Tuesday, June 13, 2006

Άλλη μια μέρα με βοριά,με δουλειά το πρωί και διάβασμα στον καναπέ το βράδυ,εδώ διαβάζεις,ή πίνεις,ή χαρτοπαίζεις,ή έχεις εξωσυζυγικές σχέσεις.
Δεν είμαι παντρεμένη,δεν μου πολυαρέσει η γεύση του αλκοόλ και βαριέμαι αφόρητα τα χαρτιά,άρα διαβάζω,μυθιστορήματα που κυλάνε,περιοδικά με φρου φρου και αρώματα-όταν έχει-και ραδιόφωνο δεν πιάνει,τηλεόραση δυο κανάλια τα οποία βαριέμαι,τα γεγονότα κυλάνε από πάνω μου,γίνομαι αναίσθητη,και να γίνει ο τρίτος παγκόσμιος δεν θα το πάρω χαμπάρι..
Οι μέρες κυλάνε λίγο ίδια η μια με την άλλη,είναι προβλέψιμες,οι άντρες βλέπουν μπάλα,η Ε. έρχεται σπίτι μου το απόγευμα για να δει Βέρα στο Δεξί,οι Αθηναίοι έφυγαν και γύρισαν στις δουλειές τους και το σουπερμάρκετ κλείνει απ' τις δέκα,αν θες φάρμακα,οδηγείς 12 χιλιόμετρα μέχρι το λιμάνι,υπάρχει μια κρεπερί που κάνει μέτριες κρέπες,αλλά εγώ στις κρέπες θέλω φυστικοβούτυρο,άκουσον άκουσον,και μου φτιάχνει η μαμά μου,και τη Νutella σαν σωστή τζάνκι της τη θέλω κατευθείαν από το βαζάκι.
Άσε που ο τύπος που φτιάχνει τις κρέπες έχει στο μπράτσο του ένα τεράστιο τατού χταπόδι,για ποιο λόγο να θέλει κάποιος να χτυπήσει ένα μεγάλο χταπόδι στο μπράτσο του;Μνήσθητί μου Κύριε..
Σήμερα το βράδυ-μια πόλη στη λογοτεχνία,Σμύρνη,επιμέλεια Θωμά Κοροβίνη.
Το απόγευμα,Μαμάδες Βορείων Προαστείων μιας Νάσιουτζικ που αγόρασα για τους πελάτες-βαρετό.Τουλάχιστον.Η ίδια γράφει στο βιβλίο της πως η Τέχνη δεν ανέχεται τη μετριότητα.
Έχεις το γνώθι σαυτόν,κουκλίτσα μου,τουλάχιστον,κάτι είναι και αυτό.
Χτες.Λοστρέ,Λένος Χρηστίδης.Με ενθουσίασε,άργησα να τον ανακαλύψω,έγινε.Σαρκασμός,υποχθόνιο χιούμορ,πίκρα υποχθόνια.Μάλλον ο άνθρωπος αυτός κατέχει τέλεια την τέχνη του αυτοσαρκασμού-ύψιστη τέχνη.Είναι ένας από τους συγγραφείς που θα πινα μαζί του έναν καφέ.Καλά,θα έπινα ευχαρίστως καφέ και με τον Ιωάννου,και άλλους,αλλά δεν ξέρω αν σερβίρουν εσπρέσσο στη μετα θάνατον ζωή,αν υπάρχει,που όπως έλεγε και η γιαγιά μου (αυτή με τον κότσο),κανείς δεν γύρισε για να μας πει τι γίνεται εκεί.
Δεν έχω καταγωγή απ΄τη Σμύρνη-γνήσιο τέκνο δύο ανθρώπων γέννημα θρέμμα της τιμημένης ελληνικής επαρχίας,ομορφόσογα και τα δύο τρομάρα τους.
Αλλά η νονά που ήρθε απ'τη Σμύρνη στα εννιά της είχε πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες από το πως ξαίναμε το μπαμπάκι και πως ήταν τα πανηγύρια,τώρα τρελαίνομαι να τα ακούω,αλλά τότε ήταν απελπιστικά βαρετά,και η νονά μύριζε όμορφα και όχι χώμα,και μου διάβαζε παραμύθια του Άντερσεν,και έλεγε και ιστορίες με το Ναστραδίν Χότζα που δεν πολυκαταλάβαινα αλλά ήταν κάτι άλλο και μύριζαν εξωτικά,σαν να ακούς τραγούδια του Τσιτσάνη με ερμηνεία της Μαρίκας Νίνου.
Κάτι ήθελα να γράψω για τον πόλεμο μεταξύ μπλόγκερς και δημοσιογράφων,αλλά το ξέχασα,θα το σκεφτώ καλύτερα στο ντους απόψε-αλλά η δουλειά μας κορώνα στο κεφάλι μας και αύριο έχω να ψωνίσω Vim -ναι,υπάρχει ακόμα-και σφουγγαρίστρες.

2 comments:

homelessMontresor said...

Μεταξύ μας πολύ περισσότερο προτίμησα αυτό που έγραψες τελικά, παρά την ανάλυση για μπλογκο-καυγάδες. :-)

roidis said...

η μοντρεσσορ με πρόλαβε...
(τούτη εδώ δεν μ'αφήνει ήσυχο!)