τα παράθυρα ανοιχτά να προσκαλούν το σκοτάδι-κανένας εδώ,αλλά εγώ τα φώτα μου τα ανάβω.Και τα προσφέρω.
Άκουσα το νέο τραγούδι του Σταμ για την ταινία "Πεθαίνοντας στην Αθήνα",το λένε "Φεγγάρια" και μου άρεσε.Με ζεσταίνει σαν ένα καλό κονιάκ.Σαν τη λευκή μου κουβέρτα.
Σαν τα χέρια μερικών ανδρών κάποτε που με κέρασαν λίγη θέρμη.
Πατρίδα μου είναι η μνήμη.Προίκα μου η εμμηνόρροια,κληρονομιά της Εύας σε όλες τις γήινες υπάρξεις,κληρονομιά μια δυο σκόρπιες κουβέντες,το μπαούλο δεν έχει μέσα κουβέρτες και παπλώματα αλλά μυρωδιές.
Ξωκλήσια,μύρο,παλιά καράβια,ναφθαλίνη,κάμφορα,καφές φρέσκος,διάδρομοι και χώροι που κάποτε ήταν το σπίτι μου.
Σε αναγνωρίζω απ'τη μυρωδιά σου.Και σε πλήθος μέσα θα σε ξεχώριζα.Και στην άκρη του κόσμου.
Διψάω συνέχεια.Ο τόπος που θα με φιλοξενήσει όταν φύγω θα χει πολύ νερό.Θα κυλάει,θα ξεπλένει,θα παρασέρνει βότσαλα και ξερόχορτα και θα κατεβάζει κομμάτια πάγου την άνοιξη.
Ίσως κατεβάσει και τα παγωμένα μου πόδια.
Θυμάμαι τη ζεστασιά της μήτρας.Αν συγκεντρωθώ πολύ νιώθω τη στιγμή που με τράβηξαν βίαια απο εκεί,σκοτάδι και μετά άπλετο φως.Ήμουν κουρασμένη,εξαντλημένη,αλλά ένιωσα το καλωσόρισες με το φως της Αυγής.
Μπορεί μια μέρα να δώσω το δώρο της ζωής.
Χτες στο όνειρο ήρθες,είπες είμαι αθάνατος,δεν θα πεθάνω ποτέ,και βρισκόμασταν σε ένα καταπράσινο λιβάδι με τον ήλιο να λάμπει πάνω απ'τα κεφάλια μας.
Και αναρωτιέμαι,τι θα μάθω τώρα για σένα;
'Ημασταν παιδιά με πασαλειμμένα στόματα από μαρμελάδα κεράσι και φραγκοστάφυλο,και γάλα χλιαρό με κακάο,ήμασταν έφηβοι με αναψυκτικά και τις πρώτες μπύρες,ήμασταν ενήλικοι με πολλά τσιγάρα και κονιάκ και εμετούς και επίσημες εξόδους που ήσουν κάποιος άλλος.Και τώρα,εσύ κάπου τριγυρνάς,σε σαλόνια διακεκριμένων ή σε στενά σοκάκια και εγώ συμπληρώνω χαρτιά και τετράδια,πανάθεμά σου,πανάθεμά σου.
Βρέχει.Οι σταγόνες πέφτουν στη θάλασσα σιωπηλά,να μην ξυπνήσουν τα πλάσματα της νύχτας,και τα παράθυρα ανοιχτά να προσκαλούν το σκοτάδι-κανένας εδώ,αλλά εγώ τα φώτα μου τα ανάβω.Και τα προσφέρω.
Άκουσα το νέο τραγούδι του Σταμ για την ταινία "Πεθαίνοντας στην Αθήνα",το λένε "Φεγγάρια" και μου άρεσε.Με ζεσταίνει σαν ένα καλό κονιάκ.Σαν τη λευκή μου κουβέρτα.
Σαν τα χέρια μερικών ανδρών κάποτε που με κέρασαν λίγη θέρμη.
Πατρίδα μου είναι η μνήμη.Προίκα μου η εμμηνόρροια,κληρονομιά της Εύας σε όλες τις γήινες υπάρξεις,κληρονομιά μια δυο σκόρπιες κουβέντες,το μπαούλο δεν έχει μέσα κουβέρτες και παπλώματα αλλά μυρωδιές.
Ξωκλήσια,μύρο,παλιά καράβια,ναφθαλίνη,κάμφορα,καφές φρέσκος,διάδρομοι και χώροι που κάποτε ήταν το σπίτι μου.
Σε αναγνωρίζω απ'τη μυρωδιά σου.Και σε πλήθος μέσα θα σε ξεχώριζα.Και στην άκρη του κόσμου.
Διψάω συνέχεια.Ο τόπος που θα με φιλοξενήσει όταν φύγω θα χει πολύ νερό.Θα κυλάει,θα ξεπλένει,θα παρασέρνει βότσαλα και ξερόχορτα και θα κατεβάζει κομμάτια πάγου την άνοιξη.
Ίσως κατεβάσει και τα παγωμένα μου πόδια.
Θυμάμαι τη ζεστασιά της μήτρας.Αν συγκεντρωθώ πολύ νιώθω τη στιγμή που με τράβηξαν βίαια απο εκεί,σκοτάδι και μετά άπλετο φως.Ήμουν κουρασμένη,εξαντλημένη,αλλά ένιωσα το καλωσόρισες με το φως της Αυγής.
Μπορεί μια μέρα να δώσω το δώρο της ζωής.
Χτες στο όνειρο ήρθες,είπες είμαι αθάνατος,δεν θα πεθάνω ποτέ,και βρισκόμασταν σε ένα καταπράσινο λιβάδι με τον ήλιο να λάμπει πάνω απ'τα κεφάλια μας.
Και αναρωτιέμαι,τι θα μάθω τώρα για σένα;
'Ημασταν παιδιά με πασαλειμμένα στόματα από μαρμελάδα κεράσι και φραγκοστάφυλο,και γάλα χλιαρό με κακάο,ήμασταν έφηβοι με αναψυκτικά και τις πρώτες μπύρες,ήμασταν ενήλικοι με πολλά τσιγάρα και κονιάκ και εμετούς και επίσημες εξόδους που ήσουν κάποιος άλλος.Και τώρα,εσύ κάπου τριγυρνάς,σε σαλόνια διακεκριμένων ή σε στενά σοκάκια και εγώ συμπληρώνω χαρτιά και τετράδια,πανάθεμά σου,πανάθεμά σου.
Saturday, October 14, 2006
Friday, October 13, 2006
Και το νερό να βράζει..
Πεθύμησα φαγητά να μαγειρεύονται όλα μαζί πάνω στη φωτιά στο μισοσκόταδο.
Πηχτή χορτόσουπα να κοχλάζει,να σερβίρεται σε βαθιά πιάτα με φρυγανισμένα κρουτόν,φρέσκο μαύρο ψωμί στο καλάθι,φέτες χοντρές και αφράτες, κατσαρόλες να αχνίζουν τα τζάμια,κοτόσουπα,πατάτες να ψήνονται με τη φλούδα και να σερβίρονται με κρέμα γάλακτος και φρέσκο βούτυρο,σουπιέρες και σερβίτσια,άγρια μανιτάρια γκούλας,λαζάνια στο φούρνο,όλα μαζί χορωδία αρμονική,χρώματα και γεύσεις,ένα τραπέζι γεμάτο,επιδόρπιο χαλβάς σιμιγδαλένιος με κομμάτια αμυγδάλου,πασπαλισμένος με κανέλλα,κανέλλα μπόλικη,
και καφές στο τέλος βαρύς και αρωματικός,σε πορσελάνινα φλυτζάνια με κύβους ζάχαρης στη ζαχαριέρα,η νύστα μετά το γεύμα και το τσιγάρο να καίγεται..
Πηχτή χορτόσουπα να κοχλάζει,να σερβίρεται σε βαθιά πιάτα με φρυγανισμένα κρουτόν,φρέσκο μαύρο ψωμί στο καλάθι,φέτες χοντρές και αφράτες, κατσαρόλες να αχνίζουν τα τζάμια,κοτόσουπα,πατάτες να ψήνονται με τη φλούδα και να σερβίρονται με κρέμα γάλακτος και φρέσκο βούτυρο,σουπιέρες και σερβίτσια,άγρια μανιτάρια γκούλας,λαζάνια στο φούρνο,όλα μαζί χορωδία αρμονική,χρώματα και γεύσεις,ένα τραπέζι γεμάτο,επιδόρπιο χαλβάς σιμιγδαλένιος με κομμάτια αμυγδάλου,πασπαλισμένος με κανέλλα,κανέλλα μπόλικη,
και καφές στο τέλος βαρύς και αρωματικός,σε πορσελάνινα φλυτζάνια με κύβους ζάχαρης στη ζαχαριέρα,η νύστα μετά το γεύμα και το τσιγάρο να καίγεται..
Thursday, October 12, 2006
Το νησί που ταξιδεύει με το φως του Αυγερινού.
Είμαι εδώ σαν να μην έφυγα ποτέ.Η μαύρη ρόμπα μου στο κρεβάτι διπλωμένη,τα ρούχα και τα καπέλα κρεμασμένα,πλυμένα και σιδερωμένα.Κάνει κρύο για να τα ξαναβάλω.Του χρόνου πάλι.
Προσκύνησα στην εκκλησία που μου έδωσαν την ευχή και με βάφτισαν,άναψα κερί,ξανάκλεισα την πόρτα.Οι πηγές του νερού τρέχουν όπως πάντα.
Η θάλασσα είναι γκρίζα.Ένα δύο τρία,πιάσε με βράχε αν μπορείς,βγαίνω,πιάσε με.
Στο δρόμο δε συνάντησα κανέναν.Τσάι στην κουζίνα.Αυλές πεντακάθαρες απ τη βροχή.
Η κόρη της Κ.έχασε το μωρό της.Έτσι απλά,έχασε το μωρό της,τρίτη αποβολή,δεν θέλω να ξανακάνω παιδί,κουράστηκα,για την εγκυμοσύνη αυτή είχα όνειρα,η καρδούλα του μόλις είχε σχηματιστεί.
Όπερα.Βέρντι.Μαζέψαμε και τις ομπρέλες.
8 μποφώρ σίγουρα.Δροσοσταλίδες στα βλέφαρα.
Βάζω το σάλι μου και βγαίνω έξω.
Δεν έφυγα ποτέ.
Προσκύνησα στην εκκλησία που μου έδωσαν την ευχή και με βάφτισαν,άναψα κερί,ξανάκλεισα την πόρτα.Οι πηγές του νερού τρέχουν όπως πάντα.
Η θάλασσα είναι γκρίζα.Ένα δύο τρία,πιάσε με βράχε αν μπορείς,βγαίνω,πιάσε με.
Στο δρόμο δε συνάντησα κανέναν.Τσάι στην κουζίνα.Αυλές πεντακάθαρες απ τη βροχή.
Η κόρη της Κ.έχασε το μωρό της.Έτσι απλά,έχασε το μωρό της,τρίτη αποβολή,δεν θέλω να ξανακάνω παιδί,κουράστηκα,για την εγκυμοσύνη αυτή είχα όνειρα,η καρδούλα του μόλις είχε σχηματιστεί.
Όπερα.Βέρντι.Μαζέψαμε και τις ομπρέλες.
8 μποφώρ σίγουρα.Δροσοσταλίδες στα βλέφαρα.
Βάζω το σάλι μου και βγαίνω έξω.
Δεν έφυγα ποτέ.
Monday, October 09, 2006
Παλιά μου τέχνη κόσκινο.Μαζευω άρθρα και τα αρχειοθετώ.Η Fay Weldon γράφει για την Assia Weavill,ερωμένη του Ted Hughes(of the Sylvia Plath fame).Η Αssia πήρε τη ζωή της και εκείνη..Μαζί και την κόρη της.Ξεχάστηκε λόγω Πλαθ.Η Πλαθ ήταν πιο σπουδαία ποιήτρια,η Weavill ήταν πιο όμορφη." Everyone hated her" είχε πει ο Χιουζ στην κηδεία της.
Λόγω ομορφιάς;Τελικά είναι ή δεν είναι αμαρτία η ομορφιά;
Σου κάνει τη ζωή πιο εύκολη ή πιο δύσκολη;Ανοίγει πόρτες ή τις κλείνει;
Αν είσαι όμορφος είσαι και άτρωτος;
Είναι κάτι που δεν μπορείς να εξασκηθείς να γίνεις καλύτερη,όπως σε ένα μουσικό όργανο ή στον αθλητισμό.
Αντιμετωπίζεις προκαταλήψεις.Αν τολμήσεις να κανεις κάτι δραστικό,αν είσαι ηθοποιός "τσαλακώνεις την εικόνα σου".Λες και δεν είναι η δουλειά σου.
Σκέφτομαι πως όσο και να τον κατηγορούν οι φεμινίστριες,ο Χιουζ δεν έφταιξε.
Παλιά μου τέχνη κόσκινο.Κόβω άρθρα και τα αρχειοθετώ.Και σημειώνω.Και γεμίζω σελίδες.
Καινούρια βδομάδα,φρέσκια φρέσκια,σύννεφα που πηγαινοέρχονται,ψιλοκρυώνω,τσάι αντί για καφέ σήμερα,earl grey με αυτή την περίεργη γεύση του περγαμόντου,δεν θέλω ζάχαρη τελευταία,όχι μην επιμένεις.
Πήγα στο παζάρι του ΕΛΙΑ στην Πλάκα χτες και πήρα 4 περιοδικά.Ρομάντζο,Θησαυρός,Θεατής.Το τεύχος του Θεατή είναι από το 1938.
Ο κύριος μπροστά μου σημειώνει σε ένα τετραδιάκι τα τεύχη που του λείπουν.
''Είστε συλλέκτης;"
"Συνήθως εμάς μας αποκαλούν βλαμμένους".
Πρόγραμμα Επιδαύρεια 1974.Στις 21 Ιουλίου η Μαίρη Αρώνη θα ανέβαζε τη Λυσιστράτη.
Η παράσταση δεν έγινε ποτέ.
Κι εγώ κάθε μέρα ανεβάζω παράσταση.Και δεν θέλω σήμερα ζάχαρη,όχι,μην επιμένεις.
Λόγω ομορφιάς;Τελικά είναι ή δεν είναι αμαρτία η ομορφιά;
Σου κάνει τη ζωή πιο εύκολη ή πιο δύσκολη;Ανοίγει πόρτες ή τις κλείνει;
Αν είσαι όμορφος είσαι και άτρωτος;
Είναι κάτι που δεν μπορείς να εξασκηθείς να γίνεις καλύτερη,όπως σε ένα μουσικό όργανο ή στον αθλητισμό.
Αντιμετωπίζεις προκαταλήψεις.Αν τολμήσεις να κανεις κάτι δραστικό,αν είσαι ηθοποιός "τσαλακώνεις την εικόνα σου".Λες και δεν είναι η δουλειά σου.
Σκέφτομαι πως όσο και να τον κατηγορούν οι φεμινίστριες,ο Χιουζ δεν έφταιξε.
Παλιά μου τέχνη κόσκινο.Κόβω άρθρα και τα αρχειοθετώ.Και σημειώνω.Και γεμίζω σελίδες.
Καινούρια βδομάδα,φρέσκια φρέσκια,σύννεφα που πηγαινοέρχονται,ψιλοκρυώνω,τσάι αντί για καφέ σήμερα,earl grey με αυτή την περίεργη γεύση του περγαμόντου,δεν θέλω ζάχαρη τελευταία,όχι μην επιμένεις.
Πήγα στο παζάρι του ΕΛΙΑ στην Πλάκα χτες και πήρα 4 περιοδικά.Ρομάντζο,Θησαυρός,Θεατής.Το τεύχος του Θεατή είναι από το 1938.
Ο κύριος μπροστά μου σημειώνει σε ένα τετραδιάκι τα τεύχη που του λείπουν.
''Είστε συλλέκτης;"
"Συνήθως εμάς μας αποκαλούν βλαμμένους".
Πρόγραμμα Επιδαύρεια 1974.Στις 21 Ιουλίου η Μαίρη Αρώνη θα ανέβαζε τη Λυσιστράτη.
Η παράσταση δεν έγινε ποτέ.
Κι εγώ κάθε μέρα ανεβάζω παράσταση.Και δεν θέλω σήμερα ζάχαρη,όχι,μην επιμένεις.
Saturday, October 07, 2006
Τα παιδιά κάτω στον κάμπο..
Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
δεν μιλάνε στον καιρό
μόνο πέφτουν στα ποτάμια
για να πιάσουν το σταυρό
Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κηνυγούν έναν τρελό
τόνε πνίγουν με τα χέρια
και τον καίνε στο γιαλό
Έλα κόρη της Σελήνης
κόρη του Αυγερινού
να χαρίσεις στα παιδιά μας
λίγα χάδια τ'ουρανού
Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κηνυγάνε τους αστούς
πετσοκόβουν τα κεφάλια
σπό εχθρούς και από πιστούς
Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κόβουν δεντρολιβανιές
και στολίζουν τα πηγάδια
για να πέσουν μέσα οι νιες
Tα παιδιά μες στα χωράφια
κοροιδέυουν τον παπά
του φοράνε όλα τα άμφια
και τον παν στην αγορά
Τα παιδιά δεν έχουν μνήμη
τους προγόνους τους πουλούν
κι ό,τι αρπάξουν δε θα μείνει
γιατί ευθύς μελαγχολούν... (σα να περιγράφει τη σύγχρονη Ελλάδα..στίχοι του Χατζιδάκη από την ταινία "Sweet movie")
και άλλο ένα...
Την πόρτα ανοίγω το βράδυ
τη λάμπα κρατώ ψηλά
να δουνε της γης οι θλιμμένοι
να ρθουνε να βρουν συντροφιά
να βρουνε στρωμένο τραπέζι
σταμνί για να πιει ο καημός
κι ανάμεσά μας θα στέκει
ο πόνος του κόσμου αδερφός
να βρουνε γωνιά να ακουμπήσουν
σκαμνί για να κάτσει ο τυφλός
κι εκεί καθώς θα μιλάμε
θα ρθει συντροφιά κι ο Χριστός...(του Τάσου Λειβαδί
δυο τραγούδια που άκουσα σήμερα στο ραδιόφωνο..
ότι και να συμβεί
εγώ την πόρτα μου θα την έχω ανοιχτή
γιατί η ομορφιά κάποτε θα σώσει τον κόσμο
κάποτε...
δεν μιλάνε στον καιρό
μόνο πέφτουν στα ποτάμια
για να πιάσουν το σταυρό
Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κηνυγούν έναν τρελό
τόνε πνίγουν με τα χέρια
και τον καίνε στο γιαλό
Έλα κόρη της Σελήνης
κόρη του Αυγερινού
να χαρίσεις στα παιδιά μας
λίγα χάδια τ'ουρανού
Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κηνυγάνε τους αστούς
πετσοκόβουν τα κεφάλια
σπό εχθρούς και από πιστούς
Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κόβουν δεντρολιβανιές
και στολίζουν τα πηγάδια
για να πέσουν μέσα οι νιες
Tα παιδιά μες στα χωράφια
κοροιδέυουν τον παπά
του φοράνε όλα τα άμφια
και τον παν στην αγορά
Τα παιδιά δεν έχουν μνήμη
τους προγόνους τους πουλούν
κι ό,τι αρπάξουν δε θα μείνει
γιατί ευθύς μελαγχολούν... (σα να περιγράφει τη σύγχρονη Ελλάδα..στίχοι του Χατζιδάκη από την ταινία "Sweet movie")
και άλλο ένα...
Την πόρτα ανοίγω το βράδυ
τη λάμπα κρατώ ψηλά
να δουνε της γης οι θλιμμένοι
να ρθουνε να βρουν συντροφιά
να βρουνε στρωμένο τραπέζι
σταμνί για να πιει ο καημός
κι ανάμεσά μας θα στέκει
ο πόνος του κόσμου αδερφός
να βρουνε γωνιά να ακουμπήσουν
σκαμνί για να κάτσει ο τυφλός
κι εκεί καθώς θα μιλάμε
θα ρθει συντροφιά κι ο Χριστός...(του Τάσου Λειβαδί
δυο τραγούδια που άκουσα σήμερα στο ραδιόφωνο..
ότι και να συμβεί
εγώ την πόρτα μου θα την έχω ανοιχτή
γιατί η ομορφιά κάποτε θα σώσει τον κόσμο
κάποτε...
Friday, October 06, 2006
Οδός Σοφοκλέους...
Έσπασε το παπούτσι στην Κοτζιά.Περπατάω κουτσαίνοντας και πέφτω πάνω του.Τον αναγνωρίζω και τα μάτια του είναι καλωσυνάτα.Χαιρετιόμαστε.Τον ευχαριστώ και του σφίγγω το χέρι.Είναι υπέροχος μέσα στη σεμνότητά του.Είναι κι εκείνος δαρμένος απ'το βοριά σαν κι εμένα.Φεύγει με ήρεμο βάδισμα κι εγώ σχεδόν με λυγμούς.Που για λίγο ένιωσα το μεγαλείο του.
Αγοράζω ένα καινούριο ζευγάρι παπούτσια παρακάτω,σανδάλια με κόκκινες μπίλιες.Προσφορά,10 ευρώ.
Και κατεβαίνω στην κοιλιά της πόλης.
Πολύ κάνω γούστο τους κοστουμάτους της Σοφοκλέους να ανακατεύονται με τους άρχοντες της αγοράς στη στοά.Που τρώνε μεζέδες και κοιτάνε τις γυναίκες λες και είναι Παναγίες.Εκεί,στα τραπεζάκια,με τον Στέλιο να παίζει.
Πάω στην Αμερικάνικη Αγορά.Παίζω,σηκώνω με τα χέρια,ψάχνω φανελένιες πυζάμες,μπα,πολύ μεγάλες,σουέντ φούστες επίσης,γκρι φόρεμα έτσι κι έτσι,ανδρική φανέλα jockey μάλλινη ναι,κατωσένονα δεν έχουν φέρει ακόμα,μεσοφόρια επίσης.
Μ' αρέσουν και τα βελούδινα φορέματα αλλά έχω αρκετά.Ανδρικά παντελόνια επίσης.
Η κα Μ. μου κάνει το λογαριασμό.Η γάτα δεν είναι εκεί.Κατεβαίνω και συνεχίζω το δρόμο.
Στο σπίτι ο πατέρας μου τραγουδάει "Τα φανάρια πια δεν τα θυμάσαι και το ωραίο γλυκό της Κυριακής" κόβοντας μαρούλι και πιπεριές,στρώνω τραπέζι,κάποτε ήταν δύσκολο να βγάλεις φύλλο να μπαρκάρεις μου λέει,ήθελα να πάω στη Νότια Αμερική κάποτε,τώρα δεν θέλω να πάω πουθενά,ίσα ίσα προς τα κάτω καμιά βόλτα να βλέπω τη θάλασσα.
Αγοράζω ένα καινούριο ζευγάρι παπούτσια παρακάτω,σανδάλια με κόκκινες μπίλιες.Προσφορά,10 ευρώ.
Και κατεβαίνω στην κοιλιά της πόλης.
Πολύ κάνω γούστο τους κοστουμάτους της Σοφοκλέους να ανακατεύονται με τους άρχοντες της αγοράς στη στοά.Που τρώνε μεζέδες και κοιτάνε τις γυναίκες λες και είναι Παναγίες.Εκεί,στα τραπεζάκια,με τον Στέλιο να παίζει.
Πάω στην Αμερικάνικη Αγορά.Παίζω,σηκώνω με τα χέρια,ψάχνω φανελένιες πυζάμες,μπα,πολύ μεγάλες,σουέντ φούστες επίσης,γκρι φόρεμα έτσι κι έτσι,ανδρική φανέλα jockey μάλλινη ναι,κατωσένονα δεν έχουν φέρει ακόμα,μεσοφόρια επίσης.
Μ' αρέσουν και τα βελούδινα φορέματα αλλά έχω αρκετά.Ανδρικά παντελόνια επίσης.
Η κα Μ. μου κάνει το λογαριασμό.Η γάτα δεν είναι εκεί.Κατεβαίνω και συνεχίζω το δρόμο.
Στο σπίτι ο πατέρας μου τραγουδάει "Τα φανάρια πια δεν τα θυμάσαι και το ωραίο γλυκό της Κυριακής" κόβοντας μαρούλι και πιπεριές,στρώνω τραπέζι,κάποτε ήταν δύσκολο να βγάλεις φύλλο να μπαρκάρεις μου λέει,ήθελα να πάω στη Νότια Αμερική κάποτε,τώρα δεν θέλω να πάω πουθενά,ίσα ίσα προς τα κάτω καμιά βόλτα να βλέπω τη θάλασσα.
Thursday, October 05, 2006
Η χώρα μου,που αγαπώ,αναλώνεται σε κακομούτσουνους "καταζητούμενους" που με κοιτάνε με ύπουλο βλέμμα φιδιού από αφίσες πάνω σε κολώνες.
Η χώρα μου κατασπαράζεται σε εμφυλίους μεγάλους και μικρούς,από πολιτικές παρατάξεις μέχρι και online ημερολόγια.
Η χώρα μου βγάζει το κρεβάτι της σε απευθείας σύνδεση και ωρύεται στα παράθυρα.Φτωχαίνει.
Ψωνίζει είδη πολυτελείας καταχρεωμένη σε κάρτες.
Η χώρα μου που αγαπώ δε μ' αγαπάει.Ναρκισσεύεται στον καθρέφτη φορώντας κουρέλια.
Σκέφτεται τα περασμένα της μεγαλεία και κοιμάται μόνη κάθε βράδυ.
Η χώρα μου από αθώα παιδούλα έγινε προαγωγός.Και χαράζει τα δικά μας πρόσωπα με μαθηματική ακρίβεια και χειρουργικό νυστέρι.
Το χνώτο της μυρίζει.Τα νύχια της είναι γαμψά.Είναι αχτένιστη και άστεγη.
"Ο τόπος μας είναι κλειστός" εγραψε ο ποιητής.
Είναι κλειστός και δεν ανοίγει και τα παράθυρα να μπει ο καθαρός αέρας.
"Κι εσύ κοιτούσες τ'αρχαία σου τα λούσα,και δεν δακρύζεις ποτέ σου,Μάνα μου Ελλάς,που τα παιδιά σου σκλάβους ξεπουλάς"... Γκάτσος.
Κι εμένα που με γέννησε δίπλα στο θαλασσινό νερό και μ' έθρεψε με αέρα και αρμύρα και πεύκο,με ξεπουλάει κάθε μέρα στα σκλαβοπάζαρα.Με ξαναγοράζει,και το επόμενο πρωινό με ξαναπουλάει.
Η χώρα μου κατασπαράζεται σε εμφυλίους μεγάλους και μικρούς,από πολιτικές παρατάξεις μέχρι και online ημερολόγια.
Η χώρα μου βγάζει το κρεβάτι της σε απευθείας σύνδεση και ωρύεται στα παράθυρα.Φτωχαίνει.
Ψωνίζει είδη πολυτελείας καταχρεωμένη σε κάρτες.
Η χώρα μου που αγαπώ δε μ' αγαπάει.Ναρκισσεύεται στον καθρέφτη φορώντας κουρέλια.
Σκέφτεται τα περασμένα της μεγαλεία και κοιμάται μόνη κάθε βράδυ.
Η χώρα μου από αθώα παιδούλα έγινε προαγωγός.Και χαράζει τα δικά μας πρόσωπα με μαθηματική ακρίβεια και χειρουργικό νυστέρι.
Το χνώτο της μυρίζει.Τα νύχια της είναι γαμψά.Είναι αχτένιστη και άστεγη.
"Ο τόπος μας είναι κλειστός" εγραψε ο ποιητής.
Είναι κλειστός και δεν ανοίγει και τα παράθυρα να μπει ο καθαρός αέρας.
"Κι εσύ κοιτούσες τ'αρχαία σου τα λούσα,και δεν δακρύζεις ποτέ σου,Μάνα μου Ελλάς,που τα παιδιά σου σκλάβους ξεπουλάς"... Γκάτσος.
Κι εμένα που με γέννησε δίπλα στο θαλασσινό νερό και μ' έθρεψε με αέρα και αρμύρα και πεύκο,με ξεπουλάει κάθε μέρα στα σκλαβοπάζαρα.Με ξαναγοράζει,και το επόμενο πρωινό με ξαναπουλάει.
Wednesday, October 04, 2006
Πρωί.Καφές με διπλή δόση εσπρέσσο από τα Στάρμπακς.Νιώθω έτσι πως πίνω καφέ με τη Γ.(που έχουμε δεν ξέρω κι εγώ πόση διαφορά ώρας από την άλλη μεριά της γης που είναι-αλλά κι εκείνη πίνει καφέ συνέχεια)οπότε πίνουμε καφέ μαζί αναλύοντας την κατάσταση του τύπου στη Ελλάδα,τα ρούχα δεύτερο χέρι,την ανωτερότητα της Chanel από την Estee,τις παιδικές μας φοβίες,τη Στέλλα Μπεζεντάκου και την ποίηση του Μπρεχτ.Με λίγο σιρόπι φουντουκιού ακόμη που είναι ένα συστατικό της ευτυχίας.
Έχω μια μεγάλη σακούλα στο χέρι και πετάω μικροπράγματα γιατί βαρέθηκα να μπαίνω στο δωμάτιο και να σκοντάφτω από τα υπάρχοντά μου.
Σειρά έχουν τα κάδρα και τόσα αποκόμματα τύπου που μάζευα τόσα χρόνια.Κανένα έλεος.
Κανένα συναίσθημα.Πέτα τις αναμνήσεις σου-μόνο έτσι θα αποκτήσεις καινούριες.
Γράφω μια λίστα με δουλειές που πρέπει να γίνουν με χρωματιστά μολύβια.
Στολίζω τα χαρτιά αυτά με βερνίκι νυχιών που έχει τίτλο chocolate cherry.Χα.Και το πήρα τυχαία.
Παρακάτω,η λίστα για τα ψώνια.
Σαμπουάν Johnson.
Woolite.
Χλωρίνη.
Βατονέτες.
Χαρτομάντιλα.
Λεμόνια.
Τσάι λουίζας.
Πράσινα μήλα.
Band aids.
Σαπούνι πράσινο.
Να στείλω το δώρο της Μ.με το ταχυδρομείο.Αύριο πια.
΄
"Μέσα από άγνωστο χωριό κοντά στον Παρνασσό ξεκίνησα για να δοκιμαστώ
Κι αυτούς που με παιδέψανε σαν Άγιο και Χριστό
τους έκοψα τον ένα τους μαστό
Περπάτησα και πάτησα σε ζώντες και νεκρούς
ξεπέτρασα τους δίσεκτους καιρούς
κι απόκτησα το Μύθο μου με στοχασμούς πικρούς
σε υπόγειους δρόμους άδειους και υγρούς
Με λεν Μαριάνθη και είμαι από τρελή γενιά
Μισώ του κόσμου τη βία και απονιά
χιλιάδες μάτια με κοιτάνε από μακριά
και μου μετράνε τη ζωή μου τα κεριά
Μια χήρα από την Έφεσο δεν ήμουνα ποτές
δεν είχα στρατιώτες για εραστές
Τα ζάρια μου τα έπαιξα σε φτωχογειτονιές
και κέντησα τον πόνο με πενιές
Δεν μπόρεσα να γίνω ούτε γυναίκα ούτε ευτυχής
δεν δούλεψα σε οίκους ανοχής
Και μες στην αναδίπλωση της νέας εποχής
απόμεινα μια ανάμνηση ατυχής..."
(Στίχοι,Μ.Χ)
Το ποστ αυτό γράφτηκε με μουσική υπόκρουση το "Στυλίτη" του Θανάση Παπακωνσταντίνου.Μια γουλιά καφές ακόμα.Και ένα τσιγάρο.Και μετά,ξανά έξω,στην αδηφάγα πόλη.
Έχω μια μεγάλη σακούλα στο χέρι και πετάω μικροπράγματα γιατί βαρέθηκα να μπαίνω στο δωμάτιο και να σκοντάφτω από τα υπάρχοντά μου.
Σειρά έχουν τα κάδρα και τόσα αποκόμματα τύπου που μάζευα τόσα χρόνια.Κανένα έλεος.
Κανένα συναίσθημα.Πέτα τις αναμνήσεις σου-μόνο έτσι θα αποκτήσεις καινούριες.
Γράφω μια λίστα με δουλειές που πρέπει να γίνουν με χρωματιστά μολύβια.
Στολίζω τα χαρτιά αυτά με βερνίκι νυχιών που έχει τίτλο chocolate cherry.Χα.Και το πήρα τυχαία.
Παρακάτω,η λίστα για τα ψώνια.
Σαμπουάν Johnson.
Woolite.
Χλωρίνη.
Βατονέτες.
Χαρτομάντιλα.
Λεμόνια.
Τσάι λουίζας.
Πράσινα μήλα.
Band aids.
Σαπούνι πράσινο.
Να στείλω το δώρο της Μ.με το ταχυδρομείο.Αύριο πια.
΄
"Μέσα από άγνωστο χωριό κοντά στον Παρνασσό ξεκίνησα για να δοκιμαστώ
Κι αυτούς που με παιδέψανε σαν Άγιο και Χριστό
τους έκοψα τον ένα τους μαστό
Περπάτησα και πάτησα σε ζώντες και νεκρούς
ξεπέτρασα τους δίσεκτους καιρούς
κι απόκτησα το Μύθο μου με στοχασμούς πικρούς
σε υπόγειους δρόμους άδειους και υγρούς
Με λεν Μαριάνθη και είμαι από τρελή γενιά
Μισώ του κόσμου τη βία και απονιά
χιλιάδες μάτια με κοιτάνε από μακριά
και μου μετράνε τη ζωή μου τα κεριά
Μια χήρα από την Έφεσο δεν ήμουνα ποτές
δεν είχα στρατιώτες για εραστές
Τα ζάρια μου τα έπαιξα σε φτωχογειτονιές
και κέντησα τον πόνο με πενιές
Δεν μπόρεσα να γίνω ούτε γυναίκα ούτε ευτυχής
δεν δούλεψα σε οίκους ανοχής
Και μες στην αναδίπλωση της νέας εποχής
απόμεινα μια ανάμνηση ατυχής..."
(Στίχοι,Μ.Χ)
Το ποστ αυτό γράφτηκε με μουσική υπόκρουση το "Στυλίτη" του Θανάση Παπακωνσταντίνου.Μια γουλιά καφές ακόμα.Και ένα τσιγάρο.Και μετά,ξανά έξω,στην αδηφάγα πόλη.
Sunday, October 01, 2006
Ακούω-για άλλη μια φορά,τα Σκουριασμένα Χείλια.Τον ξέρω τόσο καλά αυτό το δίσκο,που και να μην τον ξανακούσω,τον έχω χαραγμένο στη μνήμη τόσο καλά...
(Όπως έλεγε και ο ήρωας του Shawshank Redemption μόλις βγήκε από την απομόνωση της φυλακής για το δίσκο της όπερας).
Τα πράγματα είναι έτοιμα για αναχώρηση.Εκτός από τα καλλυντικά,και τα cd's,που πάντα πακετάρονται τελευταία.Τα καλλυντικά μου,τα αρώματά μου μάλλον,είναι σαν οικιακός εξοπλισμός.Πρώτα αυτά ξεπακετάρω και τακτοποιώ,τελευταία τα μαζέυω όπου και να πάω.
Αν σκεφτείς πως σπάνια βάφομαι και πάλι βάζω ελάχιστα πράγματα,είναι ένα άλλο απ'τα παράδοξά μου.
Έβγαλα τις κουρτίνες μου και τις έβαλα να μουλιάσουν,πρώτον γιατί ήταν χάλια,δεύτερον γιατί απόψε θα κοιμηθώ με πατζούρια ανοιχτά.Θέλω να δω,το τελευταίο αυτό βράδυ,όλη τη θέα χωρίς περιορισμούς.
Με πειράζει που φεύγω.Νομίζω,κάθε φορά,πως θα συμβεί κάτι τρομερό και δεν θα το ξαναβρώ το σπίτι,ή και το νησί.Ότι θα βουλιάξει σαν τη χαμένη Ατλαντίδα ή κάτι τέτοιο.
Βέβαια,εγώ πατρίδα ουσιαστικά δεν έχω,η Κερασία στη Χώρα των Θαυμάτων είμαι.
Θυμάμαι πως το καλοκαίρι ο φίλος της ξαδέρφης μου μου έλεγε"δεν έχεις καμιά σχέση με κανένα άλλο μέλος της οικογένειάς σου που έχω γνωρίσει"(Και τους έχει γνωρίσει σχεδόν όλους).Αν δεν έμοιαζα με τους δικούς μου φυσιογνωμικά,θα πίστευα ακράδαντα πως έγινε λάθος στο νοσοκομείο.Ή πως φύτρωσα,ή πως έπεσα απ'τον ουρανό,λάτι τέτοιο.
Δεν έχω σχέδια για το άμεσο μέλλον.Μόνο να πάω στο Μοναστηράκι να ψάξω για παλιά περιοδικά και να πάω σε αμερικάνικη αγορά.Πεθύμησα τη μυρωδιά του παλιού χαρτιού και τα ρούχα με παρελθόν.
Κατά τα άλλα,γράφω λίστες με τους στίχους που θα ήθελα να μου πει κάποιος που θα μ'ερωτευτεί πολύ.
Αλλα αυτό είναι μυστικό.
(Όπως έλεγε και ο ήρωας του Shawshank Redemption μόλις βγήκε από την απομόνωση της φυλακής για το δίσκο της όπερας).
Τα πράγματα είναι έτοιμα για αναχώρηση.Εκτός από τα καλλυντικά,και τα cd's,που πάντα πακετάρονται τελευταία.Τα καλλυντικά μου,τα αρώματά μου μάλλον,είναι σαν οικιακός εξοπλισμός.Πρώτα αυτά ξεπακετάρω και τακτοποιώ,τελευταία τα μαζέυω όπου και να πάω.
Αν σκεφτείς πως σπάνια βάφομαι και πάλι βάζω ελάχιστα πράγματα,είναι ένα άλλο απ'τα παράδοξά μου.
Έβγαλα τις κουρτίνες μου και τις έβαλα να μουλιάσουν,πρώτον γιατί ήταν χάλια,δεύτερον γιατί απόψε θα κοιμηθώ με πατζούρια ανοιχτά.Θέλω να δω,το τελευταίο αυτό βράδυ,όλη τη θέα χωρίς περιορισμούς.
Με πειράζει που φεύγω.Νομίζω,κάθε φορά,πως θα συμβεί κάτι τρομερό και δεν θα το ξαναβρώ το σπίτι,ή και το νησί.Ότι θα βουλιάξει σαν τη χαμένη Ατλαντίδα ή κάτι τέτοιο.
Βέβαια,εγώ πατρίδα ουσιαστικά δεν έχω,η Κερασία στη Χώρα των Θαυμάτων είμαι.
Θυμάμαι πως το καλοκαίρι ο φίλος της ξαδέρφης μου μου έλεγε"δεν έχεις καμιά σχέση με κανένα άλλο μέλος της οικογένειάς σου που έχω γνωρίσει"(Και τους έχει γνωρίσει σχεδόν όλους).Αν δεν έμοιαζα με τους δικούς μου φυσιογνωμικά,θα πίστευα ακράδαντα πως έγινε λάθος στο νοσοκομείο.Ή πως φύτρωσα,ή πως έπεσα απ'τον ουρανό,λάτι τέτοιο.
Δεν έχω σχέδια για το άμεσο μέλλον.Μόνο να πάω στο Μοναστηράκι να ψάξω για παλιά περιοδικά και να πάω σε αμερικάνικη αγορά.Πεθύμησα τη μυρωδιά του παλιού χαρτιού και τα ρούχα με παρελθόν.
Κατά τα άλλα,γράφω λίστες με τους στίχους που θα ήθελα να μου πει κάποιος που θα μ'ερωτευτεί πολύ.
Αλλα αυτό είναι μυστικό.
Friday, September 29, 2006
Δεν μπορώ να κοιμηθώ-αμέσως δείχνει η χλωμάδα αν δεν κοιμάμαι.Το βράδυ-δεν ξέρω γιατί.
Τα μεσημέρια,γιατί κάνουν φασαρία στη βεράντα.Δε γαμιέται,λέω,και σηκώνομαι.
Τι ειρωνία,σκέφτομαι-τόσο ωραίο μεγάλο κρεβάτι,τόσος καθαρός αέρας,σήκωσε και φρέσκο βοριαδάκι,μυρωδιές από τα ξερόχορτα,τα θυμάρια,κι εσύ να μη μπορείς να κοιμηθείς.Σηκώνομαι,φτιάχνω καφέ και τρώω κουλουράκια κανέλλας.Πονοκέφαλος.
Είσαι αστεία σκέφτομαι.Ανάβω τσιγάρο.
Πλησιάζει απόγευμα-δεν έχει πέσει ο ήλιος.Έρχεται στο στόμα γεύση σκουριάς απ'τα παραθυρόφυλλα που άνοιξα.
Δεν θέλω ν'ακούσω μουσική-περίεργο.
Θα θελα να μαι γοργόνα και να κόβω βόλτες στο βυθό,να τα λέω με τα ψαράκια και να κοιμάμαι στις θαλασσινές σπηλιές μέσα σε μεγάλα όστρακα.(Να δεις κάπου το χα διαβάσει αυτό-κάπου.Σε ένα παιδικό βιβλίο ίσως.)
Ίσως να ναι καλύτερος ο ύπνος στο βυθό-ίσως.Εκτός και αν εκεί κάνουν φασαρία με τα πτερύγια τα ψάρια,χα.
Ντύνομαι-πάω στην έρημη παραλία σε λίγο,να δω τι θα βρω σήμερα.
Και το απόγευμα θα περάσει,ήρεμο,σιωπηλό και αφράτο.Σαν θαλάσσιο σφουγγάρι.
Τα μεσημέρια,γιατί κάνουν φασαρία στη βεράντα.Δε γαμιέται,λέω,και σηκώνομαι.
Τι ειρωνία,σκέφτομαι-τόσο ωραίο μεγάλο κρεβάτι,τόσος καθαρός αέρας,σήκωσε και φρέσκο βοριαδάκι,μυρωδιές από τα ξερόχορτα,τα θυμάρια,κι εσύ να μη μπορείς να κοιμηθείς.Σηκώνομαι,φτιάχνω καφέ και τρώω κουλουράκια κανέλλας.Πονοκέφαλος.
Είσαι αστεία σκέφτομαι.Ανάβω τσιγάρο.
Πλησιάζει απόγευμα-δεν έχει πέσει ο ήλιος.Έρχεται στο στόμα γεύση σκουριάς απ'τα παραθυρόφυλλα που άνοιξα.
Δεν θέλω ν'ακούσω μουσική-περίεργο.
Θα θελα να μαι γοργόνα και να κόβω βόλτες στο βυθό,να τα λέω με τα ψαράκια και να κοιμάμαι στις θαλασσινές σπηλιές μέσα σε μεγάλα όστρακα.(Να δεις κάπου το χα διαβάσει αυτό-κάπου.Σε ένα παιδικό βιβλίο ίσως.)
Ίσως να ναι καλύτερος ο ύπνος στο βυθό-ίσως.Εκτός και αν εκεί κάνουν φασαρία με τα πτερύγια τα ψάρια,χα.
Ντύνομαι-πάω στην έρημη παραλία σε λίγο,να δω τι θα βρω σήμερα.
Και το απόγευμα θα περάσει,ήρεμο,σιωπηλό και αφράτο.Σαν θαλάσσιο σφουγγάρι.
Wednesday, September 27, 2006
Αμοργός...
Έτσι σ'ένα πιθάρι βαθύ το σταφύλι ξεραίνεται
και στο καμπαναριό μιας συκιάς κιτρινίζει το μήλο
Έτσι με μια γραβάτα φανταχτερή
στην τέντα της κληματαριάς το καλοκαίρι ανασαίνει
Έτσι κοιμάται ολόγυμνη μέσα στις άσπρες κερασιές
μια τρυφερή μου αγάπη
Ένα κορίτσι αμάραντο σα μυγδαλιάς κλωνάρι
με το κεφάλι στον αγκώνα της γερτό
και την παλάμη πάνω στο φλουρί της
Πάνω στην πρωινή της θαλπωρή όταν σιγά σιγά σαν τον κλέφτη
από το παραθύρι της άνοιξης μπαίνει ο Αυγερινός να την ξυπνήσει...
και στο καμπαναριό μιας συκιάς κιτρινίζει το μήλο
Έτσι με μια γραβάτα φανταχτερή
στην τέντα της κληματαριάς το καλοκαίρι ανασαίνει
Έτσι κοιμάται ολόγυμνη μέσα στις άσπρες κερασιές
μια τρυφερή μου αγάπη
Ένα κορίτσι αμάραντο σα μυγδαλιάς κλωνάρι
με το κεφάλι στον αγκώνα της γερτό
και την παλάμη πάνω στο φλουρί της
Πάνω στην πρωινή της θαλπωρή όταν σιγά σιγά σαν τον κλέφτη
από το παραθύρι της άνοιξης μπαίνει ο Αυγερινός να την ξυπνήσει...
Monday, September 25, 2006
Πως περνάει ένα βράδυ...Πως περνάει;Με πολλά τσιγάρα.Με άσκοπα τριγυρίσματα στο σπίτι.Με σημειώσεις σε κομμάτια χαρτί.Με κρυφές ματιές πίσω απ'την κουρτίνα στο απόλυτο τίποτα.
Με σκέψεις για το παρελθόν..Πες μας,από τι θες να ξεφύγεις επιτέλους;Με ατέλειωτα φλυτζάνια τσάι.Με την ελπίδα της γυναικείας μου υπόστασης.Με πείσμα και τα δόντια σφιγμένα.
Δυο μέρες στη σειρά σε είδα στο όνειρό μου πάλι,τι θες να μου πεις;
Χτεσινή ανακάλυψη της βόλτας μου στην έρημη παραλία:Ένα μπουκάλι αψέντι.
Με σκέψεις για το παρελθόν..Πες μας,από τι θες να ξεφύγεις επιτέλους;Με ατέλειωτα φλυτζάνια τσάι.Με την ελπίδα της γυναικείας μου υπόστασης.Με πείσμα και τα δόντια σφιγμένα.
Δυο μέρες στη σειρά σε είδα στο όνειρό μου πάλι,τι θες να μου πεις;
Χτεσινή ανακάλυψη της βόλτας μου στην έρημη παραλία:Ένα μπουκάλι αψέντι.
Saturday, September 23, 2006
Ανεβαίνω τις σκάλες του χώρου με την κοπέλα του μπαρ,με τα μπράτσα της γεμάτα τατουάζ,έχω χαθεί ως συνήθως.Εκείνη δε μου μοιάζει,έχει αυτοπεποίθηση και περπατάει ίσια-η μαμά μου απ'το νησί συμβουλεύει "ίσιωσε την πλάτη σου",αυτόματα μέσα η κοιλιά,έξω το στήθος,ίσια η πλάτη.
Δεν ήρθα με κανέναν-έτυχε.Το μπαρ δε σερβίρει καφέ.Με χαιρετάει η Χ,με φιλάει,με ευχαριστεί,μου δίνει πρόγραμμα,βλέπω το όνομά μου στις ευχαριστίες.Ε,και;
Τα κορίτσια περιφέρονται στο χώρο.Η Poupee σχεδιάζει ρούχα για μεγάλους εμπνευσμένα από τη δεκαετία του 20,του 30.Κρέμονται σα ζαχαρωτά.Ενδεικτικοί τίτλοι,"πεταλουδίτσες ακόλουθοι","τα καλοχτενισμένα όνειρα",¨Χάθηκε κοριτσάκι","μοναχικά αστεία".
Εγώ είμαι το μοναχικό αστείο.
Βλέπω έναν τύπο.Με αγνοεί.Θελω να τραγουδήσω,να βάλω τα φορέματα,τα κοκκαλάκια,αλλά πιο πολύ θέλω να βάλω τα κλάματα-χωρίς λόγο,έτσι.Αρχίζει να βρέχει.Χτυπάει στο τζάμι,τακ τακ,νευριασμένα,πρόσεξε με,πρόσεξέ με.
Θέλω να ακούσω Πιαφ,θέλω να ακούσω λαικά,θέλω να ακούσω το "moon river".¨Όχι λάθος,θέλω να τραγουδήσω το moon river.
Αντί για αυτό χαζέυω το φόρεμα"συνταγη για τριαντάφυλλο-ρόδι".
Η παράσταση αργεί,μιλάω με μια κυρία.Προσέχω τον τύπο που φιλάει μια κοπέλα.Μάλιστα.
Πάει κι αυτό.Φρέσκα κουλούρια.Κανέλλας,κατά προτίμηση.
Αρχίζει η παράσταση.¨Εμπνευση,παιδικό πάρτυ γενεθλίων.Αποσπάσματα από γράμματα του Λούις Κάρολλ,από γράμματα κοριτσιών.Τα κορίτσια πετάνε χρυσόσκονη.Περιφέρονται τα κοριτσάκια με τα παιδικά φορεματάκια.
Η παράσταση τελειώνει.¨Ενα αδεσποτο σκυλί που μπήκε μέσα τριγυρνάει στο χώρο.Προσπαθούν να το διώξουν και κλαίει.Το αφήνουν να μείνει.
Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη;
Θέλω να φύγω.Θέλω να φύγω.Μπαμπά,έλα να με πάρεις.
Η Χ.μου κάνει δώρο ένα κολιέ.Έχει πάνω μια χειροποίητη κουκλίτσα.Σ'αγαπώ πολύ,κουκλίτσα.
Βγαίνω στο δρόμο.Βρέχομαι.Μαλλιά,ζακέτα,πόδια,όλα.Ο ταξιτζής δέχεται να σταματήσει να πάρω μια ζεστή σοκολάτα,και να καπνίσω.
"Γυρνάς τόσο νωρίς σπίτι Σαββατιάτικα;".Σηκώνω τους ώμους.
Μπαίνω στο σπίτι.Τινάζομαι.Σα βρεγμένο παπάκι.
Φτιάχνω μια ζεστή σοκολάτα ακόμα και το ραδιόφωνο παίζει"Αυτά τα χέρια είναι δικά σου και τα χεις στείλει για να με δικάσουν".
Επιτέλους,σπίτι.Καλωσόρισες,βρεγμένο παπάκι.
Δεν ήρθα με κανέναν-έτυχε.Το μπαρ δε σερβίρει καφέ.Με χαιρετάει η Χ,με φιλάει,με ευχαριστεί,μου δίνει πρόγραμμα,βλέπω το όνομά μου στις ευχαριστίες.Ε,και;
Τα κορίτσια περιφέρονται στο χώρο.Η Poupee σχεδιάζει ρούχα για μεγάλους εμπνευσμένα από τη δεκαετία του 20,του 30.Κρέμονται σα ζαχαρωτά.Ενδεικτικοί τίτλοι,"πεταλουδίτσες ακόλουθοι","τα καλοχτενισμένα όνειρα",¨Χάθηκε κοριτσάκι","μοναχικά αστεία".
Εγώ είμαι το μοναχικό αστείο.
Βλέπω έναν τύπο.Με αγνοεί.Θελω να τραγουδήσω,να βάλω τα φορέματα,τα κοκκαλάκια,αλλά πιο πολύ θέλω να βάλω τα κλάματα-χωρίς λόγο,έτσι.Αρχίζει να βρέχει.Χτυπάει στο τζάμι,τακ τακ,νευριασμένα,πρόσεξε με,πρόσεξέ με.
Θέλω να ακούσω Πιαφ,θέλω να ακούσω λαικά,θέλω να ακούσω το "moon river".¨Όχι λάθος,θέλω να τραγουδήσω το moon river.
Αντί για αυτό χαζέυω το φόρεμα"συνταγη για τριαντάφυλλο-ρόδι".
Η παράσταση αργεί,μιλάω με μια κυρία.Προσέχω τον τύπο που φιλάει μια κοπέλα.Μάλιστα.
Πάει κι αυτό.Φρέσκα κουλούρια.Κανέλλας,κατά προτίμηση.
Αρχίζει η παράσταση.¨Εμπνευση,παιδικό πάρτυ γενεθλίων.Αποσπάσματα από γράμματα του Λούις Κάρολλ,από γράμματα κοριτσιών.Τα κορίτσια πετάνε χρυσόσκονη.Περιφέρονται τα κοριτσάκια με τα παιδικά φορεματάκια.
Η παράσταση τελειώνει.¨Ενα αδεσποτο σκυλί που μπήκε μέσα τριγυρνάει στο χώρο.Προσπαθούν να το διώξουν και κλαίει.Το αφήνουν να μείνει.
Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη;
Θέλω να φύγω.Θέλω να φύγω.Μπαμπά,έλα να με πάρεις.
Η Χ.μου κάνει δώρο ένα κολιέ.Έχει πάνω μια χειροποίητη κουκλίτσα.Σ'αγαπώ πολύ,κουκλίτσα.
Βγαίνω στο δρόμο.Βρέχομαι.Μαλλιά,ζακέτα,πόδια,όλα.Ο ταξιτζής δέχεται να σταματήσει να πάρω μια ζεστή σοκολάτα,και να καπνίσω.
"Γυρνάς τόσο νωρίς σπίτι Σαββατιάτικα;".Σηκώνω τους ώμους.
Μπαίνω στο σπίτι.Τινάζομαι.Σα βρεγμένο παπάκι.
Φτιάχνω μια ζεστή σοκολάτα ακόμα και το ραδιόφωνο παίζει"Αυτά τα χέρια είναι δικά σου και τα χεις στείλει για να με δικάσουν".
Επιτέλους,σπίτι.Καλωσόρισες,βρεγμένο παπάκι.
Wednesday, September 20, 2006
Δεν ακούγονται ήχοι εκτός από τη μουσική μου-"είμαι κεράκι χωρίς φυτίλι και λιώνει μέσα στη συννεφια,κι ούτε ένας άνθρωπος για να μου στείλει,μια παρουσία,με συντροφιά.
Λες και φαγώθηκε ένας αιώνας,και του περίσσεψε μια παλιοκυριακή."
Έβρεξε σήμερα-όχι αρκετά για να ξεπλύνει όσο έπρεπε το χώμα,όχι αρκετά για να μείνεις μέσα ώρα.
Μύρισε χώμα η γη όμως.Φρέσκο,καθαρό χώμα.Πάντα αναρωτιόμουν,τι κάνουν τα πουλάκια όταν βρέχει;Βρίσκουν ένα μέρος να προστατευτούν;Να μη βρέχονται;
Μακάρι να μπορούσα να τα προστατέψω όταν έχουν ανάγκη.Όταν κάνει κρύο.
Σπουργιτάκι καθώς σε κοιτάζω,που έλεγε και στο "Κλωτσοσκούφι".
Από το μπαλκόνι βλέπω πάλι βαπόρι να περνάει.Με τα φώτα του αναμμένα.
Τσάι μέντας και καπνός που μπαίνει στο μάτι.
Διπλώνω τα γόνατα,παίζω τα δάχτυλά μου.
Το στόμα μου είναι ξερό,δεν θα με φιλήσεις.Δε βαριέσαι.Και ας μυρίζει το στόμα μου φρέσκια μέντα.Και ας είναι ζεστό.
Να πω το εγωιστικό "εσύ θα χάσεις;"Δεν θα το πω.Ποτέ δεν είχα τεράστιο εγώ-πάντα τους άλλους κοιτούσα πρώτα,και θα κοιτάω,δεν μπορώ να κάνω αλλιώς.
Και ας είμαι ευάλωτη.
Καληνύχτα-πάω να μυρίσω χώμα,να μυρίσω καθαρό αέρα,να χαθώ για λίγο απ το τεχνητό φως.
Και αύριο ας αναμετρηθούμε ξανά.
Λες και φαγώθηκε ένας αιώνας,και του περίσσεψε μια παλιοκυριακή."
Έβρεξε σήμερα-όχι αρκετά για να ξεπλύνει όσο έπρεπε το χώμα,όχι αρκετά για να μείνεις μέσα ώρα.
Μύρισε χώμα η γη όμως.Φρέσκο,καθαρό χώμα.Πάντα αναρωτιόμουν,τι κάνουν τα πουλάκια όταν βρέχει;Βρίσκουν ένα μέρος να προστατευτούν;Να μη βρέχονται;
Μακάρι να μπορούσα να τα προστατέψω όταν έχουν ανάγκη.Όταν κάνει κρύο.
Σπουργιτάκι καθώς σε κοιτάζω,που έλεγε και στο "Κλωτσοσκούφι".
Από το μπαλκόνι βλέπω πάλι βαπόρι να περνάει.Με τα φώτα του αναμμένα.
Τσάι μέντας και καπνός που μπαίνει στο μάτι.
Διπλώνω τα γόνατα,παίζω τα δάχτυλά μου.
Το στόμα μου είναι ξερό,δεν θα με φιλήσεις.Δε βαριέσαι.Και ας μυρίζει το στόμα μου φρέσκια μέντα.Και ας είναι ζεστό.
Να πω το εγωιστικό "εσύ θα χάσεις;"Δεν θα το πω.Ποτέ δεν είχα τεράστιο εγώ-πάντα τους άλλους κοιτούσα πρώτα,και θα κοιτάω,δεν μπορώ να κάνω αλλιώς.
Και ας είμαι ευάλωτη.
Καληνύχτα-πάω να μυρίσω χώμα,να μυρίσω καθαρό αέρα,να χαθώ για λίγο απ το τεχνητό φως.
Και αύριο ας αναμετρηθούμε ξανά.
Tuesday, September 19, 2006
Υγρασία-τα παράθυρα κολλάνε,με άμμο πάνω και αρμύρα,τι παίδεμα να τα καθαρίσεις,με λεκάνη και βετέξ,νερό μαύρο,άδειασμα λεκάνης,ξανά απ'την αρχή,πονάνε τα χέρια μου.
Πονάνε.Σημαδευω το τζάμι με την ανάσα μου-ξανά κουνούπια πάνω στις γάμπες,βρώμικη βεράντα,και ξανά και ξανά.Υπομονή.
Πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη,ο σκληρός Απρίλης του 49.
Σε είδα ξανά στο όνειρό μου χτες-κάπου γυρνάς,ε;Μήπως κρυώνεις;
Ιστορίες έρωτα και αμαρτίας.Δε μας άρεσαν τότε τα χαρούμενα τραγούδια-και ας ήμασταν χαρούμενοι άνθρωποι κατά βάθος.
Κολλούσες πάνω μου όταν χάραζε-φοβόσουν ε;Φοβόσουν,ας μου το λεγες,ήθελα να τ'ακούσω.
Σε παρέσυρε,ανεμοστρόβιλος ο Ειρηνικός και η φωτισμένη λεωφόρος,άδεια μπουκάλια,καθρέφτες,γραμμές,χάπια,και μετά...μετά..
Ο σκληρός Σεπτέμβρης του 2006.Και ας μισούσες την ποίηση.Και ας μισούσα το γλυκό καφέ.
Ιστορίες έρωτα και αμαρτίας,με τα φώτα νυσταγμένα και βαριά,του κάτω κόσμου τα τελώνια με λεν τρελή του φεγγαριού.
Θέλω να πάμε ένα ταξίδι με το τρένο και να βρέχει.Αθήνα-Σαλονίκη,και πιο πάνω.Να κοιμηθώ στον ώμο σου και να με σκεπάζεις,να σε ακούω να ανασαίνεις,να γελάω με τον κακό γραφικό σου χαρακτήρα και εσύ για τα καπέλα μου.
Ας μου το λεγες τουλάχιστον-ας μου το λεγες.
Πονάνε.Σημαδευω το τζάμι με την ανάσα μου-ξανά κουνούπια πάνω στις γάμπες,βρώμικη βεράντα,και ξανά και ξανά.Υπομονή.
Πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη,ο σκληρός Απρίλης του 49.
Σε είδα ξανά στο όνειρό μου χτες-κάπου γυρνάς,ε;Μήπως κρυώνεις;
Ιστορίες έρωτα και αμαρτίας.Δε μας άρεσαν τότε τα χαρούμενα τραγούδια-και ας ήμασταν χαρούμενοι άνθρωποι κατά βάθος.
Κολλούσες πάνω μου όταν χάραζε-φοβόσουν ε;Φοβόσουν,ας μου το λεγες,ήθελα να τ'ακούσω.
Σε παρέσυρε,ανεμοστρόβιλος ο Ειρηνικός και η φωτισμένη λεωφόρος,άδεια μπουκάλια,καθρέφτες,γραμμές,χάπια,και μετά...μετά..
Ο σκληρός Σεπτέμβρης του 2006.Και ας μισούσες την ποίηση.Και ας μισούσα το γλυκό καφέ.
Ιστορίες έρωτα και αμαρτίας,με τα φώτα νυσταγμένα και βαριά,του κάτω κόσμου τα τελώνια με λεν τρελή του φεγγαριού.
Θέλω να πάμε ένα ταξίδι με το τρένο και να βρέχει.Αθήνα-Σαλονίκη,και πιο πάνω.Να κοιμηθώ στον ώμο σου και να με σκεπάζεις,να σε ακούω να ανασαίνεις,να γελάω με τον κακό γραφικό σου χαρακτήρα και εσύ για τα καπέλα μου.
Ας μου το λεγες τουλάχιστον-ας μου το λεγες.
Monday, September 18, 2006
Την είδα σήμερα ξανά-τυχαία-και με μάγεψε.Πάλι.Με τα χρόνια περασμένα,άρρωστη,με άσχημο μακιγιάζ,μια γυναίκα σε παρακμή από καταχρήσεις,αλκοολισμό,έρωτες,γάμους,απώλεια βάρους και μετά ξανά απ'την αρχή,ξανθιά(μα γιατί;γιατί;),μετά απο γάμους με φορτηγατζήδες,ηθοποιούς,πολιτικούς,με καρκίνο,με τα κοσμήματα που έγραψαν ιστορία και σκανδάλισαν όλη την υφήλιο.
Αλλά είχαν λάμψη τα μάτια της.Που δεν έλεγε να σβήσει.Και ας μην ήταν όμορφη πια.
Και ας είναι άρρωστη.
Η Μάρθα,η Γκλόρια,η Κλεοπάτρα,η Κάθριν,η Μάγκι.
Η Ελίζαμπεθ Τέιλορ.
Γιατί μερικές γυναίκες είναι γεννημένες να τραβάνε την προσοχή-και χωρίς κοσμήματα.
Και ένιωσα,πως όταν τη βλέπουν οι νέες σταρ,αν μπορείς να τις πεις έτσι,όταν τη βλέπουν,ντρέπονται.
"I swear,if you existed,I'd divorce you" ΄
από το "Who's afraid of Virginia Woolf".
Αλλά είχαν λάμψη τα μάτια της.Που δεν έλεγε να σβήσει.Και ας μην ήταν όμορφη πια.
Και ας είναι άρρωστη.
Η Μάρθα,η Γκλόρια,η Κλεοπάτρα,η Κάθριν,η Μάγκι.
Η Ελίζαμπεθ Τέιλορ.
Γιατί μερικές γυναίκες είναι γεννημένες να τραβάνε την προσοχή-και χωρίς κοσμήματα.
Και ένιωσα,πως όταν τη βλέπουν οι νέες σταρ,αν μπορείς να τις πεις έτσι,όταν τη βλέπουν,ντρέπονται.
"I swear,if you existed,I'd divorce you" ΄
από το "Who's afraid of Virginia Woolf".
Sunday, September 17, 2006
Ξημέρωσε με καταχνιά.Μοιάζει σα να χει ομίχλη,αν δεν ήμουν ξυπόλητη θα έμοιαζε χειμώνας.Θόλωσαν τα τζάμια-Κυριακή.
Καφές,Βέμπο και άστρωτο κρεβάτι.Αγάπης,Πίστεως και Ελπίδας.
Μεσημεριανό φαγητό,κοκκινιστό,λεμονάτο,κρασί,λευκά τραπεζομάντιλα.Βγάζουν ακόμα τα καλά τραπεζομάντιλα στα σπίτια;Τις Κυριακές;
Χθεσινά ξενύχτια και χανγκόβερ.Πόροι που μυρίζουν αλκοόλ.Κυριακάτικες εφημερίδες.
Καφές στην Πεντέλη,την Κηφισιά,την Πειραική.
Κρυώνω λίγο-απόψε μην βαρυγκομάς,ο κόσμος έγινε για μας.
Και το πρωινό αυτό,μην ξεχνιέσαι.
Καφές,Βέμπο και άστρωτο κρεβάτι.Αγάπης,Πίστεως και Ελπίδας.
Μεσημεριανό φαγητό,κοκκινιστό,λεμονάτο,κρασί,λευκά τραπεζομάντιλα.Βγάζουν ακόμα τα καλά τραπεζομάντιλα στα σπίτια;Τις Κυριακές;
Χθεσινά ξενύχτια και χανγκόβερ.Πόροι που μυρίζουν αλκοόλ.Κυριακάτικες εφημερίδες.
Καφές στην Πεντέλη,την Κηφισιά,την Πειραική.
Κρυώνω λίγο-απόψε μην βαρυγκομάς,ο κόσμος έγινε για μας.
Και το πρωινό αυτό,μην ξεχνιέσαι.
Thursday, September 14, 2006
Του Σταυρού...
Έφυγες ανήμερα του Σταυρού Στέλιο.Στέλιο μου.Πώς να σε πω κύριο Καζαντζίδη;Δεν θα το θελες.
Ο αγαπημένος σου δίσκος ήταν το "Ελλάς η χώρα των ονείρων" και όλο ήθελες να ρωτάς για το Χατζιδάκη."Κούκλος ο Μάνος" έλεγες.Κούκλος ήταν.Αλλά και εσύ δεν πήγαινες πίσω...
Αναστενάζω βγαίνει φωτιά.
Προχτές που ρθα στην Αθήνα ρε Στέλιο,μόλις μπήκα στη ρημάδα την Αττική Οδό,εσύ με καλωσόρισες,όχι εσύ ακριβώς εσύ,η ψυχική σου αδερφή η Βιτάλη.
Με το "Γυρίζω από τη νύχτα"."Κι εσύ δε μου φερες τσιγάρο και νερό" έλεγε,κι εγω ξυπόλητη στη θέση του συνοδηγού να κλαίω μετά από μήνες.Έλιωσε η πίκρα μου σαν το χιόνι.Κι έκλαψα.Αγνά,ήσυχα,σαν παιδί.Κι εσύ έτσι έκλαιγες.
Ξέρεις τι έλεγε η Φλέρυ;"Νιώθω σαν τον Καζαντζίδη".Την ξέρεις τη Φλέρυ."Ωραία κοπέλα" έλεγες.Κι εκείνη μόνη έφυγε,ξέρεις,ολομόναχη.
Δεν ξέρω αν είναι καλύτερα εκεί.Εγώ απόψε θα σ'ακούσω.Και δυο πόρτες έχει η ζωή,και στο θολωμένο μου μυαλό,που είναι το αγαπημένο μου.
Αλλά ψέματα λένε.Εσύ ζεις.Ψέματα μας λένε ότι πέθανες.
Ο αγαπημένος σου δίσκος ήταν το "Ελλάς η χώρα των ονείρων" και όλο ήθελες να ρωτάς για το Χατζιδάκη."Κούκλος ο Μάνος" έλεγες.Κούκλος ήταν.Αλλά και εσύ δεν πήγαινες πίσω...
Αναστενάζω βγαίνει φωτιά.
Προχτές που ρθα στην Αθήνα ρε Στέλιο,μόλις μπήκα στη ρημάδα την Αττική Οδό,εσύ με καλωσόρισες,όχι εσύ ακριβώς εσύ,η ψυχική σου αδερφή η Βιτάλη.
Με το "Γυρίζω από τη νύχτα"."Κι εσύ δε μου φερες τσιγάρο και νερό" έλεγε,κι εγω ξυπόλητη στη θέση του συνοδηγού να κλαίω μετά από μήνες.Έλιωσε η πίκρα μου σαν το χιόνι.Κι έκλαψα.Αγνά,ήσυχα,σαν παιδί.Κι εσύ έτσι έκλαιγες.
Ξέρεις τι έλεγε η Φλέρυ;"Νιώθω σαν τον Καζαντζίδη".Την ξέρεις τη Φλέρυ."Ωραία κοπέλα" έλεγες.Κι εκείνη μόνη έφυγε,ξέρεις,ολομόναχη.
Δεν ξέρω αν είναι καλύτερα εκεί.Εγώ απόψε θα σ'ακούσω.Και δυο πόρτες έχει η ζωή,και στο θολωμένο μου μυαλό,που είναι το αγαπημένο μου.
Αλλά ψέματα λένε.Εσύ ζεις.Ψέματα μας λένε ότι πέθανες.
Φίφης live
"Μέσα Σεπτέμβρη,αμαρτωλό μου κοινό,και με την έναρξη της χειμερινής περιόδου σας καλωσορίζουμε στο καινούριο πρόγραμμα του μαγαζιού της Άθενς.
Τα κορίτσια,όλες θεές,που άμα τις κάνεις μπαλέτο,θα βγάλεις μεζονέτα σ'ένα μήνα,αλλά και τα καλογυμνασμένα αγόρια του περιοδικού,ετοιμάζουν εκπλήξεις για τη φετινή σεζόν που θα συζητηθούν από τους ανταγωνιστές μου.Παρακαλώ,εμένα αφήστε με απέξω,γιατί στο μάθημα της γυμναστικής διάβαζα απολυτίκια,ενώ ο Μαρκουλάκης,που έκανε μονόζυγο,είδες τι κατάφερε.Συνδυάζει Καμύ με νυχτερίδες και αράχνες γλυκιά μου,και αρπάζει 300.000 ευρώ,κα Πόπη Διαμαντάκου μου.
Η τηλεόραση φοράει τα καλά της και μας βομβαρδίζει με τα πρωτοεμφανιζόμενα αστέρια.Πρόσωπα αλλόκοτα,τρελές ποζισιόν,αγράμματοι παρατρεχάμενοι,και γενικά ένα συνοθύλευμα ανθρώπων που δεν θα θελες να περάσουν ούτε απ'το κατώφλι του σπιτιού σου.Αυτό είναι τηλεόραση.
Βλέπουμε παρουσιαστριες να μιλάνε σαν πούστηδες και συμπαρουσιαστές να συναγωνίζονται τον Φίφη στο θέατρο σκιων,όπου επενδύονται εκατομμύρια σε μια απέλπιδα προσπάθεια των καναλιών να υπερβούν το τίποτα.Αυτό είναι τηλεόραση.
Γιατί πρέπει να συμμετέχεις στο πανηγύρι της τηλεόρασης,πρέπει να εισαι ικανός μόνο γι αυτό που κάνει ο γείτονας σου.Οτιδήποτε ξεπερνά το μέσο όρο ακυρώνεται πάραυτα απ τους τεχνοκράτες μάνατζερ των καναλιών,που στα ντουζενια τους ερωτεύτηκαν με το "να χε χρώμα η μοναξιά,το χαρτί να ζωγραφίσω" και αναπολούν τη χαμένη νιότη όταν η κιθαρίτσα παίζει¨"τα κύθηρα ποτέ δε θα τα βρούμε" γιατί το συγκεκριμένο κάνει και ποιότητα.
Τρέιλερ πασσέ,λεξιλόγιο μικρή Λουλού και χιούμορ Κώστα Τσάκωνα που σου κάνει το Σεφερλή να φαίνεται Γούντυ Άλλεν.Πως λοιπόν εγώ ο άμοιρος να μην αναπολώ την εποχή των πεφωτισμένων προσώπων;
Την εποχή της Μαλβίνας,που για να καταλάβεις το διαφημιστικο της εκπομπής έπρεπε να εντρυφήσεις σε ολόκληρο τον Κισλόφσκι.Αυτό ήταν τηλεόραση.
Όταν ξάφνιαζε τη μάνα μου και την έκανε να αναρωτιέται: Πώς το σκέφτεται η άτιμη;
Άνθρωποι που έγιναν δοάσημοι γιατί τρώνε με τη Μαρία Σταματέρη και άλλοι γιατί κάποια στιγμή έβαζαν υπόθετο στο σκυλάκι του Ψινάκη,ανάκατα με αγελάδες,χρυσόψαρα και κροκόδειλους,παίρνουν εκπομπές και υπόσχονται καλή τηλεόραση.Αυτό είναι τηλεόραση.
Εγώ είχα την εντύπωση ότι και η πουστιά εχει και τα όρια της,αλλά και αυτή κατάντησε σαν την πίτσα με το μέτρο.Όσο μεγαλύτερη,τόσο πιο ακριβό το σουξέ.Εγώ παραμένω στις σταθερές αξίες,δηλαδή στις δημοπρασίες της κας.Μοιραράκη και υιού,ο οποίος είναι φτυστός η μαμά στο ταμπεραμέντο,αλλά και στο Φίλιππο Καμπούρη,μ αυτό το εκρηκτικό πάνελ που σ'αναστατώνει,Κορίνα η αγριόγατα,κρυφά πάθη,Ρούμπι και Λόυνα η ωραία κληρονόμος αγαπημένες σειρές που θα με συντροφεύσυν το χειμώνα.Τον Παρτσαλάκη,το Χαλκιά και τη Ράνια Θρασκιά να τους δείτε εσείς και όλο σας το σόι....."
Άρθρο-απ' τα καλύτερα που διάβασα τελευταία,του Θάνου Αλεξανδρή.Γιατί μου έδωσε ένα γερό χαστούκι.
Και με κάνει να αναρωτιέμαι,εμένα που σήμερα ακούω το "δεν είμαι εγώ ο Γιώργος που αγαπούσες" του Μητσάκη και το Μεγάλο Ερωτικό ξανά,με σκέτο ελληνικό και τις κουρτίνες να ανεμίζουν,αν υπάρχει θέση και για μένα στο συνοθύλευμα της νεοελληνικής ζωής.
Που η αρπαγή είναι αρετή,που η παρτούζα άλλη μια στάση,που η προσβολή ένα αστείο καλόγουστο και η χυδαιότητα απλά αναμενόμενη...
Τα κορίτσια,όλες θεές,που άμα τις κάνεις μπαλέτο,θα βγάλεις μεζονέτα σ'ένα μήνα,αλλά και τα καλογυμνασμένα αγόρια του περιοδικού,ετοιμάζουν εκπλήξεις για τη φετινή σεζόν που θα συζητηθούν από τους ανταγωνιστές μου.Παρακαλώ,εμένα αφήστε με απέξω,γιατί στο μάθημα της γυμναστικής διάβαζα απολυτίκια,ενώ ο Μαρκουλάκης,που έκανε μονόζυγο,είδες τι κατάφερε.Συνδυάζει Καμύ με νυχτερίδες και αράχνες γλυκιά μου,και αρπάζει 300.000 ευρώ,κα Πόπη Διαμαντάκου μου.
Η τηλεόραση φοράει τα καλά της και μας βομβαρδίζει με τα πρωτοεμφανιζόμενα αστέρια.Πρόσωπα αλλόκοτα,τρελές ποζισιόν,αγράμματοι παρατρεχάμενοι,και γενικά ένα συνοθύλευμα ανθρώπων που δεν θα θελες να περάσουν ούτε απ'το κατώφλι του σπιτιού σου.Αυτό είναι τηλεόραση.
Βλέπουμε παρουσιαστριες να μιλάνε σαν πούστηδες και συμπαρουσιαστές να συναγωνίζονται τον Φίφη στο θέατρο σκιων,όπου επενδύονται εκατομμύρια σε μια απέλπιδα προσπάθεια των καναλιών να υπερβούν το τίποτα.Αυτό είναι τηλεόραση.
Γιατί πρέπει να συμμετέχεις στο πανηγύρι της τηλεόρασης,πρέπει να εισαι ικανός μόνο γι αυτό που κάνει ο γείτονας σου.Οτιδήποτε ξεπερνά το μέσο όρο ακυρώνεται πάραυτα απ τους τεχνοκράτες μάνατζερ των καναλιών,που στα ντουζενια τους ερωτεύτηκαν με το "να χε χρώμα η μοναξιά,το χαρτί να ζωγραφίσω" και αναπολούν τη χαμένη νιότη όταν η κιθαρίτσα παίζει¨"τα κύθηρα ποτέ δε θα τα βρούμε" γιατί το συγκεκριμένο κάνει και ποιότητα.
Τρέιλερ πασσέ,λεξιλόγιο μικρή Λουλού και χιούμορ Κώστα Τσάκωνα που σου κάνει το Σεφερλή να φαίνεται Γούντυ Άλλεν.Πως λοιπόν εγώ ο άμοιρος να μην αναπολώ την εποχή των πεφωτισμένων προσώπων;
Την εποχή της Μαλβίνας,που για να καταλάβεις το διαφημιστικο της εκπομπής έπρεπε να εντρυφήσεις σε ολόκληρο τον Κισλόφσκι.Αυτό ήταν τηλεόραση.
Όταν ξάφνιαζε τη μάνα μου και την έκανε να αναρωτιέται: Πώς το σκέφτεται η άτιμη;
Άνθρωποι που έγιναν δοάσημοι γιατί τρώνε με τη Μαρία Σταματέρη και άλλοι γιατί κάποια στιγμή έβαζαν υπόθετο στο σκυλάκι του Ψινάκη,ανάκατα με αγελάδες,χρυσόψαρα και κροκόδειλους,παίρνουν εκπομπές και υπόσχονται καλή τηλεόραση.Αυτό είναι τηλεόραση.
Εγώ είχα την εντύπωση ότι και η πουστιά εχει και τα όρια της,αλλά και αυτή κατάντησε σαν την πίτσα με το μέτρο.Όσο μεγαλύτερη,τόσο πιο ακριβό το σουξέ.Εγώ παραμένω στις σταθερές αξίες,δηλαδή στις δημοπρασίες της κας.Μοιραράκη και υιού,ο οποίος είναι φτυστός η μαμά στο ταμπεραμέντο,αλλά και στο Φίλιππο Καμπούρη,μ αυτό το εκρηκτικό πάνελ που σ'αναστατώνει,Κορίνα η αγριόγατα,κρυφά πάθη,Ρούμπι και Λόυνα η ωραία κληρονόμος αγαπημένες σειρές που θα με συντροφεύσυν το χειμώνα.Τον Παρτσαλάκη,το Χαλκιά και τη Ράνια Θρασκιά να τους δείτε εσείς και όλο σας το σόι....."
Άρθρο-απ' τα καλύτερα που διάβασα τελευταία,του Θάνου Αλεξανδρή.Γιατί μου έδωσε ένα γερό χαστούκι.
Και με κάνει να αναρωτιέμαι,εμένα που σήμερα ακούω το "δεν είμαι εγώ ο Γιώργος που αγαπούσες" του Μητσάκη και το Μεγάλο Ερωτικό ξανά,με σκέτο ελληνικό και τις κουρτίνες να ανεμίζουν,αν υπάρχει θέση και για μένα στο συνοθύλευμα της νεοελληνικής ζωής.
Που η αρπαγή είναι αρετή,που η παρτούζα άλλη μια στάση,που η προσβολή ένα αστείο καλόγουστο και η χυδαιότητα απλά αναμενόμενη...
Monday, September 11, 2006
Φυσάει-άγρια.Οι γριες έχουν την τηλεόραση στο τέρμα για να ακούσουν το δελτίο καιρού-λες και από 8 μποφώρ θα πέσει στα 2 ξαφνικά.5-6 τηλεοράσεις να παίζουν συγχρονισμένα το ίδιο δελτίο και ο ήχος να τρυπάει τα τζάμια και τους τοίχους..
Η κα Α.με το μακιγιάζ Καμπούκι και το ροζ κραγιόν έφυγε από την παρέα των άλλων συγχυσμένη γιατί είπαν μια κακή κουβέντα για τον Ανδρέα Παπανδρέου.Μου σερβίρουν σοκολατένια ελίτσα και παξιμαδάκι,το κονιάκ λείπει για την πρόβα τζενεράλε.
Τελείωσα τη δουλειά της ημέρας και ανέβηκα πάνω-διαβάζω το Vogue Σεπτεμβρίου που ξέμεινε στο πρακτορείο του λιμανιού,το αμερικάνικο.Πονάνε τα χέρια μου γιατί έχει το μέγεθος της Βίβλου.Υπέρογκα ποσά για ρούχα μιας σεζόν-είναι όμορφα επειδή είναι απρόσιτα.
Τουίντ παντελόνια όπως τα φορούσε η Κάθριν Χέπμπορν,κολάν κάτω από μίνι φούστες,κόκκινα καρώ.Η Σανέλ έβγαλε την τάση του μακιγιάζ της σεζόν-μαύρο βερνίκι νυχιών,το οποίο φορούσα στο λύκειο,τα Σαββατοκύριακα-δεν επιτρεπόταν το μακιγιάζ στο σχολείο(από τη μαμά μου,όχι τους κανονισμούς).
Βλέπω μια κοπέλα σε ένα εντιτόριαλ που μου μοιάζει-κάπως.Όχι στην εμφάνιση,στο ύφος,αδύνατη,και με χοντρά πουλόβερ,και καρώ μάλλινες μακριές φούστες(άραγε μου κάνει ακόμα εκείνη η χακί καρώ;είχε και γκρι πάνω..),χοντρά μάλλινα καλσόν,μπερές..αλλά κυρίως μια θλίψη στα μάτια.Πέρυσι καθάρισα την αποθήκη και πέταξα όλα τα παλιά μου σχολικά βιβλία-από τις σημειώσεις μέσα κατάλαβα πόσο δυστυχισμένη ήμουν τότε.
Μάλλον όλοι οι έφηβοι είναι,έτσι ή αλλιώς.Αλλά απ'την άλλη,είναι μόνο ορμόνες με πόδια.
Τα χειμωνιάτικα ρούχα και ο χειμώνας φαίνονται όμορφα μόνο στα εντιτόριαλ μόδας-όχι όταν περιμένεις στη στάση βρεγμένη μέχρι το κόκκαλο με παγωμένα πόδια,όχι όταν φοράς μέσα στο σπίτι στρώσεις και στρώσεις από ρούχα,όχι όταν βγαίνεις τρέμοντας από το μπάνιο,όχι όταν ξυπνάς ξημερώματα για να πας στη δουλειά.
Κάνει πιο πολύ κρύο απόψε.Οι ψαράδες δε θα βγουν-δεν αστειεύεται.
Ο καιρός θα ξαναφτιάξει,είναι νωρίς ακόμα.Μπορούμε να κάνουμε μερικά μπάνια ακόμα-πριν κλειστούμε στα κουκούλια μας.Αν και προτιμώ να νυχτώνει νωρίς.Και να φοράω χαριτωμένα καπελάκια από το Accessorize,και προτιμώ τις ζεστές σοκολάτες από τα μοχίτο,και τις εσάρπες από τις χρωματιστές χάντρες...
Η κα Α.με το μακιγιάζ Καμπούκι και το ροζ κραγιόν έφυγε από την παρέα των άλλων συγχυσμένη γιατί είπαν μια κακή κουβέντα για τον Ανδρέα Παπανδρέου.Μου σερβίρουν σοκολατένια ελίτσα και παξιμαδάκι,το κονιάκ λείπει για την πρόβα τζενεράλε.
Τελείωσα τη δουλειά της ημέρας και ανέβηκα πάνω-διαβάζω το Vogue Σεπτεμβρίου που ξέμεινε στο πρακτορείο του λιμανιού,το αμερικάνικο.Πονάνε τα χέρια μου γιατί έχει το μέγεθος της Βίβλου.Υπέρογκα ποσά για ρούχα μιας σεζόν-είναι όμορφα επειδή είναι απρόσιτα.
Τουίντ παντελόνια όπως τα φορούσε η Κάθριν Χέπμπορν,κολάν κάτω από μίνι φούστες,κόκκινα καρώ.Η Σανέλ έβγαλε την τάση του μακιγιάζ της σεζόν-μαύρο βερνίκι νυχιών,το οποίο φορούσα στο λύκειο,τα Σαββατοκύριακα-δεν επιτρεπόταν το μακιγιάζ στο σχολείο(από τη μαμά μου,όχι τους κανονισμούς).
Βλέπω μια κοπέλα σε ένα εντιτόριαλ που μου μοιάζει-κάπως.Όχι στην εμφάνιση,στο ύφος,αδύνατη,και με χοντρά πουλόβερ,και καρώ μάλλινες μακριές φούστες(άραγε μου κάνει ακόμα εκείνη η χακί καρώ;είχε και γκρι πάνω..),χοντρά μάλλινα καλσόν,μπερές..αλλά κυρίως μια θλίψη στα μάτια.Πέρυσι καθάρισα την αποθήκη και πέταξα όλα τα παλιά μου σχολικά βιβλία-από τις σημειώσεις μέσα κατάλαβα πόσο δυστυχισμένη ήμουν τότε.
Μάλλον όλοι οι έφηβοι είναι,έτσι ή αλλιώς.Αλλά απ'την άλλη,είναι μόνο ορμόνες με πόδια.
Τα χειμωνιάτικα ρούχα και ο χειμώνας φαίνονται όμορφα μόνο στα εντιτόριαλ μόδας-όχι όταν περιμένεις στη στάση βρεγμένη μέχρι το κόκκαλο με παγωμένα πόδια,όχι όταν φοράς μέσα στο σπίτι στρώσεις και στρώσεις από ρούχα,όχι όταν βγαίνεις τρέμοντας από το μπάνιο,όχι όταν ξυπνάς ξημερώματα για να πας στη δουλειά.
Κάνει πιο πολύ κρύο απόψε.Οι ψαράδες δε θα βγουν-δεν αστειεύεται.
Ο καιρός θα ξαναφτιάξει,είναι νωρίς ακόμα.Μπορούμε να κάνουμε μερικά μπάνια ακόμα-πριν κλειστούμε στα κουκούλια μας.Αν και προτιμώ να νυχτώνει νωρίς.Και να φοράω χαριτωμένα καπελάκια από το Accessorize,και προτιμώ τις ζεστές σοκολάτες από τα μοχίτο,και τις εσάρπες από τις χρωματιστές χάντρες...
Saturday, September 09, 2006
Σάββατο...έχω αρχίσει εδώ και καιρό να καταλαβαίνω τα Σαββατοκύριακα από τις εφημερίδες που διαβάζω,Ελευθεροτυπία τα Σάββατα(Ξανθούλης,Τσαγκαρουσιάνος,ναι ίσως έχει χτυπηθεί,ίσως δίκαια,ίσως όχι,αλλά αυτό που εμένα με ενδιαφέρει έιναι πως όταν πιάνει τη ρημάδα την πένα γράφει ωραία)και Βίδος τις Κυριακές,στο Βήμα.
Επισης,έχω καιρό απίστευτο να φλερτάρω,που κάποτε φλέρταρα μέχρι και με τα δέντρα ας πούμε,χωρίς νάζια και κόλπα,απλά φλέρταρα επικοινωνιακά,και δεν με ενδιέφερε αν οδηγούσε οπουδήποτε.Αν και το φλερτ,και η τέχνη του(δεν το λέω ειρωνικά)έχει χαθεί.Πάμε στο ψητό.Τι νόημα έχει να δεις το τέλος του έργου αν δε δεις το έργο;
Και το δα το έργο.Πολλάκις.Και κουράστηκα απίστευτα.Μέσα μου.
Κουράστηκα να βγαινω άυπνη και να παίρνω ταξί ξημερώματα από το οποιοδήποτε σπίτι,παρακαλώντας τον ταξιτζή να σταματήσουμε κάπου για να πάρω έναν εσπρέσσο,διπλό,και να κάνω ντους σε ένα κρύο σπίτι και να τυλίγομαι στο μπουρνούζι μου νιώθοντας πιο κενή.Κουράστηκα με τα βλαμμένα σεξουαλικά υποννοούμενα και τα μισά κοπλιμέντα,τις κάπως σχέσεις που σου προκαλούσαν νεύρα και ανταγωνισμό άνευ λόγου,τη έλλειψη σεβασμού...Βαρέθηκα,κουράστηκα.Με ενόχλησαν ξαφνικά τα χέρια ανθρώπων πάνω στο σώμα μου που δεν το εκτιμούσαν.Οχι ως σώμα,ως όλο.Γιατί το περιτύλιγμα είναι απλά ένα περιτύλιγμα,που κάποια στιγμή πετιέται στον κάλαθο των αχρήστων γιατί σκίστηκε,ή πάλιωσε,όσο όμορφο και να ταν.Κουράστηκα να γυρνάω σπίτι πιο άδεια από ότι το άφησα.
Και είπα,κάνε ότι θα σε πληγώσει λιγότερο.Το εφάρμοσα.Δεν ξέρω αν είμαι καλά,νευρωτική(μπα,ήρεμη με κόβω)ή απόλυτα ανερωτική,αλλά έτσι με πλήγωνε λιγότερο.
Δεν θέλω να μεγαλώσω και να λέω"εγώ κάποτε περπατούσα και έτριζαν τα πεζοδρόμια".Έτσι κι αλλιώς τρίζουν από την πολυκαιρία και σκαλώνει το ρημάδι το πατούμενο-φετίχ.Αν και έχω μήνες να το βάλω.Εξω.Τα βάζω μέσα στο σπίτι για μένα.
Αλλαξα θέμα και αποσυντονίστηκα,συγγνώμη,δεν το θελα.
Abstinence makes the heart grow fonder λοιπόν.
Και τα Σάββατα-μην με πολυψάχνετε έξω.Σπίτι θα μαι και και θα βλέπω τελεμάρκετινγκ στην τηλεόραση.Στο κάτω κάτω,με κάνουν να χαμογελάω.Και αυτό,δεν μπορεί παρα να ναι θετικό.
Επισης,έχω καιρό απίστευτο να φλερτάρω,που κάποτε φλέρταρα μέχρι και με τα δέντρα ας πούμε,χωρίς νάζια και κόλπα,απλά φλέρταρα επικοινωνιακά,και δεν με ενδιέφερε αν οδηγούσε οπουδήποτε.Αν και το φλερτ,και η τέχνη του(δεν το λέω ειρωνικά)έχει χαθεί.Πάμε στο ψητό.Τι νόημα έχει να δεις το τέλος του έργου αν δε δεις το έργο;
Και το δα το έργο.Πολλάκις.Και κουράστηκα απίστευτα.Μέσα μου.
Κουράστηκα να βγαινω άυπνη και να παίρνω ταξί ξημερώματα από το οποιοδήποτε σπίτι,παρακαλώντας τον ταξιτζή να σταματήσουμε κάπου για να πάρω έναν εσπρέσσο,διπλό,και να κάνω ντους σε ένα κρύο σπίτι και να τυλίγομαι στο μπουρνούζι μου νιώθοντας πιο κενή.Κουράστηκα με τα βλαμμένα σεξουαλικά υποννοούμενα και τα μισά κοπλιμέντα,τις κάπως σχέσεις που σου προκαλούσαν νεύρα και ανταγωνισμό άνευ λόγου,τη έλλειψη σεβασμού...Βαρέθηκα,κουράστηκα.Με ενόχλησαν ξαφνικά τα χέρια ανθρώπων πάνω στο σώμα μου που δεν το εκτιμούσαν.Οχι ως σώμα,ως όλο.Γιατί το περιτύλιγμα είναι απλά ένα περιτύλιγμα,που κάποια στιγμή πετιέται στον κάλαθο των αχρήστων γιατί σκίστηκε,ή πάλιωσε,όσο όμορφο και να ταν.Κουράστηκα να γυρνάω σπίτι πιο άδεια από ότι το άφησα.
Και είπα,κάνε ότι θα σε πληγώσει λιγότερο.Το εφάρμοσα.Δεν ξέρω αν είμαι καλά,νευρωτική(μπα,ήρεμη με κόβω)ή απόλυτα ανερωτική,αλλά έτσι με πλήγωνε λιγότερο.
Δεν θέλω να μεγαλώσω και να λέω"εγώ κάποτε περπατούσα και έτριζαν τα πεζοδρόμια".Έτσι κι αλλιώς τρίζουν από την πολυκαιρία και σκαλώνει το ρημάδι το πατούμενο-φετίχ.Αν και έχω μήνες να το βάλω.Εξω.Τα βάζω μέσα στο σπίτι για μένα.
Αλλαξα θέμα και αποσυντονίστηκα,συγγνώμη,δεν το θελα.
Abstinence makes the heart grow fonder λοιπόν.
Και τα Σάββατα-μην με πολυψάχνετε έξω.Σπίτι θα μαι και και θα βλέπω τελεμάρκετινγκ στην τηλεόραση.Στο κάτω κάτω,με κάνουν να χαμογελάω.Και αυτό,δεν μπορεί παρα να ναι θετικό.
Thursday, September 07, 2006
Δυστυχώς,οι άνθρωποι που σε απογοητεύουν περισσότερο είναι εκείνοι που γνωρίζεις καλύτερα ή εκείνοι που έχεις επιλέξει,ή οι συγγενείς σου.
Σεπτέμβρης ο αγαπημένος μου μήνας και αντί να ακούω με την ησυχία μου Χατζιδάκη και Σωκράτη και Θανάση και λοιπούς,χάλασε το σιντι πλέιερ,ρημάδα τεχνολογία,και να περπατάω στα ξερόχορτα και να πίνω καφέδες ΜΟΝΗ επιτέλους,έχουν έρθει οι γνωστοί της οικογενείας που φυσικά έχουν γνώμη για το καθετί,τα μαλλιά μου και τα φρύδια μου και τις σχέσεις μου (ποιες σχέσεις,χα χα) και παραβιάζουν το χώρο μου και την ηρεμία που τόσο καιρό ζητούσα σαν τη διψασμένη,και αντί να γυρνάω από δω και εκεί πασιχαρής και με το ηλίθιο χαμόγελο-ζεν,μοιάζω σωσίας της Τασσώς Καββαδία στην ταινία "Η αμαρτία της ομορφιάς",και δεν μοιάζουμε κιόλας,εμ,αυτό είναι το πιο τραγικό απόλα.
Φυσικά και θέλουν να μου κάνουν προξενιό με το γιατρό του νησιού που μέχρι και οι κατσίκες ξέρουν πως είναι γκέι,να ναι καλά το παιδί και είναι και ευγενέστατος,γκρινιάζουν που δε βγαίνω και για παντός επιστητού.
Σαν να μην έφτανε αυτό έρχεται και η αδερφή της μάνας μου,ε ρε γλέντια,αυτή η καλωσύνη θα μας φάει,ε,είμαι ευγενική,αλλά το ποτήρι ξεχείλισε,και εδώ το χω να την πω την κουβέντα την βαριά,θέλετε να χω εγλω γκόμενο,αλλά ο δικός σας άντρας σας παράτησε,ή πέθανε και ησύχασε ο χριστιανός.Μη ζητάνε να ζήσετε μέσω εμού τη ζωή που δε ζήσατε.
Του χρόνου θα βάλω και σ' αυτές τηλεόραση δορυφορική να βλέπουν τα μεσημεριανά να σχολιάζουν αυτά.
Αναρωτιέμαι,γιατί είμαι και κομμάτι αθώα,γιατί όλοι επεμβαίνουν ενώ εγώ δεν επεμβαίνω πουθενά και δεν ρωτάω τίποτα.
Θέλω να πάω στο τραπέζι των παιδιών την Παρασκευή.Να πάω σινεμά με την Κ.Να φάω κινέζικο.Απλά πράγματα.Προς το παρόν θα πάω να φτιάξω έναν ελληνικό.Της παρηγοριάς.
Σεπτέμβρης ο αγαπημένος μου μήνας και αντί να ακούω με την ησυχία μου Χατζιδάκη και Σωκράτη και Θανάση και λοιπούς,χάλασε το σιντι πλέιερ,ρημάδα τεχνολογία,και να περπατάω στα ξερόχορτα και να πίνω καφέδες ΜΟΝΗ επιτέλους,έχουν έρθει οι γνωστοί της οικογενείας που φυσικά έχουν γνώμη για το καθετί,τα μαλλιά μου και τα φρύδια μου και τις σχέσεις μου (ποιες σχέσεις,χα χα) και παραβιάζουν το χώρο μου και την ηρεμία που τόσο καιρό ζητούσα σαν τη διψασμένη,και αντί να γυρνάω από δω και εκεί πασιχαρής και με το ηλίθιο χαμόγελο-ζεν,μοιάζω σωσίας της Τασσώς Καββαδία στην ταινία "Η αμαρτία της ομορφιάς",και δεν μοιάζουμε κιόλας,εμ,αυτό είναι το πιο τραγικό απόλα.
Φυσικά και θέλουν να μου κάνουν προξενιό με το γιατρό του νησιού που μέχρι και οι κατσίκες ξέρουν πως είναι γκέι,να ναι καλά το παιδί και είναι και ευγενέστατος,γκρινιάζουν που δε βγαίνω και για παντός επιστητού.
Σαν να μην έφτανε αυτό έρχεται και η αδερφή της μάνας μου,ε ρε γλέντια,αυτή η καλωσύνη θα μας φάει,ε,είμαι ευγενική,αλλά το ποτήρι ξεχείλισε,και εδώ το χω να την πω την κουβέντα την βαριά,θέλετε να χω εγλω γκόμενο,αλλά ο δικός σας άντρας σας παράτησε,ή πέθανε και ησύχασε ο χριστιανός.Μη ζητάνε να ζήσετε μέσω εμού τη ζωή που δε ζήσατε.
Του χρόνου θα βάλω και σ' αυτές τηλεόραση δορυφορική να βλέπουν τα μεσημεριανά να σχολιάζουν αυτά.
Αναρωτιέμαι,γιατί είμαι και κομμάτι αθώα,γιατί όλοι επεμβαίνουν ενώ εγώ δεν επεμβαίνω πουθενά και δεν ρωτάω τίποτα.
Θέλω να πάω στο τραπέζι των παιδιών την Παρασκευή.Να πάω σινεμά με την Κ.Να φάω κινέζικο.Απλά πράγματα.Προς το παρόν θα πάω να φτιάξω έναν ελληνικό.Της παρηγοριάς.
Tuesday, September 05, 2006
Αναρωτιέμαι που να πήγαν οι παλιοί εραστές μου,εκείνοι που γέμιζαν το ποτήρι μου και με συνόδευαν στο σπίτι,εκείνοι που είπαν τα λόγια τα σκληρά,εκείνοι που πέρασαν μαζί μου όλα τα ναρκωμένα μεσημέρια,που έβαζαν τα χέρια τους κάτω από τη φούστα μου στο σινεμά,που έφυγαν νωρίς ή πιο αργά από ότι έπρεπε,δυνατοί ή αδύναμοι χαρακτήρες,που με είδαν στις δικές μου πιο αδύναμες στιγμές,που με συγχώρεσαν και τους συγχώρησα,άλλοι που δεν τους συγχώρεσα ακόμα,που είδαν όλες μου τις ουλές και είδα κι εγώ τις δικές τους,τότε,εκείνο το μεσημέρι που ακούγαμε την "Αγρύπνια" και τα τζιτζίκια έτριζαν,κάποιοι που προσπαθώ να θυμηθώ και δεν μπορώ και με πονάει περισσότερο,και αναρωτιέμαι αν κι εγώ έχω ξεχαστεί έτσι και από άλλους,σαν σκια που μια στιγμή έκανε μια στάση,που τους έφτιαξα καφέ το πρωί και άλλους καβγάδες ομηρικοί,τις βόλτες με το αυτοκίνητο,τους βρώμικους καναπέδες τους και τα βρώμικα μπάνια τους,τα φαγητά των μαμάδων τους,μερικά ρούχα με την άρρωστη μυρωδιά του μαλακτικού,τα ποίηματα του Betjeman με το γαλάζιο πουκάμισο,τότε που άκουγα επίτηδες το Άξιον Εστί για να σε εκνευρίσω ενώ δεν ήταν καθόλου κατάλληλη στιγμή και πέτυχε κι ένιωθα περήφανη για ηλίθιο λόγο,το φόρεμα μου κατεστραμμένο απ' την αρμύρα και τα τσιμπήματά σου από τα κουνούπια,δεν ξέρω αν είστε πολλοί,λίγοι,καλοί ή κακοί,μα ήσασταν εκεί,έστω και για λίγο,έστω και αν ένιωθα που μου τραβούσαν τις σάρκες,τώρα που κάθομαι βράδυ στο γραφείο και ακούω το "Νύχτωσε χωρις φεγγάρι" και άλλο ένα καλοκαίρι που εμένα δεν μου φαίνεται καθόλου μα καθόλου ερωτική εποχή και
βασιλεύει με τη νύχτα που με αγκαλιάζει νωρίς,ήσασταν εκεί,και μπορεί να ήμουν κι εγώ και σίγουρα το ένιωθα και δεν νιώθω ενοχή και μετάνοια,μόνο μια πίκρα στο στόμα και ένα τράβηγμα στο στομάχι,και δεν ξέρω ακριβώς γιατί,και τον απολογισμό δεν θα τον κάνω,όχι τώρα,γιατί πολύ απλά δεν έχει νόημα.Και ούτε θα οδηγήσει και πουθενά.
Δεν μου χαρίσατε μονόπετρα και δεν είπατε μεγάλα λόγια.Και αυτό είναι το ωραιότερο από όλα.
βασιλεύει με τη νύχτα που με αγκαλιάζει νωρίς,ήσασταν εκεί,και μπορεί να ήμουν κι εγώ και σίγουρα το ένιωθα και δεν νιώθω ενοχή και μετάνοια,μόνο μια πίκρα στο στόμα και ένα τράβηγμα στο στομάχι,και δεν ξέρω ακριβώς γιατί,και τον απολογισμό δεν θα τον κάνω,όχι τώρα,γιατί πολύ απλά δεν έχει νόημα.Και ούτε θα οδηγήσει και πουθενά.
Δεν μου χαρίσατε μονόπετρα και δεν είπατε μεγάλα λόγια.Και αυτό είναι το ωραιότερο από όλα.
Monday, September 04, 2006
Η συμπεθέρα μου δίνει ένα τεύχος του ΟΚ για να διαβάσω με τον καφέ μου.Καθώς το χω να ψειρίζω και να σχολιάζω,χαζεύω διαφήμιση του περιοδικού Νίτρο που ανήκει στον ίδιο όμιλο,
τα χάνω η φτωχή και παραθέτω απορίες.
Στο εξώφυλλο,η Σάσα κάτι που πληροφορούμαι πως είναι το κορίτσι του Θέμου,δίνει συμβουλές σε γυναίκες και άντρες για καλό,απογειωτικό σεξ.Και ρωτάω.Γιατί να ρωτήσουμε εκείνη;Που ξέρω εγώ ότι λέει αλήθεια;Και δε ρωτάω μια επαγγελματία χρόνια στο κουρμπέτι που σαν τη χλωρίνη,αυτήν ξέρουμε αυτήν εμπιστευόμαστε;
Πως να μην είσαι μαλάκας με συμβουλές από Ματσούκα,Λάκη Γαβαλά,Πετρουλάκη.Μα καλέ μου,αν είσαι μαλάκας και ο Βούδας ο ίδιος να κατέβει να σου δώσει συμβουλές,εσύ μαλάκας θα παραμείνεις.Που σιγά μην αφήσει ο Βούδας τα άνθη λωτών και την ηρεμία του να ασχοληθεί μ' εσένα.(Λέμε τώρα).Πόσο μάλλον ο Λάκης Γαβαλάς,που κάνει και πιο χλιδάτο και χρυσοποίκιλτο.
Είναι η Τζούλια Αλεξανδράτου η νέα σεξοβόμβα;Μη με ρωτάτε,δεν την έχω πάρει.Το μόνο που ξέρω είναι πως έχει έκφραση δυσκοίλιας,ας της βράσει κάποια στυλίστας φύλλα Αιγύπτου,έλεος!
Είναι οκ να ρωτάς τον άλλον αν είναι γκει;Εμένα ρωτήστε με και θα σας πω όχι,την αλήθεια δηλαδή.Γιατί ψέματα δε λέω,τώρα,ο άλλος,που να ξέρω τι θα σου πει και αν τον πειράξει;
Και,μπόνους,πως να γίνεις ευτυχισμένος.Ε,εδώ τα χαλάμε.Δεν τα κατάφερε το Βάλιουμ,το Ζανάξ,όλη η φαρμακοβιομηχανία,και το βρήκε ο Κωστόπουλος;Να του δώσουμε κι ενα Νόμπελ του παιδιού για τον κόπο του.
Βέβαια,η απορια μου η μεγάλη παραμένει:Υπάρχουν άνθρωποι που τα παίρνουν στα σοβαρά όλα αυτά;Και ποιοι είναι αυτοί;Και που είναι;
τα χάνω η φτωχή και παραθέτω απορίες.
Στο εξώφυλλο,η Σάσα κάτι που πληροφορούμαι πως είναι το κορίτσι του Θέμου,δίνει συμβουλές σε γυναίκες και άντρες για καλό,απογειωτικό σεξ.Και ρωτάω.Γιατί να ρωτήσουμε εκείνη;Που ξέρω εγώ ότι λέει αλήθεια;Και δε ρωτάω μια επαγγελματία χρόνια στο κουρμπέτι που σαν τη χλωρίνη,αυτήν ξέρουμε αυτήν εμπιστευόμαστε;
Πως να μην είσαι μαλάκας με συμβουλές από Ματσούκα,Λάκη Γαβαλά,Πετρουλάκη.Μα καλέ μου,αν είσαι μαλάκας και ο Βούδας ο ίδιος να κατέβει να σου δώσει συμβουλές,εσύ μαλάκας θα παραμείνεις.Που σιγά μην αφήσει ο Βούδας τα άνθη λωτών και την ηρεμία του να ασχοληθεί μ' εσένα.(Λέμε τώρα).Πόσο μάλλον ο Λάκης Γαβαλάς,που κάνει και πιο χλιδάτο και χρυσοποίκιλτο.
Είναι η Τζούλια Αλεξανδράτου η νέα σεξοβόμβα;Μη με ρωτάτε,δεν την έχω πάρει.Το μόνο που ξέρω είναι πως έχει έκφραση δυσκοίλιας,ας της βράσει κάποια στυλίστας φύλλα Αιγύπτου,έλεος!
Είναι οκ να ρωτάς τον άλλον αν είναι γκει;Εμένα ρωτήστε με και θα σας πω όχι,την αλήθεια δηλαδή.Γιατί ψέματα δε λέω,τώρα,ο άλλος,που να ξέρω τι θα σου πει και αν τον πειράξει;
Και,μπόνους,πως να γίνεις ευτυχισμένος.Ε,εδώ τα χαλάμε.Δεν τα κατάφερε το Βάλιουμ,το Ζανάξ,όλη η φαρμακοβιομηχανία,και το βρήκε ο Κωστόπουλος;Να του δώσουμε κι ενα Νόμπελ του παιδιού για τον κόπο του.
Βέβαια,η απορια μου η μεγάλη παραμένει:Υπάρχουν άνθρωποι που τα παίρνουν στα σοβαρά όλα αυτά;Και ποιοι είναι αυτοί;Και που είναι;
Sunday, September 03, 2006
Και εκεί που κάθεσαι και διαβάζεις με την ησυχία σου-επιτέλους-περιοδικά μόδας και γλυκοκοιτάζεις ένα φόρεμα Ellla Moss( το οποίο ψιθυρίζει "κάνε με δικό σου,κάνε με δικό σου,με θες" ) στρώνεις τα μαλλιά σου που γίνονται πάλι τα ίδια με το βοριά,αρχίζει το όλο θέμα να έχει ξανά πλάκα.Η καθημερινότητα δηλαδή.
Σκάνε μύτη οι συμπεθέρες φουριόζες,φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντες,κουνιστές και λυγιστές,με παξιμάδια από Κύθηρα,λιόπαστα με καρύδι, σπιτικά γλυκά και ψήνουν καφέ σκέτο.Κερνάνε τσιγάρο και με αγκαλιάζουν,"γκόμενο βρήκες" ρωτάει η Παναγιωτίτσα,"βρε αι σιχτίρ" απαντά η Βούλα,ε,δεν μπορείς να μη χαμογελάσεις.
Και το μωρό στο διπλανό δωμάτιο,τεσσεράμισυ μηνών θέλει όλο αγκαλιές και χάδια,κολλάει πάνω μου και κλαίει όταν το παίρνουν απ την αγκαλιά μου.
Η θεία μου μου στέλνει δώρο κρεμάστρες" για να βγάλετε αυτές τις αηδίες που έχετε"(λίγα από το θέατρο του παραλόγου της οικογενείας μου,θα λεγα σχεδόν φυσιολογικό),θα μου πεις,λες και χάθηκε ένα άρωμα,ένα βιβλίο,γιατί όσο και να πεις,είμαι και των γραμμάτων.
Τρομάρα μου.
Σουρουπώνει και βάζω πλυντήριο,πίνω στη ζούλα ουίσκυ με ένα παγάκι ακούγοντας "Μάγισσες,φέρτε βότανα" και "Τα τεκνά δεν πιάνουν μπάζο μπρος το νταηλίκι σου,κάποτε οι μάγκες ψήναν τον καφέ στο μπρίκι σου" ,ο αέρας πέφτει σιγά σιγά,αύριο Δευτέρα,ε,έχει
πλάκα η όλη υπόθεση τελικά.
Σκάνε μύτη οι συμπεθέρες φουριόζες,φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντες,κουνιστές και λυγιστές,με παξιμάδια από Κύθηρα,λιόπαστα με καρύδι, σπιτικά γλυκά και ψήνουν καφέ σκέτο.Κερνάνε τσιγάρο και με αγκαλιάζουν,"γκόμενο βρήκες" ρωτάει η Παναγιωτίτσα,"βρε αι σιχτίρ" απαντά η Βούλα,ε,δεν μπορείς να μη χαμογελάσεις.
Και το μωρό στο διπλανό δωμάτιο,τεσσεράμισυ μηνών θέλει όλο αγκαλιές και χάδια,κολλάει πάνω μου και κλαίει όταν το παίρνουν απ την αγκαλιά μου.
Η θεία μου μου στέλνει δώρο κρεμάστρες" για να βγάλετε αυτές τις αηδίες που έχετε"(λίγα από το θέατρο του παραλόγου της οικογενείας μου,θα λεγα σχεδόν φυσιολογικό),θα μου πεις,λες και χάθηκε ένα άρωμα,ένα βιβλίο,γιατί όσο και να πεις,είμαι και των γραμμάτων.
Τρομάρα μου.
Σουρουπώνει και βάζω πλυντήριο,πίνω στη ζούλα ουίσκυ με ένα παγάκι ακούγοντας "Μάγισσες,φέρτε βότανα" και "Τα τεκνά δεν πιάνουν μπάζο μπρος το νταηλίκι σου,κάποτε οι μάγκες ψήναν τον καφέ στο μπρίκι σου" ,ο αέρας πέφτει σιγά σιγά,αύριο Δευτέρα,ε,έχει
πλάκα η όλη υπόθεση τελικά.
Saturday, September 02, 2006
Μου αρέσει να ταξιδεύω με συννεφιά.Το Λαύριο έδειχνε ακόμα πιο μελαγχολικό μέσα στη συννεφιά που το αγκάλιαζε.Η θάλασσα ακόμα πιο γκρίζα.
Οι γάμπες μου κρύωναν στο καράβι,έπερεπε να χα βάλει παντελόνι.Τυλιγμένη με τη ζακέτα μου,πίνοντας τον άθλιο καπουτσίνο με την πάμπολλη κανέλλα για να ξεγελαστώ(πόσα και πόσα τέτοια)..χαιδεύοντας ένα μικροσκοπικό κανίς κουλουριασμένο στα πόδια μου,που ενίοτε ανέβαζε τα δυο του μπροστινά ποδαράκια κοιτάζοντας παραπονιάρικα,βλέποντας καθαρά Καβοκολόνες,Μακρονήσι,Τζια.
Αρμύρα στο κατάστρωμα,βρώμικοι λοστρόμοι.Κολλάνε τα χέρια.
Φτάνω με ήλιο και βοριά.Κύμα.Άδειασε το νησί.
"Στα σκοτεινά,με την κουβέρτα κουκουλώσου,το ξέρεις είμαι ο άνθρωπος σου..
¨Εξω οι φωνές,οι μουσικές και οι καταδίκες,τη ζωή μου άνοιξες και μπήκες.."
Διαβάζω το "the sea" του Μπάνβιλ.Το πάθος που πληρώνεται.
Μου αρέσει που η Γ.έφτασε καλά και είναι πολύ,πολύ ευτυχισμένη.
Κάποια μέρα θα γίνω κι εγώ.Αλλά δεν ανησυχώ,γιατί μπορεί να μαι και ήδη.
"Μακριά απ'το ξενύχτι των φαντάρων,το ξέρεις πως σε κουμαντάρω".
Εσένα,ζωή.
Οι γάμπες μου κρύωναν στο καράβι,έπερεπε να χα βάλει παντελόνι.Τυλιγμένη με τη ζακέτα μου,πίνοντας τον άθλιο καπουτσίνο με την πάμπολλη κανέλλα για να ξεγελαστώ(πόσα και πόσα τέτοια)..χαιδεύοντας ένα μικροσκοπικό κανίς κουλουριασμένο στα πόδια μου,που ενίοτε ανέβαζε τα δυο του μπροστινά ποδαράκια κοιτάζοντας παραπονιάρικα,βλέποντας καθαρά Καβοκολόνες,Μακρονήσι,Τζια.
Αρμύρα στο κατάστρωμα,βρώμικοι λοστρόμοι.Κολλάνε τα χέρια.
Φτάνω με ήλιο και βοριά.Κύμα.Άδειασε το νησί.
"Στα σκοτεινά,με την κουβέρτα κουκουλώσου,το ξέρεις είμαι ο άνθρωπος σου..
¨Εξω οι φωνές,οι μουσικές και οι καταδίκες,τη ζωή μου άνοιξες και μπήκες.."
Διαβάζω το "the sea" του Μπάνβιλ.Το πάθος που πληρώνεται.
Μου αρέσει που η Γ.έφτασε καλά και είναι πολύ,πολύ ευτυχισμένη.
Κάποια μέρα θα γίνω κι εγώ.Αλλά δεν ανησυχώ,γιατί μπορεί να μαι και ήδη.
"Μακριά απ'το ξενύχτι των φαντάρων,το ξέρεις πως σε κουμαντάρω".
Εσένα,ζωή.
Thursday, August 31, 2006
Και το δωμάτιο των γονιών μου...
Το καθάριζα σήμερα.Ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά.Πόσο λίγο σας ξέρω γαμώτο;
Μπαμπά.Μπαμπά μου..η κιθάρες σου κάτω απ' το κρεβάτι μια ζωή ξεκούρδιστες...Τα βιβλία σου με τις συγχορδίες..τα κοστούμια σου στην ντουλάπα.Χρόνια έχεις να τα βάλεις.Ένα ένα διαλεγμένα και δεν σου άρεσε να φοράς κοστούμι,αλλά έπρεπε για τη δουλειά.Όταν σε έβλεπα με κοστούμι ήξερα πως έφευγες για δουλειά και σου έλεγα επίτηδες πως είσαι άσχημος.Πως δεν σου πάνε καθόλου.Και σκεφτόμουν-ο μπαμπάς μου είναι πιο όμορφος με το φθαρμένο του κοτλέ που αγόρασε απ το Μάνχαιμ...
Βιβλία-Τρίτο Στεφάνι,Τσιφόρος,Τσίρκας.Μου έδωσες την τριλογία του Τσίρκα,όταν άρχισα να καταλαβαίνω για πολιτική,το Τρίτο Στεφάνι όταν θεώρησες πως έγινα γυναίκα.Τσιφόρος..ο αγαπημένος σου.Και ο δικός μου,για άλλους λόγους.Χέμινγουέι που δεν μου άρεσε ποτέ.Πολιτική.Δίκη της Νυρεμβέργης.Ξανθούλης.Το πεθαμένο λικέρ."Το πεθαμένο βιβλίο" έλεγες.Βιβλία απ' τη σχολή.Πιραντέλλο.
Η μαμά βάζει φωτογραφίες σου από τότε που ήσουν νέος.Καμία δικιά της.Η μόνη δικιά της-το πατρικό της που γκρεμίστηκε.
Η παρουσία της διάχυτη στο δωμάτιο.Μυρίζει μαμά.Πούδρα παιδική και Νιβέα.Σε μάλωνα γιατί δεν βαφόσουν μαμά..Γιατί δεν είσαι σαν τις άλλες μαμάδες μαμά;
Μόνο εσάρπες και μαντίλια.¨Ενα ένα διαλεγμένα.Οι δύο που κρατούσες για να πάρω όταν μεγαλώσω.Ένα ζευγάρι παπούτσια με τακούνι.Το παλτό σου.Ολιγαρκής.¨Ηρεμη δύναμη.
Εφημερίδες στο πάτωμα.Διπλωμένα τα ρούχα στο κρεβάτι.Βιβλία και χαρτιά παντού.
Τι ειρωνία.Τόσο οργανωτική και μόνο στη δουλειά σου το χάος.
"Απλώσαμε τραχανά" που έλεγε ο μπαμπάς όταν τα έβγαζες και τα έβαζες παντού,στο σαλόνι,στον πάγκο της κουζίνας,μέχρι και στο νιπτήρα-θα ήσουν εντελώς ακατάλληλη γραμματέας!Το σημάδι από το αλέτρι στο νύχι σου.Κάποτε τα έβαφες.Ήταν και είναι πανέμορφα τα χέρια σου.Μακριά και λεπτά και εκφραστικά δάχτυλα.Πρήστηκαν απ' τις δουλειές και έβγαλες τη βέρα σου.Τα βράδια διαβάζεις οικονομικά ένθετα.Ταξιδιωτικά περιοδικά που συλλέγεις.Και ας μην ταξίδεψες.Ελάχιστα.Μόνο τότε στη Σουηδία.Δεν είχα γεννηθεί.Δεν μιλας για αυτό.Καλά κάνεις.Είναι δικό σου.
Οταν σε βλέπω να διαβάζεις στο κρεβάτι το βράδυ θυμάμαι τους στίχους.."Μα πιο πολύ η όψη της μητέρας μου,ξενυχτισμενη και χλωμή" .Χριστιανόπουλος νομίζω.Κάτι ξέχασα απ το στίχο.Δεν πειράζει.¨Ετσι κι αλλιώς δε σ΄αρέσει η ποίηση.
Βιβλία του Παισιου.Μια φορά,θυμάσαι που ακούσαμε μαζί το "Μαμά γερνάω" και κλαίγαμε και οι δύο;Τότε είχες χάσει εσύ τη δική σου μάνα.
Θυμάσαι που ακούγαμε το Μαρίνο στον 9.84;Θυμάσαι πως γελάγαμε;Θυμάσαι που σε πείραζα που είσαι παράφωνη;Αλλά μαζί τραγουδήσαμε "Ανατολικά της Εδέμ ήταν ένας τύπος μποέμ.." Μια μέρα τραγουδούσες στην κουζίνα " Κάθε σπίτι έχει μια φωλιά για τα πουλιά" και σ' άκουγα και έβαλα τα κλάματα απ' το δωμάτιο.Και δεν ήσουν παράφωνη.Ήσουν υπέροχη και ας μην είχες ιδέα πως έπιαναν τον τόνο.
Τα Σάββατα πηγαίναμε σινεμά στο κέντρο.Δεν σ'άρεσε.Για μένα το κανες.
Τα βράδια βλέπεις ειδήσεις,μαζί βλέπουμε κωμωδίες με το Λογοθετίδη που σ αρέσει.
"Αγαπάς το μπαμπά όπως ο Χορν τη Λαμπέτη στην Κάλπικη Λίρα;" "Πιο πολύ".
Ακόμα δεν σας ξέρω καλά...
Μπαμπά.Μπαμπά μου..η κιθάρες σου κάτω απ' το κρεβάτι μια ζωή ξεκούρδιστες...Τα βιβλία σου με τις συγχορδίες..τα κοστούμια σου στην ντουλάπα.Χρόνια έχεις να τα βάλεις.Ένα ένα διαλεγμένα και δεν σου άρεσε να φοράς κοστούμι,αλλά έπρεπε για τη δουλειά.Όταν σε έβλεπα με κοστούμι ήξερα πως έφευγες για δουλειά και σου έλεγα επίτηδες πως είσαι άσχημος.Πως δεν σου πάνε καθόλου.Και σκεφτόμουν-ο μπαμπάς μου είναι πιο όμορφος με το φθαρμένο του κοτλέ που αγόρασε απ το Μάνχαιμ...
Βιβλία-Τρίτο Στεφάνι,Τσιφόρος,Τσίρκας.Μου έδωσες την τριλογία του Τσίρκα,όταν άρχισα να καταλαβαίνω για πολιτική,το Τρίτο Στεφάνι όταν θεώρησες πως έγινα γυναίκα.Τσιφόρος..ο αγαπημένος σου.Και ο δικός μου,για άλλους λόγους.Χέμινγουέι που δεν μου άρεσε ποτέ.Πολιτική.Δίκη της Νυρεμβέργης.Ξανθούλης.Το πεθαμένο λικέρ."Το πεθαμένο βιβλίο" έλεγες.Βιβλία απ' τη σχολή.Πιραντέλλο.
Η μαμά βάζει φωτογραφίες σου από τότε που ήσουν νέος.Καμία δικιά της.Η μόνη δικιά της-το πατρικό της που γκρεμίστηκε.
Η παρουσία της διάχυτη στο δωμάτιο.Μυρίζει μαμά.Πούδρα παιδική και Νιβέα.Σε μάλωνα γιατί δεν βαφόσουν μαμά..Γιατί δεν είσαι σαν τις άλλες μαμάδες μαμά;
Μόνο εσάρπες και μαντίλια.¨Ενα ένα διαλεγμένα.Οι δύο που κρατούσες για να πάρω όταν μεγαλώσω.Ένα ζευγάρι παπούτσια με τακούνι.Το παλτό σου.Ολιγαρκής.¨Ηρεμη δύναμη.
Εφημερίδες στο πάτωμα.Διπλωμένα τα ρούχα στο κρεβάτι.Βιβλία και χαρτιά παντού.
Τι ειρωνία.Τόσο οργανωτική και μόνο στη δουλειά σου το χάος.
"Απλώσαμε τραχανά" που έλεγε ο μπαμπάς όταν τα έβγαζες και τα έβαζες παντού,στο σαλόνι,στον πάγκο της κουζίνας,μέχρι και στο νιπτήρα-θα ήσουν εντελώς ακατάλληλη γραμματέας!Το σημάδι από το αλέτρι στο νύχι σου.Κάποτε τα έβαφες.Ήταν και είναι πανέμορφα τα χέρια σου.Μακριά και λεπτά και εκφραστικά δάχτυλα.Πρήστηκαν απ' τις δουλειές και έβγαλες τη βέρα σου.Τα βράδια διαβάζεις οικονομικά ένθετα.Ταξιδιωτικά περιοδικά που συλλέγεις.Και ας μην ταξίδεψες.Ελάχιστα.Μόνο τότε στη Σουηδία.Δεν είχα γεννηθεί.Δεν μιλας για αυτό.Καλά κάνεις.Είναι δικό σου.
Οταν σε βλέπω να διαβάζεις στο κρεβάτι το βράδυ θυμάμαι τους στίχους.."Μα πιο πολύ η όψη της μητέρας μου,ξενυχτισμενη και χλωμή" .Χριστιανόπουλος νομίζω.Κάτι ξέχασα απ το στίχο.Δεν πειράζει.¨Ετσι κι αλλιώς δε σ΄αρέσει η ποίηση.
Βιβλία του Παισιου.Μια φορά,θυμάσαι που ακούσαμε μαζί το "Μαμά γερνάω" και κλαίγαμε και οι δύο;Τότε είχες χάσει εσύ τη δική σου μάνα.
Θυμάσαι που ακούγαμε το Μαρίνο στον 9.84;Θυμάσαι πως γελάγαμε;Θυμάσαι που σε πείραζα που είσαι παράφωνη;Αλλά μαζί τραγουδήσαμε "Ανατολικά της Εδέμ ήταν ένας τύπος μποέμ.." Μια μέρα τραγουδούσες στην κουζίνα " Κάθε σπίτι έχει μια φωλιά για τα πουλιά" και σ' άκουγα και έβαλα τα κλάματα απ' το δωμάτιο.Και δεν ήσουν παράφωνη.Ήσουν υπέροχη και ας μην είχες ιδέα πως έπιαναν τον τόνο.
Τα Σάββατα πηγαίναμε σινεμά στο κέντρο.Δεν σ'άρεσε.Για μένα το κανες.
Τα βράδια βλέπεις ειδήσεις,μαζί βλέπουμε κωμωδίες με το Λογοθετίδη που σ αρέσει.
"Αγαπάς το μπαμπά όπως ο Χορν τη Λαμπέτη στην Κάλπικη Λίρα;" "Πιο πολύ".
Ακόμα δεν σας ξέρω καλά...
Wednesday, August 30, 2006
Αναρωτιέμαι πολλές φορές τι να κάνουν τα σπίτια όταν δεν τα ζούμε.
Το δικό μου αναπνέει και μαζεύει σκόνη-σα μαυσωλείο.Δεν έχω καταλάβει ακόμα αν το αγαπάω.25 χρόνια τώρα-το μισώ ή το αγαπώ;
Δεν το διάλεξα-το διάλεξαν οι γονείς μου ένα ζεστό καλοκαίρι ίδιο και απαράλλαχτο με το φετινό.Θα πήγαινα στο σχολείο τότε... για πρώτη χρονιά.
Μου είχαν πει πως θα είχα πια δικό μου δωμάτιο-με έπιπλα και γραφείο,και χώρο δικό μου για τα παιχνίδια,δεν θα κοιμόμουν πια στο ίδιο δωμάτιο μαζί τους στο κρεβατακι που από χρόνια δε με χώραγε.Ε,τότε ήταν αρκετό...
Πολλά χρόνια δεν το ζήσαμε.
Και όταν γυρνάω από ταξίδι,κοντινό ή μακρινό,για πολύ ή λίγο αν λείπω,μου μυρίζει εγκατάλειψη.Και με εκδικείται.
Τώρα θες δε θες θα με προσέξεις λέει.Θα αναγκαστείς να με καθαρίσεις γιατί είμαι πάλι μέσα στη σκόνη.Θα καθαρίσεις το μπάνιο-πάλι.Θα ανοίξεις τα παράθυρα τέρμα για να μπει ο φρέσκος αέρας και να ανεμίσουν χαρωπά οι κουρτίνες.Θα πλύνεις αυλές και θα φτιάξεις τα πάμπολλα αντικείμενά σου που με φορτώνεις και μετά φεύγεις.Γιατί με κουβαλάς,όχι ακριβώς σαν χελωνίτσα,αλλά σαν σταυρό.
Μιλάω λες και ζω σε κανένα τεράστιο σπίτι με βαριά έπιπλα και ακριβά διακοσμητικά.
Ψέματα-είναι ένα διαμέρισμα στα προάστια σαν όλα τα άλλα,διακοσμημένο από τη μάνα μου σαν εκείνη,δηλαδή πρακτικά και λιτά,το εικονοστάσι κοντά στο τζάκι,τα φαγωμένα έπιπλα,την καμαρά τους με τα ίδια κομοδίνα και πορτατίφ απ τη μια και την αλλη μεριά,μόνο το δικό μου διαφέρει,παπούτσια σπαρμένα,βιβλία και σημειώσεις,αποκόμματα από εφημερίδες,πινέλα για μακιγιάζ και καρτ ποστάλ από δω και από κει,τα στυλό με τα πούπουλα,τα βερνίκια νυχιών και τα καπέλα και τα βιβλία μαγειρικής που κληρονόμησα και δεν άνοιξα.
Το ψυγείο θέλει πάλι καθάρισμα με σόδα και χλιαρό νερό,και ας έχει μέσα μόνο μεταλλικό νερό και λεμόνια,δεν διάβασα ακόμα αυτά που έλεγα και ξεφυλλίζω πάλι τα Vanity Fair,και η μαμά μου λέει πως χρειάζομαι ένα δωμάτιο γκαρνταρόμπα και ξεχωριστό γραφείο γιατί "θα μας πετάξουν έξω απ το σπίτι πια αυτά",σκονίστηκε η φωτογραφία της Ώντρευ, ποτέ δεν απέκτησα το ξύλινο αλογακι μουρμουρίζω καθώς ρίχνω χλωρίνη στα σιφόνια,σελιδοδείκτες από βιβλιοπωλεία και το "If" του Κίπλινγκ στον τοίχο να με περιγελά,η Λίνα απ το ραδιόφωνο τραγουδάει 'ανεβάσαμε την τέντα στο μπαλκόνι' και εσύ τα κατάφερες πάλι,δεν τα κατάφερες;
Με εκδικήθηκες που σ' άφησα.Αλλά μ αγαπάς και ας αλληλοεξωντόμαστε,ποιος θα υποχωρήσει πρώτος.
Το δικό μου αναπνέει και μαζεύει σκόνη-σα μαυσωλείο.Δεν έχω καταλάβει ακόμα αν το αγαπάω.25 χρόνια τώρα-το μισώ ή το αγαπώ;
Δεν το διάλεξα-το διάλεξαν οι γονείς μου ένα ζεστό καλοκαίρι ίδιο και απαράλλαχτο με το φετινό.Θα πήγαινα στο σχολείο τότε... για πρώτη χρονιά.
Μου είχαν πει πως θα είχα πια δικό μου δωμάτιο-με έπιπλα και γραφείο,και χώρο δικό μου για τα παιχνίδια,δεν θα κοιμόμουν πια στο ίδιο δωμάτιο μαζί τους στο κρεβατακι που από χρόνια δε με χώραγε.Ε,τότε ήταν αρκετό...
Πολλά χρόνια δεν το ζήσαμε.
Και όταν γυρνάω από ταξίδι,κοντινό ή μακρινό,για πολύ ή λίγο αν λείπω,μου μυρίζει εγκατάλειψη.Και με εκδικείται.
Τώρα θες δε θες θα με προσέξεις λέει.Θα αναγκαστείς να με καθαρίσεις γιατί είμαι πάλι μέσα στη σκόνη.Θα καθαρίσεις το μπάνιο-πάλι.Θα ανοίξεις τα παράθυρα τέρμα για να μπει ο φρέσκος αέρας και να ανεμίσουν χαρωπά οι κουρτίνες.Θα πλύνεις αυλές και θα φτιάξεις τα πάμπολλα αντικείμενά σου που με φορτώνεις και μετά φεύγεις.Γιατί με κουβαλάς,όχι ακριβώς σαν χελωνίτσα,αλλά σαν σταυρό.
Μιλάω λες και ζω σε κανένα τεράστιο σπίτι με βαριά έπιπλα και ακριβά διακοσμητικά.
Ψέματα-είναι ένα διαμέρισμα στα προάστια σαν όλα τα άλλα,διακοσμημένο από τη μάνα μου σαν εκείνη,δηλαδή πρακτικά και λιτά,το εικονοστάσι κοντά στο τζάκι,τα φαγωμένα έπιπλα,την καμαρά τους με τα ίδια κομοδίνα και πορτατίφ απ τη μια και την αλλη μεριά,μόνο το δικό μου διαφέρει,παπούτσια σπαρμένα,βιβλία και σημειώσεις,αποκόμματα από εφημερίδες,πινέλα για μακιγιάζ και καρτ ποστάλ από δω και από κει,τα στυλό με τα πούπουλα,τα βερνίκια νυχιών και τα καπέλα και τα βιβλία μαγειρικής που κληρονόμησα και δεν άνοιξα.
Το ψυγείο θέλει πάλι καθάρισμα με σόδα και χλιαρό νερό,και ας έχει μέσα μόνο μεταλλικό νερό και λεμόνια,δεν διάβασα ακόμα αυτά που έλεγα και ξεφυλλίζω πάλι τα Vanity Fair,και η μαμά μου λέει πως χρειάζομαι ένα δωμάτιο γκαρνταρόμπα και ξεχωριστό γραφείο γιατί "θα μας πετάξουν έξω απ το σπίτι πια αυτά",σκονίστηκε η φωτογραφία της Ώντρευ, ποτέ δεν απέκτησα το ξύλινο αλογακι μουρμουρίζω καθώς ρίχνω χλωρίνη στα σιφόνια,σελιδοδείκτες από βιβλιοπωλεία και το "If" του Κίπλινγκ στον τοίχο να με περιγελά,η Λίνα απ το ραδιόφωνο τραγουδάει 'ανεβάσαμε την τέντα στο μπαλκόνι' και εσύ τα κατάφερες πάλι,δεν τα κατάφερες;
Με εκδικήθηκες που σ' άφησα.Αλλά μ αγαπάς και ας αλληλοεξωντόμαστε,ποιος θα υποχωρήσει πρώτος.
Subscribe to:
Posts (Atom)